6.6.23

Ἐκκλησία καί Κράτος: «Ρόλοι διακριτοί»!

 

Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης

δάσκαλος - Κιλκίς
Ἐξαιτίας του ἀπό καιροῦ προπαγανδιστικοῦ ἀφηγήματος τῶν «δημοκρατικῶς» σκεπτομένων, τό ὁποῖο ξεστομίζεται κατά καιρούς ἀκόμη καί ἀπό θρησκευτικούς ἡγέτες «Ἐκκλησία καί Κράτος: Ρόλοι διακριτοί», ἀλλά καί μέ ἀφορμή το «ἕως ἐδῶ» τοῦ ἀρχιεπισκόπου, καταθέτουμε λίγες σκέψεις.
Καταρχάς, μόνο ἕνα ὀρθολογιστικῶς σκεπτόμενος νοῦς μπορεῖ νά μένει καί νά διατυπώνει αὐτήν τήν θέση, προσπαθῶντας νά βάλει ὅρια στήν ἔννοια, τό ἔργο καί τόν σκοπό τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τό Κράτος, ναί,  μπορεῖ νά παίζει «ρόλο», ἡ Ἐκκλησία ἐπουδενί! Αὐτό εἶναι ἀπολύτως βέβαιο!
Ἡ μηχανιστική ἀντίληψη τῆς ζωῆς, τό ἄγευστο τῆς... ὀντολογικῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἄγνοια τοῦ σκοποῦ γιά τόν ὁποῖο δημιουργήθηκε ὁ κόσμος, ὁ ἀποκλεισμός τῆς αἰωνιότητας, ὡς ἀενάου συνέχειας τῆς ὄντως ζωῆς, φυλακίζουν τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τόν καθιστοῦν ὄργανο παραγωγῆς τοιούτων... δηλητηριωδῶν ἀναθυμιάσεων!
Καί αὐτό, βεβαίως, δικαιολογεῖται ἐν μέρει, νά λέγεται ἀπό ἄσχετους καί ἀκατήχητους, ἀλλά ὄχι ἀπό ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες.
Βέβαια, γιά νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, γνωρίζουν καί αὐτοί οἱ ἴδιοι οἱ ἐπίσκοποι ἐκ τῶν προτέρων, ποιά ἐπιρροή θά μποροῦσε νά ἔχει σήμερα ἕνας ὁποιοσδήποτε κληρικός, ὁποιουδήποτε βαθμοῦ, στήν γνώμη πολιτῶν πού ζοῦν στήν Ἑλλάδα καί χαρακτηρίζονται ὡς «ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας», σέ θέματα πού ἀφοροῦν τήν λειτουργία τοῦ κράτους, ὅταν ἡ ἐξωτερική εἰκόνα τοὐλάχιστον δείχνει τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης πρός τήν «διοικοῦσα Ἐκκλησία», σύμφωνα καί μέ στατιστικές ἔρευνες.
Ὁ μέν ρόλος τοῦ Κράτους διδάσκεται ἀπό τό δημοτικό ἀκόμη στά μικρά παιδιά - ἄς θυμηθοῦμε τήν «Πολιτική Ἀγωγή» ἤ τήν «Ἀγωγή τοῦ Πολίτη» - καί γίνεται ἀντιληπτός διά τῆς λογικῆς, ἀφοῦ ὡς ἐγκόσμιος θεσμός ἔχει ἀποστολή ἐπίγεια, ἑρμηνευόμενη διά τῆς λογικῆς καί τῆς ἀνθρώπινης ἠθικῆς, γιά τήν κοινωνική καί ἀτομική ἐλευθερία, τήν εὐημερία, τήν εἰρήνη, τήν ἁρμονική συνύπαρξη τῶν λαῶν.
Ὅμως ἡ Ἐκκλησία, ὡς θεῖο καθίδρυμα, πέραν τῶν ἐπιδιδομένων σχετικῶν ὁρισμῶν, εἶναι «τό Πᾶν-μυστήριον», κατά τόν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς καί: «...κατά πάντα ὁ πλέον περίπλοκος ὀργανισμός, τόν ὁποῖον γνωρίζει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Γιατί; Διότι εἶναι ὁ μοναδικός θεανθρώπινος ὀργανισμός, εἰς τόν ὁποῖον ὅλα τά θεῖα καί τά ἀνθρώπινα μυστήρια καί ὅλες οἱ θεῖες καί ἀνθρώπινες δυνάμεις ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα».
Ἀφοῦ λοιπόν στήν Ἐκκλησία, κατά τόν Ἅγιο, «ὅλα τά θεῖα καί τά ἀνθρώπινα μυστήρια καί ὅλες οἱ θεῖες καί ἀνθρώπινες δυνάμεις ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα», ἀφοῦ ἡ ἀνθρώπινη ὑπόσταση εἶναι ψυχοσωματική καί αὐτά τά δύο στοιχεῖα, ψυχή καί σῶμα, συνυπάρχουν καί ἀλληλεπιδρούν, πῶς καί ποιός καί μέ ποιά «λογική» τολμᾶ νά ἐπιβάλει  κατά τό δοκοῦν ὅρια στίς ἀλληλοεπιβεβαιούμενες ἤ ἀλληλοαναιρούμενες κινήσεις αὐτῶν τῶν δυνάμεων;
