Ο Ερντογάν, για να διασωθεί, έστησε μια μεγάλη απάτη για τη στήριξη της τουρκικής λίρας, που θα κοστίσει ακριβά
Γράφει ο Λεωνίδας Κουμάκης*
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Τον Ιανουάριο του 2021, η ισοτιμία ενός δολαρίου αντιστοιχούσε σε 7,3 τουρκικές λίρες. Την 1 Δεκεμβρίου 2021, η ισοτιμία ενός δολαρίου αντιστοιχούσε σε 12,8 τουρκικές λίρες. Στις 20 Δεκεμβρίου 2021 η ισοτιμία ενός δολαρίου έφθασε στις 18 τουρκικές λίρες και στο τέλος Δεκεμβρίου κυμαίνεται μεταξύ 11,5 και 12 τουρκικές λίρες.
Η τεράστια αστάθεια του τουρκικού νομίσματος μέσα στο 2021, σύμφωνα με Έλληνες και ξένους οικονομικούς αναλυτές, οφείλεται σε σειρά αιτίων μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση καταλαμβάνει η πλήρης εξάρτηση των (υποτίθεται ανεξάρτητων) αποφάσεων της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας από τον Τούρκο πρόεδρο.
Για την αντιμετώπιση της συνήθειας και της πρακτικής ενός εύπορου Τούρκου να μετατρέπει τις όποιες αποταμιεύσεις του σε δολάρια ή χρυσό ώστε να μην εξανεμιστούν από την αστάθεια του τουρκικού νομίσματος, υπήρχε ένα σχέδιο που εφαρμόστηκε την δεκαετία του 1970 με καταστροφικά αποτελέσματα και συζητήθηκε ξανά κατά την νομισματική κρίση του 2018. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, οι προθεσμιακές καταθέσεις τουρκικής λίρας θα προστατευόταν από το τουρκικό κράτος για τις πιθανές διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας της τουρκικής λίρας. Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι του σχεδίου ήταν η πιθανή αποχή ξένων επενδυτών εξ αιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης προς το τουρκικό καθεστώς και η περιορισμένη ανταπόκριση των τούρκων αποταμιευτών. Οι σοβαροί αυτοί κίνδυνοι θα οδηγούσαν αναπόφευκτα την τουρκική λίρα σε νέα πορεία υποτίμησης με αποτέλεσμα την αλόγιστη εκτύπωση χρήματος για την ικανοποίηση των καταθετών με φυσιολογικό επακόλουθο την εκτίναξη του πληθωρισμού σε δυσθεώρητα ύψη, την εξαέρωση των όποιων συναλλαγματικών αποθεμάτων απέμειναν και τελικά, την κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας.
Το σχέδιο αυτό δεν εγκρίθηκε τελικά το 2018 όχι μόνο γιατί στην ουσία αποτελεί μια καλυμμένη αύξηση επιτοκίων με βάση το δολάριο αλλά και γιατί αναλαμβάνει μεγάλο ρίσκο για το σύνολο της οικονομίας.
Δεν συνέβη όμως το ίδιο και τον Δεκέμβριο του 2021. Μπροστά στην αφόρητη πίεση της παραπαίουσας τουρκικής οικονομίας, ο Ρ. Τ. Ερντογάν αποφάσισε να αναλάβει το ρίσκο, υιοθετώντας το σχέδιο του 2018, χωρίς βέβαια να παραλείψει να συνδυάσει «το τερπνόν μετά του ωφελίμου».
Σύσσωμη η αυλή του «σουλτάνου» άδικα περίμενε αστρονομικά κέρδη από το αμαρτωλό «Νέο Κανάλι της Κωνσταντινούπολης» και παρουσιαζόταν η ευκαιρία να ικανοποιηθεί τώρα.
Έτσι ο Ερντογάν έθεσε με τους συμβούλους του τον στόχο των 18 τουρκικών λιρών για ένα δολάριο πριν αρχίσει να εφαρμόζει το ριψοκίνδυνο σχέδιο. Άρχισε όμως να ενισχύει τον στόχο αυτό με καθημερινές δηλώσεις και να προσπαθεί να δημιουργήσει συνθήκες πολιτικής αξιοποίησης του ριψοκίνδυνου σχεδίου που θα εφάρμοζε.
Έτσι πρώτα ανακοινώθηκε ένας συμπληρωματικός προϋπολογισμός προς αντιστάθμιση της πτώσης της λίρας (16/12/2021) και την επομένη ανακοινώθηκε νέα μείωση επιτοκίων και αύξηση του κατώτατου μισθού. Ο Ρ. Τ. Ερντογάν άρχισε να κομπάζει πως «Όπως μείωσα τον πληθωρισμό στο παρελθόν, έτσι θα τον μειώσω και τώρα» την ώρα που η πανίσχυρη Ένωση Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων της Τουρκίας (TUSIAD) έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την τουρκική οικονομία.
Ο Ρ. Τ. Ερντογάν στις 20/12/2021 δήλωσε πως «Με το θέλημα του Θεού ο πληθωρισμός θα μειωθεί» την ώρα που η τουρκική λίρα σημείωνε νέο ρεκόρ υποτίμησης. Την ίδια όμως μέρα, μετά την ανακοίνωση του σχεδίου του 2018 η τουρκική λίρα άρχισε να κερδίζει έδαφος με την βοήθεια συντονισμένης επιχείρησης παρεμβάσεων της κεντρικής τράπεζας, μαζικής πώλησης δολαρίων από σημαίνοντες προσωπικότητες της «αυλής» και της μεταφοράς φορτίων με δολάρια από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. (Ο Τούρκος δημοσιογράφος Erk Acarer στις 21/12/2021 ανέβασε στο Twitter μια φωτογραφία από το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, όπου σεκιούριτι ιδιωτικής εταιρείας παραλάμβαναν σε σακούλες 1,5 τόνο δολάρια από τα ΗΑΕ προς την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας).
Το πρωί της 21/12/2021 η γνωστή μας Halkbank, ελεγχόμενη από τους ισλαμιστές, άρχισε μια σαρωτική διαφήμιση: «Εμπιστευόμαστε τη δύναμη των χρημάτων μας! Το πιο θεμελιώδες καθήκον μας είναι να μετατρέψουμε κάθε δεκάρα της τουρκικής λίρας που επενδύουν οι άνθρωποι μας στην τράπεζά μας …… Με την τουρκική λίρα, σύμβολο της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας μας, ο λαός μας κερδίζει, η χώρα μας μεγαλώνει!».
Μάταια η τουρκική κοινή γνώμη αναρωτήθηκε πως είναι δυνατόν μέσα σε ένα βράδυ να ετοιμαστεί και να δοθεί στη δημοσιότητα μια τέτοια μαζική διαφήμιση – εκτός εάν είχε προετοιμαστεί πολλές μέρες νωρίτερα.
Μάταια η αντιπολίτευση ζήτησε την σύσταση επιτροπής στη Βουλή για να εξετάσει όλους όσους πραγματοποίησαν μεγάλες αγορές και πωλήσεις κατά την ραγδαία άνοδο και πτώση των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Μάταια κατήγγειλε πως με το σχέδιο αυτό η τουρκική κυβέρνηση ενισχύει αυτούς που έχουν δολάρια, δηλαδή τους οικονομικά ισχυρούς.
Οι ισλαμιστές άρχισαν να πανηγυρίζουν με τον κυβερνητικό τύπο να θριαμβολογεί πως «Γύρισε ο άνεμος, κατέρρευσαν οι τιμές του δολαρίου, του ευρώ και του χρυσού μετά τις κινήσεις του προέδρου Ερντογάν» (Sabah), «Ξεκίνησε ο πόλεμος της οικονομικής ανεξαρτησίας» (Yeni Safak) κ.α.π., ενώ στην πόλη Μαλάτια της ανατολικής Τουρκίας φανατικοί οπαδοί του Ερντογάν βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν χορεύοντας και φωνάζοντας συνθήματα.
«Η κυβέρνηση θα αναπληρώσει τις απώλειες που υπέστησαν οι κάτοχοι καταθέσεων σε λίρες, εάν οι μειώσεις του εθνικού νομίσματος έναντι των «σκληρών» νομισμάτων υπερβούν τα επιτόκια που υπόσχονται οι τράπεζες», δήλωσε περιχαρής ο Ρ. Τ. Ερντογάν συμπληρώνοντας πως «χρειάστηκε μόλις μια μέρα για να σταθεροποιήσουμε τη λίρα».
Πολλοί όμως οικονομολόγοι και αναλυτές προειδοποιούν για τους μεγάλους κινδύνους που ελλοχεύουν: Μεταξύ τους, ο οικονομολόγος Μπαρίς Σοϊντάν («Η κυβέρνηση προσπαθεί και τώρα να βγάλει ένα …κουνέλι από το καπέλο, αλλά τελικά θα οδηγήσει την τουρκική οικονομία να πιει ένα δηλητηριώδες φάρμακο με πολύ σοβαρές παρενέργειες»), ο δημοσιογράφος και πρώην διευθυντής της αγγλόφωνης Hurriyet Μουράτ Γετκίν («Ο Ερντογάν κατεβάζει από τα σκονισμένα ράφια μια πολιτική «Μετατρέψιμου Καταθετικού Λογαριασμού», που είχε χρησιμοποιηθεί στη δεκαετία του `70 και τελικά ήταν από τους βασικούς λόγους για την οικονομική κατάρρευση που οδήγησε στις πολιτικές λιτότητας του 1980, οι οποίες εφαρμόστηκαν με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980» ο σχολιαστής Εμρέ Κονγκάρ στην αντιπολιτευόμενη Cumhurriyet («Ληστεύουν τους πολίτες με τον πληθωρισμό, η κυβέρνηση αρπάζει τα λεφτά από τις τσέπες του λαού και επικαλείται διάφορες δικαιολογίες»), ο Emre Akçakmak, Γενικός Διευθυντής της Greenwest Consultancy Dubai στον Economist («Παίρνετε το τρέχον επιτόκιο καταθέσεων και μπορείτε να πάρετε μια διαφορά σε αυτό, η οποία ενθαρρύνει τους κατόχους ξένων νομισμάτων να τα μετατρέψουν σε λίρες. Όσο συμβαίνει αυτό, η επιβάρυνση του ταμείου θα αυξάνεται ακόμη περισσότερο»).
Ο πρώην υποδιοικητής της τουρκικής κεντρικής τράπεζας Ιμπραήμ Τουρχάν (ανήκει στην τουρκική αντιπολίτευση) δήλωσε πως «Μπορούμε να πούμε ότι ο προϋπολογισμός, το τελευταίο στοιχείο που έχει απομείνει, θυσιάστηκε για να ισχυριστεί ότι αποφεύχθηκε η αύξηση των επιτοκίων. Με αυτόν τον τρόπο, το κόστος της υποτίμησης της λίρας θα επιβαρύνει το κοινωνικό σύνολο».
Ο επενδυτικός Σύμβουλος Atilla Yeşilada, εκτίμησε ότι «Αυτό το σύστημα θα πυροδοτήσει πληθωρισμό και υποτίμηση ακόμη κι αν οι πολίτες στραφούν σε αυτό».
Ο Φαίκ Όστρακ, εκπρόσωπος της τουρκικής αξιωματικής αντιπολίτευσης, δήλωσε με μια δόση χλευασμού πως «Κάποιοι που αντάλλαξαν 1 εκατομμύριο δολάρια με 18 λίρες και 33 σεντς εκείνο το βράδυ και αγόρασαν 11 λίρες και 16 γρόσια το επόμενο πρωί, κέρδισαν 642.743 δολάρια μέσα σε λίγες ώρες χωρίς να κουραστούν πετώντας πέτρες».
Ο πρώην συμπρόεδρος του φιλοκουρδικού κόμματος HDP χαρισματικός Σελαχετίν Ντεμιρτάς, μέσα από τις κλειστές φυλακές υψίστης ασφαλείας της Αδριανούπολης, έκανε μια πολύ δεικτική πολιτική δήλωση τονίζοντας -μεταξύ άλλων- πως «Κάποιοι με αυτές τις δόλιες κομπίνες νομίζουν πως θα εξαπατήσουν τον λαό και θα κερδίσουν εκλογές».
Η ρυθμιστική αρχή των τουρκικών τραπεζών, προκειμένου να φιμώσει το διογκούμενο κύμα των επικρίσεων, στις 28/12/2021 άσκησε ποινική δίωξη σε πάνω από 20 άτομα για «προσπάθειες χειραγώγησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας της χώρας μέσα από τις αναρτήσεις τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στα ΜΜΕ». Μεταξύ τους, όλοι από τους παραπάνω που διαμένουν στην Τουρκία.
Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α : Όπως είναι γνωστό, την περίοδο 2019-2020 η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας υποστήριξε, μέσω ανταλλαγών, την πώληση 128 (περίπου) δισεκατομμυρίων δολαρίων των κρατικών τραπεζών για την σταθεροποίηση της λίρας, εξαντλώντας τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας και δημιουργώντας το πετυχημένο σύνθημα της αντιπολίτευσης «Που πήγαν τα 128 δις;».
Σύμφωνα με την Washington Post, στο επίκεντρο του τουρκικού προβλήματος βρίσκεται η προσπάθεια του Ερντογάν να πάρει μια προηγμένη παγκόσμια οικονομία και να διαχειριστεί κρατικούς θεσμούς όπως ένα εμιράτο αντικαθιστώντας τους με εξατομικευμένη διαχείριση. Η αμερικανική εφημερίδα συμπεραίνει πως όλες αυτές οι κινήσεις είναι πολιτικά και οικονομικά μη βιώσιμες (27/12/2021).
Αν λάβουμε ακόμα υπ΄ όψη πως διάφοροι γνωστοί αναλυτές έκαναν αξιολογήσεις στο περιοδικό Economist (27/12/2021) τονίζοντας πως αναμένουν ο πληθωρισμός στην Τουρκία να φτάσει το 50% στο πρώτο εξάμηνο του 2022, ειδικά μετά την έναρξη ισχύος της αύξησης του κατώτατου μισθού (καθορίστηκε στις αρχές του επόμενου έτους), αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα γιατί οι επικίνδυνοι πειραματισμοί του Ρ. Τ. Ερντογάν επιφυλάσσουν ένα πολύ δύσκολο καινούργιο χρόνο για την μάζα των τούρκων πολιτών…
* Ο Λεωνίδας Κουμάκης αναλυτής, συγγραφέας και νομικός, μέλος του International Hellenic Association (IHA) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης του Πέρα και στην συνέχεια φοίτησε για δυο χρόνια στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο, πριν εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, λόγω της απέλασης του πατέρα του, το 1964. Στην Ελλάδα τέλειωσε το Γυμνάσιο Παγκρατίου στην Αθήνα και την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα, από το 1967, άρχισε να εργάζεται σε ελληνική βιομηχανία (κλάδος ποτών) στην οποία παρέμεινε επί 30 συνεχή χρόνια και της οποίας διετέλεσε Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής και Διευθυντής Εξαγωγών. Την δεκαετία 2003 – 2013 ασχολήθηκε με έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις. Είναι συγγραφέας των βιβλίων «Το Θαύμα – Μια πραγματική ιστορία» (αυτοβιογραφία, 1992- ολόκληρη η τελευταία έκδοση του 2020, όπως και η Αγγλική έκδοση του 2019, είναι διαθέσιμες εντελώς δωρεάν στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη του ΙΗΑ), «Ματιές στις ρίζες του Ελληνισμού» (1997), «Αποχαιρετισμός» (1996) και «Τουρκία στις φλόγες» (2017).