Οι για χρόνια ξεχασμένες στην δημόσια συζήτηση «διερευνητικές συνομιλίες» (exploratory talks) Ελλάδος – Τουρκίας επανήλθαν στο προσκήνιο τον περασμένο Ιούλιο, αμέσως μετά την αποκάλυψη του Τούρκου ΥΠΕΞ κ. Τσαβούσογλου για τις μυστικές τριμερείς συνεννοήσεις Ελλάδος – Τουρκίας – Γερμανίας (Σουρανή-Καλίν-Γιαν Χέκερ). Έκτοτε το θέμα αυτό παραμένει διαρκώς με αυξομειούμενη ένταση στην δημοσιότητα ιδιαίτερα μετά την μη ευνοϊκή έκβαση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την 10-11 Δεκεμβρίου σε ότι αφορά στις κυρώσεις για την συντελεσθείσα συμπεριφορά της Τουρκίας.
Του αντιστράτηγου ε.α. Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*
Στο κείμενο συμπερασμάτων όπως είναι γνωστό υπήρξε αναφορά στην «απόσυρση του Ορούτς Ρέις και στην αποκλιμάκωση ώστε να καταστεί δυνατή συντόμως η επανέναρξη και η ομαλή συνέχιση των διερευνητικών συνομιλιών Ελλάδας –Τουρκίας». Ενόψει εξελίξεων, ίσως ακόμα και μέσα στον Ιανουάριο, το ζήτημα αυτό μας απασχολεί ιδιαίτερα με την δημόσια συζήτηση να γίνεται μέσα σε «ομιχλώδες τοπίο».
Για κάποιους μέσα και έξω από την Ελλάδα αυτή η διαδικασία είναι η… ελπίδα «άντε να τα βρούμε» επιτέλους με την Τουρκία όταν για πολλούς άλλους υπάρχει σοβαρός προβληματισμός για τις παγίδες που μπορεί να κρύβει μία τέτοια διαδικασία με ασαφές πλαίσιο, για τα ζωτικά εθνικά μας συμφέροντα.
Όσοι λένε ότι «δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα από τις διερευνητικές» παραλείπουν να αναφέρουν την χαοτική διαφορά της ελληνικής και της τουρκικής αντιλήψεως για το θέμα αυτό που συνδέεται άμεσα με τον διαχρονικό αναθεωρητισμό της Άγκυρας και φυσικά την πολιτική εξαναγκασμού που άσκησε απέναντι στην χώρα μας.
Εμείς θέτουμε ως μοναδικό ζήτημα των διερευνητικών συνομιλιών την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ ως μόνης υφιστάμενης νομικής υφής διαφοράς. Οι Τούρκοι απαιτούν να συζητηθούν όλα αυτά που αποκαλούν «διαφορές» (δυστυχώς κάποιοι στην Ελλάδα επίσης αναφέρονται σε διαφορές υποστηρίζοντας εμμέσως την τουρκική επιχειρηματολογία) οι οποίες στην ουσία είναι αυθαίρετες μονομερείς απαιτήσεις.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Τι είναι τελικά αυτές οι διερευνητικές συνομιλίες πως ξεκίνησαν και πως εξελίχθηκαν μέχρι σήμερα. Τον Φεβρουάριο 2002 οι τότε ΥΠΕΞ Ελλάδος και Τουρκίας Γιώργος Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζεμ συμφώνησαν σε μία διαδικασία διαλόγου με ένα κοινό αποδεκτό πλαίσιο κανόνων που χαρακτηρίστηκε «διερευνητικές συνομιλίες». Αυτή η συμφωνία ήταν απόρροια των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι τον Δεκέμβριο 1999 όπου παρενθετικά επισημαίνεται ότι η Κυβέρνηση Σημίτη κάκιστα είχε δεχθεί τον όρο «συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή θέματα».
Ο Καθηγητής κ. Άγγελος Συρίγος, νυν Υφυπουργός Παιδείας στο βιβλίο του «Ελληνοτουρκικές Σχέσεις» (μια χωρίς υπερβολή εγκυκλοπαίδεια για τα «ελληνοτουρκικά»), στην σελίδα 578, επισημαίνει ότι προτιμήθηκε ο συγκεκριμένος όρος αντί των διαπραγματεύσεων διότι ο τελευταίος θεωρείται νομικά σημαντικός. Προσθέτει δε ότι η υιοθέτηση τότε του όρου «διερευνητικές συνομιλίες» ουσιαστικά κάλυπτε την πολιτική αδυναμία (σημ. και ευθύτητα θα έλεγα εγώ) της ελληνικής πλευράς να παραδεχτεί ότι… «διαπραγματεύεται» με τους Τούρκους.
Σήμερα συνεχίζουμε να τις αποκαλούμε έτσι, ίσως για τον ίδιο λόγο, αν και έχουν ήδη πραγματοποιηθεί 60 γύροι και η κάθε πλευρά ξέρει τι θέλει η άλλη και είναι αστείο να ισχυρίζονται κάποιοι ότι θα επιτρέψει στις δύο πλευρές να κατανοήσουν καλύτερα τις θέσεις, τα επιχειρήματα και τις προθέσεις της άλλης πλευράς.
