Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε από τις έξι χώρες το 1957 (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Βέλγιο και Λουξεμβούργο), και με την πολιτική διεύρυνσης η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε να αγκαλιάσει τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Αυτή η πολιτική διεύρυνσης χρησιμοποιείται ως στρατηγική για την αύξηση της ολοκλήρωσης, της ευημερίας και της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Μέχρι σήμερα η ΕΕ έχει 27 κράτη μέλη, καθώς και 9 υποψήφιες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας. Ως μία από τις υποψήφιες χώρες, η Ουκρανία υπέβαλε την αίτησή της για ένταξη τον Φεβρουάριο του 2022 και έλαβε το καθεστώς της υποψήφιας χώρας τον Ιούνιο του 2022, ενώ στη συνέχεια η Επιτροπή της ΕΕ ξεκίνησε επίσημες διαπραγματεύσεις τον Δεκέμβριο του 2023.
Φυσικά, η διαδικασία προσχώρησης της Ουκρανίας για να γίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποιείται μέσω αυστηρών σταδίων και απαιτήσεων, και μέχρι τώρα η Ουκρανία εξακολουθεί να προσπαθεί να εκπληρώσει όλες τις απαιτήσεις για να γίνει κράτος μέλος. Ωστόσο, η διαδικασία προσχώρησης της Ουκρανίας στην ΕΕ δείχνει ότι υπάρχουν αρκετά αμφιλεγόμενες πτυχές αυτής της πολιτικής διεύρυνσης, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη συνέπεια και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής διεύρυνσης της ΕΕ.
Εξετάζοντας τη στάση των κρατών μελών της ΕΕ, δεν υποστηρίζουν όλα τα κράτη μέλη πλήρως την ένταξη της Ουκρανίας, όπως για παράδειγμα η Πολωνία και άλλα κράτη της Βαλτικής, τα οποία υποστηρίζουν την ένταξη της Ουκρανίας για να βοηθήσουν στη βελτίωση της ασφάλειας και της κυριαρχίας της Ουκρανίας έναντι της ρωσικής στρατιωτικής εισβολής. Εν τω μεταξύ, ορισμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όπως οι Κάτω Χώρες και η Γαλλία, δεν έχουν δείξει την πλήρη υποστήριξή τους λόγω αμφιβολιών και ανησυχιών σχετικά με τις συνέπειες που θα προκύψουν εάν η Ουκρανία γίνει δεκτή ως μέλος, ειδικά από πολιτική άποψη, δεδομένης της κατάστασης της Ουκρανίας, η οποία βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία.
Η είσοδος της Ουκρανίας στην ΕΕ θα οδηγούσε πολύ πιθανόν σε γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρωπαϊκή περιοχή. Οι διαφορετικές εκτιμήσεις και προτεραιότητες κάθε κράτους μέλους της ΕΕ περιπλέκουν επίσης την ικανότητα της ΕΕ να ακολουθήσει πολιτικές διεύρυνσης και δημιουργείται χάσμα μεταξύ των δεσμεύσεων και των συμφερόντων της. Επιπλέον, υπάρχει επίσης η υποψία διπλών προτύπων στην προσέγγιση της πολιτικής διεύρυνσης της ΕΕ. Έχουν ασκηθεί επικρίσεις ότι στην πράξη η ΕΕ επιδεικνύει αθέμιτη συμπεριφορά, όπως η εφαρμογή ασυνεπών κριτηρίων και χρονοδιαγραμμάτων σε διάφορες υποψήφιες χώρες.
Η ενταξιακή διαδικασία της Ουκρανίας αποδεικνύει αυτή την προσέγγιση με δύο μέτρα και δύο σταθμά σε σύγκριση με τις ενταξιακές διαδικασίες άλλων χωρών. Για παράδειγμα, η Κροατία υπέβαλε την αίτησή της για ένταξη στην ΕΕ στις αρχές του 2003, ενώ πριν από αυτό θεωρήθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να εκπληρώσει τις απαιτήσεις για ένταξη, ιδίως όσον αφορά τη διευθέτηση δικαστικών υποθέσεων που σχετίζονται με τη σύλληψη εγκληματιών πολέμου και προσφύγων, η Κροατία δεν είχε ακόμη πλήρη σχέση συνεργασίας με το ICTY (Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία). Αυτό αποτέλεσε εμπόδιο στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την ένταξη της Κροατίας, μέχρι που 2 χρόνια αργότερα η διαδικασία διαπραγμάτευσης μπορούσε να συνεχιστεί αφού το ICTY δήλωσε ότι είχε πλήρη συνεργασία με την Κροατία. Η Κροατία απέκτησε το καθεστώς μέλους το 2013, όχι μόνο λόγω της ικανότητας της Κροατίας να πληροί όλες τις προϋποθέσεις, αλλά και λόγω των συμφερόντων της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί ότι η Κροατία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πιλοτικό σχέδιο για τις βαλκανικές χώρες, γεγονός που δείχνει ότι τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την ομαλή ένταξη των υποψήφιων χωρών της. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η χορήγηση καθεστώτος υποψήφιας χώρας στη Σερβία και το Μαυροβούνιο το 2010, παρόλο που και οι δύο χώρες είχαν μόλις βιώσει το ζήτημα της απόσχισης από τη Σερβική Ένωση με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου και του Μαυροβουνίου το 2006. Παρόλο που τόσο η Ουκρανία όσο και οι δύο αυτές χώρες αντιμετώπιζαν την πολιτική κατάσταση του εθνικισμού και της πολιτικής παρέμβασης, οι Έξι χώρες φάνηκαν πιο ενθουσιώδεις στην υποστήριξη της Σερβίας και του Μαυροβουνίου με σκοπό τη διεύρυνση της ΕΕ στα Βαλκάνια.
Παρ’ όλα αυτά, όλες οι αποφάσεις που λαμβάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της πολιτικής διεύρυνσης λαμβάνονται σίγουρα με διάφορες εκτιμήσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει επίσης τις δικές της προκλήσεις, ιδίως σε θεσμικό επίπεδο, επειδή χρειάζεται την έγκριση κάθε κράτους μέλους στην πολιτική διεύρυνσης. Με απλά λόγια, η Ευρωπαϊκή Ένωση σίγουρα εξετάζει τις δυνατότητές της στην επέκταση, ειδικά επειδή η Ουκρανία είναι μια μεγάλη χώρα, οπότε η διαδικασία ολοκλήρωσης θα είναι πολύ περίπλοκη και θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να επιτευχθεί η εναρμόνιση.
Από πολιτική άποψη, η σύγκρουση που βιώνει η Ουκρανία με τη Ρωσία αποτελεί ένα σημαντικό εμπόδιο στην ένταξη της Ουκρανίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και όλες οι χώρες μέλη θα βιώσουν πιθανώς εντάσεις τόσο από γεωπολιτική άποψη όσο και από άποψη ασφάλειας, εάν βιαστούν πολύ στη διαδικασία ένταξης της Ουκρανίας, δεδομένης της παρουσίας της Ρωσίας και της στάσης του Προέδρου της, ο οποίος είναι αρκετά μιλιταριστικός. Ως εκ τούτου, η ΕΕ προσπαθεί να αποφύγει κάθε πιθανή άμεση αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Εσωτερικά, η Ουκρανία χρειάζεται πολλές προσαρμογές για να ανταποκριθεί στα κριτήρια που έχει θέσει η ΕΕ, όπως η επίλυση του προβλήματος της διαφθοράς, η ενίσχυση του νομικού συστήματος και των θεσμών της Ουκρανίας και η διαδικασία αποκατάστασης της Ουκρανίας μετά την εισβολή. Η ΕΕ το εξετάζει και από οικονομικής άποψης, όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ουκρανίας ήταν μόλις 4.830 δολάρια το 2021, σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ των 34.000 δολαρίων. Η ΕΕ δεν περιμένει απλώς να καλυτερεύσει η Ουκρανία από μόνη της, αλλά παρέχει επίσης στήριξη ύψους 45 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2023 για τις οικονομικές απώλειες που έχει υποστεί. Σύμφωνα με τη δεύτερη αρχή της πολιτικής διεύρυνσης, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις επικεντρώνονται στη δημιουργία πρακτικότητας για τη χώρα που επιθυμεί να ενταχθεί. Τόσο η ΕΕ όσο και η Ουκρανία επεδίωξαν προσαρμογές για την ομαλή ένταξη παρά τα εμπόδια και τα κωλύματα. Η μεταχείριση της Ουκρανίας από την ΕΕ αποτελεί μια μορφή συνέπειας για τη διατήρηση των προτύπων της πολιτικής διεύρυνσης.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να εξηγηθεί με τη θεωρία του Poliheuristic Theory που πρότεινε ο Άλεξ Μιντς το 1999. Με απλά λόγια, η θεωρία αυτή προσπαθεί να εξηγήσει ότι κατά τη λήψη αποφάσεων για την εξωτερική πολιτική, δεν μπορεί να εξετάζεται μόνο από τα αποτελέσματα της απόφασης, αλλά πρέπει να εξετάζεται και μέσα από τη διαδικασία.
Στη θεωρία αυτή εξηγείται ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής λαμβάνουν αποφάσεις μέσω δύο σταδίων. Το πρώτο στάδιο γίνεται με την εξάλειψη με βάση κρίσιμες διαστάσεις για την αποφυγή μεγάλων απωλειών και το δεύτερο στάδιο είναι το στάδιο της αξιολόγησης όπου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναλύουν τις εναλλακτικές λύσεις πιο ολοκληρωμένα, λαμβάνοντας υπόψη τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα για την εσωτερική πολιτική.
Στο πρώτο στάδιο, η σύγκρουση μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας είναι ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια εξάλειψης, διότι θα οδηγήσει σε πολιτικές εντάσεις και εντάσεις στον τομέα της ασφάλειας και θα διαταράξει τις διμερείς σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας. Η ΕΕ δεν μπορεί να αγνοήσει αυτόν τον κίνδυνο επιταχύνοντας την ένταξη της Ουκρανίας, παρόλο που η Ουκρανία έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην εκπλήρωση των προϋποθέσεων για να γίνει κράτος μέλος. Επιπλέον, στη φάση της αντιστάθμισης, όπου η είσοδος της Ουκρανίας πρέπει επίσης να αξιολογηθεί από τις εσωτερικές πτυχές της ΕΕ, πόσα οφέλη θα προκύψουν και σε ποιο βαθμό μπορούν να αποφευχθούν απώλειες; Με την τρέχουσα κατάσταση της Ουκρανίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αντιμετωπίσει σημαντική οικονομική πίεση για να φιλοξενήσει την Ουκρανία ως νέα χώρα που επηρεάζεται από τη σύγκρουση, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι μια μεγάλη χώρα με μεγάλο πληθυσμό. Ως εκ τούτου, η ΕΕ εξακολουθεί να χρειάζεται να εξισορροπήσει πρώτα την εσωτερική της πολιτική, αντί να δώσει προτεραιότητα στη διεύρυνση.
Η αντίληψη της άδικης μεταχείρισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η υποψία των διπλών προτύπων δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην πολιτική διεύρυνσης. Μέσω αυτής της ανάλυσης της πολιτικής θεωρίας, μπορούμε να κατανοήσουμε την έκταση της διαδικασίας που επιχείρησε η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζοντας όλες τις δυνατότητες στη διαδικασία ένταξης της Ουκρανίας, οδηγώντας στην απόφαση να μην δεχθεί την Ουκρανία ως μέλος. Αυτή είναι μια ρεαλιστική και δίκαιη απόφαση για την ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη ότι και στα δύο στάδια λήψης αποφάσεων οι αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν είναι ακόμη πολύ μεγάλες και δύσκολο να αποφευχθούν. Τελικά, η αποτελεσματικότητα της πολιτικής διεύρυνσης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το βαθμό ικανότητας της ΕΕ να δημιουργήσει την καλύτερη στρατηγική για την εκπλήρωση των εσωτερικών και εξωτερικών της συμφερόντων.
Πηγή: Modern Diplomacy
__________________________
Αναρτήθηκε από τον Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο