Στη σύνοδο των BRICS στη Ρωσία (Καζάν, 22-24.10.2024) ο Πρόεδρος της Τουρκίας προσήλθε πεπεισμένος ότι θα ενταχθεί στον νέο διεθνή πόλο παγκόσμιας ισορροπίας, υπολογίζοντας υπό την πίεση των διεθνών εξελίξεων και της επίθεσης των Κούρδων στις εγκαταστάσεις της αεροδιαστημικής του βιομηχανίας. Διαπιστώνοντας τις καθυστερήσεις αποδοχής του ως μέλους των BRICS αναζήτησε τη διαμεσολάβηση του Προέδρου Πούτιν για την επανασύνδεση Ερντογάν – Άσαντ.
Στον διπολικό κόσμο που οικοδομούν οι BRICS η Ρωσία διεκδικεί ηγετικό ρόλο παραμερίζοντας την ισχυρότερη Κίνα, τη συνεχώς ανερχόμενη Ινδία, τα πλούσια σε πόρους και ενέργεια κράτη του Κόλπου.
Η Τουρκία θεωρεί ότι υπάρχει ρόλος γεφυροποιού μεταξύ ευρωατλαντικής πραγματικότητας και σχήματος των BRICS. Όμως, για να αντιληφθούμε τι πραγματικά συμβαίνει στην περιοχή μας και τις τουρκικές δυνατότητες στον κόσμο που διαμορφώνεται ήδη από τα τέλη του 20ού αιώνα, απαιτείται να διατρέξουμε με πολιτική ψυχραιμία την ιστορική διαδρομή 1990-2024.
Από την αρχή του 1990, τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, ο κόσμος άρχισε να αλλάζει. Διαλύθηκαν κράτη, κατέπεσαν ηγεμονίες, διευρύνθηκαν ΝΑΤΟ και Ε.Ε. Η τεχνολογία αλλάζει ταχύτατα την παραγωγική διαδικασία και βεβαίως την απασχόληση, που συμπληρώνεται και σταδιακά αντικαθίσταται από ρομποτικές εφαρμογές.
Η Τουρκία, «αφοσιωμένο» μέλος του ΝΑΤΟ, διεκδικεί την έναρξη διαδικασίας ένταξής της στην Ε.Ε., επιδίωξη που επιτυγχάνει το 2005, παρά τις επισημάνσεις της Ελλάδος και τις ισχυρές αντιρρήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, που υφίσταται την παράνομη στρατιωτική κατοχή της Τουρκίας.
Το ρωσικό αίσθημα απειλής
Η Ευρώπη, αλλά και οι ΗΠΑ, που ανταγωνιστικά εξουθένωσαν τη Ρωσία από την εποχή των ανταγωνισμών του Διαστήματος, εμπνέονται από την προοπτική συνεργασιών όχι μόνο από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια, αλλά και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Όμως, όπως συμβαίνει πάντα όταν ο κόσμος εμπλέκεται σε μεγάλες αλλαγές, κάποιες πλευρές αδυνατούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν.
Η Ρωσία, βλέποντας τους παλαιούς της δορυφόρους να συγκλίνουν μαζικά στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., αισθάνεται ιδιαίτερα απειλούμενη. Η απογοητευτική οικονομική και πολιτική κατάσταση επιτρέπει στη Μόσχα να αποδεχθεί ανασύσταση δυνάμεων που βασίζεται στην ανεξέλεγκτη ανάδειξη δυναμικών, που εκκινούν από την άκρα παρανομία και τη βαθύτατη θρησκευτικότητα.
Με την πάροδο ετών διεθνούς αμφισβήτησης, η Ρωσία βρίσκει τον ηγέτη της στο πρόσωπο του Προέδρου Πούτιν και τελικώς προσαρτά την Κριμαία και επιτίθεται στην Ουκρανία όταν επιστρέφει ισχυρή στο στερέωμα των υπερδυνάμεων.
Παράλληλα στον δυτικό κόσμο οι αλλαγές δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την αντίληψη για έναν κόσμο που θα στηρίζεται στις νέες απαιτήσεις παραγωγής, εξασφάλισης ενέργειας, διαμόρφωσης συνεργασιών και συμμαχιών, αξιοποιώντας την τεχνολογική πρωτοπορία και την αμυντική εξέλιξη της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ.
Η Γερμανία και η Ρωσία, στο πλαίσιο των κανόνων της ελεύθερης αγοράς, αποφασίζουν να αλληλεξαρτηθούν στα θέματα ενέργειας, ώστε η Γερμανία να επιτύχει το οικονομικό της θαύμα, που επιδιώκει με τόση επιμέλεια κυρίως μετά την ενοποίηση των δύο Γερμανιών, και η Ρωσία να αυξήσει τα εισοδήματά της από την εκμετάλλευση των ενεργειακών της δυνατοτήτων, επηρεάζοντας μονοπωλιακά την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης.
Η συνεργασία Γερμανίας – Ρωσίας αξιολογείται από τις πολιτικές ηγεσίες των δύο χωρών ότι βοηθά σημαντικά τις διεθνείς συγκλίσεις.
Με τις επιλογές τους στην πραγματικότητα προσβλέπουν κυρίως στην ικανοποίηση των επιθυμιών / φιλοδοξιών τους, το Βερολίνο να γίνει η Γερμανία το έκτο Μόνιμο Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η δε Μόσχα να παγιωθεί ως αδιαμφισβήτητη ηγεμονεύουσα χώρα στην ενεργειακά πτωχή Ε.Ε., ώστε η Ρωσία να συνομιλεί με το ΝΑΤΟ αξιοποιώντας την ενεργειακή και οικονομική εξάρτηση της Ε.Ε. και επίσης την καθοδήγηση όλου του Ορθόδοξου Χριστιανικού κόσμου.
Η Μόσχα γνωρίζει ότι η πολιτική, οικονομική και θρησκευτική ισχύς της «Τρίτης Ρώμης» υποχρεώνει το Βατικανό να τη δεχθεί ως ισότιμο συνομιλητή, παραμερίζοντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Μια… διαφορετική δημοκρατία
Η Τουρκία λειτουργεί με όρους διαφορετικής δημοκρατίας. Η Άγκυρα αποδέχεται διαχρονικά την παρουσία του στρατού στην πολιτική και οικονομική της δομή. Οι τουρκικές προτεραιότητες επιβάλλονται και από το στρατιωτικό κατεστημένο τόσο στην εποχή του κεμαλισμού όσο και στην παρούσα πραγματικότητα, που ορίζεται από μία βαθύτατα θρησκευτική επιλογή των Τούρκων ψηφοφόρων.
Οι ανάγκες του λαού παραβλέπονται προς όφελος της ανάπτυξης που ορίζει μόνο ο Πρόεδρος Ερντογάν, εκχωρώντας κάθε πηγή πλούτου σε ξένους επενδυτές χωρίς διεθνείς διαγωνισμούς, χωρίς να λογοδοτεί στον λαό του. Έτσι η Τουρκία εισέρχεται στο G-20 οικονομικά, ενώ προφανέστατα οι οικονομικοί δείκτες οδηγούν στην πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (IMF).
Όμως οι επενδυτικές ροές των ισχυρά οικονομικών ομόθρησκων κρατών, που απεχθάνονται τους διεθνείς διαγωνισμούς και προτιμούν τις καταθέσεις σε ρευστό στην τουρκική οικονομία, διαμορφώνουν γκρίζα πραγματικότητα, κυρίως για την αμυντική τουρκική βιομηχανία.
Το καθεστώς Ερντογάν στηρίζεται με το αζημίωτο και από τη Δύση, η οποία πουλά τεχνολογία σε μία «συμμαχική χώρα», παρέχοντας επίσης την οικονομική βοήθεια για την πρόοδο της τουρκικής ενταξιακής διαδικασίας και ανθρωπιστική βοήθεια χωρίς την αυστηρότητα που απαιτείται, χωρίς την παραμικρή ανησυχία για τους περιφερειακούς ανταγωνισμούς που εκτρέφονται από πολιτικές και στρατηγικές συμπεριφορές της Άγκυρας.
Οι ΗΠΑ ενημερώνουν τους συμμάχους ότι δημιουργούν κινδύνους για τις διεθνείς ισορροπίες τόσο η γερμανική προσέγγιση με τη Ρωσία όσο και η τουρκική ισλαμική κατεύθυνση της Άγκυρας που επιλέγουν Ερντογάν, Γκιουλ και Νταβούτογλου, όλοι απόφοιτοι αυστηρών ισλαμικών σχολείων.
Η ροή ισλαμικού πλούτου προς τα ταμεία της Άγκυρας δεν διαφεύγουν την προσοχή των ΗΠΑ, ενώ χώρες της Ε.Ε. κλείνουν γιγαντιαία συμβόλαια με τουρκικές εταιρείες, στις οποίες το μετοχικό ταμείο στρατού συμμετέχει ως ισότιμος επενδυτής.
Συρία και Κουρδικό
Η Αραβική Άνοιξη αναστατώνει την περιοχή γύρω από τη Μεσόγειο και τα βασίλεια των Αράβων.
● Η Συρία σύρεται σε διαρκή πόλεμο και εσωτερικό διχασμό.
● Η ακραία τρομοκρατία του Ισλαμικού Κράτους εξαπλώνεται στο Ιράκ και τη Συρία.
● Η Τουρκία και το Κατάρ, δύο κράτη που μέχρι το 2010 είχαν εξασφαλίσει προνομιακή σχέση συνεργασιών σε όλα τα πεδία με τη Συρία, μετατρέπονται σε απηνείς διώκτες του Άσαντ. Απαιτείται κυρίως από Άγκυρα και Ντόχα η άμεση ανατροπή του από την ηγεσία της χώρας του με κάθε τρόπο, «ζωντανό ή νεκρό», όπως τονίζει σε κάθε ευκαιρία η Άγκυρα.
Στο Καζάν η Τουρκία παρακαλεί τον Πούτιν να εξασφαλίσει συνεργασία Ερντογάν – Άσαντ επειδή διαπιστώνει ότι η πολιτική της στη Συρία αποτυγχάνει οικτρά. Ο Ερντογάν χρειάζεται τον Άσαντ κατά των Κούρδων.
Όμως από το καθεστώς Άσαντ, αλλά και από τις διαπιστευμένες στη Δαμασκό πρεσβείες των Εμιράτων, της Σαουδικής Αραβίας και των χωρών της Ε.Ε. οι Κούρδοι της Συρίας δεν θεωρούνται τρομοκράτες. Το συριακό καθεστώς δεσμεύεται σε παραχωρήσεις στους Κούρδους της βόρειας Συρίας, η διεθνής κοινότητα συνομιλεί με τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ, ενώ οι Κούρδοι του Ιράν εξασφαλίζουν όρους επικοινωνίας με την Τεχεράνη και τους Αζέρους, που δεν ικανοποιούν τις προσδοκίες της Τουρκίας.
Η ελληνική ψυχραιμία
Αν η πολιτική συμπεριφορά του Προέδρου της Τουρκίας δεν αξιολογείται ως επιλογή απόγνωσης και αγωνίας, την οποία επιτείνουν οι ανάγκες του τουρκικού λαού, τότε μάλλον η απόφαση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να εκκινήσει πρωτοβουλίες συνεργασιών και αλληλοκατανόησης με την Τουρκία αποκτά εξαιρετική διμερή και διεθνή σημασία.
Τα γεγονότα υποχρεώνουν να διατηρηθεί η ψυχραιμία της χώρας μας σε όλα τα επίπεδα χάραξης εξωτερικής πολιτικής, κομματικής συνοχής της Νέας Δημοκρατίας και συνεχούς διαλόγου, κοινοβουλευτικού και εξειδικευμένου με τα κόμματα. Οι απόψεις που αναπτύσσονται στην πολιτική συζήτηση, όσες αιχμές και αν περιέχουν, αποτελούν ελεύθερη και υπεύθυνη έκφραση δημοκρατικών ανησυχιών πολιτικών με μακρά θητεία στην πολιτική υπηρεσία της χώρας μας.
Βεβαίως οι απόψεις κυρίως πρώην πρωθυπουργών, υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας προσθέτουν ή αφαιρούν αξία στα εθνικά επιχειρήματα, ανάλογα με την αποδοχή τους.
Ο ελληνικός λαός γνωρίζει ότι σε σημαντικές στιγμές κάθε εξωτερικός αντίπαλος που επιβουλεύεται τα εθνικά μας συμφέροντα προσπαθεί με κάθε τρόπο και διαθέσιμο μέσο να διχάσει τον λαό ή να τον εμφανίζει ως διχασμένο, ώστε να θεωρείται ότι η Ελλάδα εισέρχεται σε νέα περίοδο πολιτικής αστάθειας με συνέπειες στην οικονομική, επενδυτική προοπτική της και τη σταθερότητα της κοινωνικής συνοχής στη χώρα.
Η εκφορά πολιτικού λόγου, εντός ή εκτός Κοινοβουλίου, ορίζεται από τη στιγμή, αλλά και τις επιλογές του λεξιλογίου που προτιμά ο ομιλητής όταν καυτηριάζει ή επαινεί απόψεις που διαφοροποιούνται από τις δικές του. Ευτυχώς όλοι οι πρωταγωνιστές της πολιτικής μας ζωής υπηρέτησαν τις ανάγκες της ελληνικής πολιτικής και κρίνονται για τις πολιτικές επιλογές τους και τα μετρήσιμα αποτελέσματα της διακυβέρνησής τους.
Στον μεταβαλλόμενο κόσμο μας αξίζει να προωθούμε πολιτικές πέρα από το αναμενόμενο (out of the box).
Στο πλαίσιο των ευρωατλαντικών στρατηγικών και της εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου επιλέγουμε πότε και πώς θα συμπεριφερόμαστε ανάλογα με τα συμφέροντά και τις επιδιώξεις μας, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις των Ελλήνων ψηφοφόρων, τα εθνικά συμφέροντα, τις στρατηγικές συμμάχων, εταίρων και σχηματισμών στους οποίους είμαστε ενταγμένοι, όσο και αν δυσκολεύει η συμπεριφορά μας την Άγκυρα, αλλά και τον υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, τον οποίο θα υποδεχθούμε στην Αθήνα την 8η Νοεμβρίου 2024, στη βάση όσων αποφασίστηκαν στο Βίλνιους, στην Αθήνα και στο περιθώριο της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
* Ο Θεόδωρος Ι. Θεοδώρου είναι πρέσβης ε.τ.