Από Davide Basso | Μεταφρασμένο από Μαριάνθη Πελεκανάκη
«Το επίπεδο των απειλών από ξένες παρεμβάσεις είναι υψηλό σε ένα τεταμένο διεθνές πλαίσιο», έγραψε η DPR στην έκθεσή της, η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη. [Shutterstock/Bruce Rolff]
Η Γαλλική Κοινοβουλευτική Αντιπροσωπεία για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών (DPR) έχει εντοπίσει τη Ρωσία, την Κίνα, την Τουρκία και το Ιράν ως κορυφαίες χώρες που ασκούν ξένη παρέμβαση στη Γαλλία και την Ευρώπη. Ενώ η Μόσχα κατέχει αυτή τη στιγμή την πρώτη θέση, μια πρόσφατη έκθεση αναφέρει ότι το Πεκίνο πρόκειται να την ξεπεράσει, καθώς διαθέτει περίπου 250.000 πράκτορες στο πεδίο.
Όσον αφορά την καταπολέμηση των κινδύνων, η ετήσια έκθεση κάνει απολογισμό της τρέχουσας κατάστασης για τις πληροφορίες και την ξένη παρέμβαση, ενώ καθορίζει συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση των απειλών, όπως τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων, εκστρατειών ευαισθητοποίησης και κυρώσεις σε επίπεδο ΕΕ.
«Το επίπεδο των απειλών από ξένες παρεμβάσεις είναι υψηλό σε ένα τεταμένο διεθνές πλαίσιο», έγραψε η DPR στην έκθεσή της, η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.
Η DPR είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της κυβέρνησης στις μυστικές υπηρεσίες και αποτελείται από ένα μικρό αριθμό βουλευτών από όλα τα κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα. Καθώς η DPR λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό υπό τη σφραγίδα του «αμυντικού απορρήτου», πολλά μέρη της έκθεσης έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία.
Ωστόσο, ένα πράγμα είναι σαφές: το υψηλό επίπεδο απειλής από ξένες παρεμβάσεις συνδέεται με «μια ριζική αλλαγή στο γεωπολιτικό πλαίσιο» και «την ψηφιακή και τεχνολογική επανάσταση». Η έκθεση εξηγεί ότι αυτό έχει καταστήσει τον κυβερνοχώρο «το προτιμώμενο πεδίο αντιπαράθεσης» μεταξύ των κρατών και έχει επεκτείνει την ικανότητά τους για επιρροή, παρέμβαση και κατασκοπεία.
Σύμφωνα με την DPR, τα κράτη των οποίων οι δραστηριότητες προκαλούν τη μεγαλύτερη ανησυχία είναι η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και το Ιράν.
Η αντιπροσωπεία εξηγεί ότι η Ρωσία είναι το μόνο κράτος που έχει «καθιερώσει ως επίσημο δόγμα» τη χειραγώγηση πληροφοριών με στόχο την «αποδυνάμωση της Δύσης», αναφερόμενη στην παρέμβαση στις εκλογικές διαδικασίες, ιδίως στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ και του 2017 στη Γαλλία (“Macron Leaks”).
Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης την ειδική περίπτωση της Κίνας και το τεράστιο μέγεθος της υπηρεσίας εξωτερικών πληροφοριών της, η οποία διαθέτει 250.000 πράκτορες. Επιπλέον, η κινεζική νομοθεσία «καθιστά κάθε Κινέζο υπήκοο δυνητικό κατάσκοπο, ενώ η παρεμπόδιση του έργου των μυστικών υπηρεσιών τιμωρείται με κυρώσεις», αυξάνοντας τον κίνδυνο παρεμβάσεων.
Η κινεζική διασπορά είναι ένα σημαντικό γρανάζι στη στρατηγική της Κίνας για παρεμβάσεις – γνωστή ως «Ενιαίο Μέτωπο» – μέσω ενός δικτύου θεσμών που ελέγχονται άμεσα από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τον έλεγχο των κινεζόφωνων μέσων ενημέρωσης σε πολλές χώρες του εξωτερικού.
Η έκθεση εξηγεί ότι η ιδιαιτερότητα της Κίνας έγκειται επίσης στην οικονομική και ακαδημαϊκή παρέμβαση και την κατασκοπεία. Αυτό λαμβάνει τη μορφή επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς – ενέργεια, μεταφορές, εταιρείες διπλής χρήσης, ανατρεπτικές τεχνολογίες – και τη χρηματοδότηση πανεπιστημίων σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό επηρεάζει επίσης τις συμμαχικές χώρες: η αντιπροσωπεία ανησυχεί ότι οι μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, καθώς και οι νεοσύστατες επιχειρήσεις, αναγκάζονται να στραφούν σε χρηματοδότηση από το εξωτερικό. «Υπολογίζεται ότι οι μεγάλοι αμερικανικοί όμιλοι αναλαμβάνουν τελικά το 80% των γαλλικών νεοφυών επιχειρήσεων», αναφέρει.
Ωστόσο, «η ρωσική απειλή είναι σημαντικά η μεγαλύτερη, αλλά μεσοπρόθεσμα, σε περίπου δέκα χρόνια, η κινεζική απειλή, η οποία είναι παγκόσμια και συστημική, θα είναι αναμφίβολα η μεγαλύτερη», προσθέτει η έκθεση.
Τέλος στην αφέλεια
Για τους βουλευτές που συνέταξαν την έκθεση, «η πρώτη ευπάθεια είναι η αφέλεια, η οποία πηγάζει από την έλλειψη επίγνωσης του κινδύνου. Αυτό αφορά τόσο τους δημόσιους φορείς λήψης αποφάσεων (εκλεγμένους αντιπροσώπους και ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους) όσο και τις επιχειρήσεις και τους ακαδημαϊκούς κύκλους».
Ως εκ τούτου, ζητούν την καθιέρωση συστηματικών εκστρατειών ευαισθητοποίησης που θα απευθύνονται σε εθνικούς και τοπικούς εκλεγμένους αντιπροσώπους, επιχειρήσεις και ακαδημαϊκούς κύκλους.
«Αυτές οι ξένες δυνάμεις εκμεταλλεύονται επίσης μια μορφή αφέλειας και άρνησης που επικρατεί εδώ και καιρό στην Ευρώπη», συνεχίζει η έκθεση της DPR, σύμφωνα με την οποία «η επιστροφή του πολέμου στην ήπειρό μας οδήγησε σε μια συλλογική συνειδητοποίηση της ανάγκης να προστατεύσουμε την κυριαρχία μας».
Ενεργοποίηση αντιμέτρων
Ως εκ τούτου, οι συντάκτες της έκθεσης θεωρούν ότι είναι απαραίτητο «να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας» έναντι τέτοιων παρεμβάσεων και «να αναπτύξουμε εργαλεία αντικατασκοπείας που να είναι συμβατά με τον σεβασμό των δημοκρατικών μας αξιών».
Μεταξύ των συστάσεών τους, τα μέλη του DPR προτείνουν «να καταστεί υποχρεωτική η εγγραφή των παραγόντων που επηρεάζουν τη γαλλική δημόσια ζωή για λογαριασμό μιας ξένης δύναμης και να υπόκεινται σε μια σειρά δεοντολογικών υποχρεώσεων» κατά το πρότυπο του νόμου των ΗΠΑ περί εγγραφής ξένων πρακτόρων (FARA).
«Η εισαγωγή ενός ad hoc συστήματος στη Γαλλία θα μπορούσε επίσης να προϊδεάσει για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού FARA», ελπίζει το DPR.
Ευρωπαϊκή απάντηση
Έχοντας υπόψιν τα συμπεράσματα της έκθεσης της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ξένη παρέμβαση, η DPR ζητεί επίσης μια «ατάλληλη ευρωπαϊκή απάντηση» για την αντιμετώπιση της ξένης παρέμβασης σε επίπεδο ΕΕ.
Πρώτον, η αντιπροσωπεία υποστηρίζει «τη θέσπιση δεσμευτικών νομικών μέσων συνοδευόμενων από ένα σύστημα κυρώσεων […] για να τεθεί τέλος σε μια μορφή ατιμωρησίας» για τις εκστρατείες αποσταθεροποίησης και παραπληροφόρησης που προέρχονται από το εξωτερικό.
Για παράδειγμα, ο κώδικας ορθής πρακτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της διαδικτυακής παραπληροφόρησης θα πρέπει να είναι δεσμευτικός.
Γενικότερα, οι ευρωβουλευτές ζητούν βελτιώσεις στον «ευρωπαϊκό μηχανισμό ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, με ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους προσαρμοσμένους στις προκλήσεις και με εγγύηση ότι η ασφάλεια των στρατηγικών υποδομών δεν εξαρτάται από ξένες τεχνολογίες». Προτείνουν επίσης την ιδέα μιας «διεθνούς συνθήκης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο», την οποία θα μπορούσε να προωθήσει η ΕΕ.
Τέλος, η DPR συνιστά τον καθορισμό μιας «στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των διαφόρων φορέων και δομών της ΕΕ και των κρατών μελών» για να εξασφαλιστεί ο αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ των συμμάχων.
Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά μια νομοθετική και κανονιστική δέσμη για την «υπεράσπιση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας» προκειμένου να εισαχθούν πρότυπα διαφάνειας και λογοδοσίας για τους εκπροσώπους ξένων συμφερόντων, η πρωτοβουλία αυτή έχει επικριθεί από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Περισσότερο από ποτέ, λοιπόν, «χρειαζόμαστε μια δημόσια συζήτηση για τη δημοκρατική απάντηση στην ξένη παρέμβαση», καταλήγει η έκθεση, καλώντας τη γαλλική κυβέρνηση να εισαγάγει νόμο για την καταπολέμηση του φαινομένου εν αναμονεί της ευρωπαϊκής απάντησης.
Πηγή: euractiv.gr
«Το επίπεδο των απειλών από ξένες παρεμβάσεις είναι υψηλό σε ένα τεταμένο διεθνές πλαίσιο», έγραψε η DPR στην έκθεσή της, η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη. [Shutterstock/Bruce Rolff]
Η Γαλλική Κοινοβουλευτική Αντιπροσωπεία για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών (DPR) έχει εντοπίσει τη Ρωσία, την Κίνα, την Τουρκία και το Ιράν ως κορυφαίες χώρες που ασκούν ξένη παρέμβαση στη Γαλλία και την Ευρώπη. Ενώ η Μόσχα κατέχει αυτή τη στιγμή την πρώτη θέση, μια πρόσφατη έκθεση αναφέρει ότι το Πεκίνο πρόκειται να την ξεπεράσει, καθώς διαθέτει περίπου 250.000 πράκτορες στο πεδίο.
Όσον αφορά την καταπολέμηση των κινδύνων, η ετήσια έκθεση κάνει απολογισμό της τρέχουσας κατάστασης για τις πληροφορίες και την ξένη παρέμβαση, ενώ καθορίζει συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση των απειλών, όπως τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων, εκστρατειών ευαισθητοποίησης και κυρώσεις σε επίπεδο ΕΕ.
«Το επίπεδο των απειλών από ξένες παρεμβάσεις είναι υψηλό σε ένα τεταμένο διεθνές πλαίσιο», έγραψε η DPR στην έκθεσή της, η οποία δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.
Η DPR είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της κυβέρνησης στις μυστικές υπηρεσίες και αποτελείται από ένα μικρό αριθμό βουλευτών από όλα τα κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα. Καθώς η DPR λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό υπό τη σφραγίδα του «αμυντικού απορρήτου», πολλά μέρη της έκθεσης έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία.
Ωστόσο, ένα πράγμα είναι σαφές: το υψηλό επίπεδο απειλής από ξένες παρεμβάσεις συνδέεται με «μια ριζική αλλαγή στο γεωπολιτικό πλαίσιο» και «την ψηφιακή και τεχνολογική επανάσταση». Η έκθεση εξηγεί ότι αυτό έχει καταστήσει τον κυβερνοχώρο «το προτιμώμενο πεδίο αντιπαράθεσης» μεταξύ των κρατών και έχει επεκτείνει την ικανότητά τους για επιρροή, παρέμβαση και κατασκοπεία.
Σύμφωνα με την DPR, τα κράτη των οποίων οι δραστηριότητες προκαλούν τη μεγαλύτερη ανησυχία είναι η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και το Ιράν.
Η αντιπροσωπεία εξηγεί ότι η Ρωσία είναι το μόνο κράτος που έχει «καθιερώσει ως επίσημο δόγμα» τη χειραγώγηση πληροφοριών με στόχο την «αποδυνάμωση της Δύσης», αναφερόμενη στην παρέμβαση στις εκλογικές διαδικασίες, ιδίως στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ και του 2017 στη Γαλλία (“Macron Leaks”).
Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης την ειδική περίπτωση της Κίνας και το τεράστιο μέγεθος της υπηρεσίας εξωτερικών πληροφοριών της, η οποία διαθέτει 250.000 πράκτορες. Επιπλέον, η κινεζική νομοθεσία «καθιστά κάθε Κινέζο υπήκοο δυνητικό κατάσκοπο, ενώ η παρεμπόδιση του έργου των μυστικών υπηρεσιών τιμωρείται με κυρώσεις», αυξάνοντας τον κίνδυνο παρεμβάσεων.
Η κινεζική διασπορά είναι ένα σημαντικό γρανάζι στη στρατηγική της Κίνας για παρεμβάσεις – γνωστή ως «Ενιαίο Μέτωπο» – μέσω ενός δικτύου θεσμών που ελέγχονται άμεσα από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τον έλεγχο των κινεζόφωνων μέσων ενημέρωσης σε πολλές χώρες του εξωτερικού.
Η έκθεση εξηγεί ότι η ιδιαιτερότητα της Κίνας έγκειται επίσης στην οικονομική και ακαδημαϊκή παρέμβαση και την κατασκοπεία. Αυτό λαμβάνει τη μορφή επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς – ενέργεια, μεταφορές, εταιρείες διπλής χρήσης, ανατρεπτικές τεχνολογίες – και τη χρηματοδότηση πανεπιστημίων σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό επηρεάζει επίσης τις συμμαχικές χώρες: η αντιπροσωπεία ανησυχεί ότι οι μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, καθώς και οι νεοσύστατες επιχειρήσεις, αναγκάζονται να στραφούν σε χρηματοδότηση από το εξωτερικό. «Υπολογίζεται ότι οι μεγάλοι αμερικανικοί όμιλοι αναλαμβάνουν τελικά το 80% των γαλλικών νεοφυών επιχειρήσεων», αναφέρει.
Ωστόσο, «η ρωσική απειλή είναι σημαντικά η μεγαλύτερη, αλλά μεσοπρόθεσμα, σε περίπου δέκα χρόνια, η κινεζική απειλή, η οποία είναι παγκόσμια και συστημική, θα είναι αναμφίβολα η μεγαλύτερη», προσθέτει η έκθεση.
Τέλος στην αφέλεια
Για τους βουλευτές που συνέταξαν την έκθεση, «η πρώτη ευπάθεια είναι η αφέλεια, η οποία πηγάζει από την έλλειψη επίγνωσης του κινδύνου. Αυτό αφορά τόσο τους δημόσιους φορείς λήψης αποφάσεων (εκλεγμένους αντιπροσώπους και ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους) όσο και τις επιχειρήσεις και τους ακαδημαϊκούς κύκλους».
Ως εκ τούτου, ζητούν την καθιέρωση συστηματικών εκστρατειών ευαισθητοποίησης που θα απευθύνονται σε εθνικούς και τοπικούς εκλεγμένους αντιπροσώπους, επιχειρήσεις και ακαδημαϊκούς κύκλους.
«Αυτές οι ξένες δυνάμεις εκμεταλλεύονται επίσης μια μορφή αφέλειας και άρνησης που επικρατεί εδώ και καιρό στην Ευρώπη», συνεχίζει η έκθεση της DPR, σύμφωνα με την οποία «η επιστροφή του πολέμου στην ήπειρό μας οδήγησε σε μια συλλογική συνειδητοποίηση της ανάγκης να προστατεύσουμε την κυριαρχία μας».
Ενεργοποίηση αντιμέτρων
Ως εκ τούτου, οι συντάκτες της έκθεσης θεωρούν ότι είναι απαραίτητο «να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας» έναντι τέτοιων παρεμβάσεων και «να αναπτύξουμε εργαλεία αντικατασκοπείας που να είναι συμβατά με τον σεβασμό των δημοκρατικών μας αξιών».
Μεταξύ των συστάσεών τους, τα μέλη του DPR προτείνουν «να καταστεί υποχρεωτική η εγγραφή των παραγόντων που επηρεάζουν τη γαλλική δημόσια ζωή για λογαριασμό μιας ξένης δύναμης και να υπόκεινται σε μια σειρά δεοντολογικών υποχρεώσεων» κατά το πρότυπο του νόμου των ΗΠΑ περί εγγραφής ξένων πρακτόρων (FARA).
«Η εισαγωγή ενός ad hoc συστήματος στη Γαλλία θα μπορούσε επίσης να προϊδεάσει για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού FARA», ελπίζει το DPR.
Ευρωπαϊκή απάντηση
Έχοντας υπόψιν τα συμπεράσματα της έκθεσης της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ξένη παρέμβαση, η DPR ζητεί επίσης μια «ατάλληλη ευρωπαϊκή απάντηση» για την αντιμετώπιση της ξένης παρέμβασης σε επίπεδο ΕΕ.
Πρώτον, η αντιπροσωπεία υποστηρίζει «τη θέσπιση δεσμευτικών νομικών μέσων συνοδευόμενων από ένα σύστημα κυρώσεων […] για να τεθεί τέλος σε μια μορφή ατιμωρησίας» για τις εκστρατείες αποσταθεροποίησης και παραπληροφόρησης που προέρχονται από το εξωτερικό.
Για παράδειγμα, ο κώδικας ορθής πρακτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της διαδικτυακής παραπληροφόρησης θα πρέπει να είναι δεσμευτικός.
Γενικότερα, οι ευρωβουλευτές ζητούν βελτιώσεις στον «ευρωπαϊκό μηχανισμό ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, με ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους προσαρμοσμένους στις προκλήσεις και με εγγύηση ότι η ασφάλεια των στρατηγικών υποδομών δεν εξαρτάται από ξένες τεχνολογίες». Προτείνουν επίσης την ιδέα μιας «διεθνούς συνθήκης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο», την οποία θα μπορούσε να προωθήσει η ΕΕ.
Τέλος, η DPR συνιστά τον καθορισμό μιας «στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των διαφόρων φορέων και δομών της ΕΕ και των κρατών μελών» για να εξασφαλιστεί ο αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ των συμμάχων.
Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά μια νομοθετική και κανονιστική δέσμη για την «υπεράσπιση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας» προκειμένου να εισαχθούν πρότυπα διαφάνειας και λογοδοσίας για τους εκπροσώπους ξένων συμφερόντων, η πρωτοβουλία αυτή έχει επικριθεί από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Περισσότερο από ποτέ, λοιπόν, «χρειαζόμαστε μια δημόσια συζήτηση για τη δημοκρατική απάντηση στην ξένη παρέμβαση», καταλήγει η έκθεση, καλώντας τη γαλλική κυβέρνηση να εισαγάγει νόμο για την καταπολέμηση του φαινομένου εν αναμονεί της ευρωπαϊκής απάντησης.
Πηγή: euractiv.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com