Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η αντιπαράθεση με την Κίνα αναδεικνύεται ως η κορυφαία διεθνής προτεραιότητα του Τζο Μπάιντεν. Και ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής πορεύεται ψυχρά, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πρόκληση παράπλευρων ζημιών μεταξύ των συμμάχων του.
Η αιφνίδια ανακοίνωση την Τετάρτη της συγκρότησης στρατηγικής σύμπραξης (AUKUS) μεταξύ των ΗΠΑ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού που
προβλέπει την απόκτηση από την Αυστραλία πυρηνοκίνητων υποβρυχίων και αμερικανικών πυραύλων, είναι η τελευταία εκδήλωση αυτού του διπλωματικού πραγματισμού όταν πρόκειται να αποτρέψει τις αυξανόμενες φιλοδοξίες του Πεκίνου: Η AUKUS είναι επιζήμια για την Γαλλία, η οποία βρέθηκε αποκλεισμένη και χαμένη από την ακύρωση μιας τεράστιας παραγγελίας υποβρυχίων που επρόκειτο να πουλήσει στην Καμπέρα.«Η προτεραιότητα είναι ο ανταγωνισμός με την Κίνα», συνοψίζει ο Μπέντζαμιν Χαντάντ, του αμερικανικού think tank Atlantic Council. «Όλα τα άλλα είναι απλά περισπασμός»
Αυτός ο Γάλλος ερευνητής που εδρεύει στις ΗΠΑ θεωρεί τη συμφωνία αυτή ως «μια μορφή συνέχειας» του συνθήματος «Πρώτα η Αμερική πρώτα», το αγαπημένο σύνθημα του Ρεπουμπλικανού πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και «όλο και περισσότερο μιας μονόπλευρης μεθόδου».
Πρόκληση του αιώνα
Ο Τζο Μπάιντεν υιοθέτησε αμέσως την ίδια σθεναρή στάση με τον προκάτοχό του απέναντι στον ασιατικό κολοσσό, που έχει χαρακτηριστεί ως «η μεγαλύτερη γεωπολιτική πρόκληση του 21ου αιώνα» από τον υπουργό Εξωτερικών του Άντονι Μπλίνκεν.
Αλλά το αρχικό μήνυμα του 78χρονου προέδρου «Η Αμερική επέστρεψε», «πίσω» στους συμμάχους της ήθελε να σπάσει τις μονομερείς ενέργειες και τον σοβινισμό του Ρεπουμπλικάνου δισεκατομμυριούχου.
Οι πρώτοι μήνες του στην προεδρία φάνηκαν να δίνουν δεσμεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση, με μεγαλύτερη επίδειξη σεβασμού προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, και τη διακηρυγμένη βούληση για οικοδόμηση ενός κοινού αντι-κινεζικού διατλαντικού μετώπου.
Η αποχώρηση από το Αφγανιστάν, ωστόσο, έδειξε τα όρια αυτής της προσέγγισης.
Παρά τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων για αυτή την ευαίσθητη απόφαση, αρκετοί Ευρωπαίοι σύμμαχοι, Γερμανοί και Βρετανοί κυρίως, δεν έκρυψαν τη δυσαρέσκειά τους για την αμερικανική πολιτική τετελεσμένων γεγονότων.
«Ο κόσμος αλλάζει. Είμαστε σε έναν κρίσιμο ανταγωνισμό με την Κίνα», απάντησε ο πρόεδρος Μπάιντεν την επόμενη μέρα μετά την αποχώρηση του τελευταίου Αμερικανού στρατιώτη από το Αφγανιστάν, εξηγώντας ότι ο μακροβιότερος πόλεμος στην ιστορία των ΗΠΑ είχε μετατραπεί στην πραγματικότητα ένας περισπασμός που η Ουάσινγκτον δεν μπορούσε πλέον να τον αντέξει.
