Οταν προέκυψε η κρίση με τους 10 Πρεσβευτές στην Τουρκία, ο Ερντογάν εκτόξευσε απειλές πως θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη πληγή στις σχέσεις με τη Δύση. Ο Μπάιντεν δεν τηλεφώνησε, δείχνοντας ότι δεν έπαιρνε την μπλόφα του Τούρκου Προέδρου στα σοβαρά. Τώρα, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν, ανακοίνωσε ότι ο Μπάιντεν δεν αναμένει να συζητήσει το θέμα του «Βέτο» ([ενταξη Σουηδίας – Φινλανδίας) απευθείας με τον Ερντογάν στο εγγύς μέλλον. Η προσέγγιση του Μπάιντεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σοβαρό σημάδι ότι σκοπεύει να χρησιμοποιήσει «μόνο καρφί» και όχι «πέταλο» εναντίον του Ερντογάν εάν «δεν συνέλθει και δεν αφαιρέσει αμέσως το βέτο».
Με την σειρά του, ο Τούρκος Πρόεδρος έχει θέσει ένα μεγάλο κατάλογο αιτημάτων για να άρει το «Βέτο» σχετικά με την ένταξη Σουηδίας – Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Το πρόβλημα για την Τουρκία είναι πως τα αιτήματα αυτά δεν αφορούν μόνο τις δύο χώρες, αλλά και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ όπως τις ΗΠΑ. Άρση εμπάργκου όπλων, F-35, F-16, έκδοση ευρωπαίων πολιτών, διακοπή της υποστήριξης του PYD-YPG στη Συρία, είναι μερικά από τα αιτήματα.
Αυτά τα αιτήματα σε μια σειρά από χώρες με διαφορετική πολιτική δεν είναι και το πιο έξυπνο από τον Ερντογάν, και μάλιστα φωνάζοντας και απειλώντας μπροστά από τις «πόρτες» και όχι πίσω από αυτές. Αυτό σημαίνει πως, ενώ θα μπορούσε μια χώρα να κάνει δεκτό ένα αίτημα, μια άλλη θα μπορούσε να απορρίψει όσα την αφορούν με αποτέλεσμα το αδιέξοδο
Δεν υπάρχει απομάκρυνση μόνο αποχώρηση και το νέο Πραξικόπημα θα είναι η αφορμή
Υπάρχει μια σειρά άρθρων στο «V» στα οποία υπάρχει η εκτίμηση πως η Τουρκία τελείωσε για την Δύση, και η Δύση για την Τουρκία. Σε ένα από αυτά με τίτλο , «ο «Αγιατολάχ του ΝΑΤΟ» παραδίδει την Τουρκία στην Μόσχα και τα Βαρώσια στο Ρωσικό Ναυτικό», σημείωνε, «από την άλλη μεριά του Ατλαντικού όμως τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα για την Ουάσιγκτον και πιο συγκεκριμένα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Οι Αμερικανοί γνωρίζουν, όπως και οι Ευρωπαίοι , ότι η Τουρκία του «Αγιατολάχ του ΝΑΤΟ», του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει πλέον απομακρυνθεί από την Δύση και έχει πέσει στα χέρια της Μόσχας και του Πεκίνου, αποτελώντας ένα πολύτιμο εργαλείο για αποσταθεροποίηση της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής, και της Αφρικής.»
Ο Ερντογάν έχει αποδείξει πως είναι ικανός να κοροϊδεύει διαρκώς τον Τουρκικό λαό για να δημιουργήσει τις συνθήκες Ολιγαρχικού καθεστώτος για την δική του ασφάλεια, της οικογένειας του, και των επιχειρήσεων του. Τον κορόϊδεψε με το πραξικόπημα του 2016 κατηγορώντας τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τον κορόϊδεψε με την Συρία κατηγορώντας τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, τον κορόϊδεψε με την Ελλάδα και την ένταση που δημιούργησε το καλοκαίρι του 2020.
Δημιούργησε μια κοινωνία φοβερά αντιδυτική έτοιμη να δεχτεί οποιαδήποτε κατηγορία εναντίον της Δύσης, ακόμα και αυτή της ανατροπής του εκ νέου. Όσο διαρκεί αυτή η πολιτική και αντίσταση προς την Δύση, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ζημιά για την Τουρκία. Οι κατηγορίες του Ερντογάν για βουλευτές που εκλέγονται στα κοινοβούλια άλλων χωρών και οι φωνές του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην Σουηδό συνάδελφό του μπροστά σε όλους με παράλογες εκφράσεις («χορτάσαμε τη φεμινιστική εξωτερική πολιτική σας») δεν είναι συμπεριφορές που γίνονται εύκολα αποδεκτές. στον πολιτισμένο και δημοκρατικό κόσμο.
Γίνονται όμως αποδεκτές στο εσωτερικό της Τουρκίας, και οι συμπεριφορές αυτές αποτελούν μια σειρά αφορμών για την αποχώρηση της Τουρκίας απο το ΝΑΤΟ. Θα πρέπει όμως να υπάρξει μια δύσκολη κατάσταση που θα δώσει στον Ερντογάν την μεγάλη αφορμή, και αυτή ίσως θα είναι το νέο πραξικόπημα.
Και όπως σημείωνε άρθρο του «V» τον Ιούλιο του 2019 με τίτλο, «Ήρθε η ώρα Δύση να τελειώνει με την Τουρκία – Η απάντηση θα είναι σκληρή και θα είναι από το ΝΑΤΟ»:
«Από τότε μέχρι σήμερα όμως οι αλλαγές ήταν μεγάλες και προς όφελος της συμμαχίας. Ο Ενεργειακός Πόλεμος που ξεκίνησε με τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο, ο ρόλος που απέκτησε η Ρωσία ως ο «Βενζινάς της Ευρώπης» και τέλος, η ανάπτυξη του ΝΑΤΟ στις βαλτικές χώρες και τα Βαλκάνια, άλλαξαν τους γεωπολιτικούς ρόλους των χωρών.Η Τουρκία είναι σημαντική χώρα για ΝΑΤΟ, αλλά πλέον δεν είναι πολύ σημαντική όπως κάποιοι θεωρούν. Οι χώρες της Βαλτικής, η Νορβηγία, η Πολωνία και τέλος η Ελλάδα, (οι σχεδιασμοί του ΝΑΤΟ και το βλέμμα του προς την Κίνα) κάνει την κάθε μια και όλες μαζί, πολύ πιο σημαντικές από την Τουρκία.»
Και κατέληγε, «αν η Τουρκία συνεχίσει να μην υπολογίζει τον αντίκτυπο που έχει η συμπεριφορά της στους συμμάχους του ΝΑΤΟ, η διοίκηση της Συμμαχίας θα προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Το θέμα των S-400 αφορά την ίδια την συμμαχία, και μόνο. Μπορεί η Τουρκία και όποιο άλλος μέλος, να εξοπλίζεται από όποια χώρα θέλει, σήμερα όμως δεν είμαστε στο 1960. Είμαστε στο 2019, το ΝΑΤΟ είναι ισχυρότατο, και αν χρειαστεί να σπάσει ένα «κακό σπυρί» , θα το κάνει χωρίς δεύτερη σκέψη. Στην Τουρκία το γνωρίζουν καλά αυτό, και αν τελικά η σημερινή συμπεριφορά της είναι μονόδρομος, θα επιδιώξει να κερδίσει ένα ένδοξο τέλος, και το ΝΑΤΟ θα της το δώσει»