Πῶς θά ἀντιληφθεῖς, ἄνθρωπε, τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί θά ἀποκόψεις τίς θεῖες ἐνέργειές του, τίς πολλαπλές καί ἐπί «πᾶσαν σάρκα ἐκχεόμενες»; Μέ ποιό δικαίωμα δέ, ἐσύ χριστιανέ Ὀρθόδοξε καί μάλιστα ἱεράρχη, πνευματικέ πατέρα, ποιμένα τῆς Ἐκκλησίας, βάζεις όριo, σάν νά ἀπευθύνεσαι σέ πλῆθος ἀλόγων πλασμάτων; Δηλαδή, ἕως ποῦ ἡ ἀπαγόρευση καί μέ ποιό δικαίωμα; Ἕως ποῦ «ἐπιτρέπεις» τήν κοινωνία ἤ, ἁπλῶς, τήν ἐπικοινωνία τῶν ἀνθρώπων καί μάλιστα τήν συμμετοχή στήν κοινωνικοπολιτική δράση; Θέλεις νά εὐνουχίσεις τό «πολιτικόν ζῶον» τοῦ Ἀριστοτέλη, ἐσύ πού καυχᾶσαι γιά τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία; Εἶναι αὐτή ἡ ἐλευθερία, τήν ὁποία διδάσκει τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο καί ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων; Εἶναι ἡ ἐλευθερία τῆς εὐλογημένης Παραδόσεως, μέσα στήν ὁποία,ὁποῖα εἶναι ἀναμεμειγμένη ἡ χαρά μέ τό δάκρυ, ἡ πίστη μέ τήν ὀλιγοπιστία, ἡ λογική μέ τήν ἁγία παραφροσύνη, ἡ πτώση μέ τήν ἀνάσταση, ἡ ζωή μέ τόν θάνατο;
Ρόλοι διακριτοί!!! Μέ πρωταγωνιστές ποιούς «ὑποκριτές», κατά τήν κύρια ἔννοια τῆς λέξεως; Τούς ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου ἀπό τή μιά καί ἀπό τήν ἄλλη τούς εὔκαιρους καί πρόθυμους ὑποβολεῖς, «οὔς τό Ἅγιον Πνεῦμα ἔθετο ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ»; Ὅλα αὐτά δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ὑποδεικνυόμενες καί κατευθυνόμενες μεθοδεύσεις! Τί «ρόλο» μπορεῖ νά παίζει τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τό πλῆθος τό βαφτισμένο, τό ἀγωνιζόμενο καί δυνάμει σωζόμενο, τό ἀγωνιοῦν γιά τήν σωτηρία του καί τήν σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ, σέ σχέση μέ τόν θεσμό τοῦ κράτους; Ξέρει πολύ καλά καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τέτοιες ὑποδείξεις, οἱ ὁποῖες δέν διέπονται ἀπό πνεῦμα ἀληθείας καί ἐλευθερίας.
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τόν στίχο: «ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. 22,21), σχολιάζει: «Σύ δέ, ὅταν ἀκούσης ἀπόδος τα Καίσαρος Καίσαρι, ἐκεῖνα γίνωσκε λέγειν αὐτόν μόνον, τα μηδέν τήν εὐσέβειαν παραβλάπτοντα». Μ΄αυτήν τήν προυπόθεση, πῶς καί ποιός θά τό ἐλέγξει καί θά περιορίσει τήν προσέγγισή του πρός τόν ἐγκόσμιο θεσμό καί τούς κανόνες πού χρησιμοποιεῖ, γιά νά λειτουργήσει;
Ἤ μήπως οἱ ποιμένες, πού «ξεσπάθωσαν» μέ τίς ἐγκυκλίους τους, νομίζουν πώς τά ἐμφωλεύοντα πάθη περιμένουν νά ἐκδηλωθοῦν μόνο ὅταν οἱ πιστοί ἀσχολοῦνται μέ τά τοῦ κράτους, μέ τα τῶν ἐκλογῶν, ἐνῶ ὅλος ὁ σημερινός βίος εἶναι μιά εὐκαιρία γιά ποικίλες ἐπιδόσεις στήν εὐπερίστατη ἁμαρτία, αὐτῶν δέ περί ἄλλα τυρβαζόντων;
Ὁ ὑπερέχων σωτηριολογικός σκοπός τῆς Ἐκκλησίας τίθεται «ἐπί τήν λυχνίαν», ὑπεράνω πάντων καί καθίσταται πυξίδα πρός τό ὀρθῶς βιοῦν καί πολιτεύεσθαι! Ὅλες οἱ ὑπόλοιπες δράσεις ἀκολουθοῦν ἐλευθέρως καί αὐθορμήτως, ὡς ἐλάσσονες καί ὁριζόμενες ἀπό τό κρεῖττον.

Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 5-6-2023


Φ.Μ