Κλείνουμε τη σειρά των αφιερωμάτων μας στο Mirage 2000 με το άρθρο αυτό, στο οποίο δώσαμε προτεραιότητα λόγω της επικαιρότητας. Στο ζήτημα των επιχειρησιακών πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων του F-35A και της καταλληλότητάς του ή όχι για τις ελληνικές επιχειρησιακές απαιτήσεις, θα επανέλθουμε αμέσως μετά. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό θέμα το οποίο φυσικά δεν έχουμε ξεχάσει και ούτε σκοπεύουμε να αφήσουμε ασχολίαστο από τη στιγμή μάλιστα που η σχετική ειδησεογραφία είναι καθημερινή και αποκαλύπτει διαρκώς νέα στοιχεία. Που με τη σειρά τους η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη…
Στο φλέγον και διαχρονικό τα τελευταία 60 σχεδόν χρόνια θέμα της από αέρος κάλυψης και προστασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, το DR έχει αναφερθεί αναλυτικά κατ’ επανάληψη (https://defencereview.gr/aeroporikes-epicheiriseis-stin-kypro-mporoyme-na-tin-prostatepsoyme/), αποδεικνύοντας με αριθμούς και στοιχεία ότι τουλάχιστον με βάση τα σημερινά δεδομένα, η Κύπρος “ΔΕΝ κείται μακράν” για την Πολεμική Αεροπορία.
Η ένταξη του Rafale στις τάξεις της πρόσφατα ενισχύει αυτή την πραγματικότητα λόγω της μεγάλης ακτίνας μάχης του μαχητικού, σε συνδυασμό με την επίσης μεγάλη μεταφορική του ικανότητα σε οπλικό φορτίο (https://defencereview.gr/dassault-rafale-i-epicheirisiaki-diastasi-gia-ell/). Τόσο σε διαμόρφωση αέρος – αέρος, όσο και διαμόρφωσης αέρος – εδάφους/επιφανείας. Υπό το πρίσμα του ζητούμενου της αύξησης του αριθμού των πολεμικών Μοιρών της Πολεμικής Αεροπορίας που είναι εξοπλισμένες με γαλλικής κατασκευής μαχητικά, προς ενίσχυση του στρατηγικού ρόλου και χαρακτήρα των ελληνικών Rafale F3-R, επανερχόμαστε στο προφανές…
Οι αριθμοί και η κοινή λογική δείχνουν καθαρά ότι θα ήταν πισωγύρισμα για την Ελλάδα οποιαδήποτε απόπειρα εκσυγχρονισμού των 19 εναπομεινάντων Mirage 2000EG/BG στο επίπεδο των ινδικών Mirage 2000I/TI. Στο ίδιο δηλαδή επίπεδο που εκσυγχρονίζονται και τα περισσότερα από τα Mirage 2000-9 της Αεροπορίας των ΗΑΕ (https://defencereview.gr/mirage-2000-9-from-united-arab-emirates-as-a-potential-fighter-for-hellenic-air-force/) με βάση πρόταση που είχε κατατεθεί και στην Πολεμική Αεροπορία την περίοδο 2016-2017 από τις γαλλικές εταιρείες που εμπλέκονται στα εν λόγω προγράμματα.
