Με τις LCS θα ασχολούμαστε; Το μόνο πρόβλημα της Ελλάδος είναι
οι διάφορες... οι ανωμαλίες . Όλα τα άλλα τα έχουμε επιλύσει!!!
ΑΑ
Η αλλαγή ηγεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις ολοκληρώθηκε. Η αιτιολόγηση των σαρωτικών αλλαγών συμπεριέλαβε την ανάγκη ενός νέου πολυδιάστατου restart. Από μόνο του αυτό αποτελεί απόδειξη ότι κάτι δεν πήγαινε καλά τόσο καιρό και αποφασίστηκε αλλαγή πορείας. Το περιεχόμενο της νέας κατεύθυνσης προδιέγραψε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, παρόλο που μια δεύτερη ανάγνωση των εξαγγελιών του, όσο το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στην ουσία, εγείρει περισσότερα ερωτήματα από αυτά που επιλύει. Αναφερόμαστε στο περιεχόμενο των σχεδιαζόμενων παρεμβάσεων, ώστε να μην ακολουθηθεί η πεπατημένη και καταλήξουμε σε «μία από τα ίδια».
Του Ζαχαρία Μίχα*
Όλα αυτά θα διαπιστωθούν στην πράξη, οπότε και θα κριθούν: Πολιτικοί, στρατιωτικοί και τα μέτρα που θα λάβουν. Το ερώτημα είναι εάν πίσω από τις διακηρύξεις και τις καταρχήν αγαθές προθέσεις, υπάρχει μια συνολική κυβερνητική στρατηγική για τους εξοπλισμούς. Αυτή αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης του πόσο νοικοκυρεμένος ή όχι είναι ο τρόπος σχεδιασμού και υλοποίησης, αλλά και ποια είναι τα κριτήρια και η βαρύτητά τους. Διότι το περιώνυμο «γεωπολιτικό κριτήριο» εξακολουθεί να κυριαρχεί σε σχέση με το επιχειρησιακό.
Αλήθεια, έχει ερωτηθεί ποτέ ο Έλληνας πολίτης από εταιρίες δημοσκοπήσεων, τι πιστεύει ότι σημαίνει «γεωπολιτικό κριτήριο» στους εξοπλισμούς; Να κληθεί να επιλέξει ανάμεσα σε αριθμό δυνητικών απαντήσεων. Γενικά μιλώντας, πόσοι άραγε θα διαφοροποιηθούν από το «αγοράζουμε όπλα για να αγοράσουμε προστασία από τους συμμάχους μας»; Προφανώς, η λογική δεν διαφέρει πολύ από την προστασία που εξασφαλίζουν νυκτερινά κέντρα, πληρώνοντας «νονούς της νύχτας». Ίσως μάλιστα, στους εξοπλισμούς να είναι ακόμα χειρότερο. Διότι στην περίπτωση των νονών της νύκτας είναι ζήτημα αξιοπιστίας γι’ αυτούς να σε υποστηρίξουν σε περίπτωση που δεχθείς απειλή. Ισχύει άραγε αυτό στις σύγχρονες διακρατικές σχέσεις και ιδιαίτερα στην ελληνική περίπτωση; Μας προστατεύουν άραγε οι ΗΠΑ από την κύρια απειλή, που είναι η Τουρκία; Εδώ ισχύει η παροιμία «όποιος έχει νύχια θα ξυστεί».
Ο υπογράφων έχει ασκήσει κριτική στη λογική αυτή, θεωρώντας την αυτοκαταστροφική. Ο λόγος είναι και ο υποκειμενισμός που αφορά στο «γεωπολιτικό κριτήριο». Μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε κατασπατάληση εθνικών πόρων, οι οποίοι θα επιφέρουν δυσανάλογα φτωχό αποτύπωμα στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα που θα έπρεπε να απασχολεί πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Σε γενικές γραμμές, όμως, η πρώτη δείχνει να παριστάνει ότι το κατέχει(!) και δεν έχει καν ανάγκη τη δεύτερη, που με τη σειρά της –πλήρως υποταγμένη– δεν τολμά να εκφέρει «δυσάρεστη» άποψη. Αντί η συνεννόηση να γίνεται με όρους ειλικρίνειας, έχουν κι εδώ επικρατήσει politics!
Όπως έχει αναφερθεί κατά κόρον τελευταία, αναμένουμε την τελική πράξη του δράματος στον στρατηγικό διάλογο Ελλάδας-ΗΠΑ, που θα εμπεριέχει και την εξοπλιστική παράμετρο. Βέβαια, συμπληρώνουμε αισίως μια διετία αναμονής. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι έχει υπάρξει τα τελευταία χρόνια οικονομική στήριξη από τις ΗΠΑ σε διάφορες περιπτώσεις, με το συνολικό ποσό να ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια. Ευνόητοι λόγοι απαγορεύουν πιο συγκεκριμένες αναφορές.
Και μόνο όμως η απροθυμία επίσημης κοινοποίησης των λεπτομερειών αυτών, σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραμένουν προσδεμένες στο αφήγημα της «αναντικατάστατης Τουρκίας» και κάνουν τα πάντα να μην κακοκαρδίσουν τον σουλτάνο, αφού θυσιάζουν το προφανές επικοινωνιακό όφελος που θα συνεπαγόταν η δημοσιοποίηση. Η δε Ελλάδα συντάσσεται απόλυτα με αυτή την πολιτική. Στο μέτρο που απολαμβάνει τα οφέλη, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι δεν έχει λόγο κοινοποίησης.
Αυτό που όμως απαράδεκτα ανέχεται –με την εξαίρεση μιας σύντομης πρωθυπουργικής αναφοράς μετά από τις ισχυρές διαμαρτυρίες που προέκυψαν– είναι η αποδοχή της διασύνδεσης των F-35 με την όλη διαπραγμάτευση Αμερικανών-Τούρκων. Διότι αυτό αποδεικνύει, τόσο ότι έχουμε εναποθέσει στην Ουάσινγκτον τις ελπίδες ειρηνικής συμβίωσης με την Τουρκία, όσο και τον χαρακτήρα «τέλους προστασίας» που έχει η καταβολή δισεκατομμυρίων για εξοπλισμούς, αφού δεχόμαστε εμμέσως ως πραγματική προτεραιότητα τον κατευνασμό του Ερντογάν και όχι τη ρύθμιση της συμπεριφοράς του με ουσιαστική αναβάθμιση του στρατιωτικού σκέλους της αποτροπής.
Εάν οι εξοπλισμοί γίνονταν με βάση προγραμματισμό και αυστηρή ιεράρχηση αναγκών, δεν θα ανέκυπταν τόσες πολλές ενστάσεις επιχειρησιακού περιεχομένου, για επιλογές που ήδη προωθούνται επικοινωνιακά ως τελειωμένη υπόθεση. Στην περίπτωση των F-35, υπάρχει μια διακηρυγμένη, γενικού περιεχομένου, πολιτική και στρατιωτική πρόθεση προμήθειας, αλλά επιμελώς αποφεύγεται να τεθούν προτεραιότητες στην Αεροπορία (αναβάθμιση F-16 Block 50, μεταφορικά αεροσκάφη κ.α.). Στην περίπτωση των προβληματικών αμερικανικών φρεγατών LCS, ουδείς μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει επίσημα και δεσμευτικά ποια είναι η ελληνική στάση.
Σκόρπιες δηλώσεις πολιτικών, με πολλά στοιχεία ήξεις αφήξεις, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό, είναι μέχρι στιγμής άφαντο. Επίσημα το ΓΕΝ, όχι με διαρροή γενικών σκέψεων και πεποιθήσεων του ενός ή του άλλου αξιωματικού. Αφήνεται δε να μαίνεται πόλεμος στα κοινωνικά δίκτυα, ενώ αγνοείται η ουσία, δηλαδή ποιες είναι οι σκέψεις του Κλάδου για το μέλλον του και ποια είναι τα σενάρια με τα θετικά και τα αρνητικά τους.
Ως υπουργός Εξωτερικών, ο σημερινός υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, φέρεται να είχε συζητήσει στην Ουάσινγκτον για πιθανή ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα των φρεγατών FFG-62 Constellation, που επανήλθε πρόσφατα στην επικαιρότητα. Ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, φέρεται ότι θα συζητήσει κι αυτός εξοπλιστικά προγράμματα στις 9 Φεβρουαρίου στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο του στρατηγικού διαλόγου των δυο χωρών.
Τι στην ευχή πάει τόσο στραβά σε αυτή τη χώρα; Εάν αυτό δεν είναι όχι ένδειξη, αλλά απόδειξη της αδιαφορίας της πολιτικής εξουσίας για την επιχειρησιακή ουσία των εξοπλισμών και υποτιμητικού παραγκωνισμού των στρατιωτικών ηγεσιών των Κλάδων, αναρωτιέται κανείς τι άλλο μπορεί να είναι. Εάν η κυβέρνηση δεν ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της και δεν μαζέψει όλον αυτό τον συρφετό αξιωματούχων που μιλάει στα ΜΜΕ, ερήμην της στρατιωτικής ηγεσίας, λύση δεν θα βρεθεί. Η άμυνα δεν είναι προνόμιο μιας «ελίτ πεφωτισμένων» που δεν δίνουν λόγο πουθενά, αλλά αρμοδιότητα μιας εκλεγμένης πολιτικής ηγεσίας που υπόκειται σε λογοδοσία. Εάν θέλουμε να λεγόμαστε δημοκρατία.
Η παθογένεια βέβαια υπάρχει και στο εσωτερικό των Ενόπλων Δυνάμεων, στο μέτρο που ουδείς αντέδρασε ουσιαστικά στη στρεβλή, εμμονική και υπερσυγκεντρωτική εφαρμογή της κάθετης διοίκησης. Έτσι προέκυψε η αναβίωση του διαλυθέντος το 2014 Β’ Σώματος Στρατού με τη μορφή της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ) του ΓΕΕΘΑ, η προσπάθεια συστηματικής εξίσωσής της με τους Κλάδους, το σύστημα των Αρχηγών Γενικών Επιτελείων ως εκπροσώπων και άλλα. Στα λόγια φαίνεται πως υπάρχει διάθεση αντιμετώπισης του φαινομένου. Ας περιμένουμε και τις πράξεις.
Μπορεί η συζήτηση να περιορίστηκε στα πλέον εμβληματικά οπλικά συστήματα (F-35 και LCS), όπως έχουν επιβληθεί και αρκούντως προπαγανδιστεί από το κυρίαρχο επικοινωνιακό αφήγημα. Το πλέον σκανδαλώδες όμως για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και φυσικά την εκάστοτε στρατιωτική ηγεσία, είναι η χαλαρότητα, αν όχι αδιαφορία, στην άσκηση της μεγαλύτερης δυνατής πίεσης για την αποδέσμευση σύγχρονων αερομεταφερόμενων όπλων κάθε λογής και η έκφραση ενδιαφέροντος για την πραγματοποίηση αγορών σε επαρκείς ποσότητες! Παρόλο που άπαντες ομνύουν στην αποτροπή, δεν δείχνει και τόσο να τους απασχολεί με τι ακριβώς και για πόσο θα πολεμήσει ο ελληνικός αεροπορικός στόλος.
Η φετιχιστική εμμονή με τις πλατφόρμες είναι κουραστική και στείρα. Δεν ασχολούνται τα ΜΜΕ και οι καλεσμένοι τους –ακόμα και ανώτατοι εν αποστρατεία– με τι αυτές θα πολεμήσουν! Η εικόνα που διαβιβάζεται στον αντίπαλο, απέναντι στον οποίο υποτίθεται πως θέλουμε να ενισχύσουμε την αποτροπή, είναι μιας χώρας (πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, αλλά και χειραγωγούμενης κοινωνίας) εθισμένης σε μια εικονική πραγματικότητα. Μιας χώρας που έχει η ίδια πέσει θύμα του επικοινωνιακού αφηγήματος που κυριαρχεί. Μιας χώρας που έχει πάρει διαζύγιο με την ουσία. Τελικά, μιας χώρας που παρά τα παχιά λόγια δεν είναι προετοιμασμένη για πόλεμο, εάν αυτός προκύψει.
[iEpikaira: Για τους παροικούντες αναλυτές το LCS σημαίνει "Little Crappy Ship" propublica.org... Αυτό τα συνοψίζει όλα!]
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA defence-point.gr
Του Ζαχαρία Μίχα*
Όλα αυτά θα διαπιστωθούν στην πράξη, οπότε και θα κριθούν: Πολιτικοί, στρατιωτικοί και τα μέτρα που θα λάβουν. Το ερώτημα είναι εάν πίσω από τις διακηρύξεις και τις καταρχήν αγαθές προθέσεις, υπάρχει μια συνολική κυβερνητική στρατηγική για τους εξοπλισμούς. Αυτή αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης του πόσο νοικοκυρεμένος ή όχι είναι ο τρόπος σχεδιασμού και υλοποίησης, αλλά και ποια είναι τα κριτήρια και η βαρύτητά τους. Διότι το περιώνυμο «γεωπολιτικό κριτήριο» εξακολουθεί να κυριαρχεί σε σχέση με το επιχειρησιακό.
Αλήθεια, έχει ερωτηθεί ποτέ ο Έλληνας πολίτης από εταιρίες δημοσκοπήσεων, τι πιστεύει ότι σημαίνει «γεωπολιτικό κριτήριο» στους εξοπλισμούς; Να κληθεί να επιλέξει ανάμεσα σε αριθμό δυνητικών απαντήσεων. Γενικά μιλώντας, πόσοι άραγε θα διαφοροποιηθούν από το «αγοράζουμε όπλα για να αγοράσουμε προστασία από τους συμμάχους μας»; Προφανώς, η λογική δεν διαφέρει πολύ από την προστασία που εξασφαλίζουν νυκτερινά κέντρα, πληρώνοντας «νονούς της νύχτας». Ίσως μάλιστα, στους εξοπλισμούς να είναι ακόμα χειρότερο. Διότι στην περίπτωση των νονών της νύκτας είναι ζήτημα αξιοπιστίας γι’ αυτούς να σε υποστηρίξουν σε περίπτωση που δεχθείς απειλή. Ισχύει άραγε αυτό στις σύγχρονες διακρατικές σχέσεις και ιδιαίτερα στην ελληνική περίπτωση; Μας προστατεύουν άραγε οι ΗΠΑ από την κύρια απειλή, που είναι η Τουρκία; Εδώ ισχύει η παροιμία «όποιος έχει νύχια θα ξυστεί».
Ο υπογράφων έχει ασκήσει κριτική στη λογική αυτή, θεωρώντας την αυτοκαταστροφική. Ο λόγος είναι και ο υποκειμενισμός που αφορά στο «γεωπολιτικό κριτήριο». Μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε κατασπατάληση εθνικών πόρων, οι οποίοι θα επιφέρουν δυσανάλογα φτωχό αποτύπωμα στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα που θα έπρεπε να απασχολεί πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Σε γενικές γραμμές, όμως, η πρώτη δείχνει να παριστάνει ότι το κατέχει(!) και δεν έχει καν ανάγκη τη δεύτερη, που με τη σειρά της –πλήρως υποταγμένη– δεν τολμά να εκφέρει «δυσάρεστη» άποψη. Αντί η συνεννόηση να γίνεται με όρους ειλικρίνειας, έχουν κι εδώ επικρατήσει politics!
Όπως έχει αναφερθεί κατά κόρον τελευταία, αναμένουμε την τελική πράξη του δράματος στον στρατηγικό διάλογο Ελλάδας-ΗΠΑ, που θα εμπεριέχει και την εξοπλιστική παράμετρο. Βέβαια, συμπληρώνουμε αισίως μια διετία αναμονής. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι έχει υπάρξει τα τελευταία χρόνια οικονομική στήριξη από τις ΗΠΑ σε διάφορες περιπτώσεις, με το συνολικό ποσό να ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια. Ευνόητοι λόγοι απαγορεύουν πιο συγκεκριμένες αναφορές.
Και μόνο όμως η απροθυμία επίσημης κοινοποίησης των λεπτομερειών αυτών, σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραμένουν προσδεμένες στο αφήγημα της «αναντικατάστατης Τουρκίας» και κάνουν τα πάντα να μην κακοκαρδίσουν τον σουλτάνο, αφού θυσιάζουν το προφανές επικοινωνιακό όφελος που θα συνεπαγόταν η δημοσιοποίηση. Η δε Ελλάδα συντάσσεται απόλυτα με αυτή την πολιτική. Στο μέτρο που απολαμβάνει τα οφέλη, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι δεν έχει λόγο κοινοποίησης.
Αυτό που όμως απαράδεκτα ανέχεται –με την εξαίρεση μιας σύντομης πρωθυπουργικής αναφοράς μετά από τις ισχυρές διαμαρτυρίες που προέκυψαν– είναι η αποδοχή της διασύνδεσης των F-35 με την όλη διαπραγμάτευση Αμερικανών-Τούρκων. Διότι αυτό αποδεικνύει, τόσο ότι έχουμε εναποθέσει στην Ουάσινγκτον τις ελπίδες ειρηνικής συμβίωσης με την Τουρκία, όσο και τον χαρακτήρα «τέλους προστασίας» που έχει η καταβολή δισεκατομμυρίων για εξοπλισμούς, αφού δεχόμαστε εμμέσως ως πραγματική προτεραιότητα τον κατευνασμό του Ερντογάν και όχι τη ρύθμιση της συμπεριφοράς του με ουσιαστική αναβάθμιση του στρατιωτικού σκέλους της αποτροπής.
Εάν οι εξοπλισμοί γίνονταν με βάση προγραμματισμό και αυστηρή ιεράρχηση αναγκών, δεν θα ανέκυπταν τόσες πολλές ενστάσεις επιχειρησιακού περιεχομένου, για επιλογές που ήδη προωθούνται επικοινωνιακά ως τελειωμένη υπόθεση. Στην περίπτωση των F-35, υπάρχει μια διακηρυγμένη, γενικού περιεχομένου, πολιτική και στρατιωτική πρόθεση προμήθειας, αλλά επιμελώς αποφεύγεται να τεθούν προτεραιότητες στην Αεροπορία (αναβάθμιση F-16 Block 50, μεταφορικά αεροσκάφη κ.α.). Στην περίπτωση των προβληματικών αμερικανικών φρεγατών LCS, ουδείς μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει επίσημα και δεσμευτικά ποια είναι η ελληνική στάση.
Σκόρπιες δηλώσεις πολιτικών, με πολλά στοιχεία ήξεις αφήξεις, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό, είναι μέχρι στιγμής άφαντο. Επίσημα το ΓΕΝ, όχι με διαρροή γενικών σκέψεων και πεποιθήσεων του ενός ή του άλλου αξιωματικού. Αφήνεται δε να μαίνεται πόλεμος στα κοινωνικά δίκτυα, ενώ αγνοείται η ουσία, δηλαδή ποιες είναι οι σκέψεις του Κλάδου για το μέλλον του και ποια είναι τα σενάρια με τα θετικά και τα αρνητικά τους.
Ως υπουργός Εξωτερικών, ο σημερινός υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, φέρεται να είχε συζητήσει στην Ουάσινγκτον για πιθανή ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα των φρεγατών FFG-62 Constellation, που επανήλθε πρόσφατα στην επικαιρότητα. Ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, φέρεται ότι θα συζητήσει κι αυτός εξοπλιστικά προγράμματα στις 9 Φεβρουαρίου στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο του στρατηγικού διαλόγου των δυο χωρών.
Τι στην ευχή πάει τόσο στραβά σε αυτή τη χώρα; Εάν αυτό δεν είναι όχι ένδειξη, αλλά απόδειξη της αδιαφορίας της πολιτικής εξουσίας για την επιχειρησιακή ουσία των εξοπλισμών και υποτιμητικού παραγκωνισμού των στρατιωτικών ηγεσιών των Κλάδων, αναρωτιέται κανείς τι άλλο μπορεί να είναι. Εάν η κυβέρνηση δεν ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της και δεν μαζέψει όλον αυτό τον συρφετό αξιωματούχων που μιλάει στα ΜΜΕ, ερήμην της στρατιωτικής ηγεσίας, λύση δεν θα βρεθεί. Η άμυνα δεν είναι προνόμιο μιας «ελίτ πεφωτισμένων» που δεν δίνουν λόγο πουθενά, αλλά αρμοδιότητα μιας εκλεγμένης πολιτικής ηγεσίας που υπόκειται σε λογοδοσία. Εάν θέλουμε να λεγόμαστε δημοκρατία.
Η παθογένεια βέβαια υπάρχει και στο εσωτερικό των Ενόπλων Δυνάμεων, στο μέτρο που ουδείς αντέδρασε ουσιαστικά στη στρεβλή, εμμονική και υπερσυγκεντρωτική εφαρμογή της κάθετης διοίκησης. Έτσι προέκυψε η αναβίωση του διαλυθέντος το 2014 Β’ Σώματος Στρατού με τη μορφή της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ) του ΓΕΕΘΑ, η προσπάθεια συστηματικής εξίσωσής της με τους Κλάδους, το σύστημα των Αρχηγών Γενικών Επιτελείων ως εκπροσώπων και άλλα. Στα λόγια φαίνεται πως υπάρχει διάθεση αντιμετώπισης του φαινομένου. Ας περιμένουμε και τις πράξεις.
Μπορεί η συζήτηση να περιορίστηκε στα πλέον εμβληματικά οπλικά συστήματα (F-35 και LCS), όπως έχουν επιβληθεί και αρκούντως προπαγανδιστεί από το κυρίαρχο επικοινωνιακό αφήγημα. Το πλέον σκανδαλώδες όμως για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και φυσικά την εκάστοτε στρατιωτική ηγεσία, είναι η χαλαρότητα, αν όχι αδιαφορία, στην άσκηση της μεγαλύτερης δυνατής πίεσης για την αποδέσμευση σύγχρονων αερομεταφερόμενων όπλων κάθε λογής και η έκφραση ενδιαφέροντος για την πραγματοποίηση αγορών σε επαρκείς ποσότητες! Παρόλο που άπαντες ομνύουν στην αποτροπή, δεν δείχνει και τόσο να τους απασχολεί με τι ακριβώς και για πόσο θα πολεμήσει ο ελληνικός αεροπορικός στόλος.
Η φετιχιστική εμμονή με τις πλατφόρμες είναι κουραστική και στείρα. Δεν ασχολούνται τα ΜΜΕ και οι καλεσμένοι τους –ακόμα και ανώτατοι εν αποστρατεία– με τι αυτές θα πολεμήσουν! Η εικόνα που διαβιβάζεται στον αντίπαλο, απέναντι στον οποίο υποτίθεται πως θέλουμε να ενισχύσουμε την αποτροπή, είναι μιας χώρας (πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, αλλά και χειραγωγούμενης κοινωνίας) εθισμένης σε μια εικονική πραγματικότητα. Μιας χώρας που έχει η ίδια πέσει θύμα του επικοινωνιακού αφηγήματος που κυριαρχεί. Μιας χώρας που έχει πάρει διαζύγιο με την ουσία. Τελικά, μιας χώρας που παρά τα παχιά λόγια δεν είναι προετοιμασμένη για πόλεμο, εάν αυτός προκύψει.
[iEpikaira: Για τους παροικούντες αναλυτές το LCS σημαίνει "Little Crappy Ship" propublica.org... Αυτό τα συνοψίζει όλα!]
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA defence-point.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com