Πρόβλημα για Αθήνα και Λευκωσία που θέλησαν δια του East Med να κατοχυρώσουν την μέγιστη εξάπλωση της μη οριοθετημένης ΑΟΖ τους
Του Κώστα Ράπτη
Όχι με έναν κρότο, αλλά με έναν λυγμό – κατά τον στίχο του ποιητή. Έτσι οδηγείται στην ακύρωσή του το σχέδιο του υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου East Med το οποίο, μετά από χρόνια επικοινωνιακής “αποθέωσης”, έφθασε να χάσει την υποστήριξη των ΗΠΑ, όπως έγινε γνωστό με ένα κοινό υπηρεσιακό έγγραφο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προς την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ.
‘Ηδη γίνεται λόγος για πολιτικούς υπολογισμούς οι οποίοι οδήγησαν στην αμερικανική μεταστροφή. Όμως η ίδια η σύλληψη του πρότζεκτ ήταν εξαρχής σαφώς πολιτική, δεδομένης της ασάφειας που το περιέβαλε ως προς την πηγή τροφοδοσίας του σε αέριο (ο όγκος των κοιτασμάτων στην κυπριακή θαλάσσια δικαιοδοσία μένει να προσδιορισθεί,
ενώ αυτά του Ισραήλ προορίζονται κυρίως για την εγχώρια αγορά και δευτερευόντως την ενεργειακή πρόσδεση της Ιορδανίας), αλλά και τις τεράστιες οικονομοτεχνικές προκλήσεις που το συνόδευαν, καθιστώντας το με όρους αγοράς λιγότερο θελκτικό από άλλες εναλλακτικές για την μεταφορά των υδρογονανθράκων της ανατολικής Μεσογείου.Βέβαια, ορισμένες από τις εναλλακτικές παρουσίαζαν τα δικά τους πολιτικά προβλήματα. Η πρόταση λ.χ. για μεταφορά, ενδεχομένως μέσω Κύπρου, του αερίου στην Τουρκία, υπέρ της οποίας πίεζαν επιχειρηματικοί όμιλοι εντός του Ισραήλ, προϋπέθετε διαφορετική ατμόσφαιρα στις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις, προσέκρουε στη μη επίλυση του Κυπριακού, αλλά και την αποτυχία της επιχείρησης “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό, ενώ μεγιστοποιούσε τον ρόλο της χώρας του Ταγίπ Ερντογάν, με την αμφιλεγόμενη γεωπολιτική “νομιμοφροσύνη”, ως ενεργειακού κόμβου.
Όμως τα συμφραζόμενα άλλαξαν. Το μαρτυτούν αυτό η κλιμάκωση του νέου ψυχρού πολέμου απέναντι στη Ρωσία και την (έχουσα μεγάλες επενδυτικές φιλοδοξίες για τη Μέση Ανατολή και την Μεσόγειο) Κίνα, οι κάθε είδους απόπειρες επανασυμφιλίωσης μεταξύ αντιμαχόμενων μεσανατολικών κρατών, στο φόντο της σχετικής αποστασιοποίησης των ΗΠΑ από τα ζητήματα της περιοχής, καθώς και η επάνοδος στην αγκαλιά της Δύσης του πιεζόμενου οικονομικά και πολιτικά στο εσωτερικό του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος με τον ρόλο που διεκδικεί στην Ουκρανία, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία ρισκάρει την πλήρη αποξένωσή του από τη Μόσχα.
Δεν έγιναν για το τίποτε οι δύο συναντήσεις δια ζώσης πέρσι, καθώς και η τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν στις αρχές του νέου έτους οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν και της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου ή η πρόσφατη αμερικανική περιοδεία του εξ απορρήτων του Ερντογάν, Ιμπραχίμ Καλίν…
Για την Αθήνα και τη Λευκωσία που θέλησαν δια του East Med να κατοχυρώσουν την μέγιστη εξάπλωση της μη οριοθετημένης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης τους, τα πράγματα κρίθηκαν επί της ουσίας, ανάμεσα στην κρίση του καλοκαιριού του 2020 στην ανατολική Μεσόγειο και την κατοπινή σιωπηρή αποδοχή του δικαιώματος της Τουρκίας να κινεί πολεμικά της σκάφη λίγο έξω από το όριο των έξι μιλίων στα Δωδεκάνησα. Και δεν υπάρχει πλέον κάτι για να δελεασθεί έναντι ανταλλαγμάτων ο Μεγάλος Τρίτος, μετά τα όσα αυτός εξασφάλισε με την ελληνο-αμερικανική αμυντική συμφωνία.
Για το Ισραήλ, πάλι, το οποίο χρησιμοποιεί τις “τριμερείς” ως μοχλό για την επανεξισορρόπηση της σχέσης του με την Τουρκία, το κρίσιμο πρότζεκτ ήταν πάντα ο EuroAsia Interconnector, που θα του παράσχει ασφάλεια τροφοδοσίας σε ηλεκτρική ενέργεια, προσπερνώντας δια της ευρωπαϊκής οδού την απομόνωσή του από τους άμεσους γείτονές του. Και ο EuroAsia Interconnector εξακολουθεί να έχει τη στήριξη του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, όπως και ο αντίστοιχος EuroΑfrica Ιnterconnector με την Αίγυπτο.
Σημειώνεται ότι η στάση της Αιγύπτου στο θέμα των υδρογονανθράκων (όπως και των θαλάσσιων δικαιοδοσιών) υπήρξε πάντοτε επαμφοτερίζουσα, καθώς τα δικά της, διαπιστωμένα θηριώδη, κοιτάσματα προορίζονται για υγροποίηση και θαλάσσια διακίνηση. Αλλά αυτή ακριβώς είναι και η λύση που (ιδιοτελώς) προκρίνει η Ουάσιγκτον συνολικά για το ενεργειακό πρόβλημα της Ευρώπης – εξ ου και εν προκειμένω υπενθυμίζει την υποστήριξή της στο σχέδιο του τερματικού σταθμούς φυσικού αερίου της Αλεξανδρούπολης.
Με το να στέκεται στις “πολιτικές εντάσεις” που μπορεί να προκαλέσει η κατασκευή του EastMed, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διακριτικά αναγνωρίζει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν πρωτοβουλίες στην ανατολική Μεσόγειο κατά παράκαμψη της Τουρκίας και των συμφερόντων της. Η πολυσυζητημένη ήδη σε ακαδημαϊκούς κύκλους “συμπεριληπτικότητα” προορίζεται συνεπώς να αποτελέσει το σενάριο του μέλλοντος.
Και ο ρόλος της Ελλάδας να είναι κυρίως αυτός του πρωταγωνιστή στην εμπορική ναυτιλία, παρά οτιδήποτε άλλο.