Του Κώστα Ράπτη
Υπάρχουν δύο χάρτες που μοιάζουν ο ένας με αρνητικό του άλλου: πρόκειται για τους χάρτες αφενός των χωρών που αναγνωρίζουν Κράτος της Παλαιστίνης και αφετέρου αυτών που υιοθέτησαν κυρώσεις κατά της Ρωσίας για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι ελάχιστα τα κράτη (κυρίως ανατολικοευρωπαϊκά) που συμπίπτουν και στις δύο αυτές πολιτικές επιλογές. Ενδεχομένως η διαφορά που αποτυπώνουν αυτοί οι χάρτες να μην είναι καθόλου τυχαία.
Προφανώς υπήρξαν πολύ περισσότερα (ακριβέστερα: αποτέλεσαν διεθνή πλειοψηφία με 141 ψήφους) τα κράτη τα οποία στις 2 Μαρτίου 2022 αποδοκίμασαν στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όμως το πραγματικό μέτρο της συμπόρευσης με τη Δύση, το δίνει, λόγω της υλικότητάς της, η προσχώρηση σε κυρώσεις και σε αυτό η πλανητική πλειοψηφία επέλεξε ουδέτερη θέση. Η υπεράσπιση βασικών αρχών του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών διόλου δεν ταυτίζεται με τον νεοψυχροπολεμικό ζήλο ή την παραγνώριση της συνθετότητας του ουκρανικού ζητήματος.
Άλλωστε, το "σκορ" της περσινής καταδίκης της Ρωσίας ξεπεράστηκε με την χθεσινή έκτακτη ψηφοφορία στη Γενική Συνέλευση όπου το σχέδιο ψηφίσματος υπέρ μιας άμεσης κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας για ανθρωπιστικούς λόγους, εγκρίθηκε με 153 ψήφους υπέρ, έναντι 10 κατά (συμπεριλαμβανομένων του Ισραήλ και των ΗΠΑ) και 23 αποχών επί συνόλου 193 μελών. Μάλιστα όχι μόνο οι "επιδόσεις" του Ισραήλ έτυχαν ευρύτερης καταδίκης από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά απορρίφθηκε και αμερικανική τροπολογία καταδίκης των "αποτρόπαιων τρομοκρατικών επιθέσεων της Χαμάς" στις 7 Οκτωβρίου. Προφανώς, το "ερέθισμα" και η "αντίδραση" δεν θεωρούνται πλέον συμψηφίσιμα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις θετικές ψήφους συμπεριλαμβανόταν και αυτή της Γαλλίας (η οποία έχει μετατοπισθεί σε σχέση με την περίοδο οπότε καταψήφιζε ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το ρωσοκινεζικό σχέδιο κατάπαυσης του πυρός), καθώς και της Ινδίας, μεγαλύτερης σε πληθυσμό χώρας του κόσμου και μοναδικής από τον παγκόσμιο Νότο η οποία στήριξε σε τέτοιο βαθμό την επαύριο της 7ης Οκτωβρίου το Ισραήλ.
Τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών δεν είναι βεβαίως νομικώς δεσμευτικά - αλλά επίσης δεν προσκρούουν σε βέτο, σαν αυτό που αντέταξαν οι ΗΠΑ στην πλειοψηφία των 13 μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας κατά την τελευταία συνεδρίαση του σώματος για το Μεσανατολικό την περασμένη εβδομάδα, μετά από πρωτοφανή πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα Αντόνιο Γκουτέρες με βάση το άρθρο 99 του Καταστατικού Χάρτη.
Η "λευκή επιταγή" της Ουάσιγκτον στο Ισραήλ, την ώρα που αυτό αρνείται ρητά την προοπτική μιας "λύσης δύο κρατών" στο Μεσανατολικό, όχι μόνο εμπλέκει την ίδια σε δυσεπίλυτες αντιφάσεις, όπως μεταξύ άλλων δείχνουν χαρακτηριστικά οι τελευταίες δηλώσεις του Τζο Μπάιντεν κατά του Βενιαμίν Νετανιάχου, αλλά πείθουν ολοένα και περισσότερο τον "αναπτυσσόμενο" και "αναδυόμενο" κόσμο ότι τα δικά του συμφέροντα και δικαιώματα δεν χωρούν στα διπλά μέτρα και σταθμά της Δύσης.
Πρόκειται για ένα μεγάλο δώρο προς τον Πούτιν, το οποίο και αξιοποιείται καταλλήλως. Διότι όχι μόνο μοιάζει σαν να έχει απωθηθεί στη μνήμη το προηγούμενο της εισβολής στην Ουκρανία, αλλά και αντεπιτίθεται διπλωματικά η Ρωσία, εμφανιζόμενη με αφορμή τη σφαγή της Γάζας ως υπέρμαχος της διεθνούς νομιμότητας.
Εξου και λίγες ώρες μετά την ψηφοφορία στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ προχώρησε σε μία ηχηρή πρωτοβουλία, ζητώντας δημοσίως από τον Αντόνιο Γκουτέρες να διοργανώσει διεθνή διάσκεψη με την υποχρεωτική συμμετοχή των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, του Αραβικού Συνδέσμου, του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας και του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, η οποία σκοπό θα έχει την υλοποίηση της εκκρεμούς από το 1948 δέσμευσης των Ηνωμένων Εθνών για δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους (πλάι στο Ισραήλ).
Όπως εξάλλου υπογράμμισε ο Λαβρόφ, "η διατήρηση της αδικίας έναντι του παλαιστινιακού λαού τροφοδοτεί έντονα ακραία και τρομοκρατικά συναισθήματα". Με άλλα λόγια, επικαλούμενη την εμπειρία της δεκαετίας του '90 (όπου η καταστολή των Τσετσένων ήταν εξίσου ωμή με την τωρινή εμπειρία της Γάζας) η Ρωσία προβάλλει ταυτοχρόνως ως "αντι-τρομοκρατική" δύναμη, αλλά και υπέρμαχος των παλαιστινιακών εθνικών δικαίων.
Όλα αυτά θα πρέπει να ιδωθούν στο φόντο των πρόσφατων μεσανατολικών ανοιγμάτων της Μόσχας τα οποία περιλαμβάνουν την επίσκεψη του Πούτιν την περασμένη εβδομάδα (παρά το εις βάρος του ένταλμα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου) στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία έχουν εξελιχθεί σε βασικό εμπορικό εταίρο της Ρωσίας, καθώς και στη Σαουδική Αραβία, πολύτιμο εταίρο στους κόλπους του OPEC+ για τη ρύθμιση των τιμών του πετρελαίου. Ακολούθησε αμέσως μετά η πεντάωρη συνάντηση του Πούτιν με τον πρόεδρο του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί στη Μόσχα, ενώ οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο πλευρών εξήγγειλαν χθες ότι προετοιμάζεται η συνυπογραφή ιρανο-ρωσικής συμφωνίας "στρατηγικής συνεργασίας".
Υπενθυμίζεται επίσης η αναμενόμενη ένταξης Ιράν, ΗΑΕ, Σαουδικής Αραβίας και Αιγύπτου στην Ομάδα BRICS την Πρωτοχρονιά, αλλά και η πρόσφατη επίσκεψη αντιπροσωπείας της Χαμάς (όχι για πρώτη φορά) στη Μόσχα.
Προφανώς το τηλεφώνημα διαμαρτυρίας του παλαιού φίλου του Πούτιν, Βενιαμίν Νετανιάχου την Κυριακή δεν μοιάζει να έπιασε τόπο. Άλλωστε τα κέρδη της στενότερης προσέγγισης του αραβο-μουσουλμανικού κόσμου υπερβαίνουν τα κόστη της αποστασιοποίησης από το Ισραήλ.
Αναρτήθηκε από το συνεργάτη μας Μιχάλη Τσολάκη