Από την άφιξή του στον Λευκό Οίκο πριν από οκτώ μήνες, ο Δημοκρατικός κατέστησε σαφές ότι αυτός είναι ένας στόχος που υπερκαλύπτει όλους τους άλλους.
Και στην εσωτερική πολιτική, τα μεγάλα σχέδια οικονομικών επενδύσεων αιτιολογούνται από την αναγκαιότητα αντιμετώπισης του “κινεζικού δράκου”.
Όμως, μετά την ανακοίνωση της συμμαχίας με Αυστραλία και Βρετανία, που τορπίλισε τη συμφωνία του Παρισιού με την Καμπέλα για την παράδοση υποβρυχίων, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό France Info, είπε χθες ότι «αυτή η μονομερής, ωμή, απροσδόκητη απόφαση, μοιάζει πολύ με αυτά που έκανε ο κ. Τραμπ».
«Μεταβαλλόμενη γεωμετρία»
Και όταν προέκυψαν απρόβλεπτα γεγονότα στην πρακτική της διεθνούς του στρατηγικής, όπως ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας την περασμένη άνοιξη ή η ξαφνική κατάρρευση του αφγανικού στρατού το καλοκαίρι, ο 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ φάνηκε μπερδεμένος – ως και ενοχλημένος από οτιδήποτε μπορεί να τον βγάλει από την πορεία του.
Από την σκοπιά της Ουάσινγκτον, η συμμαχία AUKUS δεν είναι κατ ‘ανάγκη αντιφατική με την πολυμερή προσέγγιση που αναδεικνύει ο Μπάιντεν.
«Τονίζει τη σημασία που δίνεται στις συμμαχίες και τις συνεργασίες», υποστηρίζει ο Ουόλτερ Λόχμαν, διευθυντής ασιατικών σπουδών στο συντηρητικό ινστιτούτο Heritage Foundation.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αντιμετώπιση της «κινεζικής πρόκλησης» απαιτεί «κάθε καλή θέληση».
Από αυτή την άποψη, η προμήθεια στην Αυστραλία πυροκίνητων υποβρυχίων, λιγότερο εύκολα ανιχνεύσιμων από το Πεκίνο, είναι ένα «πολύ σημαντικό» βήμα προς τα εμπρός, το οποίο κατά την άποψή του Λόχμαν αξίζει αυτή τη μικρή προδοσία στη γαλλοαμερικανική σχέση.
«Στο τέλος της ημέρας, οι Γάλλοι είναι μεγάλα παιδιά», «καταλαβαίνουν πώς λειτουργούν οι πωλήσεις όπλων καλύτερα από οποιονδήποτε», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο. «Θα το ξεπεράσουν».
«Αλλά θα είναι σημαντικό να διατηρηθεί ένας ρόλος για τη Γαλλία στο μέλλον στη στρατηγική σκέψη των ΗΠΑ στην περιοχή, ίσως παράλληλα», εξηγεί.
Οι δυτικές χώρες μάλλον πρέπει να συνηθίσουν σε αυτές τις μεταβαλλόμενες σχέσεις.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα ευνοήσει πράγματι «συμμαχίες με μεταβαλλόμενη γεωμετρία ανάλογα με τα συμφέροντα της», προειδοποιεί ο Μπέντζαμιν Χαντάντ, ο οποίος ωστόσο φοβάται ότι η Ευρώπη «περνά όλο και περισσότερο σε δεύτερη μοίρα».
Παρά την ιρλανδική καταγωγή του και το φιλοευρωπαϊκό και ατλαντικό πρίσμα που τον χαρακτηρίζει εδώ χρόνια, ο Αμερικανός πρόεδρος φαίνεται να επιβεβαιώνει περισσότερο από ποτέ τον «άξονα» απέναντι την Ασία που ξεκίνησε πριν από δέκα χρόνια ο Μπαράκ Ομπάμα – στην κυβέρνηση του οποίου ήταν αντιπρόεδρος.