Στην προσπάθεια της να αυξήσει το γεωπολιτικό της αποτύπωμα η Κίνα έχει αναπτύξει μια φιλοσοφία “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” (Α2/ΑD) ειδικά στη Νότια Σινική Θάλασσα, ώστε να καταστήσει τα τεχνητά νησιά που “καλλιεργεί” εκεί απρόσβλητα από τον ισχυρότερο εχθρό της, τις ΗΠΑ. Η λογική της άρνησης πρόσβασης, όμως, λειτουργεί αμφίδρομα, δεν είναι κινέζικο προνόμιο.
Αυτή η φιλοσοφία, αν υιοθετηθεί από μικρότερα κράτη, που θεωρούν ότι απειλούνται από την Κίνα, θα οδηγήσει σε αδιέξοδο τις όποιες κινεζικές προσπάθειες να επεκταθεί στη Νότια Σινική Θάλασσα με στρατιωτικά μέσα. Μια παρόμοια σκέψη οδήγησε την Σιγκαπούρη (νησιωτική χώρα με τη μισή έκταση της Λέσβου) στην ανάπτυξη του αμυντικού δόγματος “δηλητηριώδης γαρίδα”.
Αν τα μεγάλα ψάρια τρώνε γενικά τα μικρά, κανένα δεν τρώει τα δηλητηριώδη είδη. Σε μία άλλη γεωγραφική περιοχή, κάποιοι δυτικοί επαΐοντες προτείνουν μια στρατηγική “σκαντζόχοιρου” για μικρά και μεσαία κράτη που γειτνιάζουν με τη Ρωσία (Βαλτικές Δημοκρατίες, Πολωνία, Φινλανδία, Σουηδία). Η λογική τους είναι απλής: Μια αρκούδα μπορεί να φάει έναν σκαντζόχοιρο, αλλά προφανώς προτιμάει να μην το κάνει.Και οι δύο αυτές στρατηγικές έχουν κοινά σημεία που αξίζει να εξετάσουμε και να δούμε αν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση της Ελλάδας. Ο εξοπλισμός με ευέλικτα φτηνά όπλα ακριβείας που μπορούν, αν όχι να νικήσουν τον εισβολέα, σίγουρα να κάνουν την όποια νίκη του πύρρεια, είναι επιβεβλημένος. Αυτό ισχύει ιδίως για μικρομεσαίες χώρες που έχουν πεπερασμένα μέσα και μεγαλύτερους εχθρικούς γείτονες.
Ένας αριθμός παραγόντων συνδυάζονται για να ενισχύσουν τα οπλοστάσια μικρότερων κρατών, φαινόμενο που ο αντισυνταγματάρχης και ανώτερος μελετητής στο Ινστιτούτο Εθνικών Στρατηγικών Μελετών των ΗΠΑ Τόμας Χάμες έχει περιγράψει ως “εκδίκηση των Μηλίων”. Πρώτον, μια σειρά από αλληλένδετες τεχνολογικές τάσεις έρχονται όλο και περισσότερο να ενισχύσουν εκείνες τις δομές που καθιστούν εφικτές τις στρατηγικές επιλογές “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης”.
“Άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης”
Η ικανότητα απειλής εχθρικών πλοίων με τις δυνατότητες “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” δεν είναι νέα. Οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται τα εχθρικά πλοία από συμβατικά υποβρύχια ή αντιπλοϊκά βλήματα εκτοξευόμενα από ξηρά στο πλαίσιο της άμυνας νησιών και παράκτιων περιοχών είναι καλά τεκμηριωμένη. Αυτή η δυνατότητα “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” ενισχύεται από την αυτονομία πυραυλικών συστημάτων, την κατασκευή μεγάλου αριθμού και η δυνατότητα ενσωμάτωσης αυξημένης φονικότητας σε μικρότερα σε μέγεθος συστήματα.
Στον τομέα της αυτονομίας, οι τεχνολογικές βελτιώσεις καθιστούν φθηνότερη την κατασκευή μικρών και φθηνών πυραυλικών όπλων με ικανότητες fire and forget, Όπλων, δηλαδή, που μπορούν να ανιχνεύσουν, να “κλειδώσουν” και να πλήξουν στόχους αυτόνομα. Σίγουρα, τα όπλα που μπορούν να προσδιορίζουν στόχους σε πολύπλοκα περιβάλλοντα τόσο φθηνά ώστε να εξαπολύονται ελαφρά τη καρδία, αλλά είναι ποιοτικά φθηνότερα από τους στόχους τους. Το δε κόστος τους ανά μονάδα είναι αρκετά χαμηλό, ώστε να επιτρέπει την προμήθειά τους σε ικανούς αριθμούς και από μικρότερα κράτη.
Έναντι στατικών υποδομές και μεγάλων πολεμικών πλοίων με μεγάλες διατομές ραντάρ, τέτοια πυραυλικά συστήματα, με περιορισμένα ενσωματωμένα συστήματα αισθητήρων, μπορούν να είναι αποτελεσματικά. Αυτό μειώνει το κόστος του οπλικού συστήματος και την επιβάρυνση για την ανάπτυξη μιας εξελιγμένης αλυσίδας άρνησης περιοχής / άρνηση πρόσβασης. Συστήματα όπως το αμερικανικό μη επανδρωμένο υποβρύχιο όχημα Slocum μπορούν να παρέχουν παρατεταμένη υποβρύχια επιτήρηση ενός ευρύτερου χώρου συμπλοκής με κόστος μονάδας περίπου $ 100.000. Οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν διαθέτουν παρόμοια συστήματα, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν ως τορπίλες, στοχεύοντας ακόμη και ελλιμενισμένα πλοία.
Στόχοι πολλαπλάσιας αξίας
Ομοίως, η εκστρατεία πυραύλων των Χούθι εναντίον της Σαουδικής Αραβίας έχει στηριχτεί στη χρήση drones και πυραύλων που κοστίζουν ένα κλάσμα των όπλων που μπορούν να τους αναχαιτίσουν. Δύο ακόμη ικανές αυτόνομες τεχνολογίες, τα ισραηλινά πυρομαχικά Harpy και το βρετανικό Brimstone (έχει παραλλαγή κατά του πλοίου) κοστίζουν περίπου $ 100.000 και $ 200.000 αντίστοιχα.
Στο υψηλότερο σημείο της ικανότητας “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” είναι τα ισχυρότερα και μεγαλύτερα μη επανδρωμένα συστήματα, όπως μη επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα και πιο ικανοί πύραυλοι υψηλής ταχύτητας. Αυτά, όμως, κοστίζουν εκατομμύρια, πράγμα που δεν τα καθιστά εύκολα αναλώσιμα Και πάλι, όμως, το κόστος τους αποτελεί κλάσμα του κόστους των στόχων.
Η μεταφορά σε εμπορευματοκιβώτια τόσο drones, όσο και πυραύλων, όπως το ρωσικό Klub-K ή το κινεζικό YJ-18, δείχνει επιπλέον τη σχετική ευκολία, με την οποία μπορούν να ενσωματωθούν αυτές οι τεχνολογίες σε μη στρατιωτικά στοιχεία ή να διασκορπιστούν σε εύλογη απόσταση από τις ακτές. Επίσης, νέες μορφές εκρηκτικών (οι νανοΐνες αλουμινίου, οι οποίες καίγονται με πολλαπλάσιο ρυθμό σε σύγκριση με τα συμβατικά εκρηκτικά) μειώνουν το μέγεθος των πυρομαχικών, αλλά πολλαπλασιάζουν τα αποτελέσματα, περιορίζοντας τις παράπλευρες απώλειες.
Έξυπνα φθηνά όπλα
Όλα αυτά τα φθηνά οπλικά συστήματα ταιριάζουν γάντι σε αμυνόμενο, αφού οι επιτιθέμενοι χρειάζονται μεγάλα αμφίβια σκάφη, τα οποία, όμως, θα είναι ευάλωτα απέναντι στα προαναφερθέντα και άλλα φτηνά συστήματα. Προς το παρόν, η περιορισμένη εμβέλεια σημάτων, ωφελεί τον αμυνόμενο. Μικρότερα πυρομαχικά παρέχουν έτσι μεγαλύτερα πλεονεκτήματα για τον αμυνόμενο και λιγότερο ισχυρό που εφαρμόζει “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης”.
Οι φτηνές λύσεις πρέπει να αποτελέσουν μέρος μιας αμυντικής αρχιτεκτονικής, στο πλαίσιο της οποίας θα συνδυάζονται με πιο ακριβά συστήματα, όπως υπερηχητικά οχήματα ολίσθησης και ίσως βαλλιστικούς πυραύλους. Ενώ είναι πολύ ακριβά για να αγοραστούν σε αριθμούς από τα περισσότερα κράτη, περιορισμένος αριθμός τέτοιων συστημάτων μπορεί να διατηρηθεί σε εφεδρεία από μικρές χώρες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να απειλούν πολύτιμες πλατφόρμες, όπως αεροπλανοφόρα ή αμφίβια ελικοπτεροφόρα.
Ενώ λίγες χώρες μπορούν να κατασκευάσουν τέτοια συστήματα, αυτά υπάρχουν στην διεθνή αγορά. Η πιθανότητα η Ελλάδα να προμηθευτεί συστήματα από τρίτες –μη δυτικές– χώρες είναι περιορισμένη αν οι χώρες κατασκευής είναι εχθρικά διακείμενες προς τις ΗΠΑ. Ενώ η Σαουδική Αραβία μπορεί να αγοράζει κινεζικά συστήματα, όπως το DF-21C, η Ελλάδα δεν έχει αυτή την πολυτέλεια.
Συνδυασμένες επιθέσεις
Δυτικές και κινεζικές μελέτες καταδεικνύουν την σημασία του συντονισμού φθηνών και ακριβών συστημάτων, χρησιμοποιώντας τα πρώτα σαν αναλώσιμα δολώματα. Ως εκ τούτου, το κράτος που θέλει να δημιουργήσει “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” πρέπει να συνδυάζει υψηλών και χαμηλών δυνατοτήτων οπλικά συστήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα εχθρικά πλοία είναι ανυπεράσπιστα. Τα ηλεκτρονικά αντίμετρα π.χ. μπορούν να περιορίσουν τη χρησιμότητα των περιπλανώμενων πυρομαχικών και των πυραύλων κρουζ.
Επιθέσεις κορεσμού με πολλά χαμηλού κόστους όπλα αυξάνει, όμως, τις πιθανότητες να “τρυπήσουν” την άμυνα π.χ. μεγάλων πολεμικών πλοίων. Εάν οι εκτοξευόμενοι πύραυλοι είναι αρκετά φθηνοί, το κόστος της επίθεσης είναι κλάσμα του κόστους των πυρομαχικών που χρησιμοποιεί μία πλατφόρμα ή μία υποδομή για να εξουδετερώσει την εναντίον της επίθεση, χωρίς, μάλιστα, σίγουρο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, αν και η σαουδαραβική αεράμυνα ήταν αρκετά αποτελεσματική απέναντι στα drones των Χούτι, όσα κατάφεραν να την “τρυπήσουν” επέφεραν δυσανάλογα μεγάλες καταστροφές, όπως τα συστήματα ραντάρ των Patriot.
Το χαμηλό κόστος επιτρέπει η απειλή να καταστεί επίμονη, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας της επίθεσης, καθώς ο χρόνος που περνάει φέρνει κι άλλους παράγοντες στην εξίσωση, όπως η κόπωση των πληρωμάτων, η μείωση των αποθεμάτων σε αντίμετρα και σε αεράμυνα. Η βύθιση του ρωσικού καταδρομικού Moskva που ήταν καλά εξοπλισμένο για να αντιμετωπίσει την απειλή από πυραύλους κρουζ μπορεί να προκλήθηκε από έλλειψη εγρήγορσης του πληρώματος.
Ενώ εύκολα μπορούν να αντιμετωπιστούν μεμονωμένες επιθέσεις, αν οι επιθέσεις γίνουν συνδυασμένα (όχι απλά σαν κορεσμός, αλλά από πολλαπλές διευθύνσεις και με ποικιλία μέσων) εξουδετερώνονται πολύ πιο δύσκολα. Ένα πλοίο που σπαταλά τα ακριβά αντιαεροπορικά συστήματά του για να αντιμετωπίσει χαμηλού κόστους απειλές, θα αποβεί ευάλωτο σε χτύπημα πυραύλων.
Τα προβλήματα
Τα φθηνά οπλικά συστήματα δεν κατασκευάζονται αναπαράγεται εύκολα από μικρά κράτη, αν και κάποια έχουν κάνει άλματα σ’ αυτόν τον τομέα. Το κυριότερο πρόβλημα είναι ότι δεν καθετοποιείται απόλυτα η βιομηχανική διαδικασία, καθώς κάποια υποσυστήματα, όπως οι ημιαγωγοί, παράγονται σε ελάχιστα μέρη. Επιπλέον, ενώ υπάρχουν λύσεις για τη δημιουργία πολύ φθηνών επιθετικών όπλων, όπως τα drones των Χούθι, αυτά χρησιμοποιούνται μόνο εναντίον στατικών στόχων. Η επιτυχής επίθεση εναντίον εναντίον κινούμενων στόχων σε δυναμικά μεταβαλλόμενες συνθήκες απαιτεί συγκριτικά ακριβά συστήματα.
Τέλος, υπάρχει και το ζήτημα της αντικατάστασης, κάτι που είναι κρίσιμο σε μια σύγκρουση, στην οποία αναλώνονται με ταχύ ρυθμό τέτοια συστήματα. Διαδικασίες, όπως η αυτοματοποιημένη συναρμολόγηση και η παραγωγή με τρισδιάστατη εκτύπωση, μπορούν να επιταχύνουν μελλοντικά την παραγωγή, η παραγωγή σε βιομηχανική κλίμακα απαιτεί μεγάλες επενδύσεις κεφαλαίου.
Ο συνδυασμός των διαφορετικών συνιστωσών ενός συστήματος αντι-πρόσβασης είναι προϋπόθεση ώστε το σύνολο να αποτελεί κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του. Αυτό πρακτικά απαιτεί δικτύωση των επιμέρους στοιχείων με τρόπο που τους επιτρέπει να προσφέρουν συνδυασμένα αποτελέσματα και να παράγουν μη-αναμενόμενες από τον αντίπαλο δράσεις.
Η δημιουργία “άρνηση περιοχής / άρνηση πρόσβασης” με τη χρήση μεγάλου αριθμού φθηνών και έξυπνων όπλων προσδίδει πλεονέκτημα στην άμυνα στο πεδίο της τακτικής μάχης. Αν ένα όχημα αφήνει ίχνη, θα φανεί και θα καταστεί στόχος. Από τη φύση της αποστολής τους, οι αμυνόμενες μονάδες αφήνουν λιγότερα ίχνη από τις επιτιθέμενες. Επειδή η στρατηγική της Ελλάδας είναι αμυντική, οι προαναφερθείσες δυνατότητες της πολεμικής τεχνολογίας της παρέχουν στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της επιτιθέμενης Τουρκία.
Επιμέλεια αναρτήσεως :Μιχάλης Τσολάκης