Δύο γεγονότα των τελευταίων ημερών έρχονται να μοχλεύσουν το Αμερικανικό Ζήτημα, μια κατάσταση που επηρεάζει συνολικά τη Δύση, αλλά και τον κόσμο ολόκληρο. Το ένα αφορά την κυριαρχία των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, που εδραιώθηκε συμβολικά με την κατάληψη της Καμπούλ, και το άλλο, τις βίαιες συγκρούσεις στο Λος Άντζελες ανάμεσα σε εκατοντάδες αρνητές του εμβολίου και αντιδιαδηλωτές.
Αν και τα δύο γεγονότα δεν φαίνεται να έχουν την ίδια βαρύτητα, στην ουσία οριοθετούν μια αλληλουχία καταστάσεων που συνθέτουν το πολυδιάστατο Αμερικανικό Ζήτημα. Ένα Ζήτημα που σχετίζεται τόσο με την κατανόηση του κόσμου και της ιστορίας από τις ελίτ της Ουάσιγκτον όσο και με την κρίση των δημοκρατικών θεσμών των ΗΠΑ και εν τέλει με την αποκάλυψη των ισχυρών διχαστικών τάσεων μέσα στην σύνθεση της αμερικάνικης κοινωνίας.
Η μετάπτωση του Αμερικανικού Ζητήματος που θα σκιαγραφήσουμε στη συνέχεια, στον εν γένει ελεύθερο κόσμο της Δύσης θέτει επιτακτικά την ανάγκη αναδιάταξης του πολιτικο-πολιτισμικού αυτού χώρου στο γεωπολιτικό πλαίσιο ενός πολυπολικού πλέον κόσμου, αλλά και έναντι των παγκοσμίων προβλημάτων, όπως η κλιματική κρίση, το μεταναστευτικό, οι ανισότητες, η πανδημία κ.ο.κ.
Το Αφγανιστάν στα Βαλκάνια
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η αμερικανική αεροπορία θα μπορούσε μέσα σε δύο 24ωρα να “οργώσει” ολόκληρο το Αφγανιστάν και να το μετατρέψει σε ένα οροπέδιο. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία πως αυτό δεν το έκαναν επειδή δεν μπορούσαν πολιτικά να το κάνουν, καθώς θα ξεσηκωνόταν παγκόσμια κατακραυγή, αφού εκτός από τους Ταλιμπάν θα σκοτώνονταν εκατομμύρια αθώοι άμαχοι. Στο αέρα μπορεί οι ΗΠΑ να είναι πανίσχυρες, στο έδαφος όμως συνήθως χάνουν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και δεν έχασαν, δεν κέρδισαν, οπότε το αποτέλεσμα ήταν να τα παρατήσουν και να φύγουν.
Υποστηρίξαμε ότι η ήττα των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν ήταν στρατηγική, όχι μόνο γιατί οι Αμερικανοί αποχώρησαν μετά από είκοσι χρόνια ενός άκαρπου πολέμου, αλλά κυρίως γιατί ο πρόεδρος Μπάιντεν διαβεβαίωνε –όταν ανακοίνωσε την απόφαση υποχώρησης– πως δεν υπάρχει περίπτωση να ελέγξουν οι Ταλιμπάν τη χώρα μετά την φυγή των Αμερικάνων και του ΝΑΤΟ. Συνεπώς, η ήττα δεν ήταν τόσο επιχειρησιακή, όσο επιτελική, πληροφοριών και ανάλυσης, γι’ αυτό και ήταν παταγώδης.
Το κόστος μυθώδες, με 2.300 ζωές Αμερικανών και ένα τρισ. δολαρίων. Το κακό είναι πως πρόκειται για την κορύφωση μιας σειράς από μείζονες γεωπολιτικές γκάφες των Αμερικάνων που επηρεάζουν ολόκληρη τη Δύση, αν όχι ολόκληρο τον κόσμο. Στο ΝΑΤΟ τώρα, πέρα από τους ανόητους βερμπαλισμούς, ψάχνονται για τις ευρύτερες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιπτώσεις, αλλά και για την αναβίωση της Αλ Κάιντα και την επέκταση του ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Η στρατηγική της Τουρκίας
Η σπουδή της Τουρκίας να αναλάβει την “προστασία” του αεροδρομίου της Καμπούλ, αλλά και οι δηλώσεις των Ταλιμπάν, σύμφωνα με τις οποίες βλέπουν την Τουρκία ως σύμμαχο χώρα, σε συνδυασμό με τη στενή συνεργασία Τουρκίας-Πακιστάν που εκφράστηκε και με κοινές ασκήσεις στη Μεσόγειο, αποτελούν σοβαρές ενδείξεις υποδόριων κινήσεων στη διαμόρφωση ενός φονταμενταλιστικού γεωπολιτικού χώρου με προβολή ισχύος μέχρι τη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.
Δεν είναι τυχαίο που η Ινδία ετοιμάζει ασκήσεις στη Μεσόγειο, ούτε ότι ο Αυστριακός Κουρτς εμφανίζεται σκληρός ως προς τα αναμενόμενα κύματα των Αφγανών μεταναστών. Οι Ευρωπαίοι, έντρομοι που βλέπουν να καταφθάνουν αφγανικά στίφη μέσω Τουρκίας, γεγονός που είναι βούτυρο στο ψωμί του Ερντογάν, δείχνουν αμηχανία. Μια αμηχανία που αποκαλύπτει την ευρωπαϊκή πολιτική αναπηρία.
Δεν είναι τυχαίο που η μαριονέτα της Τουρκίας στην Αλβανία, αλλά και το Κόσοβο και η Βόρεια Μακεδονία δήλωσαν ετοιμότητα για την υποδοχή του άμαχου πληθυσμού του Αφγανιστάν στο έδαφός τους, με αμερικανικά έξοδα διαμονής μέχρι τη διασφάλιση… «μόνιμου προορισμού»! Με δυο λόγια μπορεί να δούμε σύντομα στα δυτικά Βαλκάνια μια μεγάλη άτυπη ισλαμική ομοσπονδία με αστάθμητες επιπτώσεις στο ευρωπαϊκό σύστημα.
Η αμερικανική κρίση
Το επεισόδιο με τις συγκρούσεις στο Λος Άντζελες μεταξύ αντιεμβολιαστών, που έφεραν αμερικανικές σημαίες και αναμνηστικά με τον Ντόναλντ Τραμπ, με τους εμβολιασμένους αντιδιαδηλωτές είναι ενδεικτικό ενός νέου κύματος φασίζοντος και ρατσιστικού ενθικισμού, στο οποίο ενσωματώνεται η φτωχή Αμερική των άνεργων και αμόρφωτων της επαρχίας και των λούμπεν των μεγάλων αστικών κέντρων. Πρόκειται για τη μετατροπή του μηδενισμού μεγάλων μαζών που βιώνουν αδιέξοδα σε μια υβριδική μορφή εκφασισμού.
Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που μόχλευσε η διοίκηση Τραμπ, η οποία εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της 3ης Βιομηχανικής Επανάστασης έναντι των νεαρών γιγάντων της 4ης. Η κρίση της αμερικάνικης δημοκρατίας οφείλεται εν πολλοίς στην κοινωνική μυωπία των νεοσυντηρητικών του Δημοκρατικού Κόμματος που με τους Κλίντον ταυτίστηκε με το χρηματιστικό κεφάλαιο, με αποτέλεσμα να διογκωθούν οι ανισότητες και οι κοινωνικές αντιθέσεις.
Η κρίση της αμερικάνικης δημοκρατίας οφείλεται στην απουσία του κράτους, το οποίο στηρίζεται στην διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών, στη δικαιοσύνη, την υγεία και την παιδεία. Αυτά έχουν καταρρεύσει ως πολιτικοί μύθοι. Η σπουδή του Μπάιντεν για ενίσχυση των κρατικών υποδομών με 1 τρισ. δολ. είναι μια κάποια λύση που θα έχει θετικό κοινωνικό αντίκτυπο, αλλά θα πρέπει να δούμε πως και πού θα εκτελεστεί.
Η σύνθεση του Αμερικανικού Ζητήματος
Μια άλλη κρίσιμη πτυχή της κρίσης της αμερικάνικης δημοκρατίας είναι το εκλογικό σύστημα που διαστρεβλώνει την ουσία της ψήφου και προκαλεί αλυσιδωτά αρνητικά φαινόμενα. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και το Κοινωνικό Ζήτημα, το οποίο ήταν εξαιρετικά κεκαλυμμένο από την δημοσιότητα του “αμερικανικού ονείρου” επί δεκαετίες, τότε, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τα κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα στις ΗΠΑ.
Η βία μετά φόνων αστυνομικών κατά εγχρώμων πολιτών που γέννησε το κίνημα του Black Lives Matter, το κίνημα των δικαιωματιστών, που εκφράζεται και ακαδημαϊκά με την «διόρθωση» της ιστορίας και την αποκαθήλωση των ειδώλων της, αποτελούν εκφάνσεις των τεραστίων κοινωνικών ζυμώσεων που συντελούνται στις ΗΠΑ, χωρίς να μπορούμε να προβλέψουμε πως θα εξελιχθούν στην ένοπλη Αμερική.
Η ισχυρή παρουσία των Tραμπιστών στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και οι αριστεριστές που στοιχήθηκαν πίσω από τον Μπέρνι Σάντερς διαφαίνεται ότι θα παίξουν ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Τέλος, να σημειώσουμε την εκτεταμένη διαφθορά, την τεράστια παραοικονομία, το καταφανώς άδικο φορολογικό σύστημα, αλλά και τη γελoιοποίηση των αλληλοσπαραζόμενων αμερικάνικων μυστικών υπηρεσιών.
Που πάσχει ο παγκόσμιος ρόλος
Η δικαιολογία Μπάιντεν για την παταγώδη αποτυχία στο Αφγανιστάν, σύμφωνα με την οποία «Κίνα και Ρωσία θα ήθελαν πολύ οι ΗΠΑ να μείνουν παγιδευμένες» εκεί, δεν είναι πειστική. Ειδικά, μετά την απρόσμενη για τα περιβόητα αμερικάνικα think tank κατάρρευση του αφγανικού στρατού που είχε εκπαιδεύσει και εξοπλίσει η Αμερική επί είκοσι χρόνια. Το έχουμε υπογραμμίσει σε πολλές ευκαιρίες, ότι ο παγκόσμιος ρόλος της μεγαλύτερης δημοκρατίας πάσχει δραματικά.
Δεδομένου δε ότι δεν έχουμε μια πολιτικά ενοποιημένη Ευρώπη, που θα μπορούσε ενδεχομένως να παίξει ένα αποτελεσματικότερο διεθνή ρόλο, δεν μας μένουν παρά οι ΗΠΑ. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε ως Δύση χωρίς τους Αμερικάνους και στο μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι ότι η Αμερική θα διορθώσει αισθητά τα εσωτερικά και τα εξωτερικά ζητήματά της.
Υπάρχουν ενδείξεις πως η διοίκηση Μπάιντεν κάτι μπορεί να κάνει. Προς το παρόν οι G7 θα επιχειρήσουν να συντονιστούν μπας και διασώσουν τίποτε από τον τεράστιο ορυκτό πλούτο του Αφγανιστάν (σπάνιες γαίες, λίθιο, σίδηρος, χαλκός, χρυσός κ.ά.) plus το 80% της παγκόσμιας παραγωγής οπίου. Η Κίνα και η Ρωσία, αλλά και η Τουρκία, όπως και η Ινδία, φαίνεται να έχουν το προβάδισμα.
Εν κατακλείδι, η Ευρώπη πρέπει να βοηθήσει την Αμερική να ξεπεράσει τα ζητήματά της, όπως άλλωστε έκαναν οι ΗΠΑ στους δύο μεγάλους πολέμους. Εννοείται –κι αυτό πρέπει να το χωνέψει η Ουάσιγκτον– πως Ευρώπη δεν είναι ούτε οι πολιτικοί εκφραστές του γερμανικού κεφαλαίου που κατοικούν στην καγκελαρία ούτε οι πλεγματικοί ιντριγκαδόροι του Φόρεϊν Όφις…
____________________
Μιχάλης Τσολάκης / Efenpress