Ο δρόμος όμως για τις διερευνητικές γίνεται ακόμα πιο ομιχλώδης με το «θα ξεκινήσουμε από εκεί που τις είχαμε αφήσει». Όμως που τις είχαμε αφήσει; Μόνο στην διαπραγμάτευση ή στην συζήτηση αν θέλετε για την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ όπως είχε εντολή να κάνει η ελληνική πλευρά από τον τότε ΥΠΕΞ κ. Βενιζέλο ή στην…διερεύνηση της έκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης (χωρικών υδάτων) κάτι που σημαίνει ότι πάμε να συζητήσουμε ένα δικαίωμα που ασκείται μονομερώς;
Μήπως για αυτό συχνά πυκνά γενικεύεται η συζήτηση αναφερόμενοι σε οριοθέτηση «θαλασσίων ζωνών» έτσι ώστε να συμπεριληφθεί και το θέμα των χωρικών υδάτων; Πέρα όμως από αυτήν την ασάφεια τι γίνεται αν ή Τουρκία όπως εκτιμάται ότι θα κάνει, απαιτήσει να μπουν ως θέματα για συζήτηση οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», η αποστρατικοποίηση των Νήσων και ότι άλλο κρίνει για να φορτώσει την ατζέντα και για αυτό αναφέρεται συνεχώς σε διάλογο χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Θα ξεφύγουμε από αυτήν την μέγγενη που κάποιοι μας βάζουν;
Είναι πολύ εύκολο να ειπωθεί, «ωραία πάμε στην Χάγη» τότε! Και πάλι όλοι αυτοί που πολύ εύκολα αναμασούν την Χάγη, ηθελημένα «ξεχνούν» το πιο βασικό. Αν η Άγκυρα ήθελε ειλικρινά λύση για το θέμα της οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας, αυτή θα είχε επιτευχθεί, αλλά επιδιώκει αυτό που θεωρεί «αποκατάσταση των ιστορικών και γεωγραφικών λαθών» που υπάρχουν στο Αιγαίο και στην Θράκη. Είτε μέσω καθολικής διαπραγμάτευσης είτε με παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ στην Χάγη όλων «των διαφορών». Και για να γίνει παραπομπή χρειάζεται… συνυποσχετικό.
Μπορεί «κάποιοι» να είδαν ως λύτρωση από τον βραχνά, την απόσυρση του Ορούτς Ρέις τουλάχιστον για ένα εξάμηνο από τα… «αμφισβητούμενα νερά» όπως λένε ξεχνώντας όμως για 82 ημέρες παραβίασε κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου και φυσικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος. Κάποιοι άλλοι μάλιστα την απόσυρση αυτή την χαρακτήρισαν αδιάντροπα ένδειξη… «καλής θέλησης» από την Τουρκία ισχυριζόμενοι ότι πλέον μπορούν να αρχίσουν ανενδοίαστα οι διερευνητικές.
Οι προχθεσινές δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΑΜ Χουλουσί Ακάρ ότι αναζητούνται πολιτικές λύσεις στα προβλήματα, αντιμετωπίστηκαν από μέρος των ελληνικών ΜΜΕ μάλλον αφελώς ως «οπισθοχώρηση», διαγράφοντας συνειδητά ή ασυνείδητα όλα αυτά που έχει πει και κάνει μέχρι τώρα ο ίδιος αλλά και ολόκληρη η Τουρκική Πολιτική Ηγεσία.
Να υπενθυμίσουμε ότι οι πολιτικές λύσεις που επιζητούν οι Τούρκοι είναι με ελληνικά νησιά χωρίς καθόλου υφαλοκρηπίδα, με γκρίζες ζώνες και διεκδίκηση μικρονησίδων και βραχονησίδων, με νησιά χωρίς Στρατό και με τα Τουρκικά Α/Φ να πετούν ανεξέλεγκτα πάνω από τα ελληνικά νησιά.
Έχουμε κρίσιμους μήνες μπροστά μας. Κάθε εχέφρων άνθρωπος πιστεύει ότι τα διεθνή διμερή προβλήματα επιλύονται ειρηνικά όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ στο άρθρο 2 αλλά και στο άρθρο 33. Πόσο όμως ειλικρινής και παραγωγική μπορεί να είναι μία διαπραγμάτευση όταν εκτός από το casus belli της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1995, υπάρχει πλέον και το Τουρκολυβικό Μνημόνιο και κυρίως η κορύφωση της εξαναγκαστικής πολιτικής της Άγκυρας η οποία επιδιώκει γενική συνθηκολόγηση.
Η Ελληνική Κυβέρνηση αταλάντευτη στην εθνική μεταπολιτευτική γραμμή θα πρέπει να επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία μέσα και έξω από την Χώρα, ότι πιστή στις αρχές του ΟΗΕ και της ειρηνικής επίλυσης των προβλημάτων είναι έτοιμη να προχωρήσει στη επίλυση της μοναδικής ελληνοτουρκικής διαφοράς νομικής φύσεως όπως είναι η οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με βάση τις προβλέψεις και τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου.
Το τι θα κάνει με την επέκταση των χωρικών υδάτων είναι αναφαίρετο δικαίωμα και μπορεί να ασκηθεί όποτε κρίνει και σε όποια έκταση κρίνει η Ελλάδα. Άλλωστε ο ΥΠΕΞ της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Νίκος Δένδιας έχει ξεκαθαρίσει ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να δεχθεί ουδεμία επέκταση των θεμάτων των διερευνητικών συνομιλιών. Έτσι θα διαλυθεί η «ομίχλη» στον δρόμο για τις διερευνητικές, έτσι θα κατανοηθεί από φίλους και εχθρούς η στάση της Χώρας.
*Επικεφαλής στο “Παρατηρητήριο Liberal”, δημοσιεύθηκε στο liberal.gr