H ευμάρεια και ο ελεύθερος χρόνος διαβρώνουν τον χαρακτήρα των ατόμων και των εθνών, προκαλώντας την καταστροφή, υποστηρίζει ο Victor Davis Hanson στο νέο του βιβλίο που τιτλοφορείται «Το τέλος των πάντων: Πώς οι πόλεμοι οδηγούν στον αφανισμό».
Ο Hanson παρουσιάζει την άποψή του αφηγούμενος την ιστορία τεσσάρων κρατών και πολιτισμών που εξαλείφθηκαν εντελώς από τον πόλεμο και από την ίδια τους την αυταρέσκεια, ύβρη και αφέλεια: Η ελληνική Θήβα, η Καρχηδόνα, το ορθόδοξο χριστιανικό Βυζάντιο και το Tenochtitlán των Αζτέκων, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα-βιβλιοκριτική του Robert Kaplan στη Wall Street Journal.
Το βιβλίο "Το τέλος των πάντων" επικεντρώνεται μόνο σε "ανθρωπογενείς Αρμαγεδώνες", όχι σε "χαμένους πολιτισμούς" όπως εκείνοι των Μυκηναίων (περίπου 1200 π.Χ.) ή των Μάγια (περίπου 900 μ.Χ.), ούτε σε "μικρότερες εξαφανίσεις" όπως η αθηναϊκή καταστροφή της Μήλου (416 π.Χ.), που έγινε διάσημη από τον Θουκυδίδη.
Το βιβλίο αυτό αναφέρεται σε ακμάζοντες πολιτισμούς που καταστράφηκαν στην ακμή τους, συχνά με σχετικά μικρή προειδοποίηση, με τεράστιες γεωπολιτικές συνέπειες.
Επισημαίνεται στο δημοσίευμα πως η καταστροφή της Θήβας από τον Μέγα Αλέξανδρο το 335 π.Χ. ουσιαστικά τερμάτισε το σύστημα πόλεων-κρατών στην αρχαία Ελλάδα. Η καταστροφή της Καρχηδόνας από τη Ρώμη το 146 π.Χ. άλλαξε τη Μεσόγειο από διπολικό σε μονοπολικό κόσμο. Η λεηλασία της ελληνικής Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1453 τερμάτισε επίσημα την ορθόδοξη χριστιανική αυτοκρατορία. Η ισπανική κατάκτηση του Tenochtitlán των Αζτέκων το 1521 τερμάτισε το σύστημα των πόλεων-κρατών της Μεσοαμερικής. Το ισοδύναμο σήμερα (ο αναγνώστης δεν μπορεί να μην το σκεφτεί) θα ήταν ένας πυρηνικός πόλεμος, η κατάρρευση μιας μεγάλης δύναμης, ο στρατιωτικός αποδεκατισμός μιας μεγάλης δύναμης από μια άλλη, ή, ας πούμε, ένας πόλεμος με την Κίνα που θα λάβει παγκόσμια διάσταση. Όπως επαναλαμβάνει ο συγγραφέας, μην λέτε "δεν μπορεί να μας συμβεί", γιατί μπορεί.
Τι γράφει για την Ελλάδα
Η Θήβα ήταν η μυθική πατρίδα ηρώων και θεών όπως ο Ηρακλής και ο Διόνυσος, ένας τόπος συνώνυμος με τα αρχέτυπα της ελληνικής τραγωδίας: Αντιγόνη, Οιδίπους, Τειρεσίας. Αλλά αυτό δεν την βοήθησε απέναντι στις στρατιωτικές καινοτομίες που χρησιμοποίησε ο 21χρονος Μακεδόνας Αλέξανδρος, ο οποίος μαζί με τον πατέρα του, τον Φίλιππο Β', είχαν μετατρέψει τον μακεδονικό στρατό από μια αγροτική δύναμη σε αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί "μια συμφωνία δολοφόνων".
Ο Hanson συγκρίνει τη συντριβή της θηβαϊκής φάλαγγας -η οποία είχε τρομερή φήμη- από τον Αλέξανδρο, με την κατάρρευση του γαλλικού στρατού στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Θηβαίοι, με τη μέθη τους από τις κατακτήσεις του παρελθόντος και τη ρομαντική αντίληψη για τον εαυτό τους, περίμεναν μια γενική εξέγερση των συμμάχων σε όλη την Ελλάδα. Η δική τους είναι μια ιστορία για το πώς η υπερβολική υπερηφάνεια και τα υψηλά ιδανικά μπορούν να σκοτώσουν έναν ολόκληρο λαό. Στην πραγματικότητα, οι Θηβαίοι ηττήθηκαν μέσα σε μία μόνο ημέρα. Τότε άρχισε η αρρωστημένη σφαγή ανδρών, γυναικών και παιδιών στα χέρια των Θρακών μισθοφόρων του Αλεξάνδρου. Τα εγκλήματα πολέμου είναι μια παλιά ιστορία και τα θύματα είναι πάντα οι αδύναμοι και ανυπεράσπιστοι που έχουν στερηθεί τα μέσα αποτροπής.
Για την άλωση της Κωνσταντινούπολης ο Hanson αναφέρει ότι οι Έλληνες της μεσαιωνικής Κωνσταντινούπολης, όπως και οι Θηβαίοι και οι Καρχηδόνιοι, πίστευαν στο πολιτιστικό τους πεπρωμένο. Πίστευαν ότι ο ορθόδοξος χριστιανικός Θεός που επικαλούνταν, το αρχιτεκτονικό και πνευματικό μεγαλείο του μεγάλου καθεδρικού ναού της Αγίας Σοφίας θα τους έσωζε.
Με την καταστροφή της Κωνσταντινούπολης ήρθε το τέλος σχεδόν τριών χιλιετιών κυρίαρχου ελληνικού πολιτισμού στη Μικρά Ασία, επισημαίνεται στο νέο βιβλίο.
Η μουσουλμανική επικράτηση επί των Ελλήνων στην Ανατολή συγκλόνισε συθέμελα τη Δυτική Χριστιανοσύνη. Ξαφνικά, όπως φάνηκε, υπήρχαν Τούρκοι στα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία που έστρεφαν το βλέμμα τους προς τη Δύση. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα επιβίωναν εν μέρει στρεφόμενες προς έναν Νέο Κόσμο πέρα από τον Ατλαντικό, σε κάποιο βαθμό καθοδηγούμενες από τον νεοαποκτηθέντα φόβο της Ανατολής.
(Αναρτήθηκε από τον Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο)