11.11.24

Ας ακούσουμε, επιτέλους, τους ψηφοφόρους του Τραμπ…

Στην Ευρώπη επικρίνουμε κάθε τόσο τον Ντόναλντ Τραμπ και στηλιτεύουμε τον αυταρχισμό του. Έχουμε πολλούς και αντικειμενικούς λόγους για να το κάνουμε αυτό. Οφείλουμε όμως να τείνουμε ευήκοον ους απέναντι στους ψηφοφόρους του. Διαφορετικά θα βρούμε πολύ γρήγορα μπροστά μας και άλλους μικρούς- ή και μεγάλους- Τραμπ. Ακόμη και στην πόρτα μας.

Λίγο πριν την πρώτη θητεία Τραμπ στον Λευκό Οίκο είχε κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ το συναρπαστικό οδοιπορικό της Άρλι Χόχσιλντ στη Λουϊζιάνα, την καρδιά της αμερικανικής Δεξιάς, με τίτλο "Ξένοι στην ίδια τους τη χώρα" (Strangers in Their Own Land).


Με την ιδιαίτερα διεισδυτική γραφή της η Χόχσιλντ περιγράφει, σε 350 σελίδες, τη σιωπηλή οργή του βιοπαλαιστή που δεν μπόρεσε να πραγματώσει το "αμερικανικό όνειρο".

Μιλάει με τον εργάτη που απολύθηκε σε παραγωγική ηλικία από χημικό εργοστάσιο, χωρίς καν να αποζημιωθεί για τις βλάβες που υπέστη η υγεία του. Με τον 60χρονο άλλοτε ευκατάστατο υπάλληλο που αναγκάζεται να συμπληρώνει ένσημα ως ωρομίσθιος λογιστής. Με την περιστασιακή ερμηνεύτρια γκόσπελ, που λατρεύει το τηλεοπτικό δίκτυο Fox "σαν την οικογένειά της". Πολλοί από τους κατατρεγμένους της Λουϊζιάνα στελεχώνουν το "Κίνημα του Τσαγιού", την ιδεολογική κολυμπήθρα του τραμπισμού με αναφορές στην πατριωτική εξέγερση του 1773 στη Βοστώνη.

Νέες διαχωριστικές γραμμές

Ονομαστή κοινωνιολόγος και φεμινίστρια, ομότιμη καθηγήτρια στο εμβληματικό Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, η Χόχσιλντ ασφαλώς δεν μπορεί να κατηγορηθεί ως απολογήτρια του τραμπισμού. Είναι απλώς κομιστής, όχι υπαίτιος της δυσάρεστης είδησης. Και η δυσάρεστη είδηση είναι ότι, ενώ αρχίζει να ξεθωριάζει το παραδοσιακό δίπολο Αριστεράς – Δεξιάς (που άλλωστε δεν αποτελεί θέσφατο, καθώς εδραιώθηκε μόλις στην εποχή της Γαλλικής Επανάστασης), την ίδια στιγμή προβάλλουν νέες διαχωριστικές γραμμές που διαβρώνουν επικίνδυνα την κοινωνική συνοχή, πέρα και έξω από συμβατικές ιδεολογικές αφετηρίες.

Πρόκειται για διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους κερδισμένους και τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης. Ανάμεσα σε καταρτισμένες ελίτ που αναπαράγουν τον εαυτό τους και σε δήθεν "αφεντικά του εαυτού τους" που κυνηγούν μεροκάματα ευκαιριακής απασχόλησης. Ανάμεσα σε πολλά υποσχόμενους startuppers και σε βετεράνους της εργασίας που νιώθουν άχρηστοι μετά τα 50. Ανάμεσα σε αυτούς που κάνουν τα πάντα για να εξασφαλίσουν "παθητικό εισόδημα" από τα κέρδη τους και σε εκείνους που αδυνατούν να κάνουν οτιδήποτε για να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Ο μεσσιανικός λόγος των Δημοκρατικών και η αόριστη ελπίδα ότι κάποτε θα βελτιωθούν τα πράγματα δύσκολα συγκρατούν τη συσσωρευμένη οργή των παραγκωνισμένων. Άξιο απορίας είναι βέβαια γιατί επωφελείται από αυτή ο Ντόναλντ Τραμπ και κυρίως γιατί οι "μη προνομιούχοι" ταυτίζονται με έναν άνθρωπο που ισχυρίζεται στα σοβαρά ότι "είμαι αυτοδημιούργητος. Όταν ξεκίνησα δεν είχα απολύτως τίποτα, εκτός από ένα εκατομμύριο δολάρια που μου άφησε ο πατέρας μου".

Πληθαίνουν οι εθνοσωτήρες

Αλλά αυτό είναι μία άλλη ανάλυση. Η ουσία είναι ότι η οργή ξεχειλίζει απέναντι σε "αυτούς εκεί στην Ουάσιγκτον". Και ότι παρόμοια φαινόμενα εμφανίζονται και στην Ευρώπη. Όλο και περισσότεροι οργίζονται με "αυτούς εκεί στο Βερολίνο", με τους "αποικιοκράτες των Παρισίων", με το "κράτος των Αθηνών" ή με τη "φούσκα των Βρυξελλών".

Κάποιοι αντιδρούν παρορμητικά, ψηφίζοντας τους πάσης φύσεως αυτόκλητους εθνοσωτήρες. Άλλοι κάνουν το ίδιο μετά λόγου γνώσεως. Θέλουν να αφυπνίσουν τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις και τα αντανακλαστικά του υγιούς κοινοβουλευτισμού, που φαίνεται ότι δεν μπορούν να αφυπνιστούν με άλλον τρόπο. Ή μήπως μπορούν;

Πηγή: Deutsche Welle/ https://www.capital.gr