Το κείμενο υπογράφει ο Alexandre Gasiouk
«Η Τουρκία διέκοψε τις διμερείς διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Στρατηγικού διαλόγου υψηλού επιπέδου με την Ελλάδα. Έτσι, η Άγκυρα ανέβασε τους τόνους στην μέχρι τώρα «ψυχρή» σύγκρουση με την Αθήνα, όσον αφορά σε κάποια ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, για τα οποία η Τουρκία ζητά την άμεση αποστρατιωτικοποίησή τους».
Τα παραπάνω αναφέρει άρθρο γνώμης στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «ROSSISKAYA GAZETA» με τίτλο «Η Τουρκία θα μετατρέψει τη σύγκρουση με την Ελλάδα σε «θερμό επεισόδιο».
Αναλυτικά το άρθρο
Στο πλαίσιο της αυξανόμενης ελληνοτουρκικής κλιμάκωσης, η μακροχρόνια εδαφική διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών-μελών του ΝΑΤΟ μπορεί ανά πάσα στιγμή να εξελιχθεί σε θερμή αναμέτρηση.
Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε την αποχώρηση της Άγκυρας από το διμερή Στρατηγικό Διάλογο Υψηλού Επιπέδου με την Ελλάδα, κατηγορώντας την Αθήνα ότι δεν «έμαθε από την Iστορία».
Την επόμενη μόλις μέρα, ο Πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) του μεγαλύτερου κόμματος της Αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, υποστήριξε ουσιαστικά την πορεία του Ερντογάν προς την Eλλάδα. “Αν έχετε το θάρρος, κάντε ένα βήμα προς τα κατεχόμενα και τα στρατιωτικοποιημένα νησιά. Θα σας στηρίξουμε. Είναι επιτακτική ανάγκη να ενισχύσουμε την πίεση στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο”, είπε ο αρχηγός του CHP.
Έτσι, υπάρχει συναίνεση μεταξύ των κυριότερων τουρκικών πολιτικών δυνάμεων σχετικά με την ανάγκη ανάληψης αποφασιστικής δράσης για την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων της Τουρκίας (αναδιαμόρφωση των υφιστάμενων θαλάσσιων συνόρων, επέκταση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης και της υφαλοκρηπίδας της χώρας) στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, η Άγκυρα διαθέτει τόσο στρατιωτικές δυνατότητες, όσο και συσσωρευμένη πολεμική εμπειρία λόγω της πρόσφατης συμμετοχής της σε στρατιωτικές συγκρούσεις υψηλής έντασης στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική και τον Νότιο Καύκασο.
Από την άλλη, ο χρόνος λειτουργεί σαφώς υπέρ της Ελλάδας, η οποία, με βλέμμα εμφανώς στον προβληματικό γείτονά της, εφαρμόζει προγράμματα εκσυγχρονισμού μεγάλης κλίμακας στην Πολεμική Αεροπορία και το Ναυτικό, αγοράζοντας από τη Γαλλία σύγχρονα μαχητικά Rafale και φρεγάτες κατευθυνόμενων πυραύλων Belharra.
Επιπλέον, η κυβέρνηση του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, σύμφωνα με δημοσιεύματα των ΜΜΕ, κατέληξε σε συμφωνία με την Ουάσιγκτον για την προμήθεια αμερικανικών μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35 στο πλαίσιο της “ανταλλαγής” για τα εδάφη που παρέχει η Ελλάδα για τη δημιουργία πέντε νέων στρατιωτικών βάσεων των ΗΠΑ.
Παρεμπιπτόντως, είναι ακριβώς η άνευ προηγουμένου επέκταση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ελλάδα που εγείρει το ερώτημα στην Άγκυρα: “Απέναντι σε ποιους είναι φίλοι Αμερικανοί και Έλληνες;” Για την Τουρκία, η οποία επιδιώκει να ασκήσει μια ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική ανεξάρτητη από τις ιδιοτροπίες του Λευκού Οίκου, η απάντηση είναι προφανής.
Η Αθήνα πείθει τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς συμμάχους να μην πουλήσουν νέα όπλα στους Τούρκους και να μην εκσυγχρονίσουν τα υπάρχοντα. Και το πιο σημαντικό: να μην επιστρέψει η Άγκυρα στο πρόγραμμα για την παραγωγή αμερικανικών μαχητικών F-35, από τα οποία οι ΗΠΑ είχαν προηγουμένως αποκλείσει την Τουρκία λόγω της αγοράς των πιο πρόσφατων ρωσικών συστημάτων αεράμυνας S-400.
Με την πάροδο του χρόνου, το υπάρχον στρατιωτικό-τεχνικό πλεονέκτημα της Τουρκίας, η οποία έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, έναντι του δυτικού γείτονά της μπορεί να εκμηδενιστεί. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ο στόλος της στρατιωτικής αεροπορίας της Τουρκίας απαρχαιώνεται τάχιστα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο αριθμός των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά αεροσκάφη αυξάνεται συνεχώς τις τελευταίες εβδομάδες. Η Αθήνα, σύμφωνα με τα ελληνικά ΜΜΕ, έθεσε τις ένοπλες δυνάμεις της σε πλήρη ετοιμότητα».
(Αναρτήθηκε από τον Μιχάλη Τσολάκη)