Τις τελευταίες μέρες μετά τις εκλογές στη Γερμανία και τη συζήτηση που γίνεται για το κλείσιμο των ενδοευρωπαϊκών συνόρων, έχει έλθει ξανά στο προσκήνιο το θέμα της μαζικής κι ανεξέλεγκτης μαζικής εισόδου ξένων πληθυσμών στην Ευρώπη, που ευφημιστικά αναφέρεται ως “παράτυπη μετανάστευση”. Μαζί και ο μπαμπούλας της “ανόδου της Ακροδεξιάς” που κραδαίνουν οι “αντιρατσιστές” κι όχι μόνο.
Κατά την άποψη του γράφοντος η μόνη, πραγματικά ακροδεξιά αντίληψη που υπάρχει και είναι πράγματι πολύ επικίνδυνη, είναι αυτή της υποστήριξης της “παράτυπης μετανάστευσης” και της δαιμονοποίησης από τους “αντιρατσιστές” όσων αντιδρούν σε αυτήν. Σ’ αυτό το άρθρο επαναλαμβάνω απόψεις που είχα δημοσιεύσει πριν από 12 περίπου χρόνια και οι οποίες πιστεύω ότι συνεχίζουν να εκφράζουν απόλυτα τη θέση μου για τη σημερινή κατάσταση.
Τον τελευταίο καιρό η πόλωση μέσα στην ελληνική κοινωνία αναφορικά με το ζήτημα της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών προς τη χώρα μας τείνει να πάρει δραματικές διαστάσεις. Οι υπέρμαχοι του μεταναστευτικού ρεύματος εγκαλούν την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία σαν “ρατσιστική” και σαν εμφορούμενη από ακροδεξιές θέσεις. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Κατ’ αρχάς, οι περισσότεροι αλληλέγγυοι των μεταναστών που βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα, εκτός από την αλληλεγγύη στους μετανάστες εκδηλώνουν και μια φανατική υποστήριξη στο ίδιο το φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης, μιας και κάθε προσπάθεια για τον περιορισμό του μεταναστευτικού ρεύματος θεωρείται ρατσιστική, φασιστική, ακροδεξιά κλπ.
Όσοι, λοιπόν, έχουν αυτοαναγορευτεί σε υπερασπιστές των μεταναστών προσπαθούν να επιβάλλουν την άποψη ότι τα σύνορα πρέπει να είναι απολύτως ανοιχτά και κάθε άνθρωπος έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να μετακινείται ελεύθερα προς όπου θέλει, χωρίς να υπάρχει κανένας περιορισμός. Αυτό θεωρείται θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και κάθε προσπάθεια περιορισμού του, όπως π.χ. με τον φράκτη στον Έβρο, θεωρείται βίαιος περιορισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
“Αντιρατσιστές” κι ανθρώπινα δικαιώματα
Αυτή όμως είναι μια στρεβλή αντίληψη περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία υπερτονίζει σε σημείο τερατωδίας τα ατομικά δικαιώματα και μηδενίζει μέχρι εξαφάνισης τα συλλογικά, αυτά των κοινωνιών και των λαών. Όπως για έναν λαό του Αμαζονίου θεωρείται αδιανόητο να του επιβάλλεις, με οποιονδήποτε τρόπο, αλλαγή του τρόπου ζωής, των πιστεύω, του πολιτισμού και της εθνοτικής του ταυτότητας, το ίδιο ισχύει και για όλους τους λαούς του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικού. Εκτός κι αν υπεισέρχονται ρατσιστικά κίνητρα και ο ελληνικός λαός θεωρείται κατώτερος έναντι άλλων, όπως φαίνεται ότι πιστεύουν συνειδητά ή ασυνείδητα κάποιοι “αντιρατσιστές-αντιεθνικιστές” νεοσταυροφόροι.
Και μια και μιλάμε για αντιεθνικισμό, αυτό που κυριαρχεί σήμερα στις φανατισμένες αντιεθνικιστικές σέχτες δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί υπέρβαση του εθνικισμού, ή έστω άρνησή του. Είναι μάλλον ένα είδος αντεστραμμένου εθνικισμού, όπου οι ίδιοι οι Έλληνες παίζουν τον ρόλο του “απόλυτου εχθρού” του μη-έθνους. Για να παραφράσουμε τον Βίλχελμ Ράιχ θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι είναι ένα είδος “μαζοχιστικού εθνικισμού”.
Αυτή η γιγάντωση των ατομικών δικαιωμάτων προέρχεται από το προτεσταντικό πολιτισμικό υπόβαθρο που γέννησε τον ανεξέλεγκτο ατομοκεντρισμό της Δύσης, ο οποίος με τη σειρά του αποτέλεσε και βασικό συστατικό στοιχείο του καπιταλισμού. Οι “αντιρατσιστές” φονταμενταλιστές κατηγορούν όσους αντιδρούν στο φαινόμενο της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών σαν “ρατσιστές” που νοιάζονται για τη “φυλετική καθαρότητα” των κοινωνιών τους και δεν δέχονται ανθρώπους άλλων φυλών.
“Αντιρατσιστές ουλεμάδες”
Στην πραγματικότητα οι μόνοι σχεδόν που επιμένουν να μιλάνε γι’ αυτό το θέμα είναι οι ίδιοι οι “αντιρατσιστές”. Η συντριπτική πλειοψηφία όσων αγωνιούν για τις συνέπειες του φαινομένου της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών προβάλουν το αγωνιώδες ερώτημα “πόσους ανθρώπους αντέχει η Ελλάδα”; Πόσους όχι ποιους. Ας μπουν κάποια στιγμήν στον κόπο οι “αντιρατσιστές” ουλεμάδες να δώσουν μια λογική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, αντί να καταφεύγουν σε δαιμονοποίηση των αντιφρονούντων και σε συναισθηματικά φορτισμένη συνθηματολογία, η οποία απευθύνεται στο θυμικό κι όχι στη λογική των ανθρώπων.
Παρεμπιπτόντως, η πρόταξη συναισθηματικά φορτισμένων συνθηματολογιών και η περιθωριοποίηση ή ακόμη και η δαιμονοποίηση της ορθολογικής ανάγνωσης των πραγμάτων υπήρξε ειδοποιό στοιχείο του Ναζισμού και συγγενών ιδεολογιών… Αν θα θέλαμε, λοιπόν, να αφήσουμε πίσω μας τις συναισθηματικές προσεγγίσεις και να ξεκινήσουμε να μελετάμε ορθολογικά το πρόβλημα της μαζικής μετανάστευσης, το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να κάνουμε θα ήταν να θέσουμε το ερώτημα πόσοι άνθρωποι ενδέχεται να φθάσουν στην Ευρώπη γενικώς και στην Ελλάδα ειδικότερα στα επόμενα χρόνια, τις επόμενες δεκαετίες. Δέκα εκατομμύρια, είκοσι, εκατό, πεντακόσια; Πόσοι;
Το επόμενο αμείλικτο ερώτημα που προκύπτει είναι πόσους ανθρώπους είναι σε θέση να φιλοξενήσει η Ελλάδα. Γιατί φυσικά οι ανοχές της δεν είναι απεριόριστες. Όπως ούτε και οι ανοχές της Ευρώπης είναι απεριόριστες. Και το θέμα δεν είναι ποιας φυλής ή εθνότητας είναι οι άνθρωποι που καταφθάνουν. Ακόμη και αν ήταν κλώνοι των υπαρχόντων κατοίκων και πάλι θα υπήρχε ένα όριο. Κάθε ανθρωποχώρος, δηλαδή η σύνθεση των φυσικών γεωγραφικών δεδομένων ενός χώρου, των πληθυσμών των ανθρώπων και των δραστηριοτήτων τους –κατά την αντίληψη του καθηγητή Γεωπολιτικής Ι. Θ. Μάζη– έχει κάποια όρια. Αν τα ξεπεράσεις οδηγείσαι σε σύγκρουση και στη συνέχεια σε κατάρρευση.
Φυσικά, όσο υπεισέρχονται και ποιοτικές πέρα από ποσοτικές παράμετροι η κατάσταση καθίσταται ολοένα και πιο πολύπλοκη, άρα και πιο επιρρεπής σε κατάρρευση. Εν προκειμένω, η μαζική είσοδος μουσουλμανικών πληθυσμών, δεδομένης της ιδιαίτερης ολιστικής ταυτότητας του Ισλάμ ως θρησκευτικού, πολιτικού, πολιτισμικού, κοινωνικού, δικαιικού, εκπαιδευτικού κλπ συστήματος που αποτρέπει τους μουσουλμάνους μετανάστες από το να ενταχθούν πλήρως στις δυτικές κοινωνίες, καθίσταται ένας επιπρόσθετος παράγοντας που προκαλεί αποσταθεροποίηση.
Ελεύθερη μετανάστευση και “ζωτικός χώρος”
Κατά τη συνήθη πρακτική τους, οι “αντιρατσιστές”-νεορατσιστές φονταμενταλιστές σκεπάζουν αυτήν την πραγματικότητα κάτω από συναισθηματικά φορτισμένα ανορθολογικά συνθήματα, τα οποία επικαλούνται τις αμαρτίες της αποικιοκρατίας και του δυτικού ιμπεριαλισμού. Όμως, η αποικιοκρατία έχει τελειώσει εδώ και πολλές δεκαετίες και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι υπεύθυνη για τα πάντα.
Στο σημείο αυτό μπαίνουμε στον πειρασμό να κάνουμε μια σύγκριση που με μια πρώτη ματιά φαντάζει ανόσια. Αν αναζητήσεις τα πιο βαθιά αίτια της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών από τον Τρίτο Κόσμο προς τη Δύση, αυτό που είναι κυρίαρχο είναι η δημογραφική δυσαρμονία μεταξύ της Δύσης και του υπόλοιπου κόσμου. Άρα, λοιπόν, αν υποστηρίζουμε ότι τα σύνορα πρέπει να είναι ανοιχτά για τους πάντες, ουσιαστικά υποστηρίζουμε ένα “φυσικό δικαίωμα” των πληθυσμιακά δυναμικών λαών να εξαγάγουν τους πληθυσμούς του προς τις δημογραφικά πιο “αδύναμες” περιοχές.
Αυτός, όμως, ήταν ακριβώς και ο πυρήνας “νομιμοποίησης” του ναζιστικού ιμπεριαλισμού, ο οποίος προέρχεται από τις γεωπολιτικές θεωρίες της γερμανικής γεωπολιτικής σχολής, των Ράτζελ και του Χάουζχόφερ, όπου κυριαρχεί η έννοια του “ζωτικού χώρου” (Lebensraum). Οι θεωρίες αυτές, ενσωματωμένες στη ναζιστική σκέψη, υποστήριζαν ότι η δημογραφικά σφύζουσα Γερμανία είχε το “φυσικό δικαίωμα” να εξαγάγει τους πληθυσμούς της, άρα να θέσει και υπό τον έλεγχό της, τις αραιοκατοικημένες περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης.
Επίσης, όταν λέμε ότι “καλώς συμβαίνει η μετανάστευση” ουσιαστικά υποστηρίζουμε ότι κακώς υπήρξε αυτό το δημογραφικό χάσμα μεταξύ Ευρώπης και Ασίας και Αφρικής. Κατά συνέπεια τοποθετούμε στο εδώλιο του κατηγορουμένου και τους μηχανισμούς που δημιούργησαν αυτό το δημογραφικό χάσμα. Δηλαδή, μεταξύ των άλλων και τη σεξουαλική απελευθέρωση, την αντισύλληψη, τη γυναικεία χειραφέτηση και όλο το πλέγμα των αλλαγών που υπήρξαν στον Δυτικό Κόσμο τις περασμένες δεκαετίες και αποτέλεσαν τον καρπό μιας σειράς κοινωνικών κινημάτων.
Αντιθέτως, στηρίζουμε –με έμμεσο αλλά αποφασιστικό τρόπο– την άποψη ότι εάν στην Ευρώπη είχαν επικρατήσει οι “παραδοσιακές” αξίες, αν δηλαδή δεν υπήρχε αντισύλληψη και αμβλώσεις, αν οι νέοι έφτιαχναν οικογένειες από μικροί και οι γυναίκες είχαν μείνει στο σπίτι και ασχολούνταν με το νοικοκυριό τους και με την παραγωγή παιδιών, τότε θα υπήρχε πιο ισόρροπη σχέση με τους λαούς της Ασίας και της Αφρικής. Και παρεμπιπτόντως ούτε το βιοτικό επίπεδο της Ευρώπης θα είχε ανέβει τόσο ώστε να αποτελεί πόλο έλξης για τους μετανάστες και έτσι η μαζική μετανάστευση θα είχε περιοριστεί. Ή μήπως δεν είναι έτσι;