Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΛΥΓΕΡΟΥ
Με την απόσταση των πέντε ετών που έχουν περάσει από το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία (16 Ιουλίου 2016), επιβεβαιώθηκε αυτό που είχε αμέσως γίνει εμφανές. Το γεγονός εκείνο αποτέλεσε καθοριστική καμπή στην ιστορία της γειτονικής χώρας.
Το πραξικόπημα του 2016 χρησιμοποιήθηκε από τον Ερντογάν ως πολιτικό εργαλείο για να προβεί σε μαζικές εκκαθαρίσεις όχι μόνο στο ευρύτερο κράτος, αλλά ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα.Οι εκκαθαρίσεις του επέτρεψαν να κερδίσει –έστω και οριακά– το δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 για τη μετατροπή του πολιτεύματος σε Προεδρική Δημοκρατία και στη συνέχεια τις εκλογές του Ιουνίου 2018. Με άλλα λόγια, να μετατραπεί σε απόλυτο σχεδόν κυρίαρχο στην πολιτική σκηνή της γείτονος. Δεν είναι ακόμα απολύτως σαφές τι ακριβώς συνέβη στις 16 Ιουλίου 2016.
Ισχύει το επίσημο σενάριο ότι ο Ερντογάν δεν γνώριζε τίποτα; Μήπως πληροφορήθηκε εγκαίρως για τις κινήσεις των πραξικοπηματιών και τις άφησε να εξελιχθούν, έχοντας, όμως, πάρει τα μέτρα του και για την αποτελεσματική καταστολή; Έτσι θα είχε την πολιτικά νομιμοποιητική δικαιολογία για το πογκρόμ που σχεδίαζε. Υπάρχει, τέλος, και το σενάριο που υποστηρίζει ότι η όλη απόπειρα ήταν στημένη εξαρχής από το βαθύ ερντογανικό κράτος.
Ο Τούρκος πρόεδρος δεν χάνει ευκαιρία να κατονομάζει σαν οργανωτή του πραξικοπήματος τον Γκιουλέν και να ζητάει από την Ουάσιγκτον την έκδοσή του στην Τουρκία. Προφανώς, εξαρχής δεν υπήρχε πιθανότητα οι Αμερικανοί να τον εκδώσουν. Κάτι τέτοιο θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και πιθανότατα θα εξέθετε τις ΗΠΑ, επειδή θα αποκάλυπτε τις διασυνδέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών με την εν λόγω μουσουλμανική αδελφότητα.
Ο ισχυρισμός του Ερντογάν ότι το πραξικόπημα έγινε από το δίκτυο Γκιουλέν δεν φαίνεται να αντανακλά την πραγματικότητα. Η αδελφότητα δεν είχε ισχυρά ερείσματα στα ανώτατα κλιμάκια των ενόπλων δυνάμεων. Είχε κάποια ερείσματα στα μεσαία και κατώτερα κλιμάκια. Στο πραξικόπημα φαίνεται να πήραν μέρος και στελέχη της αδελφότητας, αλλά τον πρώτο λόγο τον είχαν ανώτατοι αξιωματικοί, που διατηρούσαν στενούς δεσμούς με την Ουάσιγκτον. Ο νεοσουλτάνος στοχοποιεί τον Γκιουλέν για να καταγγείλει εμμέσως πλην σαφώς τους Αμερικανούς σαν υποκινητές του πραξικοπήματος. Συνεργάτες του Ερντογάν το είπαν και καθαρά.
Ένα διαφορετικό πραξικόπημα
Το πραξικόπημα απέτυχε επειδή δεν ήταν σαν τα πραξικοπήματα που σφράγισαν τη μεταπολεμική ιστορία της Τουρκίας (1960, 1971 και 1980). Εκείνα τα πραξικοπήματα, όπως και το “βελούδινο” του 1997, τα έκανε συντεταγμένα η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων ως σύνολο. Και βεβαίως δεν είχαν συναντήσει την παραμικρή αντίδραση. Στη συνείδηση των Τούρκων, άλλωστε, οι ένοπλες δυνάμεις ήταν παραδοσιακά ο εγγυητής του κράτους, γεγονός που εμμέσως πλην σαφώς νομιμοποιούσε την τάση τους να ποδηγετούν την πολιτική ζωή.
Πάντα μιλώντας με βάση την επίσημη εκδοχή για τα γεγονότα, το πραξικόπημα του 2016 –σε αντίθεση με τα προηγούμενα– το σχεδίασε και το εκτέλεσε μία ομάδα ανώτατων και ανώτερων αξιωματικών. Ομάδα, μάλιστα, που έλεγχε περιορισμένες δυνάμεις. Τις πρώτες ώρες, λόγω του αιφνιδιασμού, φάνηκε πως είχε πιθανότητες να επικρατήσει. Στην πραγματικότητα, όμως, παραβιάσθηκαν οι βασικές αρχές.
Το πραξικόπημα δεν εκδηλώθηκε αργά τη νύχτα, αλλά σε ώρα που ο κόσμος κυκλοφορούσε. Οι πραξικοπηματίες δεν είχαν φροντίσει να συλλάβουν αμέσως τον Ερντογάν, τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του. Δεν έκλεισαν τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς και το Διαδίκτυο, δεν έλεγξαν τις τηλεπικοινωνίες. Κυρίως δεν είχαν εξασφαλίσει την άμεση σύμπραξη των διοικητών των μεγάλων μονάδων.
Η πληροφορία είχε διαρρεύσει;
Ο λόγος που συνέβησαν τα στοιχειώδη αυτά λάθη, είναι ότι –όπως φάνηκε και από όσα είπε ο ίδιος ο Ερντογάν– η κυβέρνηση είχε πληροφορίες από το μεσημέρι της ίδιας ημέρας (15 Ιουλίου) για ύποπτες κινήσεις στις ένοπλες δυνάμεις. Αυτό υποχρέωσε όσους είχαν αναμιχθεί στη συνωμοσία να επισπεύσουν την εκδήλωση του πραξικοπήματος με τα γνωστά χαοτικά αποτελέσματα.
Το πραξικόπημα εξελίχθηκε μπροστά στα μάτια των Τούρκων και όλης της ανθρωπότητας. Ο Ερντογάν είχε την ευκαιρία να απευθυνθεί στους νομιμόφρονες αξιωματικούς και να κινητοποιήσει τους οπαδούς του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι πραξικοπηματίες να βρεθούν αντιμέτωποι όχι μόνο με τον κορμό των σωμάτων ασφαλείας και τις μυστικές υπηρεσίες, που κατά βάση ελέγχονταν από την κυβέρνηση, αλλά και με τμήματα των ενόπλων δυνάμεων που αντιτάχθηκαν.
Όταν, μάλιστα, μέλη του κυβερνώντος κόμματος άρχισαν να κατεβαίνουν μαζικά στους δρόμους και να μην διαλύονται παρά τη –περιορισμένη είναι αλήθεια– χρήση όπλων από στρατιωτικούς, η ζυγαριά άρχισε να γέρνει προς την πλευρά του Τούρκου προέδρου. Σύμφωνα με πληροφορίες, την αντίσταση των οπαδών του Ερντογάν καθοδήγησαν κλιμάκια της ΜΙΤ και η παραστρατιωτική ιδιωτική εταιρεία SADAT. Όπως φάνηκε, οι στρατιώτες δεν είχαν εντολές, ούτε ήταν έτοιμοι να πυροβολήσουν μαζικά τους διαδηλωτές. Οι περισσότεροι, άλλωστε, θεωρούσαν πως συμμετείχαν σε άσκηση. Το γεγονός αυτό ενισχύει τη θεωρία ότι επρόκειτο για στημένο πραξικόπημα.
Ξήλωσε τα δυτικά δίκτυα
Σύμφωνα με την τρέχουσα εκδοχή, πάντως, όσοι διοικητές τηρούσαν στάση αναμονής, περιμένοντας να δουν πως θα εξελιχθούν τα πράγματα, άρχισαν να μπαίνουν στο παιχνίδι για να βρεθούν στην πλευρά του νικητή. Από εκεί και πέρα η αποτυχία του πραξικοπήματος ήταν προδιαγεγραμμένη. Ο Ερντογάν εκμεταλλεύθηκε τη μοναδική ευκαιρία για να εκκαθαρίσει το κράτος από κάθε μη φιλικό στοιχείο και να εδραιώσει το καθεστώς του.
Δεκάδες χιλιάδες στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, των μυστικών υπηρεσιών, αλλά και κάθε δημόσιας υπηρεσίας εκδιώχθηκαν και ένα μεγάλο ποσοστό τους φυλακίσθηκε. Οι εκκαθαρίσεις επεκτάθηκαν σ’ όλο το εκπαιδευτικό σύστημα, ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα. Στην πραγματικότητα, ο Ερντογάν ξήλωσε όλα τα δίκτυα δυτικής επιρροής που είχαν δημιουργηθεί στην Τουρκία τις προηγούμενες δεκαετίες.
Επιπλέον, εάν δεν είχε προηγηθεί η απόπειρα πραξικοπήματος, δεν θα είχε καταφέρει να μετατρέψει το πολίτευμα σε προεδρικό και τον εαυτό του σε νεοσουλτάνο. Είναι σαφές, ωστόσο, πως το αμερικανικό βαθύ κράτος δεν ξεχνάει. Αν και αρχικά επιδίωξε να έρθει σε ένα συμβιβασμό μαζί του, αυτός αρνήθηκε. Θεωρεί ότι οι Αμερικανοί τον περιμένουν στη γωνία για να του βάλουν τρικλοποδιά όπου και όποτε μπορέσουν. Επειδή, λοιπόν, θεωρεί ότι τον έχουν προγράψει, αρνείται για πέντε χρόνια να επιστρέψει στο δυτικό “μαντρί”.