Γράφει ο καθηγητής Νικόλαος Κουρογένης *
Σχεδόν καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από σχολιαστές (νομικούς, πολιτικούς επιστήμονες και πολιτικούς) με αναφορές στις “ελληνοτουρκικές διαφορές” και ιδιαίτερα στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Παράλληλα, η Ελλάδα επαναλαμβάνει ότι έχει δικαίωμα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) στα 12 ναυτικά μίλια, όποτε εκείνη επιλέξει. Δεδομένου ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη αφορά στην εθνική κυριαρχία επί θαλάσσιας περιοχής, φαίνεται παράδοξη οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με στόχο τον καθορισμό ΑΟΖ πριν την οριστικοποίηση της αιγιαλίτιδας ζώνης καθενός εκ των δύο κρατών.
Προφανώς, η ελληνική πλευρά επηρεάζεται από το τουρκικό casus belli που αποφασίστηκε ως ανασταλτικός παράγοντας για την επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο. Ένα επιχείρημα της τουρκικής πλευράς είναι ότι η επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα νησιά του Αιγαίου στα 12 ναυτικά μίλια. θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση της δυνατότητας ελεύθερης πρόσβασης των τουρκικών ακτών από τη θάλασσα, ενώ η θαλάσσια συγκοινωνία μεταξύ των τουρκικών παραλίων θα προϋποθέτει ελληνική έγκριση.
Ισχύει όμως κάτι τέτοιο; Ισχυρό αντεπιχείρημα αποτελεί η απόλυτη κατοχύρωση και διεύρυνση από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, του δικαιώματος της αβλαβούς διέλευσης. Επίσης, υπάρχουν ειδικές ρυθμίσεις περί θαλασσίων στενών, που διευκολύνουν τη ναυσιπλοΐα. Κάνοντας χρήση αυτών των δικαιωμάτων ακόμα και πολεμικά πλοία άλλων χωρών μπορούν να περάσουν ανενόχλητα από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και από τα στενά περάσματα μεταξύ των νησιών, όπως εξάλλου γίνεται και σήμερα.
Όμως, πέρα από οποιαδήποτε επιχειρήματα βάσει του Δικαίου της Θάλασσας, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να διερευνήσουμε κατά πόσο η υιοθέτηση των 12 ν.μ. από την Ελλάδα δημιουργεί στο Αιγαίο το πρόβλημα που επικαλείται η τουρκική πλευρά. Παρατηρώντας την Εικόνα 1, γίνεται εμφανές πως σε όλο το βόρειο Αιγαίο, μέχρι και τη γραμμή βόρεια των Μυκόνου-Ικαρίας-Σάμου (κόκκινη γραμμή), ακόμα και με το καθεστώς των 12 ναυτικών μιλίων διατηρούνται όλες οι δίοδοι διεθνών υδάτων προς τις τουρκικές ακτές.
Από την άλλη μεριά, ξεκινώντας από το ύψος της Ικαρίας και της Σάμου μέχρι και τη Ρόδο, η ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη με το σημερινό καθεστώς (6 ν.μ.), ήδη φτάνει πολύ κοντά στα τουρκικά παράλια. Με άλλα λόγια, και βορείως της κόκκινης γραμμής, και νότιά της δεν διαφοροποιείται η δυνατότητα πρόσβασης στα τουρκικά παράλια με την εφαρμογή των 12 ναυτικά μίλια, καθώς βορείως της γραμμής διατηρείται η δυνατότητα πρόσβασης μέσω διεθνών υδάτων. Νοτίως, ήδη τώρα η πρόσβαση μπορεί να γίνει ή μόνο μέσω ελληνικών χωρικών υδάτων, ή αν ακολουθηθεί πορεία εντός των τουρκικών χωρικών υδάτων όπως αυτά ισχύουν σήμερα.
