Δρ. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΝΟΓΛΟΥ (*)
Οι δύο αμυντικές Συμφωνίες, ελληνογαλλική και ελληνοαμερικανική, με τα συνοδευτικά εξοπλιστικά προγράμματα και συνεργασίες που προβλέπουν, αποτελούν σημαντική καμπή για την ασφάλεια της χώρας μας και ιδίως την αποτρεπτική λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεών μας, με την σοβαρή αρωγή και των διπλωματικών δεσμών που εγκαθιστά η Ελλάδα στην Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, με φιλικές χώρες.
Ταυτόχρονα ενισχύεται και η θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου όμως πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα για την έμπρακτη οικοδόμηση ενός Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος με την Ελλάδα, με στόχο την ασφάλεια της νήσου από τις εντεινόμενες προσπάθειες οριστικοποίησης της διχοτόμησης και της κατοχής από την Τουρκία.
Αλλά και για την τελική απελευθέρωση, αν χρειασθεί, των κατεχομένων από την παράνομη τουρκική κατοχή. Τελικός ωφελημένος από τις δύο Συμφωνίες και τις αναμενόμενες στρατιωτικοπολιτικές εξελίξεις θα είναι η ειρήνη, η δικαιοσύνη (κατά το Διεθνές Δίκαιο) και η σταθερότητα. Οι ταυτόχρονες οικονομικές συνεργασίες που οικοδομούνται με τις Αραβικές χώρες και το Ισραήλ, αλλά και η πολύπλευρη προωθούμενη ενεργειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο, ολοκληρώνουν έναν δακτύλιο ισχύος, νομιμότητας, ανάπτυξης και σταθερότητας, γύρω από τον ταραξία της περιοχής, δηλαδή την Τουρκία.Η αναθεωρητική μεγαλομανία του Ερντογάν, αλλά και η επικίνδυνη σύμπτωση ακραίων εθνικιστικών και ισλαμιστικών τάσεων και στην υπόλοιπη τουρκική πολιτική ελίτ, προοιωνίζονται εξαιρετικά σοβαρούς κινδύνους για το σύνολο της Περιφέρειας, με αιχμή την Ελλάδα και την Κύπρο. Η συμμαχία του πολιτικού Ισλάμ και των μισθοφόρων του ISIS, πρόσφατα δε η επικίνδυνη επάνοδος στην εξουσία των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, αλλά και το απρόβλεπτο πυρηνικό Πακιστάν, «αδελφή» χώρα της Τουρκίας, αθροίζονται με τον τουρκικό μιλιταρισμό και νέο-οθωμανισμό, με απώτερο στόχο μία νέα μορφή Χαλιφάτου, δηλαδή πολιτικοθρησκευτικής εξουσίας και σύμπραξης, με στόχο εδαφική και ιδεολογική επέκταση και υπερφαλαγγισμό της ευημερούσας, ανεκτικής και δημοκρατικής Ευρώπης. Η δημογραφική υστέρηση της Γηραιάς Ηπείρου παρέχει μία εξαιρετική ευκαιρία στον μουσουλμανικό υπερπληθυσμό να διοχετευθεί διά της οικονομικής μετανάστευσης και των προσφύγων, να διεισδύσει και μακροπρόθεσμα να κυριαρχήσει, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αφρική, όπου οι επωαζόμενες κρίσεις μπορεί να λάβουν τεράστιες διαστάσεις και ίσως μη ελεγχόμενες.
Μέσα σ’ αυτό το ζοφερό περιβάλλον η Ρωσία, με μία «λυκοφιλία» με την Τουρκία, επιχειρεί να διαλύσει την νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ενώ η Άγκυρα να εκβιάσει τους Ευρω-Ατλαντικούς θεσμούς, ώστε να αποφύγει τις οικονομικές κυρώσεις, τον εκδημοκρατισμό στο εσωτερικό της και να επιβληθεί ως (μικρομέγαλος) ισότιμος εταίρος με τις Μεγάλες Δυνάμεις, απαιτώντας παράνομα «ζωτικό χώρο» στον εδαφικό και θαλάσσιο ευρύτερο περίγυρό της («Γαλάζια Πατρίδα», Συρία, Ιράκ, Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία, Λιβύη, Σομαλία-Αιθιοπία-Σουδάν, Αλβανία, Σκόπια, Βοσνία, κ.λπ.).
Οι Η.Π.Α. ευτυχώς, υπό τον νέο Πρόεδρο Μπάιντεν, έχουν αντιληφθεί τις τουρκικές μεθοδεύσεις, αλλά, αγκυλωμένες ακόμη σε παραδοσιακές θέσεις της γραφειοκρατίας τους, δίνουν περιθώρια χρόνου στην τουρκική συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, ελπίζοντας ότι η έκλειψη (φυσική ή πολιτική) μελλοντικά του Ερντογάν από την ηγεσία της χώρας του, θα συνοδευθεί από ηπιότερες πολιτικές των διαδόχων του. Αυτό όμως, καθ’ όλες τις ενδείξεις, δεν πρόκειται να συμβεί γιατί οι εκφρασμένες θέσεις των μεγαλυτέρων τουρκικών κομμάτων δεν αποκλίνουν από τον επιθετικό τουρκικό εθνικισμό, ενώ το πολιτικό Ισλάμ έχει αποκτήσει ισχυρές ρίζες στην κοινωνία της γείτονος, αλλά πλέον και στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις. Το «φάντασμα»-ψευδαίσθηση του ισλαμο-νέο-οθωμανισμού καλά κρατεί! Οι λιγοστές φιλελεύθερες και δημοκρατικές δυνάμεις (π.χ. το Κουρδικό HDP και οργανώσεις νεολαίας στα Πανεπιστήμια), είτε διώκονται είτε δεν έχουν πολιτική απήχηση στην πλειοψηφία της συντηρητικής κοινωνίας, είτε δεν έχουν τα οργανωτικά-οικονομικά και επικοινωνιακά μέσα, για πολιτική επικράτηση! Μόνο μία «επαναστατική» αλλαγή μετά από σοβαρή εσωτερική ή εξωτερική κρίση, που θα προωθούσε ένα γνήσιο δημοκρατικό πολίτευμα, απαλλαγμένο από την επικυριαρχία του Στρατού ή του Ισλάμ, αν κατάφερνε να επιβιώσει και να εκφράσει πλειοψηφικά τον Τουρκικό λαό, θα ήταν μία υγιής μετεξέλιξη του τουρκικού κράτους. Αυτά όμως είναι, επί του παρόντος και για το προβλεπόμενο μέλλον, «ευσεβείς πόθοι» και «όνειρα θερινής νυκτός»!
Σήμερα, η Ερντογανική (και όχι μόνο) Τουρκία, κινείται από τον αυταρχισμό, την μεγαλομανία και τον επεκτατισμό μέχρι την «θυματοποίηση» από την «άπιστη» Δύση και ταυτόχρονα την επιδίωξη παγκόσμιας ηγεσίας του Ισλαμικού Κόσμου!
Η Δύση πρέπει να διδαχθεί και να αξιοποιήσει την ελληνική τραυματική εμπειρία από την γειτονία και την επικυριαρχία της Οθωμανικής Τουρκίας, ώστε να αξιολογήσει και να χειρισθεί σωστά τον σημερινό «ταραξία» της Ανατολικής Μεσογείου. Την «μάστιγα της Ανατολής» (Τζωρτζ Χόρτον) ή τον επιτήδειο ουδέτερο (Φρανκ Βέμπερ).
Δυστυχώς όμως, ακόμη και σήμερα το Ελληνικό Κράτος διστάζει και είναι αμφίθυμο απέναντι στην Τουρκία, παρά τις ζοφερές εμπειρίες 200 χρόνων από την ελληνική επανάσταση-εθνεγερσία του 1821 και 100-110 χρόνων από την Μικρασιατική Καταστροφή (1922), την Γενοκτονία των Ελλήνων και άλλων Χριστιανών της Ανατολής (1913-1923) και της Συνθήκης της Λωζάνης (1923), με τις άπειρες παρασπονδίες και βάρβαρες συμπεριφορές της Τουρκίας που, περνούν από το Βαρλίκ, το Πογκρόμ, τις κατασχέσεις και απελάσεις, την εισβολή-κατοχή στην Κύπρο, και τον τρέχοντα θαλάσσιο, νησιωτικό και μειονοτικό επεκτατισμό και απειλές πολέμου (casus belli).
Συνεπώς, μόνον η άρτια στρατιωτική προετοιμασία και ετοιμότητα, καθώς και οι διακρατικές συνεργασίες, μαζί με τις αναγκαίες νομικές κινήσεις στο επίπεδο της αξιοποίησης των πολλών θαλασσίων δικαιωμάτων μας, που έμεναν «στα αζήτητα» μέχρι πρόσφατα, μπορούν να αντιμετωπίσουν τον ξέφρενο τουρκικό επεκτατισμό, και όχι βέβαια οι αυταπάτες των θνησιγενών «διερευνητικών επαφών»!
(*) Διεθνολόγος, Λέκτορας Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας