του Δημήτρη Τσαϊλά, Ναυάρχου ε.α.
Οι προσπάθειες ενίσχυσης των ναυτικών των παρακτίων χωρών της Μεσογείου, οι επιδεινούμενες διαμάχες για τη θαλάσσια δικαιοδοσία και ο θαλάσσιος άξονας του Ελληνισμού από το Αιγαίο προς την περιοχή της Μεσογείου, μας υπενθυμίζει ότι η θάλασσα είναι πάντα στην κεντρική σκηνή στην ανθρώπινη ανάπτυξη ως πηγή πόρων και ως μέσο μεταφορών, της ανταλλαγής πληροφοριών και της στρατηγικής κυριαρχίας. Παρέχει τη βάση για την ευημερία και την ασφάλεια της ανθρωπότητας, και αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο σήμερα, με την εμφάνιση ενός ολοένα και πιο παγκοσμιοποιημένου εμπορικού συστήματος.
Η τοποθεσία της Οικονομικής Ζώνης του θαλάσσιου άξονα Αιγαίου-Μεσογείου διαδραματίζει αποτελεσματικό ρόλο στο επίκεντρο δύο στρατηγικών διαδρομών. Της κινεζικής πρωτοβουλίας Belt and Road, και του διαδρόμου Ινδίας-Μέσης Ανατολής-ΕΕ (IMEC) εξασφαλίζοντας μια μόνιμη στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ του Ελληνισμού (Ελλάδα-Κύπρος) και των άλλων συμμετεχουσών πλευρών, για την ενίσχυση της έννοιας του ρόλου των οικονομικών διαδρόμων και λιμένων στην ανάπτυξη προς όφελος όλων των μερών. Αυτό μας φέρνει σε μια θεμελιώδη ενέργεια ελέγχου των θαλασσών, το οποίο είναι η σημασία της ολοκλήρωσης μεταξύ λιμένων και ηπειρωτικών περιοχών, ως το πιο σημαντικό μοντέλο και ως πρότυπο συνεργασιών που είναι το πιο διακεκριμένο στη σύγχρονη εποχή, προκειμένου να προχωρήσει ο τροχός ανάπτυξης για όλα τα μέλη και να ανοίξει ατελείωτους ορίζοντες μπροστά σε διάφορες επενδύσεις. Διαπιστώνουμε ότι άξονας Αιγαίου-Μεσογείου είναι μια σημαντική πύλη για τα ασιατικά προϊόντα να εισέλθουν στις αγορές της Αφρικής και της Ευρώπης, λόγω της στρατηγικής του θέσης. Ως εκ τούτου, εξυπηρετεί τόσο την κινεζική πρωτοβουλία Belt and Road, όσο και το διάδρομο IMEC και αυτό θα αντικατοπτριστεί σε μεγάλο βαθμό μετά την ολοκλήρωση καθορισμού των θαλασσίων ζωνών από τα παράκτια κράτη αλλά και των ανταγωνιστικών προβλημάτων που παρουσιάζονται.
Ενώ ο IMEC έχει προταθεί για την αντιμετώπιση της πρωτοβουλίας Belt and Road που πρότεινε η Κίνα, η κινεζική παρουσία δεν μπορεί να απομακρυνθεί κατά μήκος της διαδρομής του IMEC. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στο λιμάνι του Πειραιά δραστηριοποιείται η China Ocean Shipping (Group) Company (COSCO), η οποία είναι κινεζική κρατική εταιρεία. Από την άλλη, όλο το εμπόριο μεταξύ Ινδίας και Ευρώπης πραγματοποιείται μέσω της θαλάσσιας οδού, η οποία διέρχεται από τη διώρυγα του Σουέζ, που ελέγχεται από την Αίγυπτο. Επιπλέον, εκτιμάται ότι η Αίγυπτος, η οποία θα μπορούσε να χάσει έσοδα εάν παρακαμφθεί η διώρυγα του Σουέζ, θα μπορούσε επίσης να εγείρει αντιρρήσεις για το σχέδιο του IMEC. Ωστόσο, η Διώρυγα του Σουέζ θεωρείται επίσης ο κύριος σταθμός και ο κύριος θαλάσσιος διάδρομος για τη θαλάσσια διαδρομή της Πρωτοβουλίας Belt and Road, η οποία επικεντρώνεται στη σύνδεση των ηπείρων της Ασίας, της Αφρικής, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η αξία του άξονα Αιγαίου-Μεσογείου είναι προστιθέμενη αυξάνοντας το γεωστρατηγικό ρόλο του Ελληνισμού.
Για το λόγο αυτό, υπό το πρίσμα του συστήματος παγκοσμιοποίησης και της νέας παγκόσμιας οικονομικής τάξης που προσπαθεί να ενισχύσει για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των χωρών, επιδιώκονται αυτές οι πρωτοβουλίες/συνεργασίες, οι οποίες μας επιτρέπουν να συνεργαζόμαστε με τους στρατηγικούς εταίρους. Στο πλαίσιο αυτό, ο Ελληνισμός αποτελεί κέντρο βάρους λόγω γεωγραφίας και Εμπορικής Ναυτιλίας. Επίσης, η ναυτική ισχύς παρέχει πάντα έναν τρόπο ελέγχου των θαλασσίων διαδρόμων, και διασφάλισης της οικονομικής εκμετάλλευσης, του συστήματος. Στις σύγχρονες συνθήκες, το Πολεμικό Ναυτικό και άλλες μορφές θαλάσσιας ισχύος πρέπει να προσαρμοστούν, προκειμένου να ασκήσουν διακλαδικά τη μέγιστη ισχύ στις χερσαίες περιοχές και να διευρύνουν το φάσμα των ενδιαφερόντων, των δραστηριοτήτων και των ευθυνών τους. Ενώ αυτές οι νέες αποστολές και έργα αναπτύσσονται γρήγορα, οι παραδοσιακές σκέψεις εξακολουθούν να κυριαρχούν. Η αποτροπή παραμένει το πρωτεύον καθήκον των σημερινών ναυτικών, υποστηριζόμενη από την ανάγκη να «πολεμήσουν και να νικήσουν» εάν είναι απαραίτητο. Το πώς τα ναυτικά και τα κράτη τους ισορροπούν αυτές τις δύο επιταγές θα μας πει πολλά για το μέλλον μας σε αυτόν τον ολοένα και πιο θαλάσσιο αιώνα.
Συμπεράσματα
Ο άξονας Αιγαίου-Μεσογείου διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση της συνεργασίας στους τομείς των εμπορικών συναλλαγών, του εντοπισμού της βιομηχανίας και της μεταφοράς τεχνολογίας και ενέργειας στην Ελλάδα και στη συνέχεια στην Ευρώπη. Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος είναι να στηρίξει την οικονομία και το ενδοκρατικό εμπόριο μεταξύ των χωρών, να διευκολύνει το εμπόριο και να επεκτείνει τις γραμμές επικοινωνίας, τονίζοντας ότι αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει την επέκταση των υποβρυχίων καλωδίων, επικοινωνιών, Διαδικτύου και θαλάσσιων γραμμών ψηφιοποίησης, εξηγώντας ότι η Ελλάδα η χώρα «Βατήρας και πύλη της Ευρώπης». Επίσης η Ελλάδα αντιπροσωπεύει έναν πολύ σημαντικό αριθμό εμπορικών πλοίων και έχει το γεωστρατηγικό βάρος της, λαμβάνοντας υπόψη τον άξονα Αιγαίου-Μεσογείου, και τη σημασία της γεωγραφικής θέσης, καθώς συνδέει την ανατολή με τη δύση και τον βορρά με τον νότο.
Προκειμένου να ενισχυθούν αυτές οι συνεργασίες, τόσο η Κίνα όσο και η Ινδία επιδιώκουν να επεκτείνουν τη βάση συνεργασίας με την Ελλάδα, έτσι ώστε να αποτελέσει σημείο εκκίνησης για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και της πολιτικής σταθερότητας των χωρών, ιδίως υπό το πρίσμα του υλικού συστήματος παγκοσμιοποίησης. Κατά συνέπεια, διαπιστώνουμε ότι όλα τα στοιχεία επιτυχίας είναι διαθέσιμα, καθώς ξεκίνησε από μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή αντίληψη που απευθύνεται στις οικονομίες και στοχεύει στην ενίσχυση της συνεργασίας με πολλά διεθνή φόρα.
Για την υλοποίηση αυτών των συνεργασιών πιο ενδιαφέρουσα είναι η προτεραιότητα να διατηρήσουμε τα μέσα για να κερδίσουμε αποφασιστικά σε μια επιχείρηση πολλαπλών φάσεων και να αρνηθούμε τους στόχους του κάθε επιτιθέμενου σε ολόκληρη της ελληνική επικράτεια. Αυτές είναι φράσεις γεμάτες νόημα για όσους είναι στοχαστές του πολέμου. Στη γλώσσα του Sir Julian Corbett, το Πολεμικό Ναυτικό ορκίζεται να κερδίσει έναν παρατεταμένο πόλεμο θετικού στόχου, η στη γλώσσα του Clausewitz μια εκστρατεία για να αναγκάσει τον αντίπαλο να υποταχθεί στη θέλησή μας, ενώ ταυτόχρονα διεξάγει έναν πόλεμο αρνητικού στόχου, μια εκστρατεία που προορίζεται να ματαιώσει – ή, σύμφωνα με τα λόγια του Sun Tzu, να εμποδίσει – τα σχέδια του αντιπάλου.
Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον σημείο αναφοράς για τη ναυτική επάρκεια του Ελληνισμού, επειδή είναι σχετικό. Οι στρατιωτικοί ειδικοί έχουν τη συνήθεια να καθορίζουν τα μέσα που μπορούμε να αντέξουμε οικονομικά και να τα προμηθεύουν. Αυτό μειώνει τους αντιπάλους μας από την επιθετικότητά τους. Ωστόσο, ο εχθρός θέλει να κερδίσει και έχει λόγο στο πώς εξελίσσονται τα σχέδιά μας. Κατά συνέπεια, ο μόνος ουσιαστικός τρόπος για να μετρηθεί η ισχύς είναι σε σχέση με τον αντίπαλο που επιδιώκει δικούς του στόχους.
Ο συνήθης ύποπτος, ή πιθανός ανταγωνιστής στον άξονα Αιγαίου-Μεσογείου, είναι η Τουρκία. Τι χρειάζονται οι ΕΕΔ, ας πούμε, για να αποτρέψουν αποφασιστικά την Τουρκία; Η ετοιμότητα και προετοιμασία των ΕΔ είναι θέμα επιχειρησιακής σύνεσης. Αν γίνει σωστά, θα μπορούσε επίσης να παράσχει έναν μοχλό για να αποσπάσει περισσότερους πόρους ναυπηγικής/αμυντικής βιομηχανίας. Εάν η ναυτική ηγεσία μπορεί να δείξει ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί αποκλείουν τις επιλογές του Ελληνισμού σε θέατρα όπως το Αιγαίο και η Μεσόγειος, η πραγματικότητα μπορεί επιτέλους να εδραιωθεί μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών. Το φάντασμα της αποτυχίας – ή της ήττας – έχει έναν τρόπο να το κάνει αυτό, αλλά όσοι ανησυχούμε δεν το επιθυμούμε.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, και του Strategy International.
Οι προσπάθειες ενίσχυσης των ναυτικών των παρακτίων χωρών της Μεσογείου, οι επιδεινούμενες διαμάχες για τη θαλάσσια δικαιοδοσία και ο θαλάσσιος άξονας του Ελληνισμού από το Αιγαίο προς την περιοχή της Μεσογείου, μας υπενθυμίζει ότι η θάλασσα είναι πάντα στην κεντρική σκηνή στην ανθρώπινη ανάπτυξη ως πηγή πόρων και ως μέσο μεταφορών, της ανταλλαγής πληροφοριών και της στρατηγικής κυριαρχίας. Παρέχει τη βάση για την ευημερία και την ασφάλεια της ανθρωπότητας, και αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο σήμερα, με την εμφάνιση ενός ολοένα και πιο παγκοσμιοποιημένου εμπορικού συστήματος.
Η τοποθεσία της Οικονομικής Ζώνης του θαλάσσιου άξονα Αιγαίου-Μεσογείου διαδραματίζει αποτελεσματικό ρόλο στο επίκεντρο δύο στρατηγικών διαδρομών. Της κινεζικής πρωτοβουλίας Belt and Road, και του διαδρόμου Ινδίας-Μέσης Ανατολής-ΕΕ (IMEC) εξασφαλίζοντας μια μόνιμη στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ του Ελληνισμού (Ελλάδα-Κύπρος) και των άλλων συμμετεχουσών πλευρών, για την ενίσχυση της έννοιας του ρόλου των οικονομικών διαδρόμων και λιμένων στην ανάπτυξη προς όφελος όλων των μερών. Αυτό μας φέρνει σε μια θεμελιώδη ενέργεια ελέγχου των θαλασσών, το οποίο είναι η σημασία της ολοκλήρωσης μεταξύ λιμένων και ηπειρωτικών περιοχών, ως το πιο σημαντικό μοντέλο και ως πρότυπο συνεργασιών που είναι το πιο διακεκριμένο στη σύγχρονη εποχή, προκειμένου να προχωρήσει ο τροχός ανάπτυξης για όλα τα μέλη και να ανοίξει ατελείωτους ορίζοντες μπροστά σε διάφορες επενδύσεις. Διαπιστώνουμε ότι άξονας Αιγαίου-Μεσογείου είναι μια σημαντική πύλη για τα ασιατικά προϊόντα να εισέλθουν στις αγορές της Αφρικής και της Ευρώπης, λόγω της στρατηγικής του θέσης. Ως εκ τούτου, εξυπηρετεί τόσο την κινεζική πρωτοβουλία Belt and Road, όσο και το διάδρομο IMEC και αυτό θα αντικατοπτριστεί σε μεγάλο βαθμό μετά την ολοκλήρωση καθορισμού των θαλασσίων ζωνών από τα παράκτια κράτη αλλά και των ανταγωνιστικών προβλημάτων που παρουσιάζονται.
Ενώ ο IMEC έχει προταθεί για την αντιμετώπιση της πρωτοβουλίας Belt and Road που πρότεινε η Κίνα, η κινεζική παρουσία δεν μπορεί να απομακρυνθεί κατά μήκος της διαδρομής του IMEC. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στο λιμάνι του Πειραιά δραστηριοποιείται η China Ocean Shipping (Group) Company (COSCO), η οποία είναι κινεζική κρατική εταιρεία. Από την άλλη, όλο το εμπόριο μεταξύ Ινδίας και Ευρώπης πραγματοποιείται μέσω της θαλάσσιας οδού, η οποία διέρχεται από τη διώρυγα του Σουέζ, που ελέγχεται από την Αίγυπτο. Επιπλέον, εκτιμάται ότι η Αίγυπτος, η οποία θα μπορούσε να χάσει έσοδα εάν παρακαμφθεί η διώρυγα του Σουέζ, θα μπορούσε επίσης να εγείρει αντιρρήσεις για το σχέδιο του IMEC. Ωστόσο, η Διώρυγα του Σουέζ θεωρείται επίσης ο κύριος σταθμός και ο κύριος θαλάσσιος διάδρομος για τη θαλάσσια διαδρομή της Πρωτοβουλίας Belt and Road, η οποία επικεντρώνεται στη σύνδεση των ηπείρων της Ασίας, της Αφρικής, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η αξία του άξονα Αιγαίου-Μεσογείου είναι προστιθέμενη αυξάνοντας το γεωστρατηγικό ρόλο του Ελληνισμού.
Για το λόγο αυτό, υπό το πρίσμα του συστήματος παγκοσμιοποίησης και της νέας παγκόσμιας οικονομικής τάξης που προσπαθεί να ενισχύσει για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των χωρών, επιδιώκονται αυτές οι πρωτοβουλίες/συνεργασίες, οι οποίες μας επιτρέπουν να συνεργαζόμαστε με τους στρατηγικούς εταίρους. Στο πλαίσιο αυτό, ο Ελληνισμός αποτελεί κέντρο βάρους λόγω γεωγραφίας και Εμπορικής Ναυτιλίας. Επίσης, η ναυτική ισχύς παρέχει πάντα έναν τρόπο ελέγχου των θαλασσίων διαδρόμων, και διασφάλισης της οικονομικής εκμετάλλευσης, του συστήματος. Στις σύγχρονες συνθήκες, το Πολεμικό Ναυτικό και άλλες μορφές θαλάσσιας ισχύος πρέπει να προσαρμοστούν, προκειμένου να ασκήσουν διακλαδικά τη μέγιστη ισχύ στις χερσαίες περιοχές και να διευρύνουν το φάσμα των ενδιαφερόντων, των δραστηριοτήτων και των ευθυνών τους. Ενώ αυτές οι νέες αποστολές και έργα αναπτύσσονται γρήγορα, οι παραδοσιακές σκέψεις εξακολουθούν να κυριαρχούν. Η αποτροπή παραμένει το πρωτεύον καθήκον των σημερινών ναυτικών, υποστηριζόμενη από την ανάγκη να «πολεμήσουν και να νικήσουν» εάν είναι απαραίτητο. Το πώς τα ναυτικά και τα κράτη τους ισορροπούν αυτές τις δύο επιταγές θα μας πει πολλά για το μέλλον μας σε αυτόν τον ολοένα και πιο θαλάσσιο αιώνα.
Συμπεράσματα
Ο άξονας Αιγαίου-Μεσογείου διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση της συνεργασίας στους τομείς των εμπορικών συναλλαγών, του εντοπισμού της βιομηχανίας και της μεταφοράς τεχνολογίας και ενέργειας στην Ελλάδα και στη συνέχεια στην Ευρώπη. Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος είναι να στηρίξει την οικονομία και το ενδοκρατικό εμπόριο μεταξύ των χωρών, να διευκολύνει το εμπόριο και να επεκτείνει τις γραμμές επικοινωνίας, τονίζοντας ότι αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει την επέκταση των υποβρυχίων καλωδίων, επικοινωνιών, Διαδικτύου και θαλάσσιων γραμμών ψηφιοποίησης, εξηγώντας ότι η Ελλάδα η χώρα «Βατήρας και πύλη της Ευρώπης». Επίσης η Ελλάδα αντιπροσωπεύει έναν πολύ σημαντικό αριθμό εμπορικών πλοίων και έχει το γεωστρατηγικό βάρος της, λαμβάνοντας υπόψη τον άξονα Αιγαίου-Μεσογείου, και τη σημασία της γεωγραφικής θέσης, καθώς συνδέει την ανατολή με τη δύση και τον βορρά με τον νότο.
Προκειμένου να ενισχυθούν αυτές οι συνεργασίες, τόσο η Κίνα όσο και η Ινδία επιδιώκουν να επεκτείνουν τη βάση συνεργασίας με την Ελλάδα, έτσι ώστε να αποτελέσει σημείο εκκίνησης για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και της πολιτικής σταθερότητας των χωρών, ιδίως υπό το πρίσμα του υλικού συστήματος παγκοσμιοποίησης. Κατά συνέπεια, διαπιστώνουμε ότι όλα τα στοιχεία επιτυχίας είναι διαθέσιμα, καθώς ξεκίνησε από μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή αντίληψη που απευθύνεται στις οικονομίες και στοχεύει στην ενίσχυση της συνεργασίας με πολλά διεθνή φόρα.
Για την υλοποίηση αυτών των συνεργασιών πιο ενδιαφέρουσα είναι η προτεραιότητα να διατηρήσουμε τα μέσα για να κερδίσουμε αποφασιστικά σε μια επιχείρηση πολλαπλών φάσεων και να αρνηθούμε τους στόχους του κάθε επιτιθέμενου σε ολόκληρη της ελληνική επικράτεια. Αυτές είναι φράσεις γεμάτες νόημα για όσους είναι στοχαστές του πολέμου. Στη γλώσσα του Sir Julian Corbett, το Πολεμικό Ναυτικό ορκίζεται να κερδίσει έναν παρατεταμένο πόλεμο θετικού στόχου, η στη γλώσσα του Clausewitz μια εκστρατεία για να αναγκάσει τον αντίπαλο να υποταχθεί στη θέλησή μας, ενώ ταυτόχρονα διεξάγει έναν πόλεμο αρνητικού στόχου, μια εκστρατεία που προορίζεται να ματαιώσει – ή, σύμφωνα με τα λόγια του Sun Tzu, να εμποδίσει – τα σχέδια του αντιπάλου.
Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον σημείο αναφοράς για τη ναυτική επάρκεια του Ελληνισμού, επειδή είναι σχετικό. Οι στρατιωτικοί ειδικοί έχουν τη συνήθεια να καθορίζουν τα μέσα που μπορούμε να αντέξουμε οικονομικά και να τα προμηθεύουν. Αυτό μειώνει τους αντιπάλους μας από την επιθετικότητά τους. Ωστόσο, ο εχθρός θέλει να κερδίσει και έχει λόγο στο πώς εξελίσσονται τα σχέδιά μας. Κατά συνέπεια, ο μόνος ουσιαστικός τρόπος για να μετρηθεί η ισχύς είναι σε σχέση με τον αντίπαλο που επιδιώκει δικούς του στόχους.
Ο συνήθης ύποπτος, ή πιθανός ανταγωνιστής στον άξονα Αιγαίου-Μεσογείου, είναι η Τουρκία. Τι χρειάζονται οι ΕΕΔ, ας πούμε, για να αποτρέψουν αποφασιστικά την Τουρκία; Η ετοιμότητα και προετοιμασία των ΕΔ είναι θέμα επιχειρησιακής σύνεσης. Αν γίνει σωστά, θα μπορούσε επίσης να παράσχει έναν μοχλό για να αποσπάσει περισσότερους πόρους ναυπηγικής/αμυντικής βιομηχανίας. Εάν η ναυτική ηγεσία μπορεί να δείξει ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί αποκλείουν τις επιλογές του Ελληνισμού σε θέατρα όπως το Αιγαίο και η Μεσόγειος, η πραγματικότητα μπορεί επιτέλους να εδραιωθεί μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών. Το φάντασμα της αποτυχίας – ή της ήττας – έχει έναν τρόπο να το κάνει αυτό, αλλά όσοι ανησυχούμε δεν το επιθυμούμε.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, και του Strategy International.
geopolitics.iisca.eu προσπελάστηκε anixneuseis.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com