Γράφει ο Βενιαμίν Καρακωστάνογλου
Η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται αυτήν την περίοδο μπροστά σε καθοριστικές αποφάσεις και κινήσεις στην διπλωματική και την στρατηγική «σκακιέρα», τόσο για την κατοχύρωση και προσδιορισμό των απειλούμενων θαλασσίων δικαιωμάτων τους, όσο και για το τραγικά διαιωνιζόμενο θέμα της κατοχής και διχοτόμησης της Κύπρου.
Οι κινήσεις που θα γίνουν και οι αποφάσεις που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα θα θα καθορίσουν πιθανότητα τα «λιμνάζοντα» θέματα της εθνικής μας πορείας οριστικά ή για απροσδιόριστα μεγάλο διάστημα στο μέλλον.
Τόσο στη θαλάσσια δικαιοδοσία και κυριαρχία μας, όσο και στο μείζον θέμα του Κυπριακού.Μετά από μακρά περίοδο ακινησίας, ατολμίας και φοβικού συνδρόμου, που τελμάτωσε την επίλυση ή την πρόοδο των δύο παραπάνω ζητημάτων, δίνοντας την πρωτοβουλία κινήσεων στην Τουρκία, αναγκασθήκαμε να προβούμε πρόσφατα σε κάποιες κινήσεις μικρής ή μέσης εμβέλειας, υπό το κράτος των τετελεσμένων που επιχειρεί να επιβάλει ο τουρκικός αναθωρητισμός, με την σύγχρονη εκδοχή του νεο-Οθωμανισμού!
Η Ελλάδα υπέγραψε την Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982 και την επικύρωσε (αργοπορημένα) το 1995. Η Κύπρος επικύρωσε το 1988! Η χώρα μας ενεπλάκη το 2002, έως το 2016, σε 14 χρόνια ατελέσφορων «διερευνητικών συνομιλιών» με την Τουρκία, υπό το κράτος του αδιανόητου και απολύτως παράνομου casus belli (απειλής πολέμου) της Τουρκίας (1995) και ενός συνακόλουθου «φοβικού συνδρόμου» που αυτό δημιούργησε.
Έτσι, η Ελλάδα παρέμεινε στην τελευταία θέση (149η) όλων των παράκτιων χωρών της υφηλίου, ως προς τα θαλάσσια δικαιώματά της! Αντίθετα η Κύπρος το 2004 κήρυξε την ΑΟΖ της και την οριοθέτησε το 2003 με την Αίγυπτο, το 2007 με τον Λίβανο και το 2010 με το Ισραήλ. Στη συνέχεια δε άρχισε σταδιακά τον καθορισμό θαλασσίων «οικοπέδων» και την προκήρυξη διαγωνισμών, με μεγάλη διεθνή συμμετοχή των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιριών, για έρευνες και εκμετάλλευση. Εντοπίσθηκαν δε, τουλάχιστον τρία σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου.
Η Ελλάδα το 2004-2005 προσπάθησε να μεταφέρει την επίλυση της οριοθέτησης Υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, στο Ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά στη συνέχεια, τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και η ίδια η Τουρκία, έπαυσαν να ενδιαφέρονται για την πρόοδο της ενταξιακής πορείας της γείτονος, υπό το φως της Ευρωπαϊκής διεύρυνσης με 12 χώρες, το 2004 και 2007, αλλά και της απροθυμίας της Τουρκίας να εναρμονισθεί με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο (μέσα στο οποίο βέβαια ανήκει η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας), αλλά και λόγω των δύο αρνητικών δημοψηφισμάτων (Γαλλία, Ολλανδία) για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη, που θεωρήθηκαν και ως αποδοκιμασία ενδεχόμενης τουρκικής ένταξης.
Το 2011 η Ελλάδα, με τον Νόμο 4001 διεκδίκησε για πρώτη φορά όλες τις Θαλάσσιες Ζώνες της χώρας σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, μέχρι την μέση γραμμή με τις γειτονικές κατά θάλασσα χώρες, ενώ την περίοδο 2012-2014 επανήλθε με ανάλογη διεθνή ενημέρωση (ΟΗΕ, κ.λπ.), καθώς και προκήρυξη διεθνών διαγωνισμών ερευνών στην Υφαλοκρηπίδα του Ιονίου και νοτίως της Κρήτης μέχρι το ανατολικότερο άκρο της. Έρευνες διεξήχθησαν από την Νορβηγική εταιρεία PGS με πολύ αισιόδοξα αποτελέσματα σε πολλές περιοχές.
Παραταύτα, η Ελλάδα δεν προχώρησε στην θέσπιση όλων των θαλασσίων ζωνών και άλλων συναφών ρυθμίσεων, τις οποίες η ίδια επικαλείται από τότε που επικύρωσε την Σύμβαση του 1982, ίσως γιατί διεξάγονταν οι διαβόητες πλέον άτυπες διερευνητικές συνομιλίες, που το 2016 με ευθύνη της Τουρκίας διεκόπησαν, ενώ είχαν συμπληρωθεί 60 γύροι συναντήσεων επί 14 χρόνια, χωρίς κανένα τελικό αποτέλεσμα. Και μάλιστα μολονότι, καθ’ υπέρβαση της αρχικής θεματικής των άτυπων συζητήσεων που θα αφορούσε αποκλειστικά και μόνο την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας, οι συζητήσεις καταχρηστικά επεκτάθηκαν για μεγάλα διαστήματα και στο κυριαρχικό και μονομερώς ασκούμενο δικαίωμα επέκτασης της Αιγιαλίτιδας Ζώνης της χώρας μας (προφανώς και της Τουρκίας) στα 12 ν.μ., τόσο στο Αιγαίο όσο και στις άλλες παρακείμενες θάλασσες.
Η Ελλάδα παρέμεινε λοιπόν, μέχρι το 2020 μόνο με τα 6 ν.μ. Αιγιαλίτιδας Ζώνης και ήταν η τελευταία παγκοσμίως, καθώς οι άλλες 148 παράκτιες χώρες είχαν θεσπίσει το όριο των 12 ν.μ., ενώ 138 χώρες έχουν καθιερώσει και την ΑΟΖ των 200 μιλίων! Μεταξύ αυτών και η Τουρκία, η οποία από το 1964 έχει Αιγιαλίτιδα 12 ν.μ. στη Μαύρη Θάλασσα και στιες νότιες Μεσογειακές ακτές της και ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα!
Αν λοιπόν διαρκέσουν για μεγάλο διάστημα και πάλι οι διερευνητικές, η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει οπωσδήποτε στην αναμόρφωση των θαλάσσιων δικαιωμάτων της
με την επέκταση της Αιγιαλίτιδάς της στα 12 ν.μ., και στο Αιγαίο,
με την χάραξη ευθειών γραμμών βάσης και κλείσιμο των κόλπων στα 24 ν.μ. (και όχι στα 10 ν.μ. όπως μέχρι τώρα),
με την καθιέρωση Συνορεύουσας Ζώνης μέχρι 24 ν.μ.
και με υπολειπόμενη μόνο εκκρεμότητα την οριοθέτηση ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο (συμπεριλαμβανομένου του Καστελλορίζου, 62 ν.μ. στα Ανατολικά της Ρόδου, που είναι τμήμα της Δωδεκανήσου).
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες κατά τις διερευνητικές της περιόδου 2002-2016, η Τουρκία φαίνεται να είχε αποδεχθεί (προσωρινά) διαφοροποιημένα πλάτη επέκτασης της ελληνικής Αιγιαλίτιδας στο Αιγαίο από 6 έως 12 ν.μ. κατά περιοχή. Στη συνέχεια όμως υπανεχώρησε! Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημα: η αφερεγγυότητα της Τουρκίας η οποία καθιστά έωλη ακόμη και την εφαρμογή στη πράξη αποφάσων που ήδη θα έχουν ληφθεί και θα είναι οριστικές!
Το σοβαρό λάθος της ελληνικής πλευράς όμως, στην διαδικασία των διερευνητικών, είναι ότι εισήλθε σε πολυετείς συζητήσεις με την Τουρκία για ένα δικαίωμα πλήρους κυριαρχίας της Ελλάδος (εύρος της ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης) που η χώρα μας δικαιούται να θεσπίσει μονομερώς, εφόσον δεν ξεπερνά το όριο των 12 ν.μ. που θέτει το Διεθνές Δίκαιο. Εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να επιδείξει ευελιξία και, π.χ., να επεκτείνει μόνο στα 10 ν.μ. το όριο της Αιγιαλίτιδας στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αυτό έπρεπε να το αποφασίσει αυτοβούλως, μόνη της, σταθμίζοντας την συνολική στάση της Τουρκίας γι’ αυτήν την ελληνική υποχώρηση, απαιτώντας όμως προηγουμένως την άρση του διεθνώς παράνομου και αδιανόητου casus belli της Τουρκίας. Αλλιώς θα φαινόταν ότι υποκύπτει στην απειλή πολέμου από την γείτονα!
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πάντως ότι η Τουρκία απαντώντας στην αυτοσυγκράτηση της Ελλάδας στα θέματα των Θαλάσσιων Ζωνών, αλλά και στις επιτυχείς κινήσεις της Κύπρου (κήρυξη ΑΟΖ, οριοθετήσεις με γειτονικά κράτη και έρευνες με εντοπισμό τριών και περισσότερων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων), όχι μόνο δεν θέλησε να δείξει καλόπιστη και διαλλακτική στάση, αλλά αντίθετα προέβη σε μία σειρά από αναβαθμισμένες ενέργειες παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και όχι μόνο.
Έτσι, ευθύνεται για:
Παράνομη και καταχρηστική οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών μεταξύ Τουρκίας και κατεχομένων της Βόρειας Κύπρου.
Άρνηση των Θαλασσίων Ζωνών των νησιών, πλην 6 ν.μ. Αιγιαλίτιδας, ακόμη και για μεγάλα νησιά: Ρόδο, Κρήτη, Κύπρο, κ.λπ.
Διακήρυξη της επεκτατικής και παράνομης θεωρίας της «Γαλάζιας Πατρίδας», 465.000 τ.χλμ. έκτασης.
Το ανυπόστατο και παράνομο Τουρκολιβυκό Σύμφωνο οριοθέτησης ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας (Νοέμβριος 2019), που επιχειρεί να αφήσει χωρίς Θαλάσσιες Ζώνες μεγάλα ελληνικά νησιά και οριοθετεί την ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης χωρίς να γειτονεύει άμεσα η Τουρκία με την Λιβύη, μία χώρα διηρημένη, σε εμφύλιο πόλεμο, χωρίς αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και με ξένα (και τουρκικά) στρατεύματα στο εσωτερικό της.
Παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ και έρευνες στην ελληνική Υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Διεκδίκηση, από το 1996 και μετά, μέχρι και 152 νησιών και νησίδων, κατοικημένων και μη, του Αιγαίου που ανήκουν στην Ελλάδα κατά τις Διεθνείς Συνθήκες (μέχρι και νοτίως της Κρήτης!).
Απαίτηση αφοπλισμού των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου που έχουν αμυντική μόνο οργάνωση, απέναντι στις τουρκικές απειλές κατάληψής τους (με τη δημιουργία της 4ης Τουρκικής Στρατιάς) στη Σμύρνη με εκατοντάδες αποβατικών σκαφών.
Διεκδίκηση παρανόμως (σε σχέση με Διεθνείς Κανονισμούς) του μισού FIR (Περιοχής Πληροφοριών Πτήσεων) Αθηνών και της αντίστοιχης Ζώνης Έρευνας και Διάσωσης, που ανήκουν στην Ελλάδα.
Άρνηση και συνεχείς παραβιάσεις των 10 ν.μ. του ελληνικού εναέριου χώρου που ισχύει από το 1931 και παραβάσεις του FIR Αθηνών.
Άρνηση του Δικαίου της Θάλασσας και απαίτηση πολιτικών διαπραγματεύσεων και εξωδικαιϊκής λύσης για τις Θαλάσσιες Ζώνες, με την Ελλάδα.
Γιγάντιοι και μη αναγκαίοι αμυντικά εξοπλισμοί, που με την απειλή χρήσης βίας, επιδιώκουν να εξαναγκάσουν την Ελλάδα (αλλά και άλλες γειτονικές της Τουρκίας χώρες) να ενδώσουν στις τουρκικές αναθεωρητικές απαιτήσεις και να αποδεχθούν παράνομες μειώσεις και εκχωρήσεις εδαφικών και κυριαρχικών δικαιωμάτων τους.
Πρόκειται για μία μιλιταριστική, επεκτατική πολιτική απέναντι στην οποία η Ελλάδα και η Κύπρος πρέπει να αντιτάξουν ενιαία και ισχυρή άμυνα και αποτροπή, για την διαφύλαξη της ειρήνης, της ασφάλειας και της κυριαρχίας τους, ταυτόχρονα με την δημιουργία πλέγματος συμμαχιών και συμπράξεων με χώρες της ευρύτερης περιοχής που απειλούνται και αυτές από την Τουρκία ή δεν έχουν φιλικές σχέσεις μαζί της. Η Ελλάδα, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο ΝΑΤΟ, οφείλει να αξιοποιήσει το δικαίωμα veto που διαθέτει για να αναγκάσει την Τουρκία να σεβαστεί την διεθνή νομιμότητα. Επίσης, να ενημερώσει η χώρα μας τον λαό της αλλά και την Διεθνή Κοινότητα για τις τουρκικές αυθαιρεσίες και παρανομίες, διαχρονικά, κατά του ελληνισμού και άλλων λαών. Πρέπει να δοθεί και να κερδηθεί τεκμηριωμένα ο «πόλεμος» της ενημέρωσης. Τη στιγμή που η Τουρκία δαπανά πολλά κεφάλαιά της για τον εξωραϊσμό του προφίλ της διεθνώς.
Η χώρα μας οφείλει να συνεχίσει τις αρχικές κινήσεις που έκανε για τον εκσυγχρονισμό των θαλασσίων δικαιωμάτων της, με ολοκλήρωση του προβλεπόμενου διεθνώς θεσμικού πλαισίου για τις Θαλάσσιες Ζώνες και να τις οριοθετήσει.
Ήδη τον Ιούνιο του 2020 έγινε οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία, στα ίδια θαλάσσια όρια με την Υφαλοκρηπίδα, που είχε προηγηθεί το 1977. Τον Αύγουστο του 2020 έγινε μερική οριοθέτηση ΑΟΖ (από τον 26ο έως τον 28ο Μεσημβρινό) με την Αίγυπτο, υπό το κράτος της πίεσης για την αντιμετώπιση του παράνομου Τουρκολυβικού μνημονίου οριοθέτησης. Αυτό επιτεύχθηκε όμως με παραχώρηση τμήματος ελληνικής ΑΟΖ προς την Αίγυπτο και με αντίστοιχη μείωση της επήρειας της ΑΟΖ της Κρήτης, της Καρπάθου και της Ρόδου. Το θετικό ήταν ότι μεγάλο μέρος της τουρκικής ΑΟΖ, που προέβλεπε το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, περιήλθε με την συναίνεση της Αιγύπτου πλέον στην ελληνική ΑΟΖ.
Το ακανθώδες ζήτημα της υπόλοιπης οριοθέτησης με την Αίγυπτο αφέθηκε ανεπίλυτο στο μέλλον, καθώς σχετίζεται με την ΑΟΖ της Τουρκίας και η Αίγυπτος δίστασε να το αγγίξει. Προτεραιότητα αποτελεί η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου-Ελλάδος, που πρέπει να γίνει προφανώς χωρίς συμμετοχή της Τουρκίας, η οποία αρνείται τα δικαιώματα μεγάλων και μικρών νησιών, παρανόμως, αγνοώντας έτσι τη σαφή διάταξη του άρθρου 121 §2 της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας (1982) για ισότιμα δικαιώματα των ηπειρωτικών με τις νησιωτικές ακτές ως προς τις Θαλάσσιες Ζώνες.
Η Ελλάδα επίσης επεξέτεινε στα 12 ν.μ. την Αιγιαλίτιδα Ζώνη της μόνο στο Ιόνιο (μέχρι το νοτιότερο άκρο της Δυτικής Πελοποννήσου). Τέλος, αναγγέλθηκε Συμφωνία Ελλάδος-Αλβανίας για προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης, για την οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών μεταξύ τους στο Βόρειο Ιόνιο, μετά την μη ολοκλήρωση, με ευθύνη της Αλβανίας, της διμερούς Συμφωνίας οριοθέτησης πολλαπλών χρήσεων, του 2009, που είχε υπογραφεί αλλά ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας.
Τέλος, πρέπει να οριοθετηθεί και η ΑΟΖ με την Λιβύη, αφού όμως κηρυχθεί η Ελληνική ΑΟΖ σε όλες τις παρακείμενες θάλασσές μας και αφού επεκταθεί περιμετρικά της Κρήτης η Αιγιαλίτιδα Ζώνη στα 12 ν.μ. Η Τουρκία θα αναγκασθεί να αποδεχθεί την Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, που αποτελεί τμήμα του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αν προχωρήσει η ενταξιακή σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τότε θα ανοίξει ο δρόμος για μία δικαστική διευθέτηση (Διεθνές Δικαστήριο Χάγης) οριοθέτησης της ελληνοτουρκικής διαφοράς για ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα. Πριν όμως συμβεί αυτό, η Ελλάδα πρέπει να θεσπίσει την Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12 ν.μ. και όλες τις άλλες Ζώνες που της χορηγεί το Δίκαιο της Θάλασσας.