Οι μετρήσεις είναι φωτογραφία της στιγμής και είναι ακόμη πολύ νωρίς, αντιτείνει η εκστρατεία Μπάιντεν για τη δημοσκοπική εικόνα που ολοένα και θολώνει όσον αφορά την προοπτική επανεκλογής του Αμερικανού προέδρου. Όμως, ούτε το εσωτερικό, ούτε το διεθνές περιβάλλον, ευνοεί τον Τζο Μπάιντεν, και το πλέον ανησυχητικό στοιχείο που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις είναι ότι χάνει την υποστήριξη καθοριστικών για την παραμονή του στον Λευκό Οίκο εκλογικών ομάδων.
Εάν η τάση αναστραφεί, μένει εν τέλει να διαφανεί στην κάλπη όταν πλέον οι ανεξάρτητοι και οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι των Δημοκρατικών για τις πολιτικές Μπάιντεν εντός και εκτός συνόρων, θα βρεθούν απέναντι στο πραγματικό δίλημμα της «παράδοσης» των Ηνωμένων Πολιτειών στα χέρια του Ντόναλντ Τραμπ.
Μπορεί να είναι πράγματι νωρίς για αξιόπιστες προγνώσεις ως προς την έκβαση των προεδρικών εκλογών, όπως επιβεβαιώνουν πολιτικοί επιστήμονες, όμως σε κάθε περίπτωση τα νέα δεν είναι καλά για τον Τζο Μπάιντεν. Στις αμφίρροπες πολιτείες -εκεί όπου θα κριθεί η μάχη της 5ης Νοεμβρίου- το προβάδισμα Τραμπ παγιώνεται. Η δυσαρέσκεια μεταξύ των νέων, των μαύρων και των ισπανόφωνων ψηφοφόρων διογκώνεται, κυρίως λόγω της οικονομίας και του πολέμου στη Γάζα, ενώ μόνιμο «αγκάθι» για τους Δημοκρατικούς είναι το μεταναστευτικό που ιεραρχείται πολύ ψηλά στις ανησυχίες των Αμερικανών.
Σε μία αναμέτρηση που δεν αφήνει περιθώρια να χαθεί ούτε μία ψήφος, η αποχή Δημοκρατικών και ανεξάρτητων από την ψηφοφορία αρκεί για να κοστίσει στον Τζο Μπάιντεν την επανεκλογή του. Τώρα πλέον πρέπει να «τρέξει», όπως αναγνωρίζουν σύμμαχοι των Δημοκρατικών. Για να μη χάσει το συνασπισμό εκείνο που του έδωσε τη νίκη το 2020, και σήμερα δείχνει να αμφιταλαντεύεται. Ο δρόμος είναι ανηφορικός, και η έκβαση αβέβαια.
Εάν οι προεδρικές εκλογές διεξάγονταν σήμερα ο Ντόναλντ Τραμπ θα επικρατούσε σε πέντε από τις έξι πολιτείες-κλειδιά, βάσει της τελευταίας δημοσκόπησης των New York Times, Siena College και Philadelphia Inquirer μεταξύ των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Συγκεκριμένα, ο Τραμπ προηγείται του Μπάιντεν κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες στην Πενσυλβάνια, κατά πέντε μονάδες στο Μίσιγκαν, κατά επτά μονάδες στην Αριζόνα, κατά δέκα μονάδες στην Τζόρτζια και κατά 12 μονάδες στη Νεβάδα. Ο Μπάιντεν προηγείται του Τραμπ κατά δύο μονάδες στο Ουισκόνσιν.
Όσον αφορά τους πιθανούς ψηφοφόρους, η μάχη γίνεται πιο οριακή. Ο Τραμπ βρίσκεται και πάλι μπροστά σε πέντε πολιτείες, αλλά ο Τζο Μπάιντεν ανακτά προβάδισμα στο Μίσιγκαν, ενώ υστερεί ελάχιστα στο Ουισκόνσιν και την Πενσυλβάνια. Αν και ο Μπάιντεν ήλθε πρώτος και στις έξι αυτές πολιτείες το 2020, μία νίκη στην Πενσυλβάνια, το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν θα είναι αρκετή για να εξασφαλίσει την επανεκλογή του, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποσπάσει εκ νέου κάθε άλλη πολιτεία στην οποία είχε επικρατήσει πριν από τέσσερα χρόνια, επισημαίνουν οι New York Times.
