Μπορεί η τηλεδιάσκεψη Μπάιντεν-Πούτιν να μην εκτόνωσε την κρίση Δύσης-Ρωσίας στο μέτωπο της Ουκρανίας, αλλά έστω και ανεπίσημα φαίνεται πως κατέβασε τη θερμοκρασία. Οι πολεμικοί τόνοι συνεχίζονται, αλλά οι δύο πρωταγωνιστές έδωσαν καθαρά σημάδια ότι δεν έχουν διάθεση να τραβήξουν το σκοινί. Από την πλευρά του, ο Ρώσος πρόεδρος διέψευσε για μία ακόμα φορά (στη συνέντευξη Τύπου με τον Κυριάκο Μητσοτάκη) ότι προτίθεται να επιτεθεί στην Ουκρανία
Εμμέσως πλην σαφώς, ωστόσο, συνέδεσε την παραπάνω δέσμευσή του με τον όρο ότι το ΝΑΤΟ δεν θα δεχτεί ως μέλος του την Ουκρανία, με άλλα λόγια ότι δεν θα φτάσει στα ρωσικά σύνορα.
Επ’ αυτού ήταν ξεκάθαρος, αναφέροντας ως παράδειγμα τη Ρουμανία για το τι σημαίνει για την ρωσική εθνική ασφάλεια η δημιουργία ΝΑΤΟϊκών βάσεων, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη ρωσική επικράτεια.Στην πραγματικότητα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν στέλνει στρατεύματα στα σύνορα με την Ουκρανία όχι για να επιτεθεί, αλλά για να στείλει αποφασιστικό μήνυμα πως εάν το ΝΑΤΟ επεκταθεί στην Ουκρανία, η μόνη λύση που θα έχει η Μόσχα είναι να εισβάλει στην Ανατολική Ουκρανία για να επιβάλει εκεί ένα φιλικό καθεστώς, ώστε να δημιουργηθεί μία ζώνη-μαξιλάρι.
Ο Τζο Μπάιντεν απέφυγε να αναλάβει οποιαδήποτε δέσμευση έναντι του Ρώσου ομολόγου του σχετικά με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αλλά φρόντισε να ξεκαθαρίσει δημόσια ότι δεν πρόκειται να στείλει Αμερικανούς στρατιώτες στην Ουκρανία. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε, το ΝΑΤΟ έχει υποχρέωση να προστατεύσει τα κράτη-μέλη του, όχι την Ουκρανία, η οποία δεν είναι μέλος του.
Έσπευσε, βέβαια, να τονίσει ότι εάν η Ρωσία επιχειρήσει εισβολή στην Ουκρανία, η Δύση θα της επιβάλει εξοντωτικές οικονομικές κυρώσεις, διευκρινίζοντας, μάλιστα, ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν έλαβε το μήνυμα. Το μήνυμα φαίνεται να έλαβε και ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος εξήρε τον ρόλο του Αμερικανού προέδρου και εμφανίστηκε ανοικτός σε διάλογο με τη Μόσχα, εγκαταλείποντας τους πολεμικούς τόνους.
Προς οριοθέτηση της έντασης
Είναι ενδεικτική η σύγκριση με τις άκρως επιθετικές εναντίον της Ρωσίας δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών της Λετονίας Έντγκαρς Ρίνκεβις, που έγιναν λίγο πριν την επικοινωνία Μπάιντεν-Πούτιν. Έφτασε μέχρι το σημείο να απαιτήσει κυρώσεις και κατά του αγωγού Nord Stream 2, θίγοντας ευθέως και γερμανικά συμφέροντα. Το μπαλάκι, λοιπόν, είναι ουσιαστικά στην πλευρά της Ουάσινγκτον. Ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θα στείλει στρατιώτες στην περιοχή, ο Αμερικανός πρόεδρος προσπαθεί όχι μόνο να καθησυχάσει το Κρεμλίνο, αλλά και να “μαζέψει” Ανατολικοευρωπαίους πολιτικούς, οι οποίοι με εμπρηστική ρητορική επιχειρούν να παρασύρουν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τυχοδιωκτικές κινήσεις, λειτουργώντας εκ των πραγμάτων σαν προβοκάτορες.
Από τη στιγμή που ο πρόεδρος Μπάιντεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να στείλει στρατιώτες στην Ουκρανία και ο πρόεδρος Πούτιν απέκλεισε μία ρωσική εισβολή εάν δεν μεσολαβήσει επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, όλα δείχνουν ότι η ένταση τουλάχιστον θα οριοθετηθεί, με σκοπό να αποτραπεί ο κίνδυνος απώλειας του ελέγχου. Όπως έδειξε και η επικίνδυνη προσέγγιση ρωσικών μαχητικών Su-27 με γαλλικά Rafale και Mirage στη Μαύρη Θάλασσα, έτσι όπως είναι σήμερα τα πράγματα δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ενός “ατυχήματος”.
Τον σκοπό οριοθέτησης της έντασης, εξάλλου, εξυπηρετεί και η αμερικανική πρόταση να συσταθεί μία Επιτροπή από Δυτικούς και Ρώσους εμπειρογνώμονες για να εξετάσει τις ανησυχίες της Μόσχας για τη ρωσική εθνική ασφάλεια. Όπως προαναφέραμε, ο Βλαντιμίρ Πούτιν χάραξε δημόσια την κόκκινη γραμμή, πετώντας το μπαλάκι στη Δύση και ειδικά στην Ουάσινγκτον.
Μπορεί διάφοροι κήρυκες του νέου Ψυχρού Πολέμου να έχουν βρει ευκαιρία, αλλά οι Αμερικανοί επιτελείς γνωρίζουν ότι μία στρατιωτική σύγκρουση στο ουκρανικό μέτωπο θα ήταν καταστροφική για τη Δύση. Λόγω γειτνίασης κι όχι μόνο, οι Ρώσοι έχουν εκεί το απόλυτο πλεονέκτημα στο επίπεδο μίας συμβατικής σύγκρουσης. Εννοείται πως εάν γίνει χρήση πυρηνικών, τα πράγματα αλλάζουν, αλλά κατά τρόπο πολύ πιο καταστροφικό και για τις δύο πλευρές…
________________
Αναρτήθηκε στην Efenpress από τον Μιχάλη Τσολάκη