Του Κώστα Ράπτη
Ο Ερντογάν αναζητεί περιφερειακό ρόλο – αλλά δεν τον βρίσκει. Εξ ου και η πραγματικότητα πάντοτε υπολείπεται της θεαματικής ρητορικής του.
Τελευταίο δείγμα υπήρξε ο φραστικός πόλεμος που άνοιξε με το Ισραήλ, μετά τη δήλωσή του ενώπιον της κοινοβουλευτικής του ομάδας ότι η χώρα του μπορεί να σπεύσει στο πλευρό των συμμάχων της στην Παλαιστίνη, όπως έπραξε στη Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν.
Το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών και ο πολιτικός του προϊστάμενος Ίσραελ Κατς πήραν τη σκυτάλη, σε μία ιδιόμορφη άσκηση διαδικτυακής (αντι)διπλωματίας, με αναρτήσεις σκίτσων που εμφανίζουν τον Ερντογάν ως μαριονέτα στα πόδια του αγιατολλάχ Χαμενεϊ του Ιράν ή τον εξομοιώνουν με τον Σαντάμ Χουσεΐν (παραπέμποντας προφανώς στο σκληρό τέλος του άλλοτε ισχυρού άνδρα του Ιράκ). Ο δε Κατς επανήλθε, ζητώντας από τις χώρες του ΝΑΤΟ να αποβάλλουν από τους κόλπους τους την Τουρκία.
Η πραγματικότητα όμως έχει περισσότερες αποχρώσεις. Λόγου χάρη, η τροφοδοσία της οικονομίας και της πολεμικής προσπάθειας του Ισραήλ με αζερικό πετρέλαιο μέσω τουρκικών λιμένων συνεχίζεται απρόσκοπτα. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου 2024, το Αζερμπαϊτζάν εξήγαγε 1.021.917 βαρέλια αργού πετρελαίου στο Ισραήλ, με αύξηση κατά 28% σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα του 2023.
Τι παρωθεί τον Ερντογάν να ανεβάζει τους τόνους; Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με την αντικειμενική αναβάθμιση της Τουρκίας τις δύο τελευταίες δεκαετίες, άρα και με την ανάγκη αυτή να μεταφρασθεί σε ισχυρότερο ρόλο για τα ζητήματα της περιοχής της. Ο δεύτερος ρόλος αφορά τη ρευστοποίηση των προηγούμενων συσχετισμών και συμμαχιών σε όλη τη Μέση Ανατολή, γεγονός που συνεπάγεται ότι όποιος δεν διερευνήσει το νέο τοπίο, κινδυνεύει να βρεθεί αποκλεισμένος. Για την Τουρκία, ή τουλάχιστον για τον Ερντογάν, αυτό αγγίζει το κατεξοχήν "υπαρξιακό ζήτημα" της χώρας, ήτοι το Κουρδικό, καθώς οι Κούρδοι αυτονομιστές θεωρούνται ευθυγραμμισμένοι με το Ισραήλ, πράγμα που εξηγεί τις αναφορές του Τούρκου προέδρου ότι στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση κρίνεται η τύχη της ίδιας της Ανατολίας.
Ο τρίτος και συγκυριακά περισσότερο βαρύνων λόγος αφορά βέβαια την εσωτερική πολιτική κατάσταση της Τουρκίας και τη διαιώνιση της ερντογανικής εξουσίας. Οι δημοτικές εκλογές του Μαρτίου έδειξαν πόσο ευάλωτο είναι το κυβερνών κόμμα, ιδίως λόγω της πλαγιοκόπησής του από τους αντιπολιτευόμενους ισλαμιστές του Νέου Κόμματος Ευημερίας. Εν μέσω πληθωριστικής κρίσης, η οποία ούτως ή άλλως βαραίνει τα πνεύματα στην τουρκική κοινωνία, οι Τούρκοι ψηφοφόροι εμφανίζονται να αγανακτούν αφενός με την τύχη των Παλαιστινίων (παίρνοντας έτσι τις μετρητοίς τη ρητορική του Ερντογάν και καθιστώντας τον υπόλογο για ασυνέπεια) και αφετέρου με τη συνεχιζόμενη παρουσία εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων.