Τα αποτελέσματα δεν μεταβάλλονται εφόσον συμπεριληφθεί στην αναμέτρηση ο ανεξάρτητος υποψήφιος Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, ο οποίος αποσπά κατά μέσο όρο ποσοστό 10% των ψήφων στις εν λόγω πολιτείες και στερεί ψήφους από τα «στρατόπεδα» αμφότερων Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών.
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι τα ευρήματα παραμένουν ως επί το πλείστον αμετάβλητα συγκριτικά με την ανάλογη σειρά δημοσκοπήσεων των Times/Siena σε πολιτείες-κλειδιά τον Νοέμβριο. Έκτοτε, το Χρηματιστήριο έχει κερδίσει 25%, η ποινική δίκη του Τραμπ στο Μανχάταν έχει ξεκινήσει και η εκστρατεία Μπάιντεν έχει «ρίξει» δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε διαφημίσεις σε όλες τις κρίσιμες πολιτείες.
Οικονομία, Γάζα, μεταναστευτικό και αλλαγές που δεν έρχονται
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι τα ευρήματα παραμένουν ως επί το πλείστον αμετάβλητα συγκριτικά με την ανάλογη σειρά δημοσκοπήσεων των Times/Siena σε πολιτείες-κλειδιά τον Νοέμβριο. Έκτοτε, το Χρηματιστήριο έχει κερδίσει 25%, η ποινική δίκη του Τραμπ στο Μανχάταν έχει ξεκινήσει και η εκστρατεία Μπάιντεν έχει «ρίξει» δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε διαφημίσεις σε όλες τις κρίσιμες πολιτείες.
Οι δημοσκοπήσεις προσφέρουν ελάχιστες ενδείξεις ότι οποιαδήποτε από αυτές τις εξελίξεις βοήθησε τον Μπάιντεν, έβλαψε τον Τραμπ ή κατέστειλε τη δυσαρέσκεια του εκλογικού σώματος, σημειώνει ο Νέιτ Κον των NYT. Αντιθέτως, οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι το κόστος ζωής, το μεταναστευτικό, ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα και η επιθυμία για αλλαγή ήταν και παραμένουν τα τρωτά σημεία του Μπάιντεν. Η οικονομία και το υψηλό κόστος ζωής παραμένουν τα πλέον σημαντικά ζητήματα για το 25% των ψηφοφόρων.
«Διαβάζοντας» τις τελευταίες μετρήσεις, ο Χάρι Έντεν του CNN, ο οποίος ειδικεύεται στην ανάλυση δημοσκοπήσεων, χαρακτηρίζει «απόλυτη καταστροφή» τα ποσοστά Μπάιντεν σε Αριζόνα και Νεβάδα. Θεωρεί πως για την εκστρατεία Μπάιντεν είναι πιο διαχειρίσιμη η εικόνα σε Μίσιγκαν, Πενσυλβάνια και Ουισκόνσιν, δείχνοντας ως πιθανότεργ νικηφόρα πορεία για τον Μπάιντεν την επικράτηση στις πολιτείες των Μεγάλων Λιμνών (Μίσιγκαν, Ουισκόνσιν, Μινεσότα, Ιντιάνα, Οχάιο, Πενσυλβάνια, Ιλινόι, και Νέα Υόρκη), μέρος του αποκαλούμενου «Μπλε Τείχους» των Δημοκρατικών που καλύπτει συνολικά 18 πολιτείες.
Γενικευμένη φαίνεται ότι είναι η αίσθηση στις Ηνωμένες Πολιτείες πως ο Τζο Μπάιντεν δεν μπορεί να επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις στη ζωή των Αμερικανών, κάτι που έχει συμβάλει στη διάβρωση της υποστήριξης μεταξύ της δεξαμενής των νέων, μαύρων και ισπανόφωνων, που παραδοσιακά αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των δυνάμεων που οδηγεί κάθε Δημοκρατικό υποψήφιο στην προεδρία. Σχεδόν το 70% των ψηφοφόρων δηλώνουν ότι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα χρειάζονται σημαντικές αλλαγές έως και ολική αναμόρφωση, και μόλις 13% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων των Δημοκρατικών θεωρεί ότι ο Μπάιντεν μπορεί να το πράξει.
Τζο Μπάιντεν και Ντόναλντ Τραμπ έχουν φθάσει να ισοψηφούν όσον αφορά την υποστήριξη των νέων 18-29 ετών και των ισπανόφωνων ψηφοφόρων, παρόλο που και οι δύο εκλογικές ομάδες ψήφισαν σε ποσοστό άνω του 60% τον Αμερικανό πρόεδρο το 2020. Ο Τραμπ εμφανίζεται να αποσπά τη στήριξη άνω του 20% των μαύρων ψηφοφόρων -ποσοστό που, εφόσον επιβεβαιωθεί στην κάλπη, θα είναι το υψηλότερο για οποιονδήποτε Ρεπουμπλικανό υποψήφιο από τη θέσπιση του νόμου περί πολιτικών δικαιωμάτων του 1964.
Οι απώλειες για τον Τζο Μπάιντεν προέρχονται κυρίως από τους κόλπους των μετριοπαθών και συντηρητικών ψηφοφόρων που κλίνουν προς τους Δημοκρατικούς και θεωρούν πως η Αμερική πρέπει να αλλάξει. Εξαίρεση είναι ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας που στερεί στον Μπάιντεν ψήφους από τα αριστερά του. Περίπου το 13% των ψηφοφόρων που δήλωσαν ότι ψήφισαν Μπάιντεν στις εκλογές του 2020, αλλά δεν θα το επαναλάβουν, προτάσσουν ως αιτία την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης ή/και τον πόλεμο στην Γάζα.
Όσον αφορά το μεταναστευτικό, οι Δημοκρατικοί υποβαθμίζουν μεν δημόσια την απειλή που συνιστά για την εκστρατεία επανεκλογής του Τζο Μπάιντεν η μεγάλη εισροή μεταναστών στα νότια σύνορα, ωστόσο είναι εμφανής η αγωνία και η νευρικότητά τους, που σύμφωνα με την επιθεώρηση The Hill αντικατοπτρίζεται, μεταξύ άλλων, στη δήλωση του επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ ότι προτίθεται να επαναφέρει προς ψήφιση την επόμενη εβδομάδα τη δικομματική συμφωνία για την ασφάλεια των συνόρων (που είχε «τορπιλίσει» η τραμπική δεξιά για να μη χάσει το μεταναστευτικό ως προεκλογικό όπλο).
Οι δημοσκοπήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες «έρχονται» κατά κανόνα πιο κοντά στην πρόγνωση της εκλογικής έκβασης των προεδρικών εκλογών στα τέλη του καλοκαιριού, όταν η επίσημη απονομή του χρίσματος στα συνέδρια Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, αντίστοιχα, δίνει το γενικό πρόσταγμα για τη μάχη. Λαμβάνοντας υπόψιν τις συνήθεις διακυμάνσεις και το γεγονός ότι οι κάλπες απέχουν έξι μήνες, ο Μπάιντεν δεν παύει να βρίσκεται πίσω. Ο Αμερικανός πρόεδρος πρέπει να βρεθεί σε καλύτερη θέση όσον αφορά τα σύνορα, την εγκληματικότητα και τον πληθωρισμό για να κερδίσει. Οι Δημοκρατικοί διαθέτουν επιχειρήματα και περαιτέρω δράσεις να αναλάβουν, αλλά πρέπει να αρχίσουν τα τρέχουν, τονίζει ο Τζιμ Κέσλερ, συνιδρυτής της αριστερής δεξαμενής σκέψης Third Way.
https://www.liberal.gr