Το κόστος (περί τα 40 εκατομμύρια ευρώ ανά αεροσκάφος…) είναι πραγματικά απαγορευτικό για την Ελλάδα, υπό την έννοια ότι δεν είναι ούτε αποδοτικό, αλλά ούτε και λογικό να δαπανηθούν τόσα χρήματα για μαχητικό εξοπλισμένο με ραντάρ μηχανικής σάρωσης. Με χαμηλότερο κόστος (περί τα 39 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα…) η Ταϊβάν εκσυγχρόνισε στο επίπεδο Viper, 144 συνολικά F-16C/D Block 50, ηλικίας 30 περίπου ετών…
Η περίπτωση αναβάθμισης των παλιών εκδόσεων του F-16 σε ελληνική υπηρεσία… Άλλη μία ελληνική άρνηση της πραγματικότητας
Το πρόβλημα με τις παλιές εκδόσεις του F-16 που εξακολουθούν να αξιοποιούνται από την Πολεμική Αεροπορία, φαίνεται ότι εντοπίζεται καθαρά στην άρνηση της ελληνικής πλευράς να αποστείλει έστω, αίτημα LOR στις ΗΠΑ, προκειμένου να αποκτήσει μία ολοκληρωμένη και βασισμένη σε αξιόπιστα στοιχεία, εικόνα κοστολόγησης και των δύο διαθέσιμων επιλογών εκσυγχρονισμού τους. Είτε στο επίπεδο Block 50M με την εκμετάλλευση των συστημάτων που θα προέλθουν από τα υπό εκσυγχρονισμό σε Block 72 Viper, 83 F-16C/D, είτε στο επίπεδο Block 70 Viper, υιοθετώντας το πρότυπο της Ταϊβάν.
Τόσο η κατασκευάστρια εταιρεία του μαχητικού Lockheed Martin, όσο και η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι υποχρεωμένες να απαντήσουν λεπτομερώς σε ένα τέτοιο ελληνικό αίτημα και μάλιστα χωρίς κόστος. Παρά το γεγονός ότι είναι προς το συμφέρον τους η απόσυρση των παλιών ελληνικών F-16 και η αντικατάστασή τους, έστω και σταδιακά, από ισάριθμα F-35A. Κάτι απολύτως λογικό αν σκεφθεί κανείς ότι από τις εξελίξεις στο πρόγραμμα περαιτέρω ανάπτυξης και παραγωγής του Lightning II, εξαρτώνται όχι μόνο το αξιόμαχο των αεροπορικών δυνάμεων των ΗΠΑ, αλλά και εκατοντάδες – χιλιάδες θέσεις εργασίας στη χώρα για τις επόμενες δεκαετίες…
Για την ελληνική πλευρά ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, σε συνδυασμό με τις πραγματικά τεράστιες ανάγκες που έχουν συσσωρευθεί επί 15 περίπου χρόνια όχι μόνο σε ότι αφορά στις διαθεσιμότητες και την προμήθεια νέου υλικού από την Πολεμική Αεροπορία, αλλά και από τους άλλους δύο Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο επιλογής. Επιβάλλουν δηλαδή τον άμεσο εκσυγχρονισμό και των Block 30 και των Block 50.
Με κόστος που δεν θα ξεπεράσει το ένα δισεκατομμύριο δολάρια, η Ελλάδα μπορεί να εκσυγχρονίσει σε Block 50M και τα 70 αυτά μαχητικά, αγοράζοντας παράλληλα επαρκέστατο αριθμό ατρακτιδίων στοχοποίησης (TGP) τύπου SNIPER. Που θα είναι αρκετά για την εκτέλεση αποστολών κρούσης τόσο από το σύνολο του στόλου των F-16!
Για την αγορά ίδιου αριθμού (70) μαχητικών F-35A, η Ελλάδα θα χρειαστεί να δαπανήσει περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια δολάρια, μόνο για τα αεροσκάφη και τις υποδομές συντήρησης και εκπαίδευσης. Όχι για τα όπλα και τις μελλοντικές αναβαθμίσεις. Μία ματιά στα κόστη των προγραμμάτων που έχουν γνωστοποιηθεί για την Ελβετίας, την Πολωνία και τη Φιλανδία, είναι αρκετή για να επιβεβαιώσει τό ότι είναι πραγματικά παράλογο η Ελλάδα να επιλέξει να απαξιώσει περαιτέρω και να αποσύρει μία ώρα αρχύτερα, τα παλιά της F-16…
H λογική της κυπριακής εμπλοκής σε ενδεχόμενη προσπάθεια αύξησης του αριθμού γαλλικών μαχητικών σε ελληνική υπηρεσία
Όπως αναλύθηκε, για την Ελλάδα δεν έχει λογική ενδεχόμενη απόπειρα εκσυγχρονισμού των 19 Μirage 2000EG/BG. Στο κόστος της έχουμε αναφερθεί αναλυτικά σε παλιότερο αφιέρωμά μας (https://defencereview.gr/mirage-2000-to-kostos-toy-indikoy-programmatos-kai-to-elliniko-endiaferon/). Επιπρόσθετα δε, ακόμα και αν αυτά τα κονδύλια ήταν άμεσα διαθέσιμα, θα ήταν οπωσδήποτε περισσότερο επωφελές από πλευράς κόστους – απόδοσης, να δαπανηθούν, να κατευθυνθούν, στην αναβάθμιση των παλιών εκδόσεων του F-16.
Εδώ είναι που η εμπλοκή της Κυπριακής Δημοκρατίας θα έλυνε το πρόβλημα. Και για την ίδια και για την Ελλάδα. Γιατί για την Κυπριακή Δημοκρατία η αμεσότερη και μεγαλύτερη πρόσβαση σε επιχειρησιακές δυνατότητες όπως αυτές που παρέχονται μέσα από την εκμετάλλευση μαχητικών όπως το Mirage 2000I/TI, είναι όχι απλά πρωτοποριακές, αλλά και ιδανικές για την προστασία του θαλάσσιου χώρου που την περιβάλλει και τα ζωτικά συμφέροντα που καλείται να υπερασπιστεί (μαζί με την Ελλάδα που παραμένει εγγυήτρια δύναμη για την ασφάλειά της από τις Συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου), εντός της οριοθετημένης Αποκλειστικής της Οικονομικής Ζώνης.
Οι αποστολές αέρος – αέρος
Έχει γραφτεί πολλές φορές ότι η διατήρηση δύναμης μαχητικών αεροπλάνων στο αεροδρόμιο της Πάφου, είναι μία εξαιρετικά επικίνδυνη επιλογή, από τη στιγμή που αυτό βρίσκετε εντός της ακτίνας του Πυροβολικού των κατοχικών δυνάμεων της Τουρκίας στην Κύπρο, αλλά και της Τουρκικής Αεροπορίας. Η οποία μπορεί να το προσβάλει σε μικρό χρόνο επιχειρώντας είτε από τη βάση του Ικονίου, είτε από το Ιντσιρλίκ κοντά στα Άδανα.
Γνώμη μας είναι ότι το γεγονός αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώς δικαιολογία για την αποτροπή δημιουργίας αεροπορικής δύναμης μαχητικών από την Κυπριακή Δημοκρατία. Γιατί τα μαχητικά της δεν χρειάζεται καν να επιχειρούν απο κυπριακό έδαφος. Μπορούν κάλλιστα να απογειώνονται από αεροδρόμια της Κρήτης, όπως αυτά του Ηρακλείου και της Σητείας.
Σε περίπτωση επομένως που δεν υλοποιηθεί για οποιονδήποτε λόγο η πώληση των 19 Mirage 2000EG/BG στην Dassault Aviation, κάτι που είχε ανακοινωθεί παράλληλα με την απόφαση αγοράς μαχητικών Rafale F3-R, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει (έναντι συμβολικής τιμής…) και να τα αναβαθμίσει (καταβάλλοντας λιγότερο από ένα δισεκατομμύριο ευρώ) στο ίδιο επίπεδο με τα ινδικά Mirage 2000I/TI. Είναι κάτι απόλυτα εφικτό από τη στιγμή που τόσο το ινδικό πρόγραμμα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, όπως και αυτό των ΗΑΕ.
Με βάση στοιχεία του κατασκευαστή του μαχητικού (Dassault Aviation), η ακτίνα του Mirage 2000 ανέρχεται σε 830 ναυτικά μίλια (1537 χιλιόμετρα) με ταχύτητα πλεύσης 0.8 Mach σε ύψος 15.000 ποδών και φορτίο έξι πυραύλων αέρος – αέρος MICA και τριών εξωτερικών δεξαμενών καυσίμου. Με το ίδιο φορτίο ο κατασκευαστής (https://www.dassault-aviation.com/en/defense/customer-support/operational-aircraft/mirage-2000/) του μαχητικού δίνει χρόνο παραμονής στον αέρα (Loiter time), δύο ωρών και 40 λεπτών, με ταχύτητα πλεύσης 0.8 Mach στο επίπεδο των 25.000 ποδών και σε απόσταση 150 ναυτικών μιλιών (278 χιλιομέτρων…).
Η απόσταση που χωρίζει την Κρήτη από την Κύπρο είναι 650 περίπου χιλιόμετρα (350 ναυτικά μίλια). Η αντίστοιχη απόσταση από την αεροπορική βάση του Ικονίου είναι 320 χιλιόμετρα (175 ναυτικά μίλια κατά προσέγγιση) και από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλικ, ακόμα μικρότερη στα 290 χιλιόμετρα. Η ΤΗΚ κατά συνέπεια μπορεί να επιχειρήσει υπό ευνοϊκότερες συνθήκες πάνω από την Κύπρο, μέχρι το Bingo Fuel. Μέχρι τη στιγμή δηλαδή που τα μαχητικά της θα χρειαστεί να απομακρυνθούν από το χώρο επιχειρήσεων. Επιπροσθέτως βέβαια δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι έχει και τη δυνατότητα αυτόνομου εναέριου ανεφοδιασμού.
Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι θα επικρατήσει κιόλας… Πάντα με βάση τα στοιχεία του κατασκευαστή του για το Mirage 2000, το μαχητικό μπορεί να παραμείνει πάνω από την Κύπρο για χρονικό διάστημα μίας ώρας χωρίς ανεφοδιασμό και κατόπιν να επιστρέψει με επάρκεια καυσίμου στην Κρήτη. Ο χρόνος αυτός μπορεί να πολλαπλασιαστεί αν στην εξίσωση προστεθούν αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού. Τέλος, ο χρόνος παραμονής μπορεί να γίνει πολύ μεγαλύτερος αν διασφαλιστεί ότι η αεροπορική βάση “Ανδρέας Παπανδρέου” στην Πάφο, θα μπορεί να ανεφοδιάσει τα αεροσκάφη με καύσιμο σε μικρό χρονικό διάστημα (quick turn around), προκειμένου αυτά να επιστρέψουν στην Κρήτη.
Ακόμη και αν αυτό όμως δεν είναι εφικτό, εναλλακτικά υπάρχει πάντα η δυνατότητα σχεδιασμού για προετοιμασία χρήσης τμημάτων του οδικού δικτύου του νησιού, για την επανεξυπηρέτηση και τον ανεφοδιασμό των μαχητικών σε καύσιμο (https://defencereview.gr/anorthodoxes-epicheiriseis-gia-tin-pol/). Είναι κάτι που γίνεται σε όλο τον κόσμο. Γιατί όχι και στην Κύπρο;
Η αξιοποίηση μαχητικών Rafale σε αυτό το ρόλο πάνω και γύρω από την Κύπρο, εξασφαλίζει σαφώς μεγαλύτερα περιθώρια αεροπορικής κυριαρχίας για την ελληνική πλευρά. Όχι μόνο λόγω των μεγαλύτερων δυνατοτήτων του μαχητικού, αλλά και λόγω του πυραύλου μεγάλης ακτίνας για εμπλοκές BVR, τύπου Meteor που μπορεί να φέρει. Υπό την προοπτική όμως της ένταξης σε υπηρεσία του νέας γενιάς και μεγαλύτερης ακτίνας MICA NG, ο οποίος θα μπορεί να ενσωματωθεί άμεσα και Mirage 2000-5/-9/I-TI και αυτό το δεδομένο είναι σχετικό…
Προσβολή επίγειων στόχων και μονάδων επιφανείας…
Εδώ τα πράγματα είναι κάπως πιο περίπλοκα. Το μεγαλύτερο βάρος του οπλικού φορτίου σε συνδυασμό με την σαφώς πιο επιβαρυμένη αεροδυναμική διαμόρφωση του μαχητικού, τουλάχιστον σε εξόδους προβολής επίγειων στόχων (όχι επιφανείας), καθιστούν περισσότερο αναγκαία την προϋπόθεση διάθεσης και εμπλοκής αεροσκαφών εναέριου ανεφοδιασμού. Και σε αυτή την περίπτωση βέβαια ισχύουν οι εναλλακτικές της αξιοποίησης του αεροδρομίου της Πάφου για περιορισμένα χρονικά διαστήματα, όπως και τμημάτων του οδικού δικτύου του νησιού για προσγείωση και ανεφοδιασμό των μαχητικών.
Από πλευράς όπλων το Mirage 2000-5/-9/-I μπορεί να φέρει συμβατικές βόμβες, βόμβες καθοδήγησης λέιζερ (GBU-12 των 500 λιβρών – 227 κιλών – ή GBU-16 των 1000 λιβρών – 450 κιλών) και INS/GPS, σε συνδυασμό με ατρακτίδιο στοχοποίησης Damocles (ή SNIPER στην περίπτωση των -9 των ΗΑΕ). Όλα αυτά τα όπλα είναι πιστοποιημένα και στο παλιό βομβαρδιστικό Mirage 2000D το οποίο στην εγκσυγχρονισμένη του μορφή φέρει και AASM. To σημαντικότερο μειονέκτημά τους εντοπίζεται βέβαια στο ότι το μαχητικό πρέπει να πετάξει σχεδόν πάνω από τους στόχους, για να τους πλήξει.
Stand – off όπλα όμως έχουν ενσωματωθεί στα ινδικά Mirage 2000 εδώ και πολλά χρόνια. Η λύση για άλλη μία φορά και για όποιον επιθυμεί να την αναζητήσει, προέρχεται από – και πάλι – από το Ισραήλ. Είναι εδώ και πολλά χρόνια γνωστό ότι οι Ινδοί είχαν ενσωματώσει το ατρακτίδιο στοχοποίησης Litening στα Mirage 2000H/TH, μαζί με κατευθυνόμενες βόμβες της οικογένβιας SPICE. H επιχείρηση καταστροφής εγκαταστάσεων εκπαίδευσης τρομοκρατών στο Balakot (https://defencereview.gr/i-akriveia-ton-kateythynomenon-vomvon-gps/) τον Φεβρουάριο του 2019, αποδεικνύει ότι η Ινδική Αεροπορία, εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τον ίδιο συνδυασμό και στα εκσυγχρονισμένα Mirage 2000I/TI.
Με φορτίο έξι MICA, τεσσάρων βομβών των 500 λιβρών και δύο εξωτερικές δεξαμενές RPL-541/542 των 2000 λίτρων. Οι δεξαμενές μεγάλης χωρητικότητας που πιστοποιήθηκαν στο -5/-9, επιτρέπουν στο Mirage 2000 σημαντικό χρόνο παραμονής πάνω από την Κύπρο.
Σε καθαρά πρακτικό επίπεδο όλα αυτά σημαίνουν ότι το Mirage 2000 μπορεί να προσβάλει στόχους στην Κύπρο φορτωμένο με συμβατικές ή καθοδηγούμενες βόμβες αλλά και με βόμβες ανεμοπορίας (SPICE 1000) από αποστάσεις ασφαλείας της τάξης των 100 χιλιομέτρων τουλάχιστον.
Για τις αποστολές εναντίον μονάδων επιφανείας, δεν χρειάζεται να γράψουμε πολλά. Η ακτίνα μάχης φυσικά δεν θα είναι η ίδια, δεδομένου ότι στη θέση της μίας εξωτερικής πτερυγικής δεξαμενής καυσίμου θα αναρτηθεί ΑΜ-39 Exocet. Όμως εδώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα επιτιθέμενα μαχητικά δεν χρειάζεται να παραμείνουν στην περιοχή ενδιαφέροντος, παρά για ελάχιστον χρονικό διάστημα.