Το τελευταίο αυτό στοιχείο, που οδηγεί όλο και πιο συχνά σε θλιβερά επεισόδια ρατσιστικού χαρακτήρα σε πόλεις της Ανατολίας, υποχρεώνει τον Ερντογάν να αναθεωρήσει τη στάση του έναντι της Δαμασκού. Πόσο μάλλον που κάτι τέτοιο άπτεται και της αντιμετώπισης των αυτονομημένων Κούρδων της βόρειας Συρίας. Η δεύτερη σημαντικότερη εξέλιξη των ημερών, μετά το ανέβασμα των τόνων έναντι του Ισραήλ, είναι ακριβώς οι ζυμώσεις για μια τουρκο-συριακή επανασυμφιλίωση, που θεωρείται ότι βρέθηκαν και στο επίκεντρο της τελευταίας συνάντησης Άσαντ-Πούτιν στη Μόσχα.
Απειλούσε επανηλειμμένα το τελευταίο διάστημα ο Ερντογάν με μια νέα στρατιωτική επέμβαση στη βόρεια Συρία, η οποία ωστόσο δεν έχει προκύψει, προφανώς γιατί πρέπει να ληφθούν υπ' όψη οι αντιρρήσεις των ΗΠΑ, αλλά και της Ρωσίας. Η τελευταία, ως έχουσα φιλικές σχέσεις τόσο με την Άγκυρα όσο και με τη Δαμασκό μεσολαβεί για μία επανασυμφιλίωση των δύο πλευρών.
Ωστόσο, τα "αγκάθια" είναι πολλά: ο Άσαντ δεν σκοπεύει να προσέλθει σε επίσημο διάλογο με τον Ερντογάν αν δεν εξασφαλίσει προκαταβολική δέσμευση αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων από τις περιοχές της βόρειας Συρίας που κατέχουν. Επιπλέον, οι ισλαμιστές αντάρτες της Ταχρίρ αλ Σαμ δεν πρόκειται ασφαλώς να υπακούσουν αυτόματα στις όποιες εντολές της Άγκυρας, ενώ και το σενάριο της μαζικής μετακίνησης προσφύγων από την Τουρκία στον συριακό βορρά δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ισχυρές αναταράξεις επί του πεδίου.
Πηγή: capital.gr
Ο Ερντογάν αναζητεί περιφερειακό ρόλο – αλλά δεν τον βρίσκει. Εξ ου και η πραγματικότητα πάντοτε υπολείπεται της θεαματικής ρητορικής του.
Τελευταίο δείγμα υπήρξε ο φραστικός πόλεμος που άνοιξε με το Ισραήλ, μετά τη δήλωσή του ενώπιον της κοινοβουλευτικής του ομάδας ότι η χώρα του μπορεί να σπεύσει στο πλευρό των συμμάχων της στην Παλαιστίνη, όπως έπραξε στη Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν.
Το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών και ο πολιτικός του προϊστάμενος Ίσραελ Κατς πήραν τη σκυτάλη, σε μία ιδιόμορφη άσκηση διαδικτυακής (αντι)διπλωματίας, με αναρτήσεις σκίτσων που εμφανίζουν τον Ερντογάν ως μαριονέτα στα πόδια του αγιατολλάχ Χαμενεϊ του Ιράν ή τον εξομοιώνουν με τον Σαντάμ Χουσεΐν (παραπέμποντας προφανώς στο σκληρό τέλος του άλλοτε ισχυρού άνδρα του Ιράκ). Ο δε Κατς επανήλθε, ζητώντας από τις χώρες του ΝΑΤΟ να αποβάλλουν από τους κόλπους τους την Τουρκία.
Η πραγματικότητα όμως έχει περισσότερες αποχρώσεις. Λόγου χάρη, η τροφοδοσία της οικονομίας και της πολεμικής προσπάθειας του Ισραήλ με αζερικό πετρέλαιο μέσω τουρκικών λιμένων συνεχίζεται απρόσκοπτα. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου 2024, το Αζερμπαϊτζάν εξήγαγε 1.021.917 βαρέλια αργού πετρελαίου στο Ισραήλ, με αύξηση κατά 28% σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα του 2023.
