13.2.25

Η Σαουδική Αραβία "πετά το γάντι" στον Νετανιάχου και στον Τραμπ



Του Κώστα Ράπτη


Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ εκτόξευσε την ιδέα της έξωσης των Παλαιστινίων κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας το υπουργείο Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας εξέδωσε (και μάλιστα σε ώρα μεταμεσονύκτια) ανακοίνωση στην οποία υπογράμμιζε χωρίς περιστροφές ότι η θέση του βασιλείου περί της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους ως προϋπόθεσης για την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ "δεν υπόκειται σε συμβιβασμό και δεν αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης”.




Πρόκειται, ως γνωστόν, για το λεγόμενο "σχέδιο Αμπντουλλάχ” (συγκρότηση παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967 με αντάλλαγμα την αναγνώριση του Ισραήλ) το οποίο δέχθηκε ομόφωνα το 2002 ο Αραβικός Σύνδεσμος με εισήγηση του τότε διαδόχου και μετέπειτα βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας. Η προσφορά αυτή, καίτοι αναιρούσε παλαιότερες αδιάλλακτες τοποθετήσεις, υπαγορευμένες εν πολλοίς από το λεγόμενο "απορριπτικό μέτωπο” εντός των αραβικών κρατών, έχει μείνει αναπάντητη.


Όμως ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ανέλαβε να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Σε τηλεοπτική συνέντευξή του το Σάββατο στο Channel 14 του Ισραήλ, ο Βενιαμίν Νετανιάχου προκλητικά υποστήριξε ότι "Οι Σαουδάραβες μπορούν να δημιουργήσουν ένα παλαιστινιακό κράτος στη Σαουδική Αραβία. Έχουν αρκετή γη εκεί”.


Ακολούθησαν οργισμένες αντιδράσεις από την Ιορδανία, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κουβέιτ, το Ιράκ και το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου.


Η αντίδραση του ίδιου του Ριάντ, διατυπωμένη σε ασυνήθιστα υψηλούς για τη διπλωματία του βασιλείου τόνους, υπήρξε χαρακτηριστική – και αναδρομικά αφορά εμμέσως και την πρόταση Τραμπ.


Σε νέα ανακοίνωσή του την Κυριακή το σαουδαραβικό υπουργείο Εξωτερικών ευχαρίστησε για την υποστήριξή τους τα αδελφά κράτη”, απέρριψε κατηγορηματικά "δηλώσεις που αποσκοπούν στο να αποστρέψουν την προσοχή από τα συνεχιζόμενα εγκλήματα που διαπράττει η ισραηλινή κατοχή, συμπεριλαμβανομένης της εθνοκάθαρσης που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι αδελφοί στη Γάζα” και τόνισε ότι "ο παλαιστινιακός λαός έχει δικαίωμα στη γη του, δεν είναι εισβολείς ή μετανάστες σε αυτήν που μπορούν να απελαθούν όποτε το επιθυμεί η βάναυση ισραηλινή κατοχή”.


Το βασίλειο δήλωσε επίσης ότι "αυτή η εξτρεμιστική, κατοχική νοοτροπία δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει η παλαιστινιακή γη για τον αδελφό λαό της Παλαιστίνης” και υποστήριξε ότι το Ισραήλ "δεν πιστεύει ότι ο παλαιστινιακός λαός αξίζει να ζει εξαρχής”.


"Οι υποστηρικτές αυτών των εξτρεμιστικών ιδεών είναι που εμπόδισαν το Ισραήλ να αποδεχθεί την ειρήνη και τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες των αραβικών κρατών”, ανέφερε το υπουργείο, τονίζοντας ότι το Ισραήλ "ασκεί συστηματικά αδικία έναντι του παλαιστινιακού λαού για περισσότερα από 75 χρόνια αδιαφορώντας για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και τον νόμο”.


Επαναλαμβάνοντας τη δέσμευσή της για μια ειρηνική επίλυση, η ανακοίνωση καταλήγει ότι "το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού θα παραμείνει σταθερά εδραιωμένο και κανείς δεν θα μπορέσει να του το αφαιρέσει όσο καιρό και αν χρειαστεί. Η διαρκής ειρήνη δεν θα επιτευχθεί παρά μόνο με την επιστροφή στη λογική της λογικής και την αποδοχή της αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης μέσω της λύσης των δύο κρατών”.




Δεν είναι σαφές τι επιδίωκε ο Νετανιάχου προβοκάροντας τη Σαουδική Αραβία, όταν η προσχώρηση του βασιλείου στις "Συμφωνίες του Αβραάμ” αποτελεί (μαζί με τον ακρωτηριασμό του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος) την πρώτιστη προτεραιότητα του Ισραήλ – πολύ περισσότερο λ.χ. από τη μετατροπή της Γάζας σε νέα "Ριβιέρα”.


Αλλά και η σκοπιμότητα της πρότασης Τραμπ παραμένει αδιάγνωστη, ιδίως αφότου διευκρινίσθηκε ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να εμπλακούν ούτε στρατιωτικά ούτε οικονομικά στην υλοποίησή της. Απομένει απλώς η ρητορική του "σοκ”, η οποία όμως δεν δείχνει πια να κλονίζει τους αποδέκτες της.


Πιθανότερος στόχος του Τραμπ ήταν να κάνει αφενός ένα δώρο στον εαυτό του, εμφανιζόμενος στο ενδιαφερόμενο ακροατήριο ως ο φιλικότερος προς το Ισραήλ Αμερικανός πρόεδρος όλων των εποχών, αφετέρου προς τον Νετανιάχου, του οποίου οι ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι δυσφορούν με τη συνέχιση της εκεχειρίας στη Γάζα. Κατά τη λογική Τραμπ, η ρητορική πλειοδοσία θα διασφαλίσει το άμεσα επιδιωκόμενο, που είναι το πέρασμα της εκεχειρίας στην προβλεπόμενη δεύτερη φάση της.


Ωστόσο (και πέρα από την ηθικοπολιτική αξιολόγηση της ευκολίας με την οποία συζητά σενάρια εθνοκάθαρσης) ο ένοικος του Λευκού Οίκου, τραυματίζει την αμερικανική διπλωματία, όχι μόνο διότι φέρνει συμμάχους σαν τους Ευρωπαίους σε θέση που δεν μπορούν να τον ακολουθήσουν, αλλά και γιατί προκαλεί μια συσπείρωση των αραβικών κρατών με ηγέτη το Ριάντ, η οποία περιπλέκει τα όποια σχέδια αυτός έχει κατά νου για τη συνέχεια.


Οι "Συμφωνίες του Αβραάμ” υπήρξαν δικό του "πνευματικό δημιούργημα”. Και οι αντιδράσεις των αραβικών κρατών σε υψηλής συμβολικής σημασίας κινήσεις υπέρ του Ισραήλ κατά την πρώτη προεδρική του τετραετία (λ.χ. μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ) υπήρξαν υποτονικές. Αντιθέτως, τόσο ο Τραμπ όσο και ο Οίκος των Σαούντ δεν έχαναν την ευκαιρία να επιδείξουν τις θερμές τους σχέσεις.


Σήμερα έχουν αλλάξει πολλά. Το "σοκ” της πρότασης για εθνοκάθαρση της Γάζας δεν εκφοβίζει το Ριάντ, ώστε να σπεύσει να ενταχθεί στις Συμφωνίες του Αβραάμ. Υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο, οι παραχωρήσεις των αραβικών μοναρχιών δεν μπορούν να προχωρήσουν, αν μη τι άλλο για να αποφύγουν την εσωτερική τους αποσταθεροποίηση.


Άλλωστε, το Ριάντ αναζητά νέες κατευθύνσεις. Μετά την επίθεση των Χούθι στις πετρελαϊκές του εγκαταστάσεις το 2019 και την απροθυμία των ΗΠΑ να παράσχουν περαιτέρω εγγυήσεις ασφαλείας, το βασίλειο προτιμά να επιλύει τα προβλήματά του συνομιλώντας απευθείας με τους περιερειακούς του ανταγωνιστές. Η ιρανοσαουδαραβική συμφιλίωση το 2023 υπό κινεζική μεσολάβηση, αλλά και η εμβάθυνση των σχέσεων με τους BRICS είναι ενδεικτική. Όπως άλλωστε και η αγαστή συνεργασία με τη Ρωσία στο πλαίσιο του OPEC+, παρά τις επίμονες αμερικανικές προτροπές για μείωση των τιμών του πετρελαίου.


Ο ισχυρός άνδρας του Ριάντ, πρίγκηπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν γνωρίζει ότι η εμπέδωση της προσωπικής του εξουσίας δεν περνά μέσα από την Ουάσιγκτον, που έχει περισσότερο καλλιεργήσει τις σχέσεις της με άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Κυρίως όμως, έχει κατά νου ένα σχέδιο διαφοροποίησης της σαουδαραβικής οικονομίας, προκειμένου να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του βασιλείου, που υπαγορεύει μετακίνηση από το μοντέλο της "μονοκαλλιέργειας” του πετρελαίου και της ανακύκλωσης των εσόδων σε αμερικανικούς τίτλους. Έπονται οι αντίστοιχες γεωπολιτικές προσαρμογές. Πόσω μάλλον που οι επιδόσεις ΗΠΑ και Ισραήλ το τελευταίο διάστημα δεν δείχνουν ικανές να κλονίσουν την αυτοπεποίθηση των αραβικών μοναρχιών.


Αν ο Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για τις επενδύσεις ύψους 600 δισ. δολαρίων που του υποσχέθηκε ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στο συγχαρητήριο τηλεφώνημά του, θα πρέπει να σκεφτεί πιο σοβαρά τη μεσανατολική του πολιτική.


Πηγή: capital.gr

Πηγή: i-epikaira.blogspot.com