Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Κυνικός, αλαζόνας, αμετανόητος…
Ο τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, διοικητής της 39ης Μεραρχίας Πεζικού το 1974 στην Κύπρο, σχεδιαστής και εκτελεστής στο πεδίο, του σχεδίου «Αττίλας», δημοσιοποίησε και δημοσίευσε-και μάλιστα σε συνέχειες- αυτάρεσκα το προσωπικό του ημερολόγιο στην εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» για να μάθουν όλοι πως οργανώθηκε και υλοποιήθηκε η εισβολή στο νησί.
Χωρίς ίχνος πολιτικής σκέψης, δίχως γνώση του διεθνούς διπλωματικού προσκηνίου και παρασκηνίου, περιορίζεται με ένα ατελείωτο κομπασμό, στην καταγραφή των στρατιωτικών δράσεων.
Σαράντα επτά χρόνια μετά, το κείμενο που ακολουθεί έχει μόνο κάποια ιστορική αξία, αλλά εντυπωσιάζει το ύφος και το γεγονός ότι ο στρατηγός παραδέχεται ότι αν δεν είχε προηγηθεί η προδοσία, η νίκη των τουρκικών όπλων ήταν από αμφίβολη έως αδύνατη!
«ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΗΤΑΝ ΕΤΟΙΜΟ 11 ΧΡΟΝΙΑ!»
Ιδού το ημερολόγιο του Ντεμιρέλ.
«Το πρωί τη 16ης Ιουλίου, άρχισε η κινητοποίηση τη 39ης Μεραρχίας.
Πρώτα θα αποβιβάζετο στην Κύπρο η ομάδα μάχης του 50ού συντάγματος πεζικού.
Μεταξύ 15-19 Ιουλίου οι δρόμοι της Μερσίνας, των Αδάνων, της Αλεξανδρούπολης, του Osmaniye και του Maras ήταν γεμάτοι από τις μονάδες μας.
Οι μονάδες μέρα-νύκτα ετοιμάζονταν και φόρτωναν εφόδια.
Στις 16 Ιουλίου, μετά το μεσημέρι, πραγματοποιήθηκε μια μυστική σύσκεψη στο γραφείο του διοικητή στο επιτελείο του σώματος στρατού Αδάνων. Προήδρευσε ο στρατηγός Εσρέφ Ακιντζί, ο διοικητής των δυνάμεων ξηράς.
Καθορίστηκε κρυφά ότι η μέρα της απόβασης θα ήταν οριστικά η 20ή Ιουλίου.
Το σχέδιο απόβασης που σχεδιάστηκε από 11 χρόνια θα μπορούσε πια να πραγματοποιηθεί.
Όμως θεωρείτο οριστικό ότι η 39η Μεραρχία θα έκαμνε απόβαση στην Κύπρο.
Βασικά η 39η Μεραρχία δεν θεωρείτο έτοιμη με κάθε σημασία για να πραγματοποιήσει υπεράκτιο πόλεμο.
Υπήρχαν μερικές ελλείψεις από πλευράς προσωπικού, οπλισμού και αναγκαίων μέσων.
Τα αποσπάσματα, που ήταν αναγκασμένα να παραμείνουν στις φρουρές και τα στρατόπεδα, μείωναν την πραγματική δύναμη των μονάδων.
Αυτή η κατάσταση δημιουργούσε ένα σημαντικό κενό στην 39η Μεραρχία.
Όταν οριστικοποιήθηκε ότι η 39η Μεραρχία θα αναχωρήσει κατά ομάδες για τη Μερσίνα και Alata και μετά θα αποβιβαστεί στην Κύπρο, ορισμένα άτομα άρχισαν να καταλαμβάνονται από σοβαρές ανησυχίες και φόβους.
Μερικοί αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίτες διακατέχονταν από τόσο πολύ φόβο, που δεν μπορούσαν να αντιληφθούν καλά τις διαταγές.
Υπήρχε προσωπικό, που ήλθε στη Μερσίνα, χωρίς να πάρει καλά-καλά την ατομική εξάρτηση.
Στα αυτοκίνητα φορτώθηκαν πράγματα άχρηστα για πόλεμο.
Αυτά ήταν ορισμένα πράγματα που χρησιμοποιούνταν για ασκήσεις.
Τα περισσότερα από αυτά που δεν χρειάζονταν ξεφορτώθηκαν.
Στα οχήματα φορτώθηκαν κυρίως, νερό, καύσιμα, πολεμοφόδια και τροφή…
Η μέρα της απόβασης κρατείτο μυστική.
Οι μονάδες θα μπορούσαν να περίμεναν για μήνες όπως και σε προηγούμενες ασκήσεις καθώς και το 1967….
Θεωρήθηκε ωφέλιμο όπως οι διοικητές κάνουν σύντομες ομιλίες για ανύψωση του ηθικού στα στρατόπεδα κατά την αναχώρηση.
Έκανα μια τέτοια ομιλία σε πλήθος από αξιωματικούς στο δασύλλιο της Alata.»
«ΓΝΩΡΙΖΑΜΕ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ»
«Γνωρίζαμε την εκπαίδευση των εχθρικών μονάδων σε σύγκριση με εμάς, καθώς και από πλευράς οπλισμού και εξοπλισμού, ήταν αδύνατες.
Ακούσαμε από αξιωματικούς αγωνιστές που υπηρέτησαν στην Κύπρο ότι τα παλιά ρωσικά τανκ Τ-34 που είχαν όταν έκαναν ασκήσεις έμεναν στο δρόμο.
Μερικά από τα σχέδια μας εξασφάλιζαν μερικές διευκολύνσεις για έφοδο και συνεργασία στη Μόρφου και Αμμόχωστο.
Σαν αποτέλεσμα του πραξικοπήματος η Ε.Φ. ήταν κατανεμημένη σε όλο το νησί.
Ιδιαίτερα στις περιοχές απόβασης (από θάλασσα και αέρα) εγκαταλείφθηκαν αδύνατες από τους Ελληνοκύπριους.
Μεταξύ των ελληνοκυπριακών δυνάμεων υπήρχαν υποστηρικτές και μη του πραξικοπήματος.
Η μεγαλύτερη ανησυχία μας ήταν η αποτυχία του πρώτου κύματος των αποβατικών μας δυνάμεων και επέμβαση των αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων του εχθρού.
Η Ε.Φ. δεν είχε δυνατή αεροπορία και ναυτικό.
Όμως θα μπορούσε να ενισχυθεί από την Ελλάδα.
Οι ελληνικές αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις θα μπορούσαν να είχαν έλθει στην Κύπρο από προηγουμένως.
Τίποτε από όσα φοβόμασταν δεν έγινε.
Εν μέρει όμως είχαμε δίκαιο για αυτούς μας τους φόβους.
Ο εχθρός δεν ήταν αποτελεσματικός στη θάλασσα και τον αέρα.
Έτσι λόγω της μικρής αντίστασης που πρόβαλε ο εχθρός στην ξηρά και ειδικά στην παράκτια λωρίδα, η ταξιαρχία Camkak, με διαταγή που στάλθηκε στην 2η στρατιά και ακολούθως στο 6ο Σώμα Στρατού, παρέμεινε στην παράκτια λωρίδα.»
Η ΝΥΧΤΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ
Μετά τη σύσκεψη στις 9.00 το βράδυ επέστρεψα στο Δίκωμο για να δώσω τις διαταγές της επίθεσης.
Γύρω στα μεσάνυκτα, αφού πήγα στο διοικητικό όχημα, προσπάθησα να κοιμηθώ.
Το συνθηματικό για την επόμενη ημέρα ήταν “Νίκη ή θεμέλιο”.
Το “νίκη” ήθελε να πει επίθεση και το “θεμέλιο” αναμονή.
Δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
Δεν μπορούσα να ξέρω πώς θα εξελίσσονταν οι δύσκολες μέρες.
Οπωσδήποτε, η επίθεση θα ήταν επιτυχής.
Σε αυτό δεν είχα αμφιβολία.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα ήταν η αστραπιαία εξέλιξη της επίθεσης και πώς να υπάρξουν λίγες απώλειες.
Άραγε, πόσοι θα σκοτώνονταν στην επίθεση; Ίσως ο καθένας να σκεφτόταν αυτό.
Τι θα γινόταν στις μάχες της επόμενης ημέρας;
Οι πολεμιστές στο μέτωπο θα σκέφτονταν περισσότερο από τους εαυτούς τους, τα παιδιά τους, τις γυναίκες τους και τους γονείς, που άφησαν στα σπίτια τους και δεν μπορούσαν να κοιμηθούν.
Στο μεταξύ πέρασαν δυο ώρες.
Ίδρωσα ελαφρά.
Δεν ήταν από τη ζέστη, αλλά από την αγωνία της επίθεσης, που θα άρχιζε με την αυγή.
Άκουσα ένα κτύπο στην πόρτα του οχήματος. Σηκώθηκα.
Ο επιτελάρχης με χαμηλή φωνή έλεγε το συνθηματικό “επίθεση”.
Ντύθηκα και πήρα το όπλο μου.
Η ώρα ήταν 4.40 π.μ.»
Ο Τούρκος στρατηγός στις 5.30 ακριβώς βγήκε στο παρατηρητήριο.
«Με μιας ο ουρανός βούιξε.
Τα αεροπλάνα μας είχαν έλθει.
Επιτίθεντο ανά δύο σε σημαντικούς στόχους της Λευκωσίας και έκαναν βυθίσεις πίσω του Αγγλικού υψώματος.
Στις 6.30 άρχισε τους κανονιοβολισμούς το Πυροβολικό της Μεραρχίας μας.
Κάποτε ακούγονταν εκρήξεις, μεγαλύτερες από τις βροντές.
Έβλεπα τη μεγάλη αναστάτωση που επικρατούσε στις θέσεις του εχθρού.
Η επίθεση είχε αρχίσει…»
ΟΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ
Στο ημερολόγιο γίνονται αναφορές σε λεηλασίες.
Αν και ο στρατηγός κρατάει αποστάσεις για να μην… εκτεθεί ο κατοχικός στρατός, φορτώνοντας τις λεηλασίες στους Τουρκοκύπριους, όλα γινόντουσαν υπό την εποπτεία του Αττίλα.
Όπως αναφέρει «οι Τούρκοι των χωριών, θεωρούσαν σαν νόμιμο δικαίωμα τη διεξαγωγή λεηλασιών και αρπαγών στα εκκενωμένα ελληνοκυπριακά χωριά.
Δικαιολογεί, πάντως, τις λεηλασίες».
Τις θεωρεί αποτέλεσμα ότι «οι Ελληνοκύπριοι δεν συμπεριφέρονταν σωστά στους Τουρκοκύπριους».
Οι Ελληνοκύπριοι, αναφέρει, ήταν φταίχτες, καταπίεζαν τους Τουρκοκύπριους.
Τα όσα περιγράφει ο Τούρκος στρατηγός έχουν και στοιχεία υπερβολής, που ενίοτε συναντούμε σε απομνημονεύματα στρατιωτικών.
Περιγράφει, πάντως, μια στρατιωτική επιχείρηση με σημαδεμένη την τράπουλα.
Οι τουρκικές δυνάμεις εισέβαλαν και προέλασαν σε μια υπόθεση προδομένη για την Κύπρο και τους Ελληνοκύπριους.
ΟΙ… ΦΙΛΟΖΩΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ
Στα απομνημονεύματα του στρατηγού Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ πέραν από τις θριαμβολογίες, την περιγραφή των επιτυχιών στο στρατιωτικό πεδίο κατά των Ελληνοκυπρίων αναδεικνύει και τη φιλοζωική διάσταση της επιχείρησης του Αττίλα.
Ο στρατηγός αναφέρθηκε στο διοικητήριο που μεταφέρθηκε στο Λευκόνοικο.
Αναφέρει σχετικά:
Πίσω από τις ελληνοκυπριακές αστυνομικές κατοικίες υπήρχαν κοτέτσια με αναρίθμητες όρνιθες και κοτοπουλάκια.
Μερικά από αυτά κόντευαν να πεθάνουν από τη δίψα.
Οι (Τούρκοι) στρατιώτες τους έδιναν νερό και ξαναζωντάνευαν.
Ορισμένα μόλις έπιναν νερό ψοφούσαν αμέσως.
Μερικοί από τους δικούς μας έσφαζαν κοτόπουλα και τα έτρωγαν».
Στην Αμμόχωστο, όταν μπήκε ο τουρκικός στρατός ο στρατηγός και το επιτελείο του πήγε στο ξενοδοχείο «Σαλαμίς Μπέι».
Στο ημερολόγιο περιγράφει πως στο ξενοδοχείο, το οποίο χαρακτηρίζει πολυτελείας, «ήταν όλα στη θέση τους».
Στη συνέχεια αναφέρεται πως στους κήπους αυτού του μεγάλου ξενοδοχείου υπήρχε πισίνα.
«Μέσα στην πισίνα αντικρίσαμε μια παράξενη θέα.
Μέσα στην πισίνα υπήρχαν αγελάδες (ολλανδικές!), οι οποίες πήγαν να πιουν νερό και μετά δεν μπόρεσαν να βγουν. Προσπαθήσαμε να τις βγάλουμε μα δεν τα καταφέραμε λόγω του ότι βαριές.
Δεν είχαμε χρόνο να ασχοληθούμε μαζί τους».