Το πρόβλημα με τα τουρκικά drones-UAV το έχουμε θίξει και στο παρελθόν. Η Τουρκία έχει αναπτύξει μια ικανότατη βιομηχανία για μη-επανδρωμένα εναέρια οχήματα, οπλισμένα, και μη, με την οποία έχει καταστεί εξαγωγική δύναμη σε αυτά τα είδη. Τα τουρκικά drones-UAV ενδέχεται να αποτελέσουν μεγάλο “πονοκέφαλο” για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στο εγγύς μέλλον.
Κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στο Ισραήλ, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος μετέβη στην αεροπορική βάση Palmachim, όπου επισκέφθηκε την 200η Μοίρα και ενημερώθηκε για την αποστολή, την οργάνωση, την ολοκλήρωση και τα επίπεδα της ισραηλινής Αεράμυνας, για τα χαρακτηριστικά των συστημάτων IRON DOME, DAVID’s SLING και ARROW-3. Επίσης ενημερώθηκε για την αποστολή και τις δυνατότητες των UAV HERON τα οποία εκμισθώνει η χώρα μας. Επισκέφθηκε και μία πυροβολαρχία IRON DOME.
Τα συστήματα που είδε ο Έλληνας στρατηγός αποτελούν το ολοκληρωμένο φάσμα αεράμυνας του Ισραήλ και προφανώς είναι υποψήφια για τις ανάγκες της ελληνικής αεράμυνας, καθώς η αντικατάσταση των υπαρχόντων σοβιετικής σχεδίασης αντιαεροπορικών συστημάτων καθίσταται πιεστική. Επιπλέον, επιτακτική είναι και η ανάγκη για αποτελεσματικά αντίμετρα στην απειλή από τα τουρκικά drones. Στα ανακοινωθέντα δεν αναφέρεται τίποτα σχετικά με ενημέρωση του Έλληνα αρχηγού για τα ισραηλινά συστήματα εξουδετέρωσης εχθρικών drones-UCAV.
Τέσσερα επίπεδα αντιμετώπισης
Η απειλή από drones είναι ο τεράστιος αριθμός τους, τα σμήνη. Οι ταυτόχρονες επιδρομές drones από πολλαπλές κατευθύνσεις είναι πολύ μεγάλη απειλή. Σύμφωνα με Ισραηλινούς αξιωματούχους, χρειάζονται τέσσερα επίπεδα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σμήνους drones: ανίχνευση, αναγνώριση, εξουδετέρωση και τώρα, χάρη στην τεχνολογία λέιζερ, σκληρό πλήγμα.
Αν στο παρελθόν, τα συστήματα αεράμυνας έψαχναν για αεροπλάνα, μεγάλα άγνωστα εναέρια οχήματα ή πυραύλους, τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουν απειλές που είναι πλέον μικρές, αργοκίνητες και χαμηλές. Αυτό αποτελεί πρόκληση για τα συστήματα ραντάρ, που είναι προγραμματισμένα να αναζητούν αντικείμενα στο μέγεθος αεροσκαφών που πετούν με υψηλές ταχύτητες.
Η ισραηλινή αεροπορία έχει αναπτύξει δυνατότητες έγκαιρης ανίχνευσης, έχει διαφοροποιήσει τις επιλογές αναχαίτισης και έχει θέσει ως στόχο να καταρρίπτει drones καθώς εισέρχονται στα σύνορα, εκτός εάν θέλει να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με κάποιο πριν το αναχαιτίσει. Η κατάρριψη drones-UAV γίνεται με πυραύλους αέρος-αέρος που εκτοξεύονται από μαχητικά αεροσκάφη και με τη χρήση του συστήματος αεράμυνας Iron Dome, όπως συνέβη για πρώτη φορά τον Μάιο 2021.
Η εντεινόμενη απειλή από UAV και μικρότερα drones οδήγησε στην ανάπτυξη συστημάτων αεράμυνας μικρής εμβέλειας (SHORAD). Το Iron Dome, για παράδειγμα, μπορεί να καταστρέψει απειλές σε μικρές αποστάσεις 3,5 χλμ, αλλά αυτό είναι ένα πολύ χαμηλό ύψος για την αναχαίτιση UAV που πετούν ψηλότερα, όπως τα τουρκικά, τα οποία εξαπολύουν όπλα από αποστάσεις μεγαλύτερες των 5 χλμ. Γι’ αυτό το Ισραήλ (Elbit, Rafael και Υπουργείο Άμυνας) ανέπτυξε το επίγειο σύστημα αναχαίτισης με λέιζερ, το οποίο θα είναι επιχειρησιακό έως το 2025 και θα μπορεί να καταρρίπτει UAV και drones σε απόσταση 8-10 χλμ, ως συμπληρωματική αεράμυνα στο Iron Dome.
Η Χαμάς εκτόξευσε έξι drones κατά τη διάρκεια της τελευταίας σύγκρουσής της με το Ισραήλ, και όλα αναχαιτίστηκαν, χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό αεροσκαφών F-16 και συστήματα Iron Dome. Οι ισραηλινές αμυντικές εταιρείες έχουν αναπτύξει σειρά από συστήματα αντι-drone και αντι-UAV, εκμεταλλευόμενες την πολυετή εμπειρία σε προηγμένες ικανότητες ανίχνευσης ραντάρ, σε τεχνολογία διοίκησης και ελέγχου, σε παρεμβολές και σε χρήση λέιζερ για κατάρριψη.
David’s Sling
Ένα από τα συστήματα που είδε ο στρατηγός Φλώρος είναι το David’s Sling (Σφενδόνη του Δαυίδ), το οποίο ενισχύει τη δεύτερη βαθμίδα του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας του Ισραήλ. Θα αποτελέσει ένα επίπεδο του πολυεπίπεδου συστήματος αεράμυνας του Ισραήλ, το οποίο θα περιλαμβάνει επίσης τα Arrow 2, Arrow 3 (τα είδε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ), Iron Dome, Barak 8 και Iron Beam.
Το David’s Sling προορίζεται να αντικαταστήσει τα MIM-23 Hawk και MIM-104 Patriot στο ισραηλινό οπλοστάσιο. Ο πύραυλος Stunner του συστήματος έχει σχεδιαστεί για να μπορεί να αναχαιτίζει τη νεότερη γενιά τακτικών βαλλιστικών πυραύλων σε χαμηλό ύψος, όπως το ρωσικό Iskander και το κινεζικό DF-15, χρησιμοποιώντας ένα διπλό ανιχνευτή CCD/IR για τη διάκριση μεταξύ “δολωμάτων” και της πραγματικής κεφαλής του πυραύλου. Το σύστημα χρησιμοποιεί ενεργό ραντάρ πολλαπλών λειτουργιών ηλεκτρονικής σάρωσης συστοιχίας Elta EL/M-2084, αλλά οι ΗΠΑ εξελίσσουν πρόγραμμα, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιεί το ραντάρ AN/MPQ-53 του MIM-104 Patriot.
Ο πύραυλος πολλαπλών σταδίων αποτελείται από κινητήρα στερεού καυσίμου. Η κεφαλή ενσωματώνει προηγμένο σύστημα διεύθυνσης για υπερελιγμούς κατά τη διάρκεια της τελικής φάσης αναχαίτισης. Ένας κινητήρας τριών παλμών παρέχει πρόσθετη επιτάχυνση και ευελιξία κατά την τερματική φάση. Αυτό που τον καθιστά ιδιαίτερα αποτελεσματικό είναι ότι είναι εφοδιασμένος με δύο συστήματα στόχευσης και καθοδήγησης εγκατεστημένα στο άκρο του (ένα ραντάρ και έναν ηλεκτροοπτικό αισθητήρα). Το σύστημα, βέβαια, δεν προορίζεται να καταρρίπτει drones, αν και μπορεί, αλλά αναφέρεται εδώ ως λύση για την αντικατάσταση παλαιότερων συστημάτων των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, που δείχνουν την ηλικία τους.
Iron Dome
Το Iron Dome είναι ένα κινητό σύστημα αεράμυνας παντός καιρού, που αναπτύχθηκε για να αναχαιτίζει και να καταστρέφει πυραύλους μικρού βεληνεκούς και βλήματα πυροβολικού που εκτοξεύονται από αποστάσεις 4-70 χλμ. Σύμφωνα με τον κατασκευαστή του, το Iron Dome λειτουργεί μέρα και νύχτα, υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες και μπορεί να ανταποκριθεί σε πολλαπλές απειλές ταυτόχρονα.
Το σύστημα Iron Dome αποτελείται από τρία στοιχεία: το ραντάρ ανίχνευσης και παρακολούθησης, το κέντρο διαχείρισης μάχης και τις μονάδες εκτόξευσης πυραύλων. Ο πύραυλος Tamir είναι εξοπλισμένος με ηλεκτρο-οπτικούς αισθητήρες και πτερύγια διεύθυνσης εμπρός και πίσω για υψηλή ευελιξία. Μια τυπική πυροβολαρχία Iron Dome έχει 3-4 εκτοξευτές (20 βλήματα ανά εκτοξευτή) και είναι ικανή να προστατεύει μια αστική περιοχή περίπου 150 τετρ. χλμ, καθώς τα στοιχεία βολής βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις από το κέντρο διαχείρισης.
Το ραντάρ του συστήματος EL/M-2084 ανιχνεύει την εκτόξευση του πυραύλου και παρακολουθεί την τροχιά του. Το κέντρο διαχείρισης μάχης υπολογίζει το σημείο πρόσκρουσης σύμφωνα με τα αναφερόμενα δεδομένα και χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες για να προσδιορίσει εάν ο στόχος αποτελεί απειλή για μια καθορισμένη κατοικημένη περιοχή. Μόνο όταν προσδιοριστεί αυτή η απειλή, εκτοξεύεται ένας πύραυλος αναχαίτισης για να καταστρέψει τον εισερχόμενο πύραυλο πριν φτάσει στην προβλεπόμενη περιοχή πρόσκρουσης.
Αντι-drones συστήματα
Αυτά που επισήμως δεν εξετάστηκαν στην επίσκεψη του στρατηγού Φλώρου είναι τα τουρκικά UAV, τα οποία είναι πλατφόρμες και όχι “καμικάζι”, δηλαδή εξαπολύουν όπλα από μεγάλη απόσταση και δεν πέφτουν πάνω στον στόχο. Οι Ισραηλινοί έχουν δώσει λύσεις για τέτοια UAV. Μπορούν με λέιζερ να εξουδετερώσουν την εισερχόμενη απειλή σε μικρή απόσταση και με μικρότερο κόστος.
Το σύστημα κατά μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων (C-UAS) που αναπτύχθηκε από την Rafael Advanced Defense Systems ονομάζεται Drone Dome. Χρησιμοποιεί διαφορετικούς αισθητήρες, όπως ραντάρ RADA Electronic Industries RPS-42, σύστημα απεικόνισης CONTROP Precision Technologies και ανιχνευτές ραδιοκυματικού σήματος. Οι πολλαπλοί αισθητήρες δημιουργούν μια ενοποιημένη εικόνα της κατάστασης στον αέρα, ενισχυμένη από τεχνητή νοημοσύνη, η οποία μπορεί να διακρίνει και να αναγνωρίσει στόχους. Ο συνδυασμός αισθητήρων δίνει δυνατότητα ανίχνευσης μικρών στόχων σε απόσταση έως και 3,5 χλμ. Αυτό είναι το μεγαλύτερο μειονέκτημα του, η μικρή εμβέλεια.
Σύμφωνα με τον κατασκευαστή το Drone Dome προσφέρει μια αρθρωτή υποδομή που αποτελείται από ηλεκτρονικούς παρεμβολείς και αισθητήρες, επιτρέποντας την ανίχνευση, την αναγνώριση και την εξουδετέρωση απειλών μικρού και μίνι UAV με χρησιμοποιούμενους αλγόριθμους. Το σύστημα Drone Dome τείναι σε θέση να εμπλέκει τόσο μεγαλύτερα UAV σταθερής πτέρυγας όσο και μικρότερα drones. Το 2018, η Βρετανία ανέπτυξε το Drone Dome στο αεροδρόμιο Gatwick, τερματίζοντας μια περίοδο 36 ωρών διακοπής της εναέριας κυκλοφορίας μετά την παρουσία μη εξουσιοδοτημένων drones.
Το Drone Dome καταστρέφει τον UAV με τεχνολογία λέιζερ. Όταν το C4I δώσει δεδομένα θετικής αναγνώρισης, το σύστημα αναθέτει τον στόχο στον χειριστή λέιζερ, ο οποίος κλειδώνει τον στόχο και εκτελεί πλήγμα hard kill. Για soft kill (αναχαίτιση με παρεμβολή σημάτων που οδηγεί σε προσγείωση ή πτώση), αναπτύσσει τον παρεμβολέα-jammer του, το οποίο μπλοκάρει το σήμα και προκαλεί την αποσταθεροποίησή του.
Στην αναχαίτιση που βασίζεται σε λέιζερ, ο χειριστής λαμβάνει τη θέση του στόχου από το C4I [σύστημα διοίκησης, ελέγχου, επικοινωνιών, υπολογιστών και πληροφοριών], το οποίο την περνάει στον χειριστή λέιζερ. Ο χειριστής κλειδώνει τον στόχο και σε λίγα δευτερόλεπτα η ακτίνα λέιζερ καταστρέφει τον στόχο. Σε επίδειξη, της ισραηλινής εταιρείας Rafael τον Φεβρουάριο 2020, πραγματοποιήθηκαν αναχαιτίσεις με λέιζερ πολλαπλών drones στην έρημο του νότιου Ισραήλ, επιτυγχάνοντας ποσοστό επιτυχίας 100%. Κάποιοι από τους στόχους πραγματοποιούσαν ελιγμούς. Τα στάδια των αναχαιτίσεων περιλάμβαναν ανίχνευση στόχου, αναγνώριση και αναχαίτιση με δέσμη λέιζερ υψηλής ισχύος (10 KW).
DroneGuard και Redrone
Το Drone Guard της Israel Aerospace Industries-Elta μπορεί να αναχαιτίσει διάφορους τύπους UAV, ανάλογα με τον τύπο αναχαίτισης που θέλει ο χρήστης. Αλλά κι αυτό πάσχει λόγω μικρής εμβέλειας. Το Drone Guard χρησιμοποιεί ραντάρ Active Electronically Scanning Phased Array (AESA) και ηλεκτρο-οπτικούς αισθητήρες που καθοδηγούνται από ενδείξεις ραντάρ για τον εντοπισμό και την παρακολούθηση στόχων – συμπεριλαμβανομένων των UAV σταθερών πτερυγίων, σε απόσταση έως και 4,5 χλμ. Για ένα soft kill, χρησιμοποιεί ένα κατευθυνόμενο παρεμβολέα (jammer) και για ένα hard kill, ένα φιλικό drone εμβολίζει το εχθρικό, αν και οι κατασκευαστές δεν δίνουν πολλές πληροφορίες. Δεν διευκρινίζεται αν το φιλικό drone ίπταται και περιπολεί, ή εκτοξεύεται όταν έχει εντοπιστεί εχθρική διείσδυση.
Το Redrone της Elbit, στις διάφορες διαμορφώσεις του, έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει τα σύνορα, τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, τις στρατηγικές εγκαταστάσεις, τις στρατιωτικές βάσεις από μη επανδρωμένα εναέρια συστήματα, από εμπορικά drones και τετρακόπτερα χαμηλού κόστους έως UAV. Χρησιμοποιεί αισθητήρες ραντάρ, ανάλυση σημάτων (Sigint), ηλεκτρο-οπτικούς και υπέρυθρους, ακουστικούς και αισθητήρες κυβερνοχώρου, «όλα ενσωματωμένα σε μια ανοιχτή, ενοποιημένη πλατφόρμα και λειτουργούν από έναν ενιαίο σταθμό ελέγχου», σύμφωνα με την Elbit.
Εν ολίγοις, προς το παρόν, εύκολες και φτηνές λύσεις αναχαίτισης των τουρκικών drones-UAV δεν υπάρχουν. Τα συστήματα προσφέρουν καταστροφή του εισερχομένου drone-UAV όταν βρίσκεται σε τερματική φάση επίθεσης. Αυτό είναι πρόβλημα. Αναγκαστικά η αντιμετώπιση της συγκεκριμένης τουρκικής απειλής χρειάζεται πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική αεράμυνας, η οποία πρέπει να ενέχει και την έντονη παρουσία του ανθρώπινου στοιχείου.
Καθώς τα συμβατικά συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας έχουν ραντάρ που δεν είναι κατασκευασμένα να “βλέπουν” τα αργοκίνητα, μικρού ίχνους τουρκικά drones-UCAV, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη “οπτήρων” που συνεχώς επιβλέπουν τον ουρανό για την παρουσία drones. Η προσθήκη αισθητήρων συστημάτων όπως του Iron Dome ή του Drone Dome μπορεί να δώσει το στίγμα ύπαρξης της απειλής, αλλά δεν μπορεί να την καταστρέψει σε σχετικά μεγάλη απόσταση, όπως επιβάλλεται για τα ελληνικά δεδομένα.
Ίσως, η ελληνική πλευρά πρέπει να σκεφτεί σοβαρά μια άμεση συνεργασία με σχετικές ισραηλινές εταιρίες για την ανάπτυξη συστημάτων που αναχαιτίζουν drones και UAV σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Εφόσον οι διμερείς σχέσεις είναι άριστες, μια τέτοια συνεργασία είναι εφικτή και μπορεί να αποβεί αμοιβαία επωφελής, δίνοντας αποτελέσματα που μπορεί να έχουν και τεράστιο εξαγωγικό ενδιαφέρον.
(Αναρτήθηκε από τον Μιχάλη Τσολάκη)