Ευαγγελία Μπίφη
Η αιφνιδιαστική εμφάνιση του Ιμπραχίμ Καλίν, του αρχηγού της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ, στη Δαμασκό, τέσσερις μόλις ημέρες μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, δεν προκάλεσε μόνο έκπληξη, αλλά έβριθε σημειολογίας σε πολλαπλά επίπεδα.
Ο Καλίν ήταν ο άνθρωπος που όλο αυτό το διάστημα διεξήγαγε τη μυστική διπλωματία της Τουρκίας στη Συρία· ο αφανής βραχίονας της τουρκικής διπλωματίας, δίπλα στον υπουργό Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ο οποίος βρισκόταν στο προσκήνιο των διεθνών ζυμώσεων. Παράλληλα, συντόνιζε τις μυστικές επιχειρήσεις των τουρκικών υπηρεσιών στη Συρία και διατηρούσε τους διαύλους επικοινωνίας με τις ισλαμιστικές ομάδες της αντιπολίτευσης.
Είναι από τα πλέον έμπιστα πρόσωπα του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και υπήρξε επί σειρά ετών διπλωματικός του σύμβουλος, προτού του εμπιστευτεί μετά τις εκλογές του 2023 τα ηνία της ΜΙΤ.
Στην αρχή ακόμη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, στις 5 Σεπτεμβρίου του 2012, ο Ταγίπ Ερντογάν, δήλωνε ότι θα ερχόταν εκείνη η ημέρα που ο ίδιος θα πάει στη Δαμασκό για να προσκυνήσει στον τάφο του Σαλαντίν και να προσευχηθεί στο τέμενος των Ουμαγιάδων. Ως εκ τούτου, για τον Ερντογάν δεν υπήρχε καταλληλότερος από τον Ιμπραχίμ Καλίν για να μπει ως «θριαμβευτής» στην πάλαι ποτέ πρωτεύουσα του χαλιφάτου των Ουμαγιάδων και να προσευχηθεί στο ομώνυμο τέμενος.
Πέραν όμως των συμβολισμών, αναμένεται σήμερα στην τουρκική πρωτεύουσα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, συνεπώς με την παρουσία του αρχηγού των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στη Δαμασκό η Άγκυρα επιχειρεί να στειλει και ένα ισχυρό μήνυμα στην αμερικανική πλευρά.
Η νίκη των -«εξευγενισμένων» για τα μάτια της Δύσης- τζιχαντιστών έδωσε στην Τουρκία την κάλυψη που χρειαζόταν για να ωθήσει τον Συριακό Εθνικό Στρατό (SΝΑ), που υποστηρίζει και ελέγχει, στις κουρδικές θέσεις, με άμεσο στόχο να ωθήσει τις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Μετά την πτώση των κουρδικών θυλάκων Τελ Ριφαάτ και Μαμπίτζ στα δυτικά, η πίεση του SNA ασκείται πλέον στο Κομπάνι, στην ανατολική όχθη, δίπλα στα τουρκικά σύνορα και στο στρατηγικής σημασίας φράγμα και υδροηλεκτρικό σταθμό του Τισρίν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζονται στους Κούρδους τόσο για να διασφαλίσουν τη δική τους παρουσία στη Μέση Ανατολή όσο και την ασφάλεια του Ισραήλ, που εγκλωβισμένο μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον βρίσκει στο πρόσωπο των Κούρδων έναν αξιόπιστο σύμμαχο. Οι συνέπειες εξάλλου μιας αμερικανικής απόσυρσης από τη Συρία θα ήταν πολύ πιο τρομακτικές σήμερα, καθώς υπάρχουν περίπου 40.000 και πλέον κρατούμενοι του Ισλαμικού Κράτους ή φίλα προσκείμενοι προς αυτούς σε φυλακές που ελέγχουν οι SDF, όπως στην Αλ Χολ. Εάν απελευθερωθούν, είναι πολύ πιθανό ότι ορισμένοι ή πολλοί από αυτούς τους κρατούμενους είτε θα ενταχθούν στην Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), είτε θα προκαλέσουν χάος στο Ιράκ ή πέραν αυτού.
Η Τουρκία, ωστόσο, επιμένει στην απόσυρση των Αμερικανών, χωρίς τη στήριξη των οποίων δεν μπορεί να επιβιώσει η αυτόνομη κουρδική οντότητα της Ροζάβα, στα ανατολικά του Ευφράτη, την οποία θεωρεί απειλή για τη δική της εδαφική ακεραιότητα.
Σε αυτό το σκηνικό λαμβάνουν σήμερα χώρα οι επαφές του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρμεντ, Άντονι Μπλίνκεν, στην Άγκυρα με τον ομόλογό του Χακάν Φιντάν. Ο Τούρκος πρόεδρος συνάντησε τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας αργά χθες το βράδυ κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο της Άγκυρας, κάτι που δεν συνηθίζεται από το πρωτόκολλο. «Το PKK αποτελεί απειλή για την Τουρκία. Ταυτόχρονα, θέλουμε να αποφύγουμε την αναζωπύρωση άλλων συγκρούσεων» δήλωσε ο Μπλίνκεν πριν από την άφιξή του στην Τουρκία, προσθέτοντας όμως ότι «οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις είναι κρίσιμες για να αντιμετωπιστεί το Ισλαμικό Κράτος».
Την Άγκυρα είχε επισκεφθεί, εν τω μεταξύ, μία ημέρα νωρίτερα ο υφυπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών αρμόδιος για τις πολιτικές υποθέσεις, Τζον Μπας, και είχε συνομιλίες με τον υπουργό Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τουρκία θα ζητήσει από τον Μπλίνκεν τη διάλυση της αυτόνομης κουρδικής διοίκησης και την απομάκρυνση των SDF, θέτοντας το δίλημμα στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Να το κάνουμε από κοινού, αλλιώς θα κινηθούμε μόνοι μας».
Επιπλέον, τα μηνύματα που εκπέμπει τα τελευταία εικοσιτετράωρα η Άγκυρα είναι ότι πλέον δεν θα λάβει σοβαρά τις όποιες δεσμεύσεις του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, του οποίου η θητεία λήγει σε μόλις 37 ημέρες και ότι, μετά την αλλαγή των συσχετισμών δυνάμεων στο πεδίο, δεν ικανοποιείται πλέον με την επιστροφή του παλιού σεναρίου για τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας εύρους 30 χλμ. στα εντός του συριακού εδάφους μεταξύ της Τουρκίας και των κουρδικών δυνάμεων, αλλά πλέον διεκδικεί λόγο στο σύνολο της Συρίας.
Η παρουσία του Ιμπραχίμ Καλίν στη Δαμασκό στέλνει και αυτό το μήνυμα στην Ουάσινγκτον.
Όλες οι κινήσεις της Τουρκίας γίνονται πλέον με το βλέμμα στην επικείμενη ανάληψη των ηνίων στις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ. Στην προηγούμενη θητεία του, ο εκλεγμένος Αμερικανός πρόεδρος είχε υποσχεθεί την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία προς ικανοποίηση της Άγκυρας. Τελικά, δεν το έκανε και μία αμερικανική απεμπλοκή υπό τις παρούσες συνθήκες φαίνεται ακόμη πιο δύσκολη.
Ωστόσο, η δήλωση που έχει κάνει για τη μετά Άσαντ Συρία ο Τραμπ είναι ότι αυτός ο πόλεμος δεν είναι των ΗΠΑ και δεν πρέπει να αναμειχθούν, που θα μπορούσε να αφήνει πεδίο και προς διακοπή της στήριξης στις υπό κουρδική ηγεσία δυνάμεις.
Από την άλλη, ο Τραμπ δεν αποκλείει ή σαφώς θέλει να δείξει ως μέσο πίεσης ότι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ενός πολέμου με το Ιράν κατά τη δεύτερη προεδρική θητεία του. «Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί. Η κατάσταση είναι πολύ έκρυθμη» απάντησε ερωτηθείς σχετικά από το περιοδικό Time κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε με αφορμή την ανακήρυξή του ως το πρόσωπο της χρονιάς από το αμερικανικό περιοδικό.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, το 2020, ο Τραμπ έδωσε την εντολή για την αεροπορική επιδρομή που σκότωσε στη Δαμασκό τον κορυφαίο στρατιωτικό διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης, Κασέμ Σουλεϊμανί. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε αποσυρθεί από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που είχε συναφθεί επί προεδρίας Ομπάμα.
Είναι αβέβαιο πώς θα προσεγγίσουν το Ιράν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο μελλοντικός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, με αμφότερους να εκπέμπουν ανάμεικτα μηνύματα όσον αφορά μια τιμωρητική ή πιο ρεαλιστική στάση. Μαζί με τις γνωστές σκληρές θέσεις Ρούμπιο για το Ιράν, το απρόβλεπτο των κινήσεων Τραμπ περιπλέκει την εξίσωση για την Τεχεράνη, η οποία έχει ακούσει τον εκλεγμένο πλέον πρόεδρο να λέει προς το Ισραήλ «να χτυπήσει τα πυρηνικά πρώτα και μετά ανησυχεί για τα υπόλοιπα» όταν σταθμίζονταν τα αντίποινα για το μπαράζ ιρανικών πυραύλων της 1ης Οκτωβρίου και η κυβέρνηση Μπάιντεν ασκούσε πιέσεις στην κυβέρνηση Νατανιάχου για να μην πληγούν πυρηνικές ή πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
Παράλληλα όμως η Τεχεράνη έχει ακούσει τον Τραμπ και να δηλώνει ανοιχτός σε μία νέα εκδοχή της συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα -από την οποία ο ίδιος απέσυρε τις ΗΠΑ επιλέγοντας μία «εκστρατεία μέγιστης πίεσης», όπως την χαρακτήρισε, με αυστηρότερες κυρώσεις στον τραπεζικό τομέα και κατά της πετρελαϊκής βιομηχανίας του Ιράν. Τις κυρώσεις διατήρησε σε μεγάλο βαθμό ο Τζο Μπάιντεν εν μέσω τελματωμένων διπλωματικών προσπαθειών για την αναβίωση της συμφωνίας.
Αποκλειστικές πληροφορίες του πρακτορείου Reuters ανέφεραν χθες το βράδυ ότι ο Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει να διορίσει ειδικό απεσταλμένο για το Ιράν τον Ρίτσαρντ Γκρένελ, πρώην επικεφαλής των Υπηρεσιών Πληροφοριών (DNI). Το γεγονός ότι ίσως ο Τραμπ προορίζει ένα βασικό σύμμαχο για μια τέτοια θέση θα μπορούσε να ερμηνεύεται και ως ένα μήνυμα στην περιοχή ότι μπορεί να είναι ανοιχτός σε συνομιλίες με μια χώρα την οποία έχει απειλήσει στο παρελθόν και της οποίας η ελίτ του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης έχει αποπειραθεί να τον δολοφονήσει, σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση -κάτι που η Τεχεράνη έχει αρνηθεί.
Πηγή: liberal.gr
Η αιφνιδιαστική εμφάνιση του Ιμπραχίμ Καλίν, του αρχηγού της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ, στη Δαμασκό, τέσσερις μόλις ημέρες μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, δεν προκάλεσε μόνο έκπληξη, αλλά έβριθε σημειολογίας σε πολλαπλά επίπεδα.
Ο Καλίν ήταν ο άνθρωπος που όλο αυτό το διάστημα διεξήγαγε τη μυστική διπλωματία της Τουρκίας στη Συρία· ο αφανής βραχίονας της τουρκικής διπλωματίας, δίπλα στον υπουργό Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ο οποίος βρισκόταν στο προσκήνιο των διεθνών ζυμώσεων. Παράλληλα, συντόνιζε τις μυστικές επιχειρήσεις των τουρκικών υπηρεσιών στη Συρία και διατηρούσε τους διαύλους επικοινωνίας με τις ισλαμιστικές ομάδες της αντιπολίτευσης.
Είναι από τα πλέον έμπιστα πρόσωπα του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και υπήρξε επί σειρά ετών διπλωματικός του σύμβουλος, προτού του εμπιστευτεί μετά τις εκλογές του 2023 τα ηνία της ΜΙΤ.
Στην αρχή ακόμη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, στις 5 Σεπτεμβρίου του 2012, ο Ταγίπ Ερντογάν, δήλωνε ότι θα ερχόταν εκείνη η ημέρα που ο ίδιος θα πάει στη Δαμασκό για να προσκυνήσει στον τάφο του Σαλαντίν και να προσευχηθεί στο τέμενος των Ουμαγιάδων. Ως εκ τούτου, για τον Ερντογάν δεν υπήρχε καταλληλότερος από τον Ιμπραχίμ Καλίν για να μπει ως «θριαμβευτής» στην πάλαι ποτέ πρωτεύουσα του χαλιφάτου των Ουμαγιάδων και να προσευχηθεί στο ομώνυμο τέμενος.
Πέραν όμως των συμβολισμών, αναμένεται σήμερα στην τουρκική πρωτεύουσα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, συνεπώς με την παρουσία του αρχηγού των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στη Δαμασκό η Άγκυρα επιχειρεί να στειλει και ένα ισχυρό μήνυμα στην αμερικανική πλευρά.
Η νίκη των -«εξευγενισμένων» για τα μάτια της Δύσης- τζιχαντιστών έδωσε στην Τουρκία την κάλυψη που χρειαζόταν για να ωθήσει τον Συριακό Εθνικό Στρατό (SΝΑ), που υποστηρίζει και ελέγχει, στις κουρδικές θέσεις, με άμεσο στόχο να ωθήσει τις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Μετά την πτώση των κουρδικών θυλάκων Τελ Ριφαάτ και Μαμπίτζ στα δυτικά, η πίεση του SNA ασκείται πλέον στο Κομπάνι, στην ανατολική όχθη, δίπλα στα τουρκικά σύνορα και στο στρατηγικής σημασίας φράγμα και υδροηλεκτρικό σταθμό του Τισρίν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζονται στους Κούρδους τόσο για να διασφαλίσουν τη δική τους παρουσία στη Μέση Ανατολή όσο και την ασφάλεια του Ισραήλ, που εγκλωβισμένο μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον βρίσκει στο πρόσωπο των Κούρδων έναν αξιόπιστο σύμμαχο. Οι συνέπειες εξάλλου μιας αμερικανικής απόσυρσης από τη Συρία θα ήταν πολύ πιο τρομακτικές σήμερα, καθώς υπάρχουν περίπου 40.000 και πλέον κρατούμενοι του Ισλαμικού Κράτους ή φίλα προσκείμενοι προς αυτούς σε φυλακές που ελέγχουν οι SDF, όπως στην Αλ Χολ. Εάν απελευθερωθούν, είναι πολύ πιθανό ότι ορισμένοι ή πολλοί από αυτούς τους κρατούμενους είτε θα ενταχθούν στην Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), είτε θα προκαλέσουν χάος στο Ιράκ ή πέραν αυτού.
Η Τουρκία, ωστόσο, επιμένει στην απόσυρση των Αμερικανών, χωρίς τη στήριξη των οποίων δεν μπορεί να επιβιώσει η αυτόνομη κουρδική οντότητα της Ροζάβα, στα ανατολικά του Ευφράτη, την οποία θεωρεί απειλή για τη δική της εδαφική ακεραιότητα.
Σε αυτό το σκηνικό λαμβάνουν σήμερα χώρα οι επαφές του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρμεντ, Άντονι Μπλίνκεν, στην Άγκυρα με τον ομόλογό του Χακάν Φιντάν. Ο Τούρκος πρόεδρος συνάντησε τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας αργά χθες το βράδυ κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο της Άγκυρας, κάτι που δεν συνηθίζεται από το πρωτόκολλο. «Το PKK αποτελεί απειλή για την Τουρκία. Ταυτόχρονα, θέλουμε να αποφύγουμε την αναζωπύρωση άλλων συγκρούσεων» δήλωσε ο Μπλίνκεν πριν από την άφιξή του στην Τουρκία, προσθέτοντας όμως ότι «οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις είναι κρίσιμες για να αντιμετωπιστεί το Ισλαμικό Κράτος».
Την Άγκυρα είχε επισκεφθεί, εν τω μεταξύ, μία ημέρα νωρίτερα ο υφυπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών αρμόδιος για τις πολιτικές υποθέσεις, Τζον Μπας, και είχε συνομιλίες με τον υπουργό Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τουρκία θα ζητήσει από τον Μπλίνκεν τη διάλυση της αυτόνομης κουρδικής διοίκησης και την απομάκρυνση των SDF, θέτοντας το δίλημμα στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Να το κάνουμε από κοινού, αλλιώς θα κινηθούμε μόνοι μας».
Επιπλέον, τα μηνύματα που εκπέμπει τα τελευταία εικοσιτετράωρα η Άγκυρα είναι ότι πλέον δεν θα λάβει σοβαρά τις όποιες δεσμεύσεις του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, του οποίου η θητεία λήγει σε μόλις 37 ημέρες και ότι, μετά την αλλαγή των συσχετισμών δυνάμεων στο πεδίο, δεν ικανοποιείται πλέον με την επιστροφή του παλιού σεναρίου για τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας εύρους 30 χλμ. στα εντός του συριακού εδάφους μεταξύ της Τουρκίας και των κουρδικών δυνάμεων, αλλά πλέον διεκδικεί λόγο στο σύνολο της Συρίας.
Η παρουσία του Ιμπραχίμ Καλίν στη Δαμασκό στέλνει και αυτό το μήνυμα στην Ουάσινγκτον.
Όλες οι κινήσεις της Τουρκίας γίνονται πλέον με το βλέμμα στην επικείμενη ανάληψη των ηνίων στις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ. Στην προηγούμενη θητεία του, ο εκλεγμένος Αμερικανός πρόεδρος είχε υποσχεθεί την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία προς ικανοποίηση της Άγκυρας. Τελικά, δεν το έκανε και μία αμερικανική απεμπλοκή υπό τις παρούσες συνθήκες φαίνεται ακόμη πιο δύσκολη.
Ωστόσο, η δήλωση που έχει κάνει για τη μετά Άσαντ Συρία ο Τραμπ είναι ότι αυτός ο πόλεμος δεν είναι των ΗΠΑ και δεν πρέπει να αναμειχθούν, που θα μπορούσε να αφήνει πεδίο και προς διακοπή της στήριξης στις υπό κουρδική ηγεσία δυνάμεις.
Από την άλλη, ο Τραμπ δεν αποκλείει ή σαφώς θέλει να δείξει ως μέσο πίεσης ότι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ενός πολέμου με το Ιράν κατά τη δεύτερη προεδρική θητεία του. «Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί. Η κατάσταση είναι πολύ έκρυθμη» απάντησε ερωτηθείς σχετικά από το περιοδικό Time κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε με αφορμή την ανακήρυξή του ως το πρόσωπο της χρονιάς από το αμερικανικό περιοδικό.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, το 2020, ο Τραμπ έδωσε την εντολή για την αεροπορική επιδρομή που σκότωσε στη Δαμασκό τον κορυφαίο στρατιωτικό διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης, Κασέμ Σουλεϊμανί. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε αποσυρθεί από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που είχε συναφθεί επί προεδρίας Ομπάμα.
Είναι αβέβαιο πώς θα προσεγγίσουν το Ιράν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο μελλοντικός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, με αμφότερους να εκπέμπουν ανάμεικτα μηνύματα όσον αφορά μια τιμωρητική ή πιο ρεαλιστική στάση. Μαζί με τις γνωστές σκληρές θέσεις Ρούμπιο για το Ιράν, το απρόβλεπτο των κινήσεων Τραμπ περιπλέκει την εξίσωση για την Τεχεράνη, η οποία έχει ακούσει τον εκλεγμένο πλέον πρόεδρο να λέει προς το Ισραήλ «να χτυπήσει τα πυρηνικά πρώτα και μετά ανησυχεί για τα υπόλοιπα» όταν σταθμίζονταν τα αντίποινα για το μπαράζ ιρανικών πυραύλων της 1ης Οκτωβρίου και η κυβέρνηση Μπάιντεν ασκούσε πιέσεις στην κυβέρνηση Νατανιάχου για να μην πληγούν πυρηνικές ή πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
Παράλληλα όμως η Τεχεράνη έχει ακούσει τον Τραμπ και να δηλώνει ανοιχτός σε μία νέα εκδοχή της συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα -από την οποία ο ίδιος απέσυρε τις ΗΠΑ επιλέγοντας μία «εκστρατεία μέγιστης πίεσης», όπως την χαρακτήρισε, με αυστηρότερες κυρώσεις στον τραπεζικό τομέα και κατά της πετρελαϊκής βιομηχανίας του Ιράν. Τις κυρώσεις διατήρησε σε μεγάλο βαθμό ο Τζο Μπάιντεν εν μέσω τελματωμένων διπλωματικών προσπαθειών για την αναβίωση της συμφωνίας.
Αποκλειστικές πληροφορίες του πρακτορείου Reuters ανέφεραν χθες το βράδυ ότι ο Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει να διορίσει ειδικό απεσταλμένο για το Ιράν τον Ρίτσαρντ Γκρένελ, πρώην επικεφαλής των Υπηρεσιών Πληροφοριών (DNI). Το γεγονός ότι ίσως ο Τραμπ προορίζει ένα βασικό σύμμαχο για μια τέτοια θέση θα μπορούσε να ερμηνεύεται και ως ένα μήνυμα στην περιοχή ότι μπορεί να είναι ανοιχτός σε συνομιλίες με μια χώρα την οποία έχει απειλήσει στο παρελθόν και της οποίας η ελίτ του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης έχει αποπειραθεί να τον δολοφονήσει, σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση -κάτι που η Τεχεράνη έχει αρνηθεί.
Πηγή: liberal.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com