20.1.22

Μια γεωπολιτική ανάγνωση της Ασιατικής διαχρονικής απειλής


του Αλέξανδρου Ιτιμούδη

 Θα ξεκινήσω με μια φράση του «πατέρα« της Αγγλοσαξονικής Σχολής Γεωπολιτικής ανάγνωσης του κόσμου, του Halford Mackinder, ο οποίος σε ένα από τα γραπτά του ανέφερε το εξής: «Οι πολιτισμοί αποτελούν παράγωγα συγκεκριμένων ιδεών, οι οποίες τροφοδοτούνται από τις δυνάμεις που τους ασκούν συγκεκριμένα στοιχεία (γεωγραφικά)». Ως μια συνέχεια λοιπόν της ανάλυσης που είχε δημοσιευτεί σε αυτό το άρθρο, θα επιχειρηθεί να κατονομαστούν τα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά της διαχρονικής, κατά τον γράφων, απειλής για τον Ελληνισμό, που παραδοσιακά προέρχεται από την Ασιατική ενδοχώρα.

Ο Ελληνισμός ήδη εδώ και αρκετούς αιώνες έχει πλήρη συναίσθηση, στο συλλογικό του υποσυνείδητο, της υπαρξιακής απειλής που αποτελεί για τα μέλη του ο μη έλεγχος της περιοχής της Ανατολίας, και ειδικότερα δε η απώλεια του στρατιωτικού, πολιτισμικού, οικονομικού και πολιτικού ελέγχου της περιοχής της Μικράς Ασίας, δηλαδή των Στενών. Αυτό γίνεται ιδαίτερα κατανοητό αν αναλογιστεί κανείς ότι το «πολιτισμικό εγχειρίδιο» των Ελλήνων από αρχαιοτάτων χρόνων, τα Ομηρικά Έπη, περιγράφουν ουσιαστικά αυτό το δίλλημα ασφαλείας που διακατέχει όλη την ιστορική διαδρομή τους.

Εδώ θα γίνει μια σύνδεση με τις κλασσικές θεωρίες γεωπολιτικής που εκφράστηκαν από τον Mackinder και τον Spykman, και οι οποίες, εν συντομία, αναφέρουν πως η θαλάσσια δύναμη προκειμένου να κατέχει την πλανητική ισχύ, οφείλει να εγκλωβίσει ή να αδρανοποιήσει την λεγόμενη Καρδιογαία (Heartland), την ελεγχόμενη από την χερσαία δύναμη,  μέσω ενός ανασχετικού δακτυλίου (Rimland) ο οποίος δεν θα επιτρέπει στην προηγούμενη να αποκτήσει δίοδο προς τις θάλασσες και στην βασική κυκλοφορία αγαθών.

Κάνοντας λοιπόν την αναγωγή στην περίπτωση του ελληνικού εθνοκεντρικού συστήματος, το οποίο αποτελεί τυπολογικά και ουσιαστικά μια ναυτική δύναμη, θα παρατηρηθεί στην συνέχεια πως το άμεσο συμφέρον της, τόσο ζωτικό οσό και ευρύτερα γεωπολιτικό, έγκειται στο να συγκρατεί την χερσαία δύναμη, την εξ Ασίας ορμώμενη, και να μην της επιτρέπει δίοδο προς τις θαλάσσιες οδούς του Αιγαίου και των Στενών. Αυτόματα γίνεται κατανοητό πως το όλο Αιγαιακό Σύστημα διαθέτει δύο «κλειδαριές», και μόνο αν μια δύναμη τις ελέγχει αμφότερες, δύναται να καταστεί μεγάλη δύναμη.

Η απειλή επομένως για το ελληνικό γεωπολιτισμικό σύστημα ξεκινάει με την πρώτη διαμάχη για τον έλεγχο του Αιγαίου ενάντια στους Τρώες. Εκεί η απειλή έχει αρκετά παρόμοια χαρακτηριστικά με το κυρίως ελληνικό γεωπολιτισμικό σύστημα, και η σύγκρουση αφορά κυρίως εδαφικά και οικονομικά διακυβεύματα. Οι Τρώες ελέγχουν τα Στενά καθώς και τα νησιά Ίμβο και Τένεδο, και μέσω αυτών επεκτείνουν τον έλεγχο τους αφενός μεν στο Αιγαίο, αφετέρου απειλώντας τόσο την οικονομική όσο και την φυσική ασφάλεια των μυκηναϊκών πόλεων.

