Η πρόσφατη παρέμβαση Σαμαρά διά της συνέντευξης στην “Καθημερινή”, δεν λέει κάτι καινούριο. Πέραν γνωστών εκπεφρασμένων θέσεων του συγκεκριμένου πολιτικού, λέει το προφανές: Ότι οποιουδήποτε είδους επαφή – διαπραγμάτευση με πειρατές αντιμετωπίζει εξ ορισμού πρόβλημα ένα πρόβλημα λογικής. Όπως και το να… διερευνάς προθέσεις για 61η φορά! Όχι δεύτερη, όχι τρίτη, όχι τέταρτη! Κατά τη γνώμη του, η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να ξεκινήσει, έστω και σε διερευνητικό επίπεδο, κανενός είδους επαφή. Είναι δε προφανές, όπως προκύπτει από επίσημες δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων, αλλά και δημοσιεύματα συστημικών γερμανικών μέσων ενημέρωσης, ότι η χώρα μας οδηγήθηκε, ή ακόμα και “σύρθηκε”, στις διερευνητικές από συμμαχικές δυνάμεις. Πρωτίστως τη Γερμανία και τις ΗΠΑ.
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Κάθε μία από τις δύο αυτές χώρες έχει τους δικούς της λόγους να μην επιθυμεί την περαιτέρω απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση. Παντί τρόπω και πάσει θυσία. Πρόκειται για γεγονός που δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά το όσα λέγονται και γράφονται κατά καιρούς, προς εξυπηρέτηση άλλων σκοπών. Η δεν είναι ΜΟΝΟ αυτό. Φτάνοντας ενίοτε να υπερθεματίζουν.
Προσφάτως, μεγάλη γερμανική εφημερίδα επέπληξε με σχόλιο της την Ελλάδα για την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο, λέγοντας ότι είναι προκλητική κίνηση προς την Τουρκία. Ακολούθησε η ανακοίνωση του ιδίου του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών που δήλωσε επισήμως ότι η Τουρκία ασχολείται μόνο με το Αιγαