Στην Ελλάδα βρίσκεται σε εξέλιξη ένα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα που θα ήταν ευκταίο να οδηγήσει σε αλλαγή στρατιωτικού δόγματος. Η επικείμενη άφιξη των μαχητικών Rafale, η πρόσφατη αγορά νέων πολεμικών πλοίων, η προμήθεια ισραηλινών συστημάτων και η αναβάθμιση των ειδικών δυνάμεων ανατρέπουν το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος υπέρ της ελληνικής πλευράς.
ΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ*
Η προμήθεια υπερσύγχρονου αμυντικού εξοπλισμού είναι απαραίτητη, αλλά όχι η μοναδική, συνθήκη για την επιτυχημένη χρήση στρατιωτικής ισχύος. Κλασικό παράδειγμα είναι η κατάσταση που επικρατούσε στην Ανατολική Μεσόγειο το καλοκαίρι του 1974. Παρά την ελληνική υπεροπλία στον αέρα με τα Φάντομ F-4E και τη θάλασσα με τα γερμανικά υποβρύχια, η Αθήνα απέτυχε οικτρά να προστατεύσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Χωρίς δόγμα και ηθικό, τα ελληνικά όπλα από μόνα τους δεν απέτρεψαν την τουρκική εισβολή.
Το τραύμα της Κύπρου έχει διαμορφώσει μια ξεπερασμένη αμυντικογενή αντίληψη για τη στρατιωτική στρατηγική. Eχουμε περάσει σε μια φάση όπου οι Eνοπλες Δυνάμεις επιχειρούν καθημερινά. Υπάρχει μια γκρίζα ζώνη τουρκικών δραστηριοτήτων που διεξάγονται πάνω από το κατώφλι της ειρήνης και κάτω από το κατώφλι του πολέμου. Οι συνεχείς παρενοχλήσεις ελληνικών μαχητικών, οι επαναλαμβανόμενες υπερπτήσεις πάνω από νησιά, οι επιθετικές επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών και η εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών συνιστούν μια αντικανονική «κανονικότητα», που μπορεί να κλιμακωθεί και να εξελιχθεί σε συμβατικό πόλεμο.
Στα υφιστάμενα θεσμικά κείμενα, το στρατιωτικό δόγμα της χώρας ορίζεται ως αποτρεπτικό και αμυντικό, ώστε να αποφευχθεί η απώλεια εθνικού εδάφους. Το δόγμα μας δεν αντανακλά, όμως, τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο σύγχρονο πεδίο μάχης. Οι νέες τεχνολογικές εφαρμογές ευνοούν την πλευρά που παίρνει την πρωτοβουλία. Η χρήση των μη επανδρωμένων οπλισμένων αεροσκαφών, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης και της ρομποτικής, φέρνει μια νέα επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις (Revolution in Military Affairs). Μπαίνουμε σε μια νέα εποχή όπου η διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων βασίζεται στη μεγάλη ταχύτητα, στην ακρίβεια στόχευσης και κυρίως στον αιφνιδιασμό.
Η υιοθέτηση της αποτροπής διά τιμωρίας είναι η ενδεδειγμένη επιλογή για την ελληνική πλευρά.
Eτσι κι αλλιώς, δεν είναι τόσο ξεκάθαρο πλέον ποιος είναι αμυνόμενος και ποιος επιτιθέμενος. Δυστυχώς, η αλήθεια έχει καταλήξει να είναι μια υποκειμενική πραγματικότητα που διαμορφώνεται από την κυνικότητα της γεωπολιτικής και τους μηχανισμούς επηρεασμού της κοινής γνώμης. Αρχίζουν να πυκνώνουν τα παραδείγματα γύρω μας. Τον Σεπτέμβριο του 2020 το Αζερμπαϊτζάν ξεκίνησε τις εχθροπραξίες στον αρμενικό θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Χάρη στην υποστήριξη της Μόσχας και της Αγκυρας, αλλά και τις μεθοδεύσεις της αζερικής προπαγάνδας, το Μπακού δεν βρέθηκε απολογούμενο για τις ενέργειές του εναντίον αμάχων.
Οι νέοι εξοπλισμοί θα δώσουν πρωτόγνωρες δυνατότητες στις Eνοπλες Δυνάμεις. Σε λίγα χρόνια, τίποτα δεν θα είναι το ίδιο στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Τα μαχητικά της Πολεμικής Αεροπορίας, με τα υπερσύγχρονα ραντάρ και τα οπλικά τους συστήματα, θα κυριαρχούν στους αιθέρες. Με την πανίσχυρη αντιαεροπορική τους άμυνα, οι φρεγάτες του Πολεμικού Ναυτικού θα μπορούν να δημιουργούν ζώνες άρνησης πρόσβασης περιοχής (Α2/ΑD) για την αντίπαλη αεροπορία. Επιπρόσθετα, οι ειδικές δυνάμεις και ορισμένες μονάδες του Στρατού Ξηράς θα μπορούν να αναπτυχθούν ταχύτατα σε οποιοδήποτε σημείο της επικρατείας.
Το στρατιωτικό µας δόγμα δεν μπορεί να παραμένει στατικό και αμετάβλητο. Η υιοθέτηση της αποτροπής διά τιμωρίας είναι η ενδεδειγμένη επιλογή για την ελληνική πλευρά. Τώρα χρειάζεται μια νέα στρατιωτική φιλοσοφία, που δεν θα εγκλωβίζεται από παρωχημένες απόψεις περί άμυνας και επίθεσης. Ιδανικά, το νέο δόγμα θα προκρίνει την επιθετική άμυνα και την ανάληψη πρωτοβουλιών σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο για την ηθική καταρράκωση του αντιπάλου. Σενάρια ασκήσεων που εστιάζουν στην ανακατάληψη εδάφους στέλνουν λάθος μηνύματα προς έναν πολύ έμπειρο αντίπαλο, που ξέρει να κερδίζει πολέμους. Είναι φανερό ότι η κρίση των Ιμίων μάς στοιχειώνει ακόμα. Οι Ενοπλες Δυνάμεις πρέπει να μπορούν να ενεργήσουν με τρόπο που θα αυξήσει κατακόρυφα το κόστος για την άλλη πλευρά. Πρακτικά αυτό σημαίνει μεγαλύτερη έμφαση στα πλήγματα μεγάλου βάθους, έστω σε επίπεδο εκπαίδευσης και ασκήσεων.
Αυτή τη στιγµή η Τουρκία βιώνει μια πρωτοφανή νομισματική κρίση, που πιθανόν να μετατραπεί σε πολιτική αποσταθεροποίηση. Μακάρι η γειτονική χώρα να βρει τον δρόμο προς τη δημοκρατία και την ευημερία. Να γίνει ένας ειρηνικός και καλόπιστος γείτονας που θα επιδιώκει τη συνεργασία. Μέχρι τότε, το χειρότερο σενάριο βρίσκεται μπροστά μας. Οι εξοπλισμοί πρέπει να συνοδεύονται από αλλαγή στρατιωτικού δόγματος. Για να μην τολμήσει κανείς ποτέ να απειλήσει ξανά τη χώρα μας.
* Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Αμυντικών Σπουδών του King’s College London και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.