Είναι η πρώτη φορά που οι Έλληνε αντιλαμβάνονται πως αν θέλουν να επεκτείνουν τις οικονομικές τους δραστηριότητες με τις πλούσιες αγορές της Μ.Ανατολής, οι οποίες τότε ελέγχονταν από άλλους λαούς όπως π.χ. Οι Χετταίοι, θα έπρεπε να εξολοθρεύσουν την δύναμη που έλεγχε τα Στενά και τους απέκοπτε από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ανατολίας και της Ερυρύτερης Μέσης Ανατολής. Εδώ να ειπωθεί πως το Χεττιτικό κράτος παρότι μεγάλο σε έκταση εκείνη την εποχή, εντούτοις όντας αποκομμένο από το Αιγαίο, έχει παραπέσει σε περίοδο παρακμής, κάτι που μας δίνει να καταλάβουμε πως η εκάστοτε χερσαία δύναμη που θα ήθελε να κυριαρχήσει στην Ανατολική Μεσόγειο θα έπρεπε οπωσδήποτε να διεκδιήσει την έξοδο της στην θάλασσα. Αυτό σημαίνει άμεση σύγκρουση με τους Έλληνες.

Το γεωπολιτικό μοντέλο επομένως του ελληνικού γεωπολιτισμικού συστήματος από τότε σχηματοποιεί και συγκεκριμενοποιεί τα χαρακτηριστικά του τα οποία περιλαμβάνουν μεγάλη κινητικότητα τόσο οικονομική μέσω του συνεχούς ελέγχου των θαλάσσιων εμπορικών οδών, όσο και πολιτισμική καθώς η δημιουργία εμπορικών σταθμών και αποικιών επιτρέπει στους Έλληνες να ασκήσουν πολιτισμική εμπιρροή σε ένα τεράστιο γεωγραφικό χώρο και να αναπτυχθούν τόσο πνευματικά όσο και τεχνολογικά.

Ουσιαστικά εδώ παρατηρείται η γεωπολιτική εφαρμογή της θεωρίας του Σουηδού Ρούντολφ Κιέλλεν, ο οποίος μίλησε για την λεγόμενη Κυκλοφορία (Verkeer), καθώς ο Ελληνισμός ελέγχει τις βασικές αρτηρίες κυκλοφορίας των προϊόντων ήδη από τα αρχαία χρόνια, πράγμα που τον καθιστά την μεγάλη θαλάσσια δύναμη της περιοχής. Ταυτόχρονα όμως, και εδώ θα πρέπει να εστιάσουμε, σχηματίζει και έναν «αναχωματικό δακτύλιο» προς την λεγόμενη χερσαία ασιατική δύναμη η οποία περικλύεται στα στενά της όρια, παρά το γεγονός πως διαθέτει μεγάλες πλουτοπαραγωγικές πηγές. Βλέπουμε δηλαδή την εφαρμογή των θεωρίων του Spykman και του Mackinder σε μια θα λέγαμε μικρογραφία. Ο Ελληνισμός κατά διαστήματα από τις πρώτες αποικίες, μέχρι την αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, προσπαθεί να ασκεί αυτό τον έλεγχο στο σύστημα του Αιγαίου.

Στο σημείο αυτό λοιπόν έχουμε την ανάδυση της Ασιατικής δύναμης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής η οποία τυπολογικά τουλάχιστον διαθέτει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σχετικά σταθερά, και που διαμέσου των αιώνων είχε εναλλαγές μεταξύ δύο γεωπολιτισμικών μονάδων, εχθρικές προς τον Ελληνισμο: τους Πέρσες και στην συνέχεια τους Τούρκους.

Αυτή λοιπόν η ασιατική δύναμη έχει τα εξής γενικά χαρακτηριστικά: αποτελείται από συνονθήλευμα λαών, οι οποίοι ανέκαθεν είχαν ροπή προς την υποτέλεια, δομώντας ταυτόχρονα τις ταυτοτικές τους αναφορές πάνω σε δυναστικά σχήματα. Αυτο συνέβαινε κατά κύριο λόγο λόγω έλλειψης εξόδου προς τις θαλάσσιες οδούς. Εξ ορισμού όποιος μπορεί να μετακινείται άνετα και να επιδίδεται στο εμπόριο έχει περισσότερες προσλαμβάνουσες από το εξωτερικό περιβάλλον, και περισσότερο ανοικτούς ορίζοντες. Επομένως οι λαοί της ασιατικής χερσαίας δύναμης χαρακτηρίζονται από την υποταγή σε θεσμούς δυναστικούς και πολύ αυστηρά ιεραρχημένους. Επίσης η όλη κοσμοθεωρία τους χαρακτηρίζεται από το δίπολο καλού – κακού. Αυτό έπαιξε ιστορικά ιδιαίτερο ρόλο καθώς τόσο ο Ζωροαστρισμός όσο και μετέπειτα το Ισλάμ που υιοθετήθηκε στα μέρη εκείνα παρουσιάζουν ομοιότητες ως προς την νοηματοδότηση του κόσμου, όσο και με το ότι απαιτούν την πλήρη υποταγή του ατόμου.

Βασική παράμετρος εδώ είναι πως η χερσαία δύναμη προκειμένου να κινητοποιήσει τους λαούς που διαβιούν στα εδάφη της, και οι οποίοι ανέκαθεν παρουσίαζαν μεγαλύτερους δείκτες γεννήσεων από ότι η κυρίως Ελλάδα, είναι αναγκασμένη, και λόγω της παρουσίας πολλών πολιτισμών, να εφαρμόσει ανέκαθεν μια εσωτερική νομιμοποίηση η οποία βασίζεται στον εξαναγκασμό και τον εκφοβισμό. Η προσφυγή λοιπόν στην βία θα αποτελέσει βασικό χαρακτηριστικό του πυλώνα του Πολιτισμού της χερσαίας ασιατικής δύναμης, κάτι που αυτόματα αποκόπτει τις όποιες πιθανότητες εξεύρεσης λύσης μέσω της παραδοσιακής δυτικής διπλωματίας. Το αντίθετο μάλιστα οι πίεση που ασκείται στο εκάστοτε ασιατικό σύστημα εξουσίας από τον λαό της είναι τέτοιο, που κάθε προσπάθεια συμβιβαστικής λύσης δεν θα γίνεται αποδεκτή και θα προκαλεί αναταραχές. Το τελευταίο είναι ένα μοτίβο που παρατηρείται πολύ συχνά τόσο στην ιστορία της Περσίας, όσο και πολύ πιο φανερά στην ιστορία της Τουρκίας.

Ως αποτέλεσμα αυτών των συνισταμένων είναι πως η κυρίαρχη εθνότητα η οποία ανά τους αιώνες επιλέγει να κυριαρχήσει στην περιοχή που συναποτελεί το σημερινό Ιράν, την Τουρκία, το Ιράκ και τις χώρες της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής, επιδιώκει ανέκαθεν την έξοδο της στις θερμές θάλασσες της Μεσογείου, με τον ίδιο τρόπο που η Ρωσία ως η μεγάλη χερσαία ευρασιατική δύναμη επιδίωκε ανέκαθεν την ίδια ακριβώς έξοδο στους εμπορικούς θαλάσσιους διαδρόμους.

Η χερσαία δύναμη ασκεί λοιπόν σε όλη την διάρκεια του ιστορικού χωροχρόνου μια ασύμμετρη πίεση στα παράλια της Μικράς Ασίας, επιδιώκοντας να τα ελέγξει σε πρώτο βαθμό, και στην συνέχεια να αδρανοποιήσει και την απέναντι πλευρά του Αιγαίου, δηλαδή την απόληξη της χερσονήσου του Αίμου, δηλαδή το ελληνικό γεωπολιτισμικό σύστημα.

Το μοτίβο αυτό ακολούθησαν οι Αχαιμένιδες, οι οποίοι στην μεγάλη τους ακμή επιδίωξαν ακριβώς την κατάλυση του ελληνικού χώρου ξεκινώντας από την κατάληψη των μικρασιατικών παραλίων, και στην συνέχεια εισβάλλοντας από την Θράκη, προσπάθησαν να κυριαρχήσουν και στην κυρίως Ελλάδα. Η ίδια ακριβώς σύγκρουση μεταξύ Περσών και Ελλήνων έλαβε χώρα και κατά την διάρκεια της Ελληνικής Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπου τα δυο μεγάλα κράτη βρίσκονταν σε συνεχείς εντάσεις και αναμετρήσεις. Την σκυτάλη έπειτα πήραν οι νομάδες Τούρκοι, οι οποίοι αφότου κατέλυσαν την Περσική Αυτοκρατορία άρχισαν να προωθούνται προς την περιοχή της Ανατολίας καταλαμβάνοντας σταδιακά τα εδάφη του Βυζαντίου με μία διαφορά όμως: σε αντίθεση με τους Πέρσες, οι Τούρκοι μεθοδικά εξισλάμιζαν αρχικώς και μετέπειτα εκτούρκιζαν τους κατεκτημένους λαούς, οι οποίοι δεν άντεχαν την βάρβαρη πίεση των νομαδικών φυλών , οι οποίες ζούσαν παρασιτικά εις βάρος τους.

Εδώ να προσθέσουμε και ένα συγκεκριμένο ιστορικό μοτίβο το οποίο παρατηρείται ανέκαθεν όταν ο Αιγαιακός χώρος ήταν ενωμένος. Το μοτίβο αυτό θέλει την Αίγυπτο να υποτάσσεται αυτόματα στν δύναμη που θα ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο στις δύο ακτές του Αιγαίου, καθιστώντας έτσι την κυριαρχούσα δύναμη ως απόλυτο κυρίαρχο της Ανατολικής Μεσογείου. Ο ρόλος της Αιγύπτου από τα αρχαία χρόνια αποτελούσε ένα μήλον της Έριδος για κάθε μεσογειακή δύναμη μιας και αποτελούσε τον τροφοδότη και σιτοβολώνα της ευρύτερης περιοχής. Στην σημερινή συγκυρία η Αίγυπτο παίζει έξισου ένα σημαντικό ρόλο εξαιτίας των μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου που διαθέτει αλλά και των σταθμών υγροποίησης LNG. Επομένως η κυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου θα επηρεάσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και την συγκεκριμένη χώρα.

Συμπερασματικά μπορεί να ειπωθεί πως η χερσαία δύναμη της Ασίας, είναι εξ ορισμού αναγκασμένη και ταγμένη από διαχρονική συγκυρία να επιδιώξει ανέκαθεν την έξοδο της στην Μεσόγειο, μέσω του Αιγαίου, ενώ αντίθετα η δύναμη που ελέγχει το Αιγαίο, ο Ελληνισμός, είναι και αυτή αναγκασμένη προκειμένου να αποφύγει τα διλλήματα ασφαλείας της να προσπαθεί να ασκεί έλεγχο στα μικρασιατικά παράλια και τα Στενά. Ας μην διαφεύγει της προσοχής εξάλλου πως το Αιγαίο μαζί με τα Στενά αποτελούν σημαντικότατο σημείο πνιγμού (chockpoint) για την διεθνή ναυσιπλοΐα και το διεθνές εμπόριο, καθιστώντας την δύναμη που τα ελέγχει ως βασικό κόμβο με διεθνή ακτινοβολία.

Αποτελεί άποψη του γράφωντα, πως ο Ελληνισμός δεν θα πρέπει να φοβάται να προωθεί συνέχεια τα γεωστρατηγικά του συμφέροντα τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνουν την γεωπολιτική αδρανοποίηση της Τουρκίας. Η αδρανοποίηση αυτή θα πρέπει να έρθει ως άμεσο αποτέλεσμα του τεράστιου διακυβεύματος που ενέχει η ύπαρξη και ο διαιωνισμός της τουρκικής απειλής. Οι ιστορικές μνήμες είναι ακόμα νωπές, και κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει εύκολα τι ακριβώς συνέβει όταν η τουρκική επιθετικότητα αφέθηκε να ξεσπάσει ελεύθερα και χωρίς να υπάρχει απάντηση. Επομένως το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη του όχι μόνο την αυτονόητη ενίσχυση όλων των πυλώνων εσωτερικής ισχύος της χώρας, αλλά πολύ περισσότερο να εκπονήσει ένα σχέδιο που να εμπεριέχει ξεκάθαρα και ρητά ακόμη και τον διαμελισμό του τουρκικού κράτους.

https://amynageostratigiki.eu/