Γράφει ο
Σχης (εα) Δημήτριος Κωνσταντινίδης
MS National Grand Strategy, NDU Washington D.C
MBA, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Κάθε εργαζόμενος σε οποιονδήποτε τομέα και να εργάζεται έχει ανάγκη να αισθάνεται ότι προσφέρει στην κοινωνία. Ότι η κοινωνία τον έχει ανάγκη. Αυτό είναι ακόμα ποιο έντονο στους Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, γιατί αυτοί οι άνθρωποι καλούνται να διαχειριστούν τον θάνατο. Είναι αυτοί που θα κληθούν να σκοτώσουν κάποιο άλλο ανθρώπινο όν. Για να το κάνουν αυτό, θα πρέπει να έχουν την πλήρη υποστήριξη όλου του λαού. Υπάρχει αυτή η έγκριση στην σημερινή Ελληνική κοινωνία; Και εάν ναι, γιατί τότε παραιτούνται ομαδικά οι Αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού;
Η κοινωνική έγκριση για τον Αξιωματικό έχει δύο συνισταμένες. Η πρώτη είναι συναισθηματική και η δεύτερη είναι οικονομική. Θα αρχίσω την ανάλυση μου από την συναισθηματική, γιατί την θεωρώ περισσότερο σημαντική, καθόσον ηγεσία είναι η διαχείριση των ανθρώπινων ψυχών. Μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974 και την περίφημη μεταπολίτευση. Όλος ο πολιτικός κόσμος της χώρας άρχισε να κατηγορεί συλλήβδην όλους τους Αξιωματικούς ως φασίστες. Το φαινόμενο ήταν τόσο έντονο που από τότε και μέχρι και σήμερα κανένας δεν τολμάει να κυκλοφορήσει με την στολή του στους δρόμους των μεγάλων πόλεων. Έτσι καταργήθηκε και η στολή εξόδου για τους κληρωτούς. Μα θα πει κάποιος ότι δεν έγινε και τίποτα φοβερό με την κατάργηση της στολής. Η κατάργηση της στολής, αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Δηλαδή, αυτό που βλέπουν οι πολιτικοί και γενικά αυτοί που δεν αντιλαμβάνονται την λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεων. Γιατί στην βάση του παγόβουνου, υπάρχει το αίσθημα της ταπείνωσης και η καταρράκωση της υπερηφάνειας. Αν λοιπόν ο στρατηγός, ο λοχαγός αλλά και ο απλός οπλίτης δεν αισθάνονται υπερήφανοι για αυτό που κάνουν, τότε λυπάμαι πολύ αλλά δεν έχουμε Στρατό, νομίζουμε ότι έχουμε. Η κάθε κοινωνία λαμβάνει τρείς πολύ σημαντικές οικονομικές αποφάσεις. Πρώτον τι να παράγει. Δεύτερον πώς να το παράγει και τρίτον για ποιόν να το παράγει. Το 1890 η κοινωνία ήθελε έναν Παύλο Μελλά και έτσι, αυτός εμφανίστηκε. Σήμερα η κοινωνία αναζητά ποδοσφαιριστές, τραγουδιστές και φθηνές τηλεοπτικές πόρνες και αυτό παίρνει. Μάλιστα η κοινωνία έχει φθαρεί τόσο πολύ που υπάρχουν αριστερές ιστοσελίδες οι οποίες ισχυρίζονται ότι ο Παύλος Μελλάς είναι απλά ένας μύθος και ο εισαγγελέας δεν αντιδρά.
Η δεύτερη συνισταμένη σχετίζεται με την θεωρία υποκίνησης και την περίφημη πυραμίδα αναγκών του Maslow. Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι ανάγκες αυτές ξεκινούν από το πιο βασικό επίπεδο που αφορά την τροφή, και φτάνουν μέχρι το τελευταίο επίπεδο που αφορά την αυτοπραγμάτωση. Το 1959 ο καθηγητής Herzberg, μετά από ενδελεχή μελέτη της ικανοποίησης των ανθρώπων στο εργασιακό τους περιβάλλον, βελτίωσε το μοντέλο της πυραμίδας των αναγκών, προσθέτοντας σε αυτό τους παράγοντες υγιεινής και τους παράγοντες υποκίνησης. Ο όρος υγιεινή, προέρχεται από τον χώρο της υγείας, και χρησιμοποιείται μεταφορικά. Όπως λοιπόν, εάν σε κάποιο εργασιακό χώρο τηρούνται όλοι οι κανόνες υγιεινής δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι εργαζόμενοι θα χαίρουν άκρας υγείας. Έτσι ακόμα και εάν τηρούνται όλοι οι «παράγοντες υγιεινής» δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι εργαζόμενοι θα είναι ικανοποιημένοι εργασιακά και θα έχουν υψηλό βαθμό υποκίνησης. Από την άλλη πλευρά, εάν δεν υπάρχουν οι κανόνες υγιεινής είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι εργαζόμενοι θα αρρωστήσουν. Έτσι και μεταφορικά μιλώντας εάν δεν υπάρχουν οι «παράγοντες υγιεινής» τότε σίγουρα θα υπάρχει χαμηλό ηθικό, το οποίο στην συνέχεια θα επηρεάσει την αποδοτικότητα. Η βασική διαφορά μεταξύ παραγόντων υγιεινής και παραγόντων υποκίνησης έγκειται στο ότι, οι παράγοντες υποκίνησης έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη του ατόμου, ενώ οι παράγοντες υγιεινής έχουν να κάνουν με την αποφυγή του ψυχολογικού πόνου. Τι έγινε όμως στην Ελλάδα και πώς οδηγηθήκαμε στον μαρασμό του ηθικού των Ενόπλων Δυνάμεων; Τα χρόνια της μεταπολίτευσης η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία καταβαράθρωσε την υπερηφάνεια, ενώ τα χρόνια της οικονομικής κρίσης καταβαράθρωσε το μισθό. Είναι λοιπόν πολύ λογικό αυτοί οι άνθρωποι να μην αντέχουν ποια τον ψυχολογικό πόνο και να παραιτούνται, αφού αισθάνονται παιδιά ενός κατώτερου θεού. Επιπλέον σύμφωνα με τον Maslow το άτομο επιθυμεί την αυτοπραγμάτωση. Δηλαδή ένας νέος που κατατάσσεται στις Ένοπλες Δυνάμεις φιλοδοξεί να γίνει Στρατηγός. Μετά από μερικά χρόνια όμως στο Στράτευμα αντιλαμβάνεται ότι εάν δεν γραφτεί σε κάποιο κόμμα και εάν δεν γνωρίσει κάποιον πολιτικό δεν θα τα καταφέρει ποτέ ανεξάρτητα από το ποσό ικανός και εργατικός είναι. Έτσι οι ικανοί φεύγουν και παραμένουν μόνο αυτοί που έχουν γνωριμίες.
Γιατί όμως παραιτούνται μόνο οι Αξιωματικοί του Ναυτικού και όχι των άλλων κλάδων; Ένας Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού μπορεί με μεγαλύτερη ευκολία να βρει εργασία σε εμπορικά πλοία, με καλύτερες απολαβές. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ιπτάμενους της Πολεμικής αεροπορίας. Τα πράγματα όμως δεν είναι και τόσο εύκολα για έναν Αξιωματικό του Πεζικού η των Τεθωρακισμένων ο οποίος δεν διαθέτει δεξιότητες που μπορούν αν φανούν χρήσιμες σε άλλους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας πέραν από το πεδίο της μάχης. Έτσι αυτοί οι άνθρωποι δεν παραιτούνται, αλλά δεν αποδίδουν αυτό που θα έπρεπε. Με απλά λόγια, με αποκλειστική ευθύνη των εκάστοτε αρχηγών, μετατρέπονται σε αργόσχολους δημόσιους υπαλλήλους. Άρα ένα αρχηγός με αυξημένη αντίληψη και συναίσθηση του καθήκοντος θα έπρεπε να ανησυχεί. Τι κάνει όμως η σημερινή Στρατιωτική Ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων;
Δυστυχώς η επιλεγμένη με καθαρά πολιτικά και όχι αντικειμενικά κριτήρια Στρατιωτική Ηγεσία ενστερνίζεται πλήρως την φιλοσοφία “Το μοναστήρι να είναι καλά και από καλόγερους ένα σωρό”. Υπονοώντας ότι δεν τους ενδιαφέρει εάν παραιτούνται οι Αξιωματικοί, εφόσον το στράτευμα με την ηγεσία του υπάρχει, θα βρουν άλλους, περισσότερο πρόθυμους να κάνουν την δουλειά. Είναι όμως αποτελεσματική αυτή η νοοτροπία; Μπορεί κάποιος Αρχηγός να βρει από την ελεύθερη αγορά έναν Διοικητή Τεθωρακισμένων; Η απάντηση είναι όχι, γιατί χρειάζονται 25 χρόνια για να προετοιμάσεις έναν τέτοιο διοικητή. Και με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα πετύχει αυτή η προετοιμασία. Για να κάνω όμως περισσότερο κατανοητό, το πόσο δύσκολο είναι να φτιάξεις έναν Διοικητή, θα φέρω στην κουβέντα μας τον Ναύαρχο Viscount Cunningham, ο οποίος ήταν Αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας μετά το τέλος του Β’ΠΠ. Επειδή λοιπόν, η Μεγάλη Βρετανία αντιμετώπιζε πολλές οικονομικές δυσκολίες αποφάσισε να μειώσει τον Στρατό της. Έτσι ζήτησαν από τον Ναύαρχο, να παροπλίσει και να κόψει μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων και ο Ναύαρχος το έκανε. Στην συνέχεια του ζήτησαν να αποστρατεύσει μεγάλο αριθμό Αξιωματικών. Τότε ο Ναύαρχος απάντησε ότι χρειάζονται μόλις 3 χρόνια για να κατασκευαστεί ένα καινούργιο πλοίο. Χρειάζονται όμως 300 χρόνια για να δημιουργηθεί ναυτική παράδοση. Έτσι απαντάει ένας πραγματικός ηγέτης.
Τελειώνοντας θα ήθελα να σας πω ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος της Google επιτρέπει ακόμα και στον φύλακα της πύλης να επικοινωνήσει μαζί του με email στην περίπτωση που θέλει να του πει κάτι. Στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, είναι αδύνατον ο Διοικητής της Μονάδος να επικοινωνήσει με τον Αρχηγό του ΓΕΣ. Φανταστείτε λοιπόν τι πρέπει να γίνει για να επικοινωνήσει ένας Ανθυπολοχαγός με τον ΑΓΕΣ. Κύριοι της πολιτικής ηγεσίας του ΥΕΘΑ αλλά και κυρίως της Στρατιωτικής ηγεσίας μην αδιαφορείτε για αυτά που απεγνωσμένα σας λένε οι Αξιωματικοί σας. Ανοίξτε τα αυτιά σας και ακούστε πριν να είναι πολύ αργά.
________________________________
(Αναρτήθηκε από το Στρατηγό κ. Αθαν. Καραντζίκο)