Τι παρωθεί τον Ερντογάν να ανεβάζει τους τόνους; Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με την αντικειμενική αναβάθμιση της Τουρκίας τις δύο τελευταίες δεκαετίες, άρα και με την ανάγκη αυτή να μεταφρασθεί σε ισχυρότερο ρόλο για τα ζητήματα της περιοχής της. Ο δεύτερος ρόλος αφορά τη ρευστοποίηση των προηγούμενων συσχετισμών και συμμαχιών σε όλη τη Μέση Ανατολή, γεγονός που συνεπάγεται ότι όποιος δεν διερευνήσει το νέο τοπίο, κινδυνεύει να βρεθεί αποκλεισμένος. Για την Τουρκία, ή τουλάχιστον για τον Ερντογάν, αυτό αγγίζει το κατεξοχήν "υπαρξιακό ζήτημα" της χώρας, ήτοι το Κουρδικό, καθώς οι Κούρδοι αυτονομιστές θεωρούνται ευθυγραμμισμένοι με το Ισραήλ, πράγμα που εξηγεί τις αναφορές του Τούρκου προέδρου ότι στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση κρίνεται η τύχη της ίδιας της Ανατολίας.
Ο τρίτος και συγκυριακά περισσότερο βαρύνων λόγος αφορά βέβαια την εσωτερική πολιτική κατάσταση της Τουρκίας και τη διαιώνιση της ερντογανικής εξουσίας. Οι δημοτικές εκλογές του Μαρτίου έδειξαν πόσο ευάλωτο είναι το κυβερνών κόμμα, ιδίως λόγω της πλαγιοκόπησής του από τους αντιπολιτευόμενους ισλαμιστές του Νέου Κόμματος Ευημερίας. Εν μέσω πληθωριστικής κρίσης, η οποία ούτως ή άλλως βαραίνει τα πνεύματα στην τουρκική κοινωνία, οι Τούρκοι ψηφοφόροι εμφανίζονται να αγανακτούν αφενός με την τύχη των Παλαιστινίων (παίρνοντας έτσι τις μετρητοίς τη ρητορική του Ερντογάν και καθιστώντας τον υπόλογο για ασυνέπεια) και αφετέρου με τη συνεχιζόμενη παρουσία εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων.
Το τελευταίο αυτό στοιχείο, που οδηγεί όλο και πιο συχνά σε θλιβερά επεισόδια ρατσιστικού χαρακτήρα σε πόλεις της Ανατολίας, υποχρεώνει τον Ερντογάν να αναθεωρήσει τη στάση του έναντι της Δαμασκού. Πόσο μάλλον που κάτι τέτοιο άπτεται και της αντιμετώπισης των αυτονομημένων Κούρδων της βόρειας Συρίας. Η δεύτερη σημαντικότερη εξέλιξη των ημερών, μετά το ανέβασμα των τόνων έναντι του Ισραήλ, είναι ακριβώς οι ζυμώσεις για μια τουρκο-συριακή επανασυμφιλίωση, που θεωρείται ότι βρέθηκαν και στο επίκεντρο της τελευταίας συνάντησης Άσαντ-Πούτιν στη Μόσχα.
Απειλούσε επανηλειμμένα το τελευταίο διάστημα ο Ερντογάν με μια νέα στρατιωτική επέμβαση στη βόρεια Συρία, η οποία ωστόσο δεν έχει προκύψει, προφανώς γιατί πρέπει να ληφθούν υπ' όψη οι αντιρρήσεις των ΗΠΑ, αλλά και της Ρωσίας. Η τελευταία, ως έχουσα φιλικές σχέσεις τόσο με την Άγκυρα όσο και με τη Δαμασκό μεσολαβεί για μία επανασυμφιλίωση των δύο πλευρών.
Ωστόσο, τα "αγκάθια" είναι πολλά: ο Άσαντ δεν σκοπεύει να προσέλθει σε επίσημο διάλογο με τον Ερντογάν αν δεν εξασφαλίσει προκαταβολική δέσμευση αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων από τις περιοχές της βόρειας Συρίας που κατέχουν. Επιπλέον, οι ισλαμιστές αντάρτες της Ταχρίρ αλ Σαμ δεν πρόκειται ασφαλώς να υπακούσουν αυτόματα στις όποιες εντολές της Άγκυρας, ενώ και το σενάριο της μαζικής μετακίνησης προσφύγων από την Τουρκία στον συριακό βορρά δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ισχυρές αναταράξεις επί του πεδίου.
Πηγή: capital.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com