Με την πρότασή του για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τις “λίστες Πέτσα” και τις “στημένες δημοσκοπήσεις”, που έγινε δεκτή από το σύνολο της αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ χτύπησε ένα νευραλγικό τομέα της λειτουργίας της δημοκρατίας και του πολιτικού συστήματος. Η ευθυγράμμιση και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης προσδίδει αξιοπιστία στις αιτιάσεις της Κουμουνδούρου για υποψίες, τουλάχιστον, περί «χειραγώγησης της κοινής γνώμης».
Φυσικά τα άλλα κόμματα έχουν τους δικούς τους λόγους που συμπυκνώνονται στο ότι οι μεγάλες διαφορές υπέρ της ΝΔ εκ των πραγμάτων μειώνουν και τα δικά τους ποσοστά. Εφόσον, λοιπόν, προχωρήσει η Εξεταστική τότε η ΝΔ θα αναγκαστεί στην Βουλή να απολογηθεί για τις δύο λίστες Πέτσα και το πώς διατέθηκαν τα περίπου 42 εκατομμύρια ευρώ στα Μέσα Ενημέρωσης.
Στις εργασίες της Επιτροπής θα πρέπει να διερευνηθούν οι αιτιάσεις «για λίστες με αναθέσεις του δημοσίου προς δημοσκοπικές εταιρείες ή έμμεσες χρηματοδοτήσεις δημοσιογράφων ή ακόμη και συμβάσεις με ειδικούς του πολιτικού μάρκετινγκ εντός και εκτός χώρας», κατά τρόπο που να μην μείνουν σκιές. Η διερεύνηση που ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι θέμα θεσμικής λειτουργίας της Δημοκρατίας. Φυσικά η Εξεταστική δεν αποκλείει την παρέμβαση της Δικαιοσύνης, εφόσον προκύψουν στοιχεία.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που οι καταγγελίες που κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας μένουν αδιερεύνητες. Είναι δε έντονη η αντίθεση με τα όσα συμβαίνουν σε άλλες χώρες, όπως πχ στην Αυστρία, όπου ένας Καγκελλάριος έπεσε από την διερεύνηση των δικαστικών αρχών, ή στην Γαλλία, όπου ένας πρώην πρόεδρος κυκλοφορεί με βραχιολάκι στο πόδι, ή ακόμη και στο Ισραήλ, όπου είναι υπό διερεύνηση ο επί πολλά χρόνια ισχυρότερος πολιτικός της χώρας.
Στο επίκεντρο οι δημοσκοπήσεις
Θα είναι θετικό εάν η Εξεταστική δώσει έναυσμα για να σπάσει η ομερτά και το ακαταδίωκτο του πολιτικού συστήματος. Στο επίκεντρο βέβαια θα βρεθούν οι δημοσκοπικές εταιρείες οι οποίες θα διερευνηθούν για το αν οι θηριώδεις διαφορές που δίνουν υπέρ της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πραγματικές, ή αν συνδέονται με τις σχέσεις που έχουν με το κυβερνών κόμμα. Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων οφείλουν να αντανακλούν την κοινή γνώμη και όχι να την κατευθύνουν, μέσα από αυτοεκπληρούμενες έρευνες-προφητείες.
Πέραν αυτών η Κουμουνδούρου αναδεικνύει ότι ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται σαν ηγέτης της αντιπολίτευσης και για πρώτη φορά σπάει το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, αν και ίσως λίγο βιαστικά προεξοφλεί στο εξής την συγκρότηση «αντιμητσοτακικού μετώπου». Θεωρεί ακόμη, άσχετα από τις κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, ότι το επιχείρημα για την χειραγώγηση του Τύπου και της ενημέρωσης από την κυβέρνηση, βρίσκει αποδοχή στην κοινή γνώμη.
Η ΝΔ αντέδρασε σπασμωδικά στην πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ. Άφησε να εκδηλωθούν πρώτα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκτιμώντας ότι η πρόταση της Κουμουνδούρου δεν θα συγκεντρώσει τις απαραίτητες 120 ψήφους και έτσι θα απαξιωθεί. Στην συνέχεια όμως και αφού προέκυψε η απαραίτητη συμφωνία, προτίθεται να γενικεύσει την έρευνα και στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργώντας υποψίες ότι, αφού δεν μπορεί να αποφύγει την διερεύνηση επιχειρεί συμψηφισμό.
Ήδη το γραφείο Τύπου της ΝΔ έχει δώσει στην δημοσιότητα παλαιότερα δημοσιεύματα από φιλικές στον ΣΥΡΙΖΑ εφημερίδες που εμφάνιζαν πριν τις εκλογές διαφορές στο όριο του στατιστικού λάθους, όταν τελικά κινήθηκε στις οκτώ ποσοστιαίες μονάδες. Φυσικά η υπόθεση Καλογρίτσα με τα βοσκοτόπια και οι παλαιότερες υποθέσεις που εμπλέκαν τον Νίκο Παππά, επίσης διακινούνται από την Πειραιώς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να “ρεφάρει” από την Συμφωνία με την Γαλλία, στρέφοντας την προσοχή της κοινής γνώμης στην θεσμική λειτουργία της Δημοκρατίας. Παράλληλα επιχειρεί να αναδείξει το κομβικό σημείο της κυκλοφορίας του πολιτικού χρήματος. Όπως και η άρνηση του να στηρίξει την Συμφωνία με την Γαλλία, η κίνηση αυτή εντάσσεται στη στρατηγική του Τσίπρα που περιγράφεται ως «καμία συναίνεση στο εξής στον Κυριάκο Μητσοτάκη».