Το μεγάλο πλεονέκτημα του αερομεταφερόμενου Exocet σε σχέση με τους παράκτια εκτοξευόμενους ΜΜ-40 που ήδη διαθέτει η Κύπρος, είναι φυσικά ότι δίνεται πολύ μικρότερος χρόνος αντίδρασης στον αντίπαλο. Ο αεροεκτοξευόμενος ΑΜ-39 μπορεί να έχει σημαντικά μικρότερη ακτίνα (70 έως 80 χιλιόμετρα) σε σχέση με τον παράκτιο ΜΜ-40 Block IIIC (180+ χιλιόμετρα) της κυπριακής Εθνικής Φρουράς, αλλά είναι σημαντικά ταχύτερος επειδή προωθείται από πυραυλοκινητήρα και όχι στροβιλοκινητήρα.
Η ψυχολογική επίδραση της επίθεσης με αερομεταφερόμενο Εxocet είναι τεράστια, δεδομένου ότι το πλοίο-στόχος είναι πολύ πιθανό να μην εντοπίσει ποτέ το μαχητικό – φορέα, ενώ και το ίδιο το όπλο είναι προγραμματισμένο να πετά με προφίλ πτήσης που το φέρνει πολύ κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας, από τα αρχικά της στάδια. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τους ΜΜ-40, ιδίως όταν η απόσταση από το στόχο είναι μεγάλη. Πετά σε μεγαλύτερα ύψη προς εξοικονόμηση καυσίμου και μόνο κατά την τερματική φάση προσέγγισης προς το στόχο, κατέρχεται σε μικρό ύψος πάνω από την επιφάνεια του νερού.
Επίσης, θα πρέπει τέλος να ληφθεί υπόψη ότι ο παράκτιος εκτοξευτής μαζί με τα συνοδά του υποστηρικτικά οχήματα, παρά το γεγονός ότι είναι εποχούμενος, είναι σαφώς ευκολότερος στόχος από ότι ένα μαχητικό…
Κρίσιμα συμπεράσματα που προέρχονται από το, όχι και τόσο μακρινό, παρελθόν
Όλα αυτά γράφονται κυρίως για ένα λόγο. Τόσο το καλοκαίρι του 1964 (Αύγουστος), όσο και δέκα ακριβώς χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974, η Τουρκική Αεροπορία απολάμβανε πλήρη ελευθερία κινήσεων πάνω από την Κύπρο, με τις ευλογίες φυσικά της τρίτης εγγυήτριας δύναμης για την ασφάλειά της. Της Βρετανίας. Αυτός είναι ίσως και ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο δεν έχει κανέναν νόημα η μόνιμη παρουσία μαχητικών στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, όσα αντιαεροπορικά συστήματα μικρής και μέσης ακτίνας και αν αποκτήσει η Εθνική Φρουρά, μαζί με ελικόπτερα και παράκτιους Exocet, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει έστω και υποτυπωδώς από αέρος τουρκικές επιθέσεις. Φυσικά για πυραυλικά αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλης ακτίνας ούτε λόγος να γίνεται. Ούτε τέτοια δεν της επιτρέπεται να αποκτήσει… Αρκεί να θυμηθεί κανείς τι έγινε πριν από 25 περίπου χρόνια με τους S-300.
Το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα που μπορεί κατά την άποψή μας να κάνει επομένως, είναι να επενδύσει σε μη επανδρωμένα αεροσκάφη και κυρίως στο να δημιουργήσει μία (και δική της…) Μοίρα μαχητικών. Είναι κάτι που, σε συνεργασία με την Ελλάδα και την Πολεμική της Αεροπορία, μπορεί όντως να κάνει, χωρίς υπερβολικό κόστος, χωρίς κανένα απολύτως ρίσκο και χωρίς να προκαλέσει την παραμικρή αντίδραση από την πλευρά της Τουρκίας και του “συμμαχικού” παράγοντα.
Η οποία, κατά την πάγια και διαχρονική τακτική της, αργά ή γρήγορα θα επιχειρήσει να δημιουργήσει τετελεσμένα. Θα πρέπει να υπάρχουν, πέρα από τη βούληση, ο σχεδιασμός και τα εργαλεία που θα αποτρέψουν αυτά τα τετελεσμένα. Αν δεν υπάρχουν, το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο…