O Φιλελεύθερος
Η ευγνωμοσύνη στον ελληνικό λαό που φιλοξένησε περίπου 5.000 παιδιά Κυπρίων της εισβολής, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, θα είναι αιώνια, όπως αιώνια θα είναι και η ευγνωμοσύνη στις οικογένειες που άνοιξαν τις πόρτες, τις καρδιές και τις αγκαλιές τους, σε ό,τι έφερε μαζί του ο κατατρεγμός του 1974.
Αυτές οι ευχαριστίες θα αποτυπωθούν σε εκδηλώσεις που διοργανώνει η «Ομάδα πρωτοβουλίας ασυνόδευτων και φιλοξενηθέντων παιδιών στην Ελλάδα το 1974», εκπρόσωποι της οποίας παρευρέθηκαν χθες σε συνεδρία της κοινοβουλευτικής επιτροπής Προσφύγων.
Επώδυνες θύμισες λόγω του πολέμου, αλλά και ευχάριστες αναμνήσεις για την θερμή φιλοξενία συνοδεύουν τα παιδιά που μεγάλωσαν πλέον.
Μόνο που ένα κοριτσάκι δεν άντεξε και απεβίωσε στην Ελλάδα όπου και θάφτηκε, για να ξεθαφτεί στη συνέχεια και να μεταφερθεί στην Κύπρο, όπου θάφτηκε στην αγκαλιά της μάνας γης, μαζί με την μητέρα της.
Οι μνήμες αναβίωσαν χθες και οι ενήλικες, σήμερα, φιλοξενηθέντες, θυμήθηκαν όταν έτρεχαν κάτω από τα τραπέζια μετά από κάθε θόρυβο αεροπλάνου. Θυμήθηκαν τους ανθρώπους που τους φιλοξένησαν και τους προσέφεραν από το φαγητό τους, που έκοψαν από τα παπούτσια και τα ρούχα των παιδιών τους για να νοιώθουν τα δικά μας παιδιά, σαν στο σπίτι τους. Τι συγκινητικό: «Ήμουν το όγδοο παιδί της οικογένειας που με φιλοξενούσε», λέει στον «Φ» ένας από την ομάδα.
Τα χρόνια πέρασαν και οι τότε ανήλικοι Κύπριοι μεγάλωσαν και έκαναν δικά τους παιδιά, τα οποία γνωρίστηκαν με τα παιδιά των ανθρώπων που τους φιλοξένησαν. Και μέχρι σήμερα διατηρούν αδελφικές σχέσεις.
Είναι κι αυτός, ο εξ Ελλάδος 20χρονος μονόχειρας, που όταν τον ρώτησε ένα από τα παιδιά μας, τι απέγινε το δεξί του χέρι, απάντησε πως πολεμούσε στο αεροδρόμιο της Τύπου, όπου και τραυματίστηκε.
Είναι αυτές οι «λεπτομέρειες» που δημιούργησαν την ουσία στις ακατάλυτες σχέσεις. Αυτές, τις σχέσεις ζωής.
Συναντήσαμε χθες την αντιπροσωπεία και ρωτήσαμε τις εντυπώσεις τους, σε απόσταση ασφαλείας από την τότε εποχή. Ο πρόεδρος της ομάδας κ. Ανδρέας Θεοδοσίου αναφέρει, πως η γενική εντύπωση, είναι πως κάποιοι πέρασαν καλά υπό τις περιστάσεις, κάποιοι όχι και τόσον καλά και ιδιαίτερα τα κορίτσια τα οποία φιλοξενούνταν σε ιδρύματα της Εκκλησίας της Ελλάδας. Όπως εξηγεί, ο αυστηρός τρόπος ζωής ήταν κάτι το χαρακτηριστικό και οι συνθήκες σε κάποιες περιπτώσεις θύμιζαν στρατιωτική πειθαρχία.
Αυτό που οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε, λέει, είναι ότι δεν υπήρχαν φαινόμενα κακομεταχείρισης ή κακοποίησης αλλά ξυπνούσαν συγκεκριμένη ώρα, προγευμάτιζαν, πήγαιναν σχολείο, επέστρεφαν, διάβαζαν, πλένονταν, πήγαιναν για ύπνο και ξανά από την αρχή. Βεβαίως, αυτά πρέπει να τα δούμε με τον φακό και τα ισχύοντα της τότε εποχής, εξηγεί, συμπληρώνοντας, πως για τα αγόρια η κατάσταση ήταν πολύ καλύτερη.
Για τα περισσότερα παιδιά, η φιλοξενία διήρκεσε μια σχολική περίοδο αλλά κάποια παιδιά έμειναν μέχρι και τρία χρόνια.
Η Μύρο Κουή, αναφέρει, πως ο δάσκαλος της, μετά από χρόνια της θύμισε, πως στην έκτη του δημοτικού ενώ κάθονταν όλοι στην τάξη, ακούστηκε ένα αεροπλάνο να περνά πετώντας πολύ χαμηλά, κάτι το οποίο προκάλεσε πολύ έντονο θόρυβο. «Επειδή είχαμε έντονες τις μνήμες του πολέμου και τον θόρυβο των πολεμικών αεροπλάνων, όλα τα παιδιά στην τάξη έκλεισαν τ’ αυτιά τους με τα χέρια τους, εκτός από μένα που βρέθηκα κάτω από το θρανίο». Η αλήθεια είναι ότι πέρασαν χρόνια μέχρι να συνηθίσουμε τον θόρυβο των αεροπλάνων, συμπληρώνει.
Ο Κώστας Γεωργίου κατάγεται από την Τύμπου και κατέληξε στο Τραγανό Ηλείας. Λέει ότι του συνέβη ανάλογο περιστατικό και εξηγεί: «Η δασκάλα, μου είπε κάθισε να γράψεις ένα γράμμα στους γονείς σου και η ίδια πήγε να φέρει τον ιερέα για να κάνει αγιασμό. Μέχρι να επιστρέψει, απογειώθηκαν αεροπλάνα από την Ανδραβίδα όπου βρίσκεται το στρατιωτικό αεροδρόμιο της περιοχής, κι εγώ νόμιζα πως είναι τούρκικα αεροπλάνα και κρύφτηκα. Μετά, όταν ήρθε η δασκάλα, μου φώναζε να βγω έξω από εκεί που μπήκα όταν άκουσα τον θόρυβο».
Μας το έστειλε ο συνεργάτης μας κ. Αντώνης Αντωνάς