Αβάσιμα τα τουρκικά επιχειρήματα
Συνεπώς, η εφαρμογή των 12 ν.μ. από την Ελλάδα δεν έχει ουδεμία επίπτωση στην πρόσβαση μέσω θαλάσσης των τουρκικών ακτών στο Αιγαίο, δεν καθιστά το Αιγαίο Πέλαγος “ελληνική λίμνη” και δεν αποτελεί (ούτε θα πρέπει να αναφέρεται ως) πρόβλημα που εμποδίζει την επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης. Φυσικά, υπάρχει ένα άλλο επιχείρημα, το οποίο αφορά στην πλωτή διέλευση μέσω του Αιγαίου από και προς τα Δαρδανέλια και τη Μαύρη Θάλασσα. Αυτό το επιχείρημα αναφέρει ότι η επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας θα επέβαλε υποχρεωτική διέλευση από ελληνικά χωρικά ύδατα σε κάθε πλοίο που κατευθύνεται από (ή προς) τα Δαρδανέλια και τη Μαύρη Θάλασσα προς ή (από) την Μεσόγειο.
Όπως φαίνεται στην Εικόνα 1, η γεωγραφική κατανομή των ελληνικών νήσων, σε συνδυασμό με την εφαρμογή του δικαιώματος της αιγιαλίτιδας ζώνης 12 ναυτικά μίλια όντως δεν αφήνει πέρασμα διεθνών υδάτων κάτω από την κόκκινη γραμμή. Επίσης, όμως, φαίνεται ότι πάνω από την κόκκινη γραμμή δεν υφίσταται αυτό το πρόβλημα. Φυσικά, ως προς την περιοχή κάτω από την κόκκινη γραμμή, δύο είναι οι παράγοντες οι οποίοι συνδυαστικά δεν αφήνουν δίαυλο διεθνών υδάτων ανάμεσα στο βόρειο Αιγαίο και την Μεσόγειο: Πρώτον, τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά και δεύτερον το διεθνές δίκαιο.
Δεν αποτελεί, όμως, το κεντρικό Αιγαίο τη μοναδική περίπτωση όπου ως αποτέλεσμα αυτών των δύο παραγόντων δύο θαλάσσιες περιοχές με διεθνή ύδατα και αιγιαλίτιδες ζώνες κυρίαρχων κρατών διαχωρίζονται απόλυτα από θαλάσσια περιοχή που αποτελεί μέρος της αιγιαλίτιδας ζώνης ενός κράτους. Παράδειγμα είναι τα Στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου. Η κυκλοφορία πλωτών μέσων διαμέσου αυτών των Στενών έχει ρυθμιστεί από τη Σύμβαση του Montreux.
Η Σύμβαση του Montreux υπογράφηκε στις 20 Ιουλίου 1936 και διέπει μέχρι σήμερα τα Στενά. Με αυτή δόθηκε λύση στο ζήτημα σχετικά με το ποιος πρέπει να ελέγχει τον στρατηγικά σημαντικό δίαυλο μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Μεσογείου. Σε αυτό το πλαίσιο, ρυθμίστηκε η θαλάσσια κυκλοφορία μέσω των Στενών. Σε καιρό ειρήνης, η Σύμβαση εγγυάται πλήρη ελευθερία διέλευσης για όλα τα εμπορικά πλοία, ενώ τα πολεμικά είναι περιορισμένα σε αριθμό, χωρητικότητα και οπλισμό, και ισχύουν ειδικές διατάξεις που διέπουν τον τρόπο εισόδου και τη διάρκεια παραμονής τους.
Τα πολεμικά πλοία που θέλουν να περάσουν από τα Στενά πρέπει να ενημερώσουν εκ των προτέρων τις τουρκικές αρχές. Σε καιρό πολέμου, εάν η Τουρκία δεν εμπλέκεται, τα πολεμικά πλοία των εθνών που βρίσκονται σε πόλεμο δεν μπορούν να περάσουν από τα Στενά, εκτός εάν επιστρέφουν στη βάση τους. Σε περίπτωση που η Τουρκία βρίσκεται σε πόλεμο ή αισθάνεται ότι απειλείται από έναν πόλεμο, μπορεί να λάβει οποιαδήποτε απόφαση κρίνει κατάλληλη σχετικά με τη διέλευση πολεμικών πλοίων.
Συνεπώς, τα γεωγραφικά δεδομένα του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων δεν εμπόδισαν την υπογραφή μιας Σύμβασης για την πλωτή διέλευσή τους. Σημειώνεται, επίσης, ότι σε σημαντικό μήκος τους, τα Στενά έχουν πλάτος μικρότερο του 1,5 ν.μ. Ανάλογους όρους με αυτούς της Σύμβασης του Montreux θα μπορούσε να υιοθετήσει και η Ελλάδα για ζώνες εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης των 12 ν.μ. Αυτές οι ζώνες, θα μπορούσαν να σχεδιαστούν εντός των περιοχών που σήμερα είναι διεθνή ύδατα.
Μια ενδεικτική χωροθέτηση παρουσιάζεται στην Εικόνα 2 (μπλε γραμμές). Οι ζώνες θα βρίσκονται εντός της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του Βοσπόρου, το πλάτος των ζωνών θα μπορούσε να τεθεί στα 1,5 ν.μ. Τα βασικά χαρακτηριστικά τους θα είναι ότι οι ζώνες αποτελούν μέρος της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης κι ότι θα ισχύουν οι προϋποθέσεις διέλευσης της Σύμβασης του Montreux (όπως αυτές ισχύουν το 2023).
Ζώνες αβλαβούς διέλευσης
Με αυτόν τον τρόπο, παρέχεται η ίδια ευχέρεια διάπλου από και προς το βόρειο Αιγαίο με αυτή που ήδη ισχύει από το 1936. Συνεπώς, καταρρίπτεται και το δεύτερο επιχείρημα που θα μπορούσε να συνδεθεί με το casus belli της Τουρκίας. Η συνολική έκταση των ζωνών διέλευσης, μάλιστα, είναι μικρή, ενώ ήδη σήμερα, οι διεθνείς κανόνες ναυσιπλοΐας επιτρέπουν αβλαβή διέλευση εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων. Αντίστοιχη ζώνη θα μπορούσε να οριστεί παράλληλα με την υιοθέτηση των 12 ναυτικών μιλίων και βορείως ή νοτίως των Αντικυθήρων (Εικόνα 3), παρέχοντας τις ανάλογες εγγυήσεις σε διαδρομές από το βόρειο Αιγαίο προς την Μεσόγειο.
Τρίτο επιχείρημα της τουρκικής πλευράς είναι η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας ορισμένων νήσων και βραχονησίδων του Αιγαίου, οι οποίες βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 3 ν.μ. από τα τουρκικά παράλια. Αυτό το επιχείρημα καταρρίπτεται άμεσα από το άρθρο 6 της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία απέδωσε στην Τουρκία –πλέον των ρητά αναφερομένων νήσων– μόνο τα νησιά και τις βραχονησίδες που βρίσκονται σε απόσταση εντός των 3 ν.μ. από τις τουρκικές ηπειρωτικές ακτές, ή εντός της (τουρκικής πλευράς της) μέσης γραμμής ανάμεσα σε αυτές και σε ρητά αναφερόμενα ελληνικά νησιά.
Συνοψίζοντας, αποδείχθηκε η ουσιαστική ανυπαρξία σύνδεσης της υιοθέτησης των 12 ν.μ. από την Ελλάδα με τον αποκλεισμό των τουρκικών ακτών και νήσων του Αιγαίου από τη δυνατότητα πρόσβασης μέσω διεθνών υδάτων. Επίσης, με τη δημιουργία δυσμενέστερων συνθηκών διέλευσης από τη Μαύρη Θάλασσα στη Μεσόγειο. Η ανάλυση έγινε σε γεωγραφικούς και όχι νομικούς όρους, καθώς υπάρχει ήδη εκτενής αρθρογραφία η οποία εξετάζει από νομική οπτική το ζήτημα και καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα.
Με αυτά τα δεδομένα, το τουρκικό casus belli αποτελεί αναιτιολόγητη και διαρκή εχθρική κίνηση, η οποία θα έπρεπε να επέφερε στην Τουρκία σημαντικές και αυξανόμενες δυσμενείς επιπτώσεις. Η απουσία τους και όχι τα ανεδαφικά τουρκικά επιχειρήματα είναι που επιτρέπουν στο casus belli να επηρεάζει τις ελληνικές αποφάσεις. Όσο, λοιπόν, υποβαθμίζεται η ύπαρξη της εκπεφρασμένης τουρκικής απειλής στο πλαίσιο των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ, τόσο θα παραμένουν τα ψευτο-διλήμματα ως προς την άσκηση από την Ελλάδα του δικαιώματός της για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια. Οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες για θέματα όπως ο καθορισμός ΑΟΖ οφείλουν να έχουν ως δεδομένη την άσκηση από την Ελλάδα των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Ο Νικόλαος Κουρογένης είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής, μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του Πανεπιστημίου Πειραιώς
(Αναρτήθηκε από το Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο)