27.4.24

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΧΡΟΝΟ



στο πρόσωπο του Ιωάννη Καποδίστρια


(Ο Μέττερνιχ) τον μισούσε και τον πολεμούσε 

σαν πολιτικό αντίπαλο, μα σαν άνθρωπο τον θαύμαζε: 

«Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα 

έντιμος άνθρωπος. Και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας»

δεν θα διστάσει να γράψει (ο Μέττερνιχ).

(Metternich, Memoires, III, 589)


Από το έργο της Ελένης Κούκκου, 

«Ιωάννης Καποδίστριας: Ο άνθρωπος 

– ο  Ευρωπαίος διπλωμάτης (1800-1828)», σελίς 140

 (Εκδόσεις Πατάκη, δεκάτη εβδόμη εκτύπωση, Μάρτιος 2023)

   

Μείζων εκδοτικό γεγονός στην κοινωνική  Ιστορία του τόπου μας αποτελεί – πάντα κατά την γνώμη μου – το πρόσφατο (2024) εκτενές πόνημα του διακεκριμένου οικονομολόγου Καθηγητή Πανεπιστημίου Γεωργίου Βάμβουκα, «Οσιομάρτυρας Ιωάννης Καποδίστριας», από τις εκδόσεις «Αδούλωτη Μάνη», με τον όποιο συμβολισμό συμπαρομαρτεί και η συγκεκριμένη επιλογή τού εν λόγω εκδοτικού οίκου (!) Πρόσφατα επίσης έργα, ιδιαίτερης βαρύτητας σχετικά με το υπολανθάνον μήνυμα που εμπεριέχουν αναφορικά με την μελλοντική πορεία και την τύχη της πατρίδας μας είναι η «Επίτομος Βιογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια» από τις εκδόσεις Τάλως το 2021, του γνωστού ελληνολάτρη συγγραφέα Γιώργου Λεκάκη στην οποία γράφει για τον Καποδίστρια και ο λαμπρός επίσης ελληνολάτρης κλασικός φιλόλογος Αντώνης Αντωνάκος, και το μνημειώδες έργο του Γιάννη Γεράση, «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Kόσμος της Επανάστασης του 1821», που εκδόθηκε το 2022. Στον ίδιο κύκλο θαυμαστών του Ιωάννη Καποδίστρια επιτρέψτε μου να συμπεριλάβω και τον εαυτό μου με τα όσα γράφω γι’ αυτόν στο έργο μου «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας – 1821 το Θαύμα της Ελληνικής Επανάστασης» από τον εκδοτικό οίκο «Κάκτος» (Α΄ έκδοση 2007, Β΄ βελτιωμένη έκδοση 2020), και σε σχετικά περαιτέρω άρθρα μου και ποιήματά μου, αναφερόμενα στον κορυφαίο αυτόν ευπατρίδη Έλληνα ιδεολόγο και συνάμα πραγματιστή πολιτικό, το πρόσωπο του οποίου αποτελεί το ζητούμενο πρόσωπο μιας μελλοντικής Ελλάδας μας.


Ο ποταμός που πρέπει να διαβούμε


Πριν επικεντρωθώ στο προαναφερθέν πολύτιμο έργο του Γεωργίου Βάμβουκα, θα πρέπει να απαντήσω σε μια εύλογη απορία που ήδη θα έχει δημιουργηθεί στον αναγνώστη που τώρα διαβάζει αυτές τις γραμμές. Γιατί αυτή η εμμονή συγκεκριμένων ατόμων στον Ιωάννη Καποδίστρια; Είναι ένα τυχαίο γεγονός οφειλόμενο στον μαγνητισμό που εξασκεί επάνω τους η προσωπικότητά του; Ή μήπως η επιλογή και ο τρόπος αντιμετώπισης του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, ή ακόμα και η επιλογή τους των εκδοτικών οίκων που δημοσιοποιούν το έργο τους, προοιωνίζονται μία βαθύτερη χημική συγγένεια πνεύματος και έναν συμβολισμό αναζήτησης κάποιου μελλούμενου κυβερνήτη που θα μας αποζημιώσει για τον χαμένο χρόνο της βαλτωμένης πατρίδας μας μέσα στις λάσπες της διαφθοράς, της νωθρότητας, της αβελτηρίας και του ωχαδερφισμού, που συνιστούν το τρέχον πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον της χώρας μας; Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι συγγραφείς που προανέφερα, μαζί με πολλούς άλλους διακεκριμένους στοχαστές, συμμετέχουν στον κύκλο του «Γρανικού», μιας κίνησης συσπείρωσης όλων εκείνων των εργατών του πνεύματος στις Επιστήμες και τις Τέχνες, με στόχο την συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας ελληνοποίησης της Ελλάδας μέσα από την προβολή ενός ένδοξου παρελθόντος που εκτείνεται σε βάθος χρόνου και την επιδίωξη ενός λαμπρότερου μέλλοντος στα πλαίσια οικοδόμησης ενός ενάρετου κράτους. Όλων εκείνων που φρονούν ότι ο ποταμός που φαντάζει μπροστά τους σαν μια αξεπέραστη ασυνέχεια, σαν ένας βορβορώδης βούρκος που πρωτογενώς δημιουργεί την αίσθηση του «ου διαβατός», είναι - και πρέπει να είναι - για τον επερχόμενο Έλληνα «διαβατέος»! 


Την πρόθεσή του για την αναγκαιότητα μιας τέτοιας υπέρβασης υπαρξιακού χαρακτήρα την καθιστά σαφή ο συγγραφέας του μόλις εκδοθέντος έργου του - το οποίο αποτελεί αφορμή του παρόντος άρθρου και πόλο σκέψεων και προβληματισμών - μέσα από το καταληκτικό του εγερτήριο σάλπισμα με τίτλο: «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και το Φατριαστικό Κλεπτοσύστημα της Μεταπολίτευσης», το οποίο ο συγγραφέας εκπέμπει όχι ως βερμπαλιστικό βεγγαλικό αλλά ως εναγώνια κραυγή αφύπνισης προκύπτουσας από την αυστηρή επιστημονική τεκμηρίωση την βασισμένη σε αδιαμφισβήτητα για την εγκυρότητά τους οικονομικά στοιχεία. Ένα είδος «που πάμε χωρίς έναν Ιωάννη Καποδίστρια;»


Ο διασώστης της Ελληνικής Επανάστασης


Ο συγγραφέας ξεκινά περιγράφοντας το σαθρό προκαποδιστριακό κοινωνικό περιβάλλον, αποκύημα εν πολλοίς των επαναστάσεων εν γένει, όταν η κατάρρευση ενός μονολιθικού καθεστώτος δημιουργεί κενό εξουσίας και προκαλεί εσωτερικές αντιπαραθέσεις και τριβές μεταξύ ομάδων αντικρουόμενων και πολλές φορές ιδιοτελών συμφερόντων, που καταλήγουν σε αιματηρές εμφύλιες συρράξεις, με εμφανή την αναγκαιότητα αναζήτησης ενός χαρισματικού και ικανού προσώπου γενικότερης αποδοχής, το οποίο εκ των πραγμάτων αναλαμβάνει να διασώσει την παραπαίουσα επανάσταση μέσα από έναν προσωπικό Γολγοθά. Αυτό το πρόσωπο για μας ήταν αδιαμφισβήτητα ο Ιωάννης Καποδίστριας.


Χρόνια πριν από την ομόφωνη πρόσκληση να αναλάβει την διακυβέρνηση της Ελλάδας με ψήφισμα της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας της 2ας Απριλίου 1827, ο Καποδίστριας είχε προσκληθεί για τον ίδιο ακριβώς σκοπό από έναν αληθινό και βαθυστόχαστο ευπατρίδη, πρόεδρο τότε της προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος και καταλυτικό παράγοντα της ευόδωσης του επαναστατικού αγώνα κατά την αρχική φάση της εξεγερσίας, τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος συναισθανόμενος τις ολέθριες συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου απηύθυνε πρώτος την 1η Ιανουαρίου 1824 (!!!) την ακόλουθη επιστολή προς τον Καποδίστρια, η οποία δεν είναι ευρέως γνωστή, και την οποία πολύ ορθώς παραθέτει εκτενώς στο έργο του ο Γεώργιος Βάμβουκας:


«Εξοχώτατε Κόμη! Ήταν προωρισμένον βέβαια να γεννηθής εις τον κόσμον δια την αθανασίαν. Η φύσις και η τύχη συνώμοσαν, δια να σε καταστήσουν ευεργέτην της πατρίδας σου, εις την οποίαν απέδωκας την παλαιάν της εύκλειαν και τα ιερά δίκαια, όσα ο Θεός εχάρισεν εις τον άνθρωπον… Έχομεν άξιους πολιτικούς, αλλ’ υστερούμεθα εναρέτων ανδρών και αναλόγως αξίων με τας περιστάσεις μας, διότι η επιστήμη της πολιτικής είναι δυσκολώτατον μάθημα… Μόνος η Εξοχότης σου δύναται να επιφέρη την ευκταίαν μεταβολήν, να εμπνεύσης τον πατριωτισμόν, να ενισχύσης τον νόμον και να στερεώσης την ανεξαρτησίαν του έθνους σου… Εξοχώτατε! Η πατρίς σου, η φιλτάτη σου Ελλάς απεφάσισε να θυσιασθή ενδόξως… Η εξοχότης Σου έχεις βέβαια φυσικήν ροπήν να θυσιάσης και την ζωήν σου δια την σωτηρίαν της. Οι καλοί πατριώτες Σου Σε επιθυμούν… Η Ελλάς Σε περιμένει μ’ ανοικτάς τας αγκάλας».


Η Οικονομία καθοριστικός παράγων εξάρτησης ή ανεξαρτησίας


Το έργο του Καποδίστρια για την εκ του μηδενός συγκρότηση ενός οργανωμένου και άξιου του ονόματός του ελληνικού κράτους υποτίθεται  ότι μας είναι ευρύτερα γνωστό. Εκείνο το οποίο δεν ήταν ποτέ σαφές και συγκεκριμένο, και το οποίο καθιστά το πόνημα του Γεωργίου Βάμβουκα πολύτιμο διότι μας το αναλύει και το επεξηγεί λεπτομερειακά, ήταν το μέγεθος του οικονομικού προβλήματος κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, το χάος που εκλήθη να αντιμετωπίσει ο Κυβερνήτης, και ο τρόπος που επέτυχε την οικονομική της επιβίωση, απαραίτητη για την συγκροτημένη διετή πολεμική προσπάθεια που ο ίδιος μεθόδευσε με απόλυτη επιτυχία. Μια τιτάνια προσπάθεια η οποία οδήγησε, μετά από συνεχείς στρατιωτικές νίκες, στην επιδιωκόμενη ανακατάληψη της Στερεάς Ελλάδας και, μέσα από τους ανεπανάληπτους διπλωματικούς χειρισμούς του, στην επίτευξη τελικά της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Και όλα αυτά με την παράθεση αναλυτικών οικονομικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των ισοτιμιών των τότε κυκλοφορούντων νομισμάτων, που για πρώτη φορά, με τον εύληπτο τρόπο που παρατίθενται, μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα τότε της εξάρτησής μας από την δανειοδότηση και τις χορηγίες  των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, αλλά και την ακόμα και σήμερα ζητούμενη χρηστή και ενάρετη διοίκηση που θα μας επέτρεπε, μέσα από την άμεμπτη διαχείριση της κρατικής οικονομίας, την διεύρυνση των βαθμών ελευθερίας μας στο τυπικά ανεξάρτητο αλλά ουσιαστικά βαθιά ακόμη εξαρτημένο ελληνικό κράτος.


«Έλληνες ότι είστε μην ξεχνάτε…»


Ο συγγραφέας δεν διστάζει να χρωματίσει το έργο του με «καλούς» και «κακούς» πρωταγωνιστές σε μια επανάσταση  που στοίχησε ποταμούς ελληνικού αίματος, πολλές φορές αδελφικού και αδελφοκτόνου. Μιας επανάστασης που κατά το 1827 έπνεε τα λοίσθια, έχοντας ουσιαστικά διατηρήσει ως μόνο ελληνικό έδαφος με κάποια έκταση, αυτό το ανέκαθεν ελεύθερο έδαφος με το οποίο ξεκίνησε το 1821, δηλαδή την Μάνη. Την μοναδική περιοχή η οποία κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης όχι μόνον έμεινε μακράν των καταστροφικών εμφυλίων πολέμων, αλλά και η οποία τρεις φορές συνέτριψε κατά το 1826 τις δυνάμεις του Ιμπραήμ που επεχείρησαν να την υποτάξουν, βασισμένη αποκλειστικά και μόνο στην δύναμη και την ευψυχία των ανδρών και των γυναικών της (Βέργα, Διρός, Πολυάραβος), και με μόνα άλλα ελεύθερα, με την ελευθερία τους όμως διασωληνωμένη και συντηρούμενη στην εντατική των μεγάλων δυνάμεων, πρακτικά το Ναύπλιο, την Σαλαμίνα, την Ύδρα και τα συν αυτής μικρά νησιά. Μιας επανάστασης που θα είχε καλύτερη τύχη «αν», και «αν», και «αν»… αυτών των «αν» που – όπως το εξέφρασε η θυμοσοφία του Κολοκοτρώνη – πολλοί πάντα τα έσπερναν αλλά ποτέ τους δεν βλάστησαν. Μιας επανάστασης που έχασε τον δρόμο της και που την τελευταία στιγμή ως Deus ex machina εκλήθη από όλους τους Έλληνες, δικαίους και αδίκους, να την διασώσει – και την διέσωσε –  ο Ιωάννης Καποδίστριας.


Εμείς πάντως, που από την πολυτέλεια της πολυθρόνας μας εκφράζουμε ελεύθερα την άποψή μας για τα όσα συνέβησαν τότε, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι παρά τα όσα αρνητικά καταμαρτυρούμε (και δικαίως) σε αρκετούς από τους πρωταγωνιστές της περιόδου εκείνης, παρά τα «όλα αυτά και όλους αυτούς», σε αυτούς, καλούς και κακούς κι ανάμικτους από καλοσύνες και κακότητες, χρωστάμε το ότι σήμερα υπάρχει Ελλάδα. Μια Ελλάδα που και εμείς χρωστάμε να την παραδώσουμε ως Ελλάδα στους επερχόμενους. Όπως ακριβώς μας το θυμίζει άλλωστε επιτακτικά, και ένας από τους κορυφαίους εθνικούς μας ποιητές:


«Έλληνες, ό,τι είστε, μην ξεχνάτε, δεν είστε από τα χέρια σας μονάχα, όχι. 

Χρωστάτε και σε όσους ήρθαν, πέρασαν, θα ’ρθούνε, θα περάσουν. 

Κριτές θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι, οι νεκροί…» 


Χρίστος  Γούδης


(Αναρτήθηκε από τον Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο)