Σε βαρυσήμαντη παρέμβαση προέβη η Παγκόσμια Ομοσπονδία Αντιστασιακών – Αντιφασιστών (FIR) στο πρόσφατο ενημερωτικό της δελτίο (5.2.2021): τάσσεται υπέρ της απόδοσης των γερμανικών οφειλών και κατά της χειραγώγησης της ιστορικής μνήμης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Η FIR αποκαλύπτει τις μεθοδεύσεις της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, μέσω ιδρυμάτων και οργανώσεων νεολαίας, για τη δημιουργία μίας κοινής «κουλτούρας μνήμης» και την προώθηση μίας ψευδεπίγραφης συμφιλίωσης μεταξύ ελληνικού και γερμανικού λαού.
Οι μεθοδεύσεις αυτές της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, όπως καταγγέλλει η FIR, στοχεύουν να αποφύγει η Ο.Δ.Γ. την καταβολή των γερμανικών οφειλών.Πρόκειται για πλήρη ταύτιση με την άποψη του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και του Δικτύου Μαρτυρικών Δήμων που έχουν ταχθεί εναντίον του Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας.
Ιδιαίτερη σημασία επίσης έχει η ρητή αναφορά της FIR στον αγώνα του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, το οποίο συμπληρώνει φέτος εικοσιπέντε χρόνια συνεπούς δράσης. Το γεγονός, δε, ότι της FIR ηγείται ο Γερμανός Dr. Ulrich Schneider έχει την αυτονόητη σημασία του.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Παγκοσμιας Ομοσπονδίας Αντιστασιακών – Αντιφασιστών (FIR) έχει ως εξής:
Remembering the victims – but not compensating the victims?
Θυμόμαστε τα θύματα – αλλά δεν αποζημιώνουμε τα θύματα;
Ενώ για τους επιζώντες, τις ομοσπονδίες των θυμάτων και τους ενεργούς αντιφασίστες η 27η Ιανουαρίου είναι ημέρα θύμησης και πολιτικής μνήμης (δείτε το ενημερωτικό δελτίο 04-2021), υπάρχει επίσης μια άλλη διάσταση σ’ αυτή την ημερομηνία – κυρίως η συνεχιζόμενη άρνηση της Γερμανικής κυβέρνησης να παράσχει οποιουδήποτε είδους ηθική και οικονομική αποζημίωση για τον φασιστικό πόλεμο και τα μαζικά εγκλήματα.
Λίγες μέρες πριν την 27η Ιανουαρίου, μια επιτροπή της Γερμανικής Βουλής συζήτησε το θέμα των γερμανικών συντάξεων για τους Βέλγους συνεργάτες των SS όπως και για τους εθελοντές των SS στις Βαλτικές δημοκρατίες. Η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε να υποβαθμίσει αυτό το θέμα κάνοντας αναφορά σε «εξαιρετικές περιπτώσεις».
Όμως, όταν εξετάσει κανείς το θέμα των έγκυρων διεκδικήσεων των θυμάτων των φασιστικών διώξεων και των συγγενών τους, η διοίκηση και η κυβέρνηση της Γερμανίας αποδεικνύονται εξαιρετικά ισχυρογνώμονες. Δείτε για παράδειγμα τι μεταδόθηκε στη γερμανική τηλεόραση πριν τις 27 Ιανουαρίου σχετικά με τον Salo Muller, Ολλανδό, θύμα των ναζιστικών διώξεων: Οι γονείς του μεταφέρθηκαν στο Auschwitz από την εθνική εταιρεία σιδηροδρόμων των Ναζί, τη Γερμανική Reichsbahn, με τη συνεργασία των κρατικών σιδηροδρόμων της Ολλανδίας (NederlandsSpoorwegen).
Ο ίδιος ο Salo Muller, έξι χρονών τότε, επέζησε βρίσκοντας καταφύγιο και κρυψώνες σε διάφορα σημεία. Ενώ οι κρατικοί σιδηρόδρομοι της Ολλανδίας κατέβαλαν αποζημίωση για τις αδικίες που υπέστη, η γερμανική κυβέρνηση και η Deutsche Bahn (η διάδοχη εταιρεία των ναζιστικών κρατικών σιδηροδρόμων) η οποία πληρωνόταν για κάθε χιλιόμετρο διαδρομής που έκαναν τα τραίνα της προς τα στρατόπεδα θανάτου και με αυτόν τον τρόπο βοήθησαν και συμμετείχαν στο έγκλημα κατά των γονέων του Salo Muller, αρνήθηκαν και να σκεφτούν την καταβολή αποζημίωσης. Εφόσον η Γερμανία έχει «ήδη πληρώσει πολλά» δεν πρόκειται να υπάρξει «επιπλέον αποζημίωση», απάντησε ο επικεφαλής τμήματος του Γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών.
Την ίδια στιγμή, γινόταν αναφορά στο ομοσπονδιακό ίδρυμα «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» (EVZ), το οποίο παρέχει κονδύλια για εγχειρήματα/projects που βοηθούν στη «διεθνή κατανόηση». Σ’ αυτά τα ιδρύματα μπορεί κάποιος να απευθυνθεί ζητώντας «υποστήριξη». Από την ίδρυσή του εδώ και περίπου 20 χρόνια, ο στόχος του ιδρύματος «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» είναι να απαλλάξει τις γερμανικές εταιρείες από την ευθύνη τους να αποζημιώσουν τα θύματα της αναγκαστικής εργασίας.
Τα συνολικά 5 δις ευρώ που καταβλήθηκαν είχαν στόχο την ικανοποίηση των διεκδικήσεων εκείνων που υποχρεώθηκαν σε καταναγκαστική εργασία. Όμως κάθε πληρωμή – μάλλον συμβολική εάν λάβει κανείς υπόψη τα εκατομμύρια των θυμάτων – διεκόπη επισήμως το 2007. Ο στόχος ήταν να τραβηχτεί μια οικονομική γραμμή με το παρελθόν και να προστατευτούν οι κληρονόμοι των ναζιστικών επιχειρήσεων από τις οφειλές για τα εγκλήματα των προγόνων τους.
Δημοσιογράφοι και ιστορικοί κατακρίνουν το ίδρυμα «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» λέγοντας πως τα υπόλοιπα κονδύλια του ιδρύματος χρησιμοποιούνται για την δημιουργία μια «βιομηχανίας αναμνήσεων» γνωστής ως ευρωπαϊκής κουλτούρας μνήμης η οποία στηρίζεται και ελέγχεται από την πολιτική ηγεσία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Με αυτόν τον τρόπο η ομοσπονδιακή Γερμανική κυβέρνηση και το ιδρυμα «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» προάγουν για παράδειγμα διμερείς «συναντήσεις» και «οργανώσεις νεολαίας» ώστε να αποφύγουν περαιτέρω απαιτήσεις για αποζημιώσεις.
Όμως αυτό δεν αρκεί για τα θύματα και τους συγγενείς τους. Η Ελλάδα και η Πολωνία εξακολουθούν να απαιτούν ικανοποιητικές επανορθώσεις. Ήδη το ελληνικό Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα έχει ανακοινώσει ότι στην επέτειο των 80 χρόνων από την «Βαλκανική εκστρατεία» (σ.τ.μ. εννοούν τη γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα) του Απριλίου 1941, θα ξαναβάλει στο τραπέζι τις ανοιχτές διεκδικήσεις για επανορθώσεις.
Η FIR και οι ομοσπονδίες – μέλη της υποστηρίζουν αυτές τις δίκαιες απαιτήσεις για επανορθώσεις και αποζημιώσεις. Το «τελικό χτύπημα» μπορεί να δοθεί μόνον εάν οι οφειλές τακτοποιηθούν πραγματικά.