Ο John Mearsheimer, ο πατέρας της θεωρίας του επιθετικού ρεαλισμού, υποστήριξε ότι η Δύση, ειδικά οι ΗΠΑ, είναι η κύρια υπεύθυνη για την καταστροφή στην Ουκρανία
Το 2014, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ηenry Kissinger, έγραψε στην Washington Post ότι η Ουκρανία πρέπει να λειτουργεί ως «γέφυρα» μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και όχι να γίνει «προπύργιο της μίας πλευράς ενάντια στην άλλη».
Η ρήση Kissinger αγνοήθηκε από το ΝΑΤΟ -υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ-, το οποίο πίεσε για πέντε μεγάλες επεκτάσεις προς ανατολάς και δυτικά της Ρωσίας, προκαλώντας ανάφλεξη…
Ο John Mearsheimer, ο πατέρας της θεωρίας του επιθετικού ρεαλισμού, υποστήριξε ότι η Δύση, ειδικά οι ΗΠΑ, ευθύνονται για την καταστροφή στην Ουκρανία.
Ο Mearsheimer πιστεύει ότι, αν δεν είχε υπάρξει απόφαση να μετακινηθεί το ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά… δεν θα υπήρχε πόλεμος.
Για τις ΗΠΑ, η επέκταση του ΝΑΤΟ αποτελεί εχέγγυο ασφάλειας, αλλά για τη Ρωσία είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Η επέκταση του ΝΑΤΟ ήταν πάντα ένα σημείο που «πονούσε», δεδομένης της ρωσικής άποψης ότι το Σύμφωνο πρόκειται για έναν θεσμό του Ψυχρού Πολέμου, σύμφωνα και με τον Ρώσο πολιτικό επιστήμονα στο Wilson Center, Igor Zevelev.
Ο Thomas L. Friedman, ένας Αμερικανός πολιτικός σχολιαστής και συγγραφέας, έγραψε πρόσφατα στους New York Times ότι η επιλογή των ΗΠΑ να επεκτείνουν το ΝΑΤΟ τη δεκαετία του 1990 ήταν μια «κακή απόφαση».
Υπενθύμισε δε ότι ο Bill Perry, πρώην υπουργός Άμυνας στην κυβέρνηση Clinton, το 2016 επεσήμανε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να κατηγορηθούν για την επέκταση του ΝΑΤΟ, αφού έκαναν τους Ρώσους να αισθάνονται «πολύ άβολα».
Ο George Frost Kennan, ο αρχιτέκτονας της στρατηγικής περιορισμού της Σοβιετικής Ένωσης, εξέφρασε επίσης την απογοήτευσή του για την επέκταση του Συμφώνου το 1998, ορίζοντάς την ως «αρχή ενός νέου ψυχρού πολέμου», προβλέποντας ότι οι Ρώσοι «θα αντιδράσουν σταδιακά αρκετά αρνητικά και θα επηρεάσει τις πολιτικές τους».
Ο Kennan δεν μπορούσε να κρύψει την απογοήτευσή του γι’ αυτό το «τραγικό λάθος», λέγοντας ότι «θα έκανε τους ιδρυτές αυτής της χώρας να κουνιούνται στους τάφους τους».
Δυστυχώς, η πρόβλεψη του Kennan, τελικά, έγινε πραγματικότητα.
Παρότι η Ρωσία απηύθυνε επανειλημμένες φορές έκκληση στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να μην υπάρξει άλλη επέκταση και ανάπτυξη επιθετικών όπλων στις γειτονικές σε αυτήν χώρες, οι ΗΠΑ κωφεύουν.
Ο Mearsheimer, από την άλλη, ανέφερε ότι η καλύτερη στρατηγική για την Ουκρανία είναι να ισορροπήσει μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, συγκεκριμένα «να διακόψει τις στενές σχέσεις της με τη Δύση, ειδικά με τις ΗΠΑ, και να προσπαθήσει να φιλοξενήσει τους Ρώσους».
Επίσης, όπως είπε σε συνέντευξή της η πρώην βουλευτής των ΗΠΑ, Tulsi Gabbard, «ο Biden μπορεί εύκολα να αποτρέψει έναν πόλεμο με τη Ρωσία, παρέχοντας εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ».
Ωστόσο, το αμερικανικό διπλωματικό κατεστημένο δεν θα αναγνωρίσει ποτέ αυτό το λάθος.
Αντίθετα, θα διαμορφώσει μια στρατηγική τέτοια, ώστε να κατηγορήσει τη Ρωσία, εκμεταλλευόμενο τον πόνο του ουκρανικού λαού και στήνοντας fake news όπως την επίθεση στο νοσοκομείο της Μαριούπολης.
Με άλλα λόγια, σε όλη αυτή την κρίση, η Ουκρανία ήταν ένα «εργαλείο» για τις ΗΠΑ ώστε να περιορίσουν τη Ρωσία.
Ως εκ τούτου, οι Ουκρανοί δεν έπρεπε να περιμένουν σοβαρές εγγυήσεις ασφαλείας από το ΝΑΤΟ.
Η κρίση αποτελεί αντανάκλαση της ψυχροπολεμικής νοοτροπίας και του παγνίου μηδενικού αθροίσματος που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ προκειμένου να ρευστοποιήσουν γεωπολιτικά κέρδη.
Ωστόσο, οι ΗΠΑ πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αυτός που παίζει με τη φωτιά αναπόφευκτα θα καεί.
Βαρύ κόστος για την Ευρώπη
Πέρα από την Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές χώρες παγιδεύτηκαν από την πολιτική των ΗΠΑ.
Ως εκ τούτου θα πληρώσουν επίσης υψηλό τίμημα για διάφορους λόγους:
Πρώτον, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.
Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου και πετρελαίου φτάνουν σε επίπεδα ρεκόρ, προκαλώντας όλεθρο στις ενεργειακές αγορές.
Δεύτερον, εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους για άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αν και σχεδόν όλα τα κράτη της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι είναι έτοιμες να δεχτούν πρόσφυγες, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα το προσφυγικό πρόβλημα θα πλήξει ακόμη περισσότερο τις ήδη ευάλωτες οικονομίες τους.
Τρίτον, οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να αυξήσουν τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους, γεγονός που θα επιφέρει επιπλέον βάρος στα δημοσιονομικά μεγέθη τους.
Πώς ωφελήθηκαν οι ΗΠΑ
Από την άλλη, οι ΗΠΑ ακολούθησαν μια επιτυχημένη πολιτική για την αντιμετώπιση της ουκρανικής κρίσης, καθώς παραμένουν οι λιγότερο επηρεασμένες από την κατάσταση – ίσως μάλιστα να έχουν ωφεληθεί.
Πρώτα απ ‘όλα, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες, οι ΗΠΑ δεν εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο.
Δεύτερον, αναζωογόνησαν τη ρητορική τους ως παγκόσμιας δύναμης.
Άλλωστε, φαίνεται ότι ο διπλωματικός ή πολιτικός λόγος που προτιμούν ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες και η Τουρκία έχει αποτύχει.
Με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ εδραίωσαν τη συμμαχία του ΝΑΤΟ, το μέλλον της οποίας αμφισβητούνταν από τα δικά τους μέλη, όπως η Γαλλία.
Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να στρέφονται προς το ΝΑΤΟ, δηλαδή την αμερικανική ηγεσία.
Όχι μόνο τα μέλη του ΝΑΤΟ αλλά και οι μη μέλη ευρωπαϊκές χώρες συνειδητοποίησαν για άλλη μια φορά τη σημασία του ΝΑΤΟ και τη σημασία της αμερικανικής ισχύος για την Ευρώπη.
Με άλλα λόγια, μετά τη μεγάλης κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία, το δυτικό μέτωπο εδραιώνεται υπό την ηγεσία των ΗΠΑ – ακόμη και οι Σκανδιναβικές χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία έχουν αρχίσει να σκέφτονται την ένταξη στη συμμαχία του ΝΑΤΟ.
Τρίτον, οι ΗΠΑ ακολουθούν μια ευέλικτη πολιτική για να ανακόψουν την κρίση.
Δεν έχουν αυξήσει τη στρατιωτική τους παρουσία στην ευρωπαϊκή ήπειρο για να αμφισβητήσουν τον δυτικό επεκτατισμό της Ρωσίας.
Μετά την αποστολή χιλιάδων νέων στρατευμάτων ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο αριθμός των στρατευμάτων των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ήπειρο ξεπέρασε τις 100.000.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν θα ήθελαν να φιλοξενήσουν περισσότερα στρατεύματα των ΗΠΑ, αλλά αυτή τη στιγμή είναι περισσότερο από πρόθυμες να φιλοξενήσουν Αμερικανούς στρατιώτες για να χρησιμεύσουν ως αποτρεπτικός παράγοντας έναντι πιθανής ρωσικής επίθεσης.
Efenpress/ Μιχάλης Τσολάκης