Μέχρι και το δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η περιοχή της ΠΓΔΜ άνηκε στη σύνθεση του Σερβικού κράτους και ονομαζόταν Παλιά Σερβία, Νότια Σερβία ή Vardarska Banovina δηλ. διοίκηση του Βαρδάρη και οι κάτοικοι Νότιοι Σέρβοι και κανένας μέχρι τότε από τους μετέπειτα δημιουργούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας» δεν είχε μιλήσει για Μακεδονικό έθνος και Μακεδόνες. Όλα αυτά όμως μέχρι τη σύνοδο στο Jajce, όταν την 29η Νοεμβρίου του 1943 στην ομώνυμη πόλη της Βοσνίας το Αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας ( Τίτο – Παρτιζάνοι) αποφάσισε την οργάνωση της χώρας σε ομοσπονδιακή βάση. Μία από τις ομοσπονδίες ήταν και η Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας».
Σ’ εκείνη τη χρονική στιγμή, ρίχτηκε ο σπόρος μιας τεχνητής προσπάθειας εθνογένεσης, που βάφτιζε με ελληνικό όνομα και χάριζε ελληνικά σύμβολα. Η ανακάλυψη της ΠΓΔΜ ανήκει στο Στρατάρχη Τίτο και τις επεκτατικές ορέξεις του. Με το Μακεδονικό ο Τίτο απέβλεπε: Ως ελάχιστο στόχο του εξ’ αρχής, τη συγκράτηση και αφομοίωση της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας εντός της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας (φόβος γιατί οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους ήταν βουλγαρικής αυτοσυνειδησίας) και κατά δεύτερον, την επέκταση της Γιουγκοσλαβίας στην βουλγαρική και ελληνική Μακεδονία. Για το σκοπό αυτό εργάστηκαν συστηματικά παραχωρώντας στη Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας» χωριστή κρατική οργάνωση, ιδιαίτερη γλώσσα στην οποία έπρεπε να μειωθεί και να συγκαλυφθεί με κάθε τρόπο η μεγάλη συγγένεια του ιδιώματος με τη βουλγαρική, και κατασκεύασαν μια νέα Μακεδονική ιστορία. Το σύνθημα όλη αυτή την περίοδο ήταν ότι μετά το δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο απελευθερώθηκε μόνο το ένα κομμάτι της Μακεδονίας, το γιουγκοσλαβικό.
Από το 1950 όπου έχουμε την αποκατάσταση των ελληνο-γιουγκοσλαβικών σχέσεων μέχρι και τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας (1991) κάθε φορά που υπήρχε αναφορά στο Μακεδονικό από τους Σκοπιανούς η κεντρική κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας προσπαθούσε να μας πείσει ότι τα Σκόπια ενεργούσαν ανεξάρτητα από αυτούς.
Την ίδια περίοδο χρησιμοποίησαν και την εκκλησία και με προσωπική παρέμβαση του Τίτο ιδρύθηκε «Αυτοκέφαλη Μακεδονική Εκκλησία», παρά τις έντονες αντιδράσεις του Σερβικού Πατριαρχείου, διασπώντας έτσι την πνευματική ενότητα της Ορθοδόξου Σερβικής Εκκλησίας.
Η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Σερβικής Εκκλησίας παρά τις πιέσεις του καθεστώτος στις 15 Ιουλίου του 1967 αποφάσισε να διακόψει τις λειτουργικές και κανονικές σχέσεις με την σχισματική Ιεραρχία των Σκοπίων, γιατί αυτοτελώς και αντικανονικά αποσχίστηκε από τη Μητέρα Εκκλησία και αποτέλεσε σχισματική θρησκευτική οργάνωση.
Η θέση αυτή έγινε και θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των άλλων επιμέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Από τότε και μέχρι σήμερα έγιναν πολλές προσπάθειες προσέγγισης από την πλευρά της Σερβικής εκκλησίας. Το πρόβλημα και η αποτυχία των συνομιλιών συνίσταται στο γεγονός ότι οι εκπρόσωποι της λεγόμενης «Μακεδονικής Εκκλησίας» έμειναν, επίμονα, στο αίτημά τους για Αυτοκέφαλη Μακεδονική Εκκλησία.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της εκκλησίας των Σκοπίων από το κράτος, αλλά και η χρησιμοποίηση της ως κρατικής υπηρεσίας για ξένους προς την πνευματική της αποστολή εθνικιστικούς στόχους.
Ως εκ τούτου, η απόφαση της Συνόδου της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της 15ης Σεπτεμβρίου του 1967 παραμένει σε ισχύ έως ότου η λεγόμενη «Μακεδονική Εκκλησία» δεν αποδεχθεί την κανονική τάξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ίσως σήμερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η άμεσα ενδιαφερόμενη Σερβική εκκλησία, σε συνεργασία με την εκκλησία της Ελλάδας αποτελέσουν έναν ισχυρό μοχλό πίεσης στο να υπάρξει μια λύση στο εκκλησιαστικό ζήτημα και το όνομα. Η εκκλησιαστική αναγνώριση αποτελεί πονοκέφαλο για τις κρατικές αρχές της ΠΓΔΜ εδώ και 40 χρόνια λόγω της απομόνωσής της από την υπόλοιπη Ορθόδοξη εκκλησία. Μια εκκλησιαστική αναγνώριση την οποία προσπαθούν με πάρα πολλούς τρόπους και υποσχέσεις να αποκτήσουν χωρίς όμως να τα έχουν καταφέρει.
Νοέμβριος 1990
Ως αφετηρία της αναβίωσης του Μακεδονικού, μπορούμε να θεωρήσουμε την ανάδειξη, ύστερα από τις πρώτες ελεύθερες πολυκομματικές εκλογές στην περιοχή μετά το 1938 της 11ης και 25ης Νοεμβρίου του 1990, της πρώτης μετακομμουνιστικής πολυκομματικής βουλής των Σκοπίων, η οποία σηματοδότησε και τις μετέπειτα εξελίξεις.
Ιανουάριος 1991
Πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται ο Κίρο Γκλιγκόρωφ (27/1/1991).
Απρίλιος 1991
Στις 15 Απριλίου του 1991 έχουμε την ψήφιση του νέου Συντάγματος των Σκοπίων με την ψήφιση τροπολογιών ισχυουσών Συνταγματικών Διατάξεων, προς τη μετάβαση από καθεστώς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, σε καθεστώς δυτικού τύπου δημοκρατίας, χωρίς φυσικά η μετάβαση αυτή να στερείται διαφόρων ιδιαιτεροτήτων.
Έχουμε διατάξεις περί μεταβολής συνόρων, οι οποίες βρίσκονται στο προοίμιο των άρθρων 3 – 68 και 74, αλλά και περί προστασίας μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες άρθρο 49 παράγραφος 1 το οποίο λέει: «Η Δημοκρατία, μεριμνά για την κατάσταση και τα δικαιώματα του Μακεδονικού λαού στις γειτονικές χώρες». Εδώ αναφέρεται καθαρά σε πολίτες της Αλβανίας, Ελλάδας, Βουλγαρίας και Σερβίας, που τα Σκόπια θεωρούν ότι υπάρχει «μακεδονική μειονότητα».
Δεκέμβριος 1991
Στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, συνέρχονται στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Εξωτερικών των «12» της Ε.Ο.Κ. σε μια συνεδρίαση η οποία θα αποδειχτεί ιστορική.
Είναι περασμένα μεσάνυχτα Δευτέρας προς Τρίτη, όταν κάτω από την ασφυκτική πίεση της Γερμανίας, καταλήγουν στην απόφαση να αναγνωρίσουν το δικαίωμα ανεξαρτητοποίησης των επί μέρους Ομόσπονδων Γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών (Σλοβενίας – Κροατίας).
Στις 19 Δεκεμβρίου, δύο μόλις ημέρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης της Ε.Ο.Κ. συνέρχεται η βουλή των Σκοπίων και εγκρίνει διακήρυξη, με την οποία υιοθετεί τα κριτήρια που θέσπισε το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ο.Κ. ως προϋπόθεση αναγνώρισης ανεξάρτητων χωρών, οι οποίες προέρχονται από τη διάλυση κρατών του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού».
Στις 24 Δεκεμβρίου, η επιτροπή Μπανταντέρ απευθύνει ερωτηματολόγιο προς τα Σκόπια και στις 29 του ίδιου μήνα, έχουν έρθει και οι απαντήσεις από τους Σκοπιανούς με τα σχέδια για τις τροποποιήσεις στο Σύνταγμά τους, στα σημεία που πίεζε η Ελλάδα.
Ιανουάριος 1992
Μέσω, λοιπόν, αυτού του διπλωματικού ελιγμού, οι Σκοπιανοί πέτυχαν στις 17 Ιανουαρίου του 1992, στο Παρίσι, η επιτροπή Μπανταντέρ να εκτοξεύσει πραγματικά μια γνωμοδότηση υπ’ αριθμόν 6 «Για την αναγνώριση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών – μελών της».
Φεβρουάριος 1992
Ένα μήνα αργότερα (17/2/1992) στη Λισσαβόνα ο Πορτογάλος υπουργός Εξωτερικών Πινέιρο αναλαμβάνει τη διαμόρφωση του ομώνυμου «πακέτου», που προβλέπει: Αλλαγή των επίμαχων άρθρων του Συντάγματος, παύση της αλυτρωτικής προπαγάνδας και σύνθετη ονομασία. Τα Σκόπια φαίνονται να συμφωνούν. Στο παρασκήνιο ακούγονται τα ονόματα «Βόρεια Μακεδονία» και «Μακεδονία του Βαρδάρη». Την ίδια περίοδο έχουμε τα συλλαλητήρια σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας.
Απρίλιος 1992
Στις 13 Απριλίου του ίδιου έτους η λύση Πινέιρο έχει άδοξο τέλος. Την ίδια μέρα στην Αθήνα συγκαλείται το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, με εξαίρεση το ΚΚΕ, όπου αποφασίζεται ότι εάν η Δημοκρατία των Σκοπίων επιθυμεί την αναγνώρισή της πρέπει να συμμορφωθεί με την απόφαση των Βρυξελλών (16/12/1991) προσφέροντας συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις σχετικά με τις εδαφικές διεκδικήσεις, τις προπαγανδιστικές εχθρικές δραστηριότητες και φυσικά ονομασία που δεν θα έχει τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του. Εκτός κυβέρνησης τίθεται ο Α. Σαμαράς ενώ ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης αναλαμβάνει το υπουργείο Εξωτερικών. Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη προτείνει στη βρετανική προεδρία (18 Ιουνίου – Λουξεμβούργο) να αναγνωρίσουν οι «12» τα Σκόπια με «διπλή ονομασία» Δημοκρατία του Βαρδάρη για το εξωτερικό και για το εσωτερικό τους να μπορούν να αυτοαποκαλούνται όπως θέλουν. Εδώ ίσως ήμασταν πολύ κοντά σε μια καλή λύση. Δεν επιτυγχάνετε όμως τίποτα.
Ιούνιος 1991
Στις 27 Ιουνίου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής της Λισσαβώνας έχουμε την υποστήριξη της Ευρώπης στις Ελληνικές θέσεις. Η αναγνώριση των Σκοπίων συνδέεται με την προϋπόθεση ότι «το όνομα δεν θα περιέχει τον όρο Μακεδονία» Από βρετανικής πλευράς παραλαμβάνει τη σκυτάλη του προβλήματος από τον Πινέιρο ο εκπρόσωπος, πρέσβης Ο’ Νιλ. Η προεδρία της Βρετανίας επιμένει στη σύνθετη ονομασία σύμφωνα με τους όρους Πινέιρο.
Αύγουστος 1992
Στις 6 Αυγούστου η Ρωσία με επιστολή του υπουργού Εξωτερικών Βιτάλη Τσούρκιν στον Γκλιγκόροφ αναγνωρίζει επισήμως τα Σκόπια με το όνομα Μακεδονία. 24 Αυγούστου τα Σκόπια επιλέγουν σημαία με το αστέρι της Βεργίνας.
Απρίλιος 1993
Στις 7 Απριλίου του 1993 με απόφαση υπ’ αριθ. 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας τα Σκόπια γίνονται δεκτά με το προσωρινό όνομα FYROM χωρίς το δικαίωμα ανάρτησης σημαίας και ξεκινούν νέες διαπραγματεύσεις με τη μεσολάβηση των Βάνς και Όουεν. Εδώ μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ελληνική επιτυχία. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς οι μεσολαβητές Βάνς και Όουεν προτείνουν στην Ελλάδα το όνομα «Νέα Μακεδονία» (Nova Makedonija), η Αθήνα αντιπροτείνει το όνομα «Σλαβομακεδονία». Η κυβέρνηση των Σκοπίων αρνείται.
Δεκέμβριος 1993
Έξι μήνες αργότερα (Δεκέμβριος 93 – Ιανουάριος 94) αρχίζουν να πέφτουν οι αναγνωρίσεις βροχή μεταξύ αυτών Η.Π.Α και Αυστραλία αναγνωρίζουν επίσημα τα Σκόπια ως FYROM.
Φεβρουάριος 1994
Στις 16 Φεβρουαρίου του 1994 η ελληνική κυβέρνηση Α. Παπανδρέου αποφασίζει τον οικονομικό αποκλεισμό στα Σκόπια (εμπάργκο).
Αρχίζουν οι πιέσεις από τους μεσολαβητές για άρση του εμπάργκο. Η Ελλάδα παραπέμπεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το Δικαστήριο όμως δεν κάνει δεκτό το αίτημα για λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Ελλάδας.
Σεπτέμβριος 1995
Η Αμερική εντείνει τις πιέσεις της για άρση του εμπάργκο. Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1995 έρχεται στην Αθήνα ο υφυπουργός της Αμερικής Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ όπου έχει συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Α. Παπανδρέου και τον υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια. Την ίδια μέρα πάει και στα Σκόπια όπου έχει συνομιλίες με την εκεί ηγεσία. Έτσι από τα Σκόπια ο Χόλμπρουκ, από την Αθήνα ο επιτετραμμένος της πρεσβείας Τόμας Μίλερ και από την Ουάσινγκτον ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νίκολας Μπέρνς ανακοινώνουν ταυτόχρονα την επίτευξη συμφωνίας Ελλάδας – Σκοπίων για απευθείας διάλογο υπό την αιγίδα του Σάιρους Βάνς, με σκοπό την υπογραφή μιας Ενδιάμεσης Συμφωνίας.
Αίρεται το εμπάργκο και στις 13 Σεπτεμβρίου του 1995 στην Νέα Υόρκη υπογράφεται η Ενδιάμεση Συμφωνία από τον κ. Παπούλια και τον Τσερβενκόφσκι. Η Συμφωνία προβλέπει: Τον σεβασμό των υπαρχόντων συνόρων. Την υποχρέωση από την Ελλάδα να αναγνωρίσει τα Σκόπια με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η ΠΓΔΜ θα πρέπει να προχωρήσει σε άμεση αλλαγή του συμβόλου που υπάρχει στη σημαία της. Η ΠΓΔΜ θα πρέπει να διακηρύξει ότι η ερμηνεία των επίμαχων άρθρων στο Σύνταγμά της δεν ερμηνεύονται ως διεκδίκηση ελληνικού εδάφους αλλά ούτε και ως ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας.
Οκτώβριος 1995
Στις 12 Οκτωβρίου, το Μόνιμο Συμβούλιο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, την ένταξη των Σκοπίων με την ονομασία FYROM.
Από τότε και μέχρι σήμερα υποτίθεται πως ο διάλογος μεταξύ των δύο χωρών θα είχε προχωρήσει και θα βρισκόταν σε καλό σημείο, κυρίως δε πως θα τηρούνταν τα συμφωνηθέντα. Όμως η κυβέρνηση των Σκοπίων δεν δέχτηκε καμία συζήτηση για το θέμα του ονόματος και εμείς από την πλευρά μας το αφήσαμε σχεδόν να ξεχαστεί.
Σεπτέμβριος 2002
Το Σεπτέμβριο του 2002 έληξε η Ενδιάμεση Συμφωνία η οποία παρατείνεται «σιωπηλώς». Έκτοτε η Αμερική ενδιαφέρεται απλά και μόνο να κλείσει το θέμα των Σκοπίων αδιαφορώντας για τις συνέπειες μιας βεβιασμένης απόφασης.
Νοέμβριος 2004
Έτσι μία μόνο μέρα μετά τις εκλογές έρχονται με ένα ξαφνικό πλην όμως προκαθορισμένο διπλωματικό χτύπημα να αναγνωρίσουν τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα ως Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Υπήρχαν βέβαια οι ενδείξεις ότι κάτι δεν πάει καλά γιατί λίγο διάστημα πριν η Αμερική είχε υπογράψει δύο διακρατικές συμφωνίες με την ΠΓΔΜ, στις οποίες η χώρα αναφέρεται με το όνομα «Μακεδονία». Η πρώτη τον Ιούνιο του 2003 για την εξαίρεση των Αμερικανών πολιτών από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και η δεύτερη στις 11 Οκτωβρίου του 2004 όταν ο Ντ. Ράμσφελντ υπέγραψε αμυντική συμφωνία με τα Σκόπια.
Η Αμερική χρησιμοποίησε ως επιχείρημα την πιθανή αναβίωση των διακοινοτικών διαφορών (Σλάβων και Αλβανών) και έγινε λόγος για κίνηση που θα ενίσχυε την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ εν όψει του δημοψηφίσματος της 7 Νοεμβρίου (συμφωνία Αχρίδας 13/8/2001 Σλάβων και Αλβανών για το Νέο Διοικητικό Χάρτη ) για εκχώρηση περαιτέρω εξουσιών στην αλβανική μειονότητα της χώρας.