27.5.22

Οι επιλογές Ερντογάν εν όψει εκλογών: Ασυλία, εξορία, νοθεία ή θερμό επεισόδιο

 

Σε ένα περίπου χρόνο από σήμερα, ο Ερντογάν θα δώσει την πιο κρίσιμη μάχη της ταραχώδους πολιτικής σταδιοδρομίας του. Στις προεδρικές εκλογές του 2023 κατά πάσα πιθανότητα θα αντιμετωπίσει κοινό υποψήφιο της αντιπολίτευσης. Ο ισχυρότερος εχθρός του, ωστόσο, είναι η οξύτατη οικονομική κρίση, που ροκανίζει ασταμάτητα την εκλογική απήχηση του “σουλτάνου” κατά τρόπο που καθιστά πολύ πιθανή –εάν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά– την εκλογική ήττα του. Ο Ερντογάν έρχεται αντιμέτωπος με δύσκολες επιλογές.

Επειδή, όμως, μιλάμε για Τουρκία, ας υπογραμμίσουμε το “εάν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά”. Κι αυτό, επειδή στην εξουσία σήμερα δεν υπάρχει ένα κόμμα, αλλά ένα καθεστώς. Προφανώς, το ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) κέρδισε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις.

Δεν ανήλθε ούτε παρέμεινε στην εξουσία με τα όπλα. Στη δεκαετία 2002-12, μάλιστα, χρειάσθηκε να υπερνικήσει τις συνωμοσίες του κεμαλικού βαθέως κράτους για να εδραιωθεί. Αυτή ήταν και η πρώτη μεταπολίτευση διαρκείας από το μετακεμαλικό στο νεοοθωμανικό καθεστώς.

Όταν το 2013 το μετακεμαλικό καθεστώς ουσιαστικά εξαρθρώθηκε, εκδηλώθηκε ο εμφύλιος πόλεμος στους κόλπους του νεοοθωμανικού κινήματος. Αναφέρομαι στη σύγκρουση Ερντογάν-Γκιουλέν, παρότι στην πραγματικότητα η εν λόγω σύγκρουση είναι πιο σύνθετη. Η δεύτερη μεταπολίτευση είναι η μετάβαση από το νεοοθωμανικό στο ερντογανικό καθεστώς.

Από το 2014, το δίκτυο Γκιουλέν υφίσταται ανελέητους διωγμούς, ενώ και πολλά ανώτατα στελέχη του ΑΚΡ εγκατέλειψαν ή εκδιώχθηκαν από το κυβερνητικό σκάφος. Ο “σουλτάνος”, όμως, βρήκε νέους συμμάχους στο Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Μπαχτσελί και στην αντιδυτική πτέρυγα του βαθέως μετακεμαλικού κράτους. Το ιδεολογικό υπόβαθρο του νέου καθεστώτος είναι η ερντογανική εκδοχή της περιβόητης τουρκοϊσλαμικής σύνθεσης, που ρέπει στον ευρασιανισμό.

Η “βαθιά Τουρκία”

Υπό την ηγεσία του Ερντογάν, το νεοοθωμανικό ρεύμα κατάφερε στη δεκαετία του 2000 να ξεδοντιάσει το μετακεμαλικό βαθύ κράτος, στηριζόμενο στην πολιτική αφύπνιση της “βαθιάς Τουρκίας”, η οποία αυτονομήθηκε από το πελατειακό σύστημα των παραδοσιακών μετακεμαλικών κομμάτων. Η εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη μετά την καταλυτική οικονομική κρίση του 2000-02 εδραίωσε την εκλογική επιρροή του κυβερνώντος ΑΚΡ, μετατρέποντάς το σε ηγεμονική πολιτική δύναμη. Σ’ αυτό συνέβαλε και η ισχυρή υποστήριξη της Δύσης.

Μετά τη νίκη του επί του μετακεμαλικού βαθέως κράτους, ο Ερντογάν δρομολόγησε τη μετατροπή της Τουρκίας σε αυτονομημένη από τη Δύση περιφερειακή δύναμη. Αυτό οδήγησε σε τριβές με τις ΗΠΑ, σε ρήξη με το δίκτυο Γκιουλέν και σε μία ιδιότυπη συμμαχία με τον Πούτιν. Αποκορύφωμα της σύγκρουσης ήταν η απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο 2016, στημένη ή όχι. Αυτή, πάντως, έδωσε το πρόσχημα για ένα νέο κύμα διώξεων και μαζικών εκκαθαρίσεων στους κρατικούς μηχανισμούς. Ο Ερντογάν και ο κύκλος του κατρακύλησαν σε ακραίο αυταρχισμό, αφού δεν υπάρχει δύναμη να εξισορροπήσει τις υπερεξουσίες τους.

Αν και η τουρκική οικονομία έχει αποκτήσει σημαντική παραγωγική βάση, η αντιπαράθεση με τη Δύση υπονόμευσε την τουρκική λίρα, με αποτέλεσμα η μεγάλη υποτίμησή της να προκαλεί υπερπληθωρισμό και σοβαρότατα προβλήματα στην πραγματική οικονομία. Η κλιμακούμενη φτωχοποίηση ειδικά των λαϊκών στρωμάτων, που στήριξαν την τελευταία 20ετία τον Ερντογάν, ροκανίζει την εκλογική επιρροή του.

Οι προεδρικές εκλογές 2023

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η ήττα Ερντογάν το 2023 συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν ο Ερντογάν θα αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν κατά τρόπο ομαλό, ή θα μεθοδεύσει κάποιου είδους εκτροπή με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία; Αυτή τη στιγμή, κατηγορηματική απάντηση δεν μπορεί να δοθεί. Η Δύση αναμένει με προσδοκίες τη στιγμή που ο Ερντογάν θα βρεθεί εκτός εξουσίας λόγω εκλογικής ήττας το 2023. Επειδή, όμως, και οι Αμερικανοί δεν είναι καθόλου σίγουροι ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν ομαλά, κινούνται στο παρασκήνιο για να το εξασφαλίσουν κατά το δυνατόν.

Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι ο Ερντογάν έχει πάψει προ πολλού να είναι ένας πολιτικός ηγέτης που βρίσκεται στην εξουσία, γνωρίζοντας ότι θα κριθεί στις επόμενες εκλογές και μπορεί τότε να υποχρεωθεί να την εγκαταλείψει. Έχοντας ουσιαστικά αυτοαναγορευθεί “σουλτάνος”, έχει πολιτικο-ψυχολογικά ταυτισθεί με την εξουσία. Του είναι αδιανόητο, ή τουλάχιστον πάρα πολύ δύσκολο, να φανταστεί τον εαυτό του παροπλισμένο, έναν κοινό θνητό.

Πέρα από αυτό, όμως, φοβάται δικαιολογημένα ότι θα διωχθεί δικαστικά και για σκάνδαλα διαφθοράς και για παράνομες πράξεις που έλαβαν χώρα την εποχή της παντοδυναμίας του. Υπενθυμίζω ότι έχει εμμέσως πλην σαφώς κατηγορηθεί ακόμα κι από τον Νταβούτογλου για αιματηρές προβοκάτσιες. Η πόλωση που υπάρχει στην Τουρκία υπερβαίνει ποιοτικά ακόμα και την ακραία πολιτική πόλωση σε δυτικές χώρες. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για καθεστωτικού χαρακτήρα πόλωση, η οποία δεν περιορίζεται στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος, αλλά επεκτείνεται και στην κοινωνία.

Οι επιλογές Ερντογάν

Το ακραία πολωτικό κλίμα δυσκολεύει πολύ την ομαλή αλλαγή κυβέρνησης. Όπως προαναφέραμε, βλέποντας ο Ερντογάν ότι οι πιθανότητες να χάσει τις εκλογές του 2023 αυξάνονται, έρχεται αντιμέτωπος με δύσκολες επιλογές:

  • Πρώτον, να επιχειρήσει κάποιου είδους εκτροπή με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία.
  • Δεύτερον, να διαπραγματευθεί ασυλία για τον ίδιο και το περιβάλλον του όταν θα βρεθεί εκτός εξουσίας.
  • Τρίτον, να εγκαταλείψει την Τουρκία, επιλέγοντας έναν φιλικό σ’ αυτόν τόπο εξορίας. Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, πως ήδη η αντιπολίτευση τον κατηγορεί ότι η οικογένειά του βγάζει πολύ μεγάλα ποσά στο εξωτερικό.

Ας εξετάσουμε πρώτα την επιλογή της ασυλίας. Από τη φύση της, μία τέτοια διαπραγμάτευση είναι δύσκολη και το βαθύ ρήγμα στην Τουρκία την καθιστά πολύ δυσκολότερη. Ο Ερντογάν έχει λόγους να μην εμπιστεύεται την αντιπολίτευση, όπως κι αυτή δεν εμπιστεύεται αυτόν. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, η Ουάσινγκτον επιδιώκει να παίξει τον ρόλο του μεσεγγυητή, προσδοκώντας ότι η ομαλή διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών του 2023 και η πιθανολογούμενη ήττα του Ερντογάν θα οδηγήσουν σε ομαλή αλλαγή φρουράς.

Οι Αμερικανοί εκτιμούν ότι όταν ο Ερντογάν βρεθεί εκτός εξουσίας, η Τουρκία θα επιστρέψει στο “δυτικό μαντρί”. Υποτιμούν το γεγονός ότι από το 2002 έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν στην Τουρκία έχει συντελεστεί όχι μόνο πολιτική, αλλά και κοινωνική μετάλλαξη. Οι κεμαλικοί δεν μπορούν να “ξανακλείσουν στο μπουκάλι” τη “βαθιά” νεοοθωμανική Τουρκία με το εγγενές ισλαμικό, εθνικιστικό κι αντιδυτικό πρόσημο, την οποία ο Ερντογάν έφερε στο προσκήνιο.

Μία εκ των προτέρων συμφωνία με την αντιπολίτευση είναι εν μέρει αναγκαία και για την δεύτερη επιλογή, την εκδοχή της εξορίας. Μία άτυπη ασυλία θα διευκόλυνε αφενός η αλλαγή φρουράς να συντελεστεί ομαλά, αφετέρου ο Ερντογάν και η οικογένειά του να αποχωρήσουν χωρίς επεισόδια και να μην γίνουν στόχος διώξεων όταν θα βρίσκονται στην εξορία. Είναι, πάντως, παρακινδυνευμένο να προεξοφλήσουμε πως τελικώς θα προκύψει συμφωνία για ομαλή έξοδο του Ερντογάν από την εξουσία με αντάλλαγμα επίσημη ή άτυπη ασυλία.

Ποντάροντας στον εθνικισμό-επεκτατισμό

Η τρίτη επιλογή του “σουλτάνου” είναι να καταφύγει σε κάποιον τυχοδιωκτισμό για να παραμείνει πρόεδρος. Ένας πρώτος προφανής τρόπος είναι να οργανώσει όση εκλογική νοθεία χρειάζεται για να βρεθεί μπροστά. Το γεγονός ότι ελέγχει σχεδόν απολύτως τους κρίσιμους κρατικούς μηχανισμούς καθιστά μία τέτοια επιχείρηση ευκολότερη. Προφανώς, η αντιπολίτευση θα καταγγείλει τη νοθεία, αλλά δεν θα έχει πρακτικό τρόπο να ανατρέψει το αποτέλεσμα που θα έχει προκύψει.

Εκτός της νοθείας, ένας δεύτερος τρόπος είναι –στις παραμονές των εκλογών– ο Ερντογάν να μεθοδεύσει μία εξωτερική περιπέτεια για να συσπειρώσει γύρω του τους ψηφοφόρους, πουλώντας τους μία “εθνική νίκη”. Η συνταγή είναι αποτελεσματική. Ο εθνικισμός-επεκτατισμός αναδύεται όχι μόνο από το τουρκικό κράτος, αλλά και από την ίδια την τουρκική κοινωνία, επειδή είναι στο “γονίδιο” της, ως αποτέλεσμα του τρόπου που συγκροτήθηκε ιστορικά.

Οι Οθωμανοί ήταν φυλές που είχαν ως “τρόπο παραγωγής” την κατάκτηση. Γι’ αυτό κι όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπαψε να επεκτείνεται και να κατακτά νέα εδάφη περιήλθε σε παρακμή. Όπως και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, έτσι και στην Τουρκική Δημοκρατία, οι όποιοι εκσυγχρονισμοί επιβλήθηκαν αυταρχικά άνωθεν. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία δεν βίωσε ποτέ μια δημοκρατική επανάσταση.

“Εθνική νίκη” με θερμό επεισόδιο

Ο οθωμανικός δεσποτισμός επιβίωσε μεταλλαγμένος. Η κοινωνία των πολιτών είναι υποτυπώδης. Η κοινωνία παραμένει υποταγμένη σ’ ένα κράτος που δεν είναι δημιούργημά της, ούτε προέρχεται από αυτή. Γι’ αυτό και ο εθνικισμός-επεκτατισμός ήταν και παραμένει όχι μόνο κρατική, αλλά και εθνική ιδεολογία, κατά τρόπο που λειτουργεί και ως κύριος συνεκτικός ιστός της τουρκικής κοινωνίας.

Με δεδομένο το ακραία εθνικιστικό αυτό υπόστρωμα, ένας στρατιωτικός τυχοδιωκτισμός ή μία κίνηση που θα μεγαλώσει εδαφικά την Τουρκία είναι πιθανή. Η ευκολότερη λύση, την οποία θα υποχρεωθούν να υποστηρίξουν και οι κεμαλικοί, είναι η προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου. Πρόκειται για κίνηση που δεν ενέχει κανένα ρίσκο. Προφανώς, ο Ερντογάν θα αντιμετωπίσει σοβαρές διπλωματικές αντιδράσεις, αλλά μέχρι εκεί. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ήδη κάνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.

Το άλλο ενδεχόμενο είναι να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα σε χώρο και χρόνο που θα εκτιμά ότι θα του εξασφαλίσει μία εύκολη νίκη. Ένα θερμό επεισόδιο έχει πάντα τον κίνδυνο να προκαλέσει γενικευμένη σύρραξη, αλλά στην Άγκυρα έχουν πεισθεί ότι η Αθήνα θα κάνει ό,τι πρέπει για να το αποφύγει. Γι’ αυτό και οι πιθανότητες να οδηγηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση δεν είναι καθόλου λίγες.

Οι πρόσφατες πρωτοφανείς δηλώσεις Ερντογάν, μάλιστα, είναι σαφής ένδειξη ότι σκοπεύει να ανεβάσει ψηλά τη θερμοκρασία στο ελληνοτουρκικό μέτωπο και να προβεί σε συστηματικές προκλήσεις, οι οποίες αφενός θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις να καταλήξουν σε ένα θερμό επεισόδιο, αφετέρου να έχουν εξοικειώσει τη διεθνή κοινότητα με αυτό το ενδεχόμενο.

https://slpress.gr/


{Αναρτήθηκε από τον Μιχάλη Τσολάκη}