«Θανατηφόρος» ο συνδυασμός του OSF με τα βλήματα MICA-IR: Πλήγματα σε μεγάλες αποστάσεις εντελώς παθητικά
Η επικείμενη προμήθεια των 18 Rafale από την ΠΑ, έστω και σε αυτόν τον μικρό αριθμό, αναμένεται να δώσει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα στην ΠΑ. Ένα από αυτά, που θεωρείται και το «μυστικό» όπλο των Rafale είναι το σύστημα υπέρυθρης αναγνώρισης OSF με το οποίο μπορεί να γίνεται παθητικός εντοπισμός μαχητικών αεροσκαφών σε μεγάλες αποστάσεις, ακόμη και stealth.
Η γαλλική Αεροπορία επέλεξε να τοποθετήσει στα Rafale το ηλεκτροπτικό συγκρότημα της SAGEM/Thales OSF (Optronique Secteur Frontal).
Τι προσφέρει, όμως, η ενσωμάτωση ενός συστήματος ηλεκτροπτικής έρευνας και ιχνηλάτησης που καθιστά χρήσιμη επιχειρησιακά την ενσωμάτωσή του σε ένα μαχητικό στην εναέρια μάχη;
Καταρχάς, ένα τέτοιο σύστημα επιτρέπει στο μαχητικό να ερευνά το χώρο για εχθρικά ίχνη, χωρίς να κάνει αισθητή την παρουσία του στον αντίπαλο, καθώς δεν εκπέμπει κάποιου είδους ακτινοβολία που θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή από το σύστημα αυτοπροστασίας του τελευταίου. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι ένα σύστημα που διασφαλίζει τα stealth χαρακτηριστικά ενός μαχητικού, επιτρέποντάς του, παράλληλα, να αξιοποιεί πλήρως ή σχεδόν πλήρως τις δυνατότητες των όπλων του.
Με την ευρεία διάδοση των ηλεκτρονικών παρεμβολών, καθώς αποτελούν πλέον αναπόσπαστο τμήμα ενός ολοκληρωμένου συστήματος αυτοπροστασίας, οι σχεδιαστές βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα ακόμη πρόβλημα.
Αυτό είναι η υποβάθμιση των δυνατοτήτων των ραντάρ, σε περιπτώσεις ισχυρών παρεμβολών. Αν και έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος οι Ευρωπαίοι ακατασκεύαστες μαχητικών ήθελαν να εξασφαλίσουν ότι ακόμη και σε περιβάλλον με υψηλό ηλεκτρονικό «θόρυβο», τα μαχητικά θα μπορούν να επιχειρούν σχεδόν απροβλημάτιστα.
Η άλλη παράμετρος που ελήφθη υπόψη, είναι η παροχή στο χειριστή ευκρινούς εικόνας του περιβάλλοντος χώρου. Σε περιπτώσεις χαμηλής ορατότητας ή νυκτερινών επιχειρήσεων είναι απαραίτητο να παρέχεται στο χειριστή σαφής περιφερειακή όραση.
Αν και οι διόπτρες νυχτερινής όρασης, NVG (Night Vision Goggles), τα συστήματα απεικόνισης στην κάσκα με ενσωματωμένες κάμερες νυχτερινής όρασης δίνουν λύση στο πρόβλημα, η μικρή τους όμως ευαισθησία δεν αποδίδει πλήρη εικόνα υπό όλες τις συνθήκες. Μια τρίτη παράμετρος είναι η έρευνα με υψηλή γωνιακή απόκλιση σε σχέση με τον διαμήκη άξονα του αεροσκάφους, που προσφέρουν τα ηλεκτροπτικά συστήματα σε σχέση με τα radar αλλά και η υψηλή γωνιακή ανάλυση τους, επιτρέποντας, έτσι, τη διάκριση μεμονωμένων στόχων ενός πυκνού σχηματισμού.
Optronique Secteur Frontal
Το σύστημα που εξοπλίζει το Rafale, έχει αναπτυχθεί από τις Thales και SAGEM (σήμερα μέρος της SAFRAN) αποτελεί έναν πλήρη ηλεκτροπτικό αισθητήρα.
Το συγκρότημα αποτελείται από δύο μέρη.
Στα αριστερά, όπως φαίνεται, κοιτάζοντας το μαχητικό από μπροστά, βρίσκεται η μονάδα υπέρυθρης έρευνας και ιχνηλάτησης IRST (Infra Red Search and Track) και στα δεξιά, η τηλεοπτική κάμερα με το αποστασιόμετρο laser με την ονομασία «Μονάδα Αναγνώρισης Μάχης», CIU (Combat Identification Unit).
Η μονάδα IRST λειτουργεί σε δύο περιοχές του υπέρυθρου φάσματος για καλύτερα αποτελέσματα κάτω απ’ όλες τις καιρικές συνθήκες και ειδικότερα στις περιπτώσεις αυξημένης υγρασίας. Έτσι, χρησιμοποιούνται οι περιοχές με μήκη κύματος 3-5 μm και 8-11 μm. Το σύστημα υπέρυθρης έρευνας και ιχνηλάτησης παρέχει κάλυψη που φτάνει τις 90 μοίρες απόκλιση από τον διαμήκη άξονα του αεροσκάφους και μπορεί να λειτουργεί αυτόματα στη διαμόρφωση έρευνας και ιχνηλάτησης.
Στην ιχνηλάτηση έχει την ικανότητα να εξάγει δεδομένα ταυτόχρονα για μεγάλο αριθμό στόχων. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται σε κάποια από τις οθόνες του μαχητικού.
Η μέγιστη εμβέλεια του συστήματος στην παροχή δεδομένων φέρεται να φτάνει τα 130 χλμ. Παράλληλα, λειτουργώντας ως απεικονιστής υπερύθρων στο εμπρόσθιο ημισφαίριο, FLIR, παρέχει εικόνα στοχοποίησης σε κάποια από τις οθόνες πολλαπλών λειτουργιών έχοντας εμβέλεια που φτάνει τα 40 χλμ.
Σε λειτουργία παροχής δεδομένων ναυτιλίας, οι εικόνες παρουσιάζονται στο HUD μέσω υπέρθεσης στα δεδομένα του υπολογιστή του αεροσκάφους, παρέχοντας, έτσι, στον χειριστή σαφή εικόνα του ίχνους πτήσης.
Η κεφαλή είναι σταθεροποιημένη, ώστε να συνεχίζει την έρευνα ανεξάρτητα από το φορέα. Ο αισθητήρας είναι ψυχόμενος, ώστε να παρέχεται η καλύτερη δυνατή εικόνα και να επιτυγχάνεται μεγάλη εμβέλεια, καθώς με αυτό τον τρόπο αυξάνεται η ευαισθησία του. Η μονάδα αναγνώρισης διαθέτει τηλεοπτική κάμερα CCD και με τη χρήση του αποστασιόμετρου laser παρέχει τρισδιάστατα δεδομένα, αναγνώρισης ιχνών.
Η «Μονάδα Αναγνώρισης Μάχης» εκτελεί τις λειτουργίες του εντοπισμού, της ιχνηλάτησης, της αναγνώρισης και της ταυτοποίησης. Οι εικόνες από την τηλεοπτική κάμερα παρουσιάζονται στο χειριστή μέσω μιας οθόνης πολλαπλών λειτουργιών του πιλοτηρίου. Η κάμερα έχει μέγιστο πεδίο θέασης, FoV (Field of View) 60 μοιρών και εμβέλεια που φτάνει ως τα 50 χλμ. για την ιχνηλάτηση και αναγνώριση ενός ίχνους.
Το ασφαλές για τον ανθρώπινο οφθαλμό αποστασιόμετρο laser έχει εμβέλεια περίπου 33 χλμ. και παρέχει τα επιπλέον δεδομένα που απαιτούνται για την τρισδιάστατη ιχνηλάτηση, ώστε να είναι δυνατή η εμπλοκή του στόχου με κάποιο όπλο αέρος-αέρος.
Το OSF είναι πλήρως ολοκληρωμένο με τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά του μαχητικού. Υπάρχει διασύνδεση με τον υπολογιστή άφεσης όπλων, το σύστημα ναυτιλίας και το ραντάρ AESA RBE.2.
Αν και το σύστημα μπορεί να λειτουργήσει ανεξάρτητα σε διαμόρφωση έρευνας, αυτό που γίνεται συνήθως κι έχει επιδειχθεί σε δοκιμές ,είναι η μεταβίβαση αρχικών δεδομένων από το ραντάρ του φορέα ή άλλο μέσο (π.χ. άλλο φίλιο μαχητικό του σχηματισμού ή AWACS) στο OSF και η ευθυγράμμιση του τελευταίου με την κατεύθυνση του ίχνους, ώστε να πραγματοποιηθεί ο εντοπισμός.
Το σύστημα είναι, δηλαδή, δεσμευμένο στην κατεύθυνση του ραντάρ (slave mode). Για την εμπλοκή στόχων ανεξάρτητα και από την ηλεκτρονική σιγή, εκτός της αρχικής παροχής δεδομένων κατεύθυνσης, απαιτείται και η χρήση του αποστασιόμετρου laser, μια διαδικασία, όμως, που παρουσιάζει κάποια μειονεκτήματα.
Το πρώτο είναι η μειωμένη εμβέλειά του και το δεύτερο η ενεργοποίηση των δεκτών ακτινοβολίας laser που διαθέτουν ορισμένα συστήματα αυτοπροστασίας μαχητικών. Το ηλεκτροπτικό και ειδικότερα το IRST, όμως, προσφέρονται και στη διαμόρφωση ναυτιλίας σε περιπτώσεις χαμηλής ορατότητας, καθώς δεν είναι απαραίτητη η χρήση ατρακτιδίου, που αφενός αυξάνει την οπισθέλκουσα και αφετέρου αυξάνει το ίχνος του αεροσκάφους.
https://www.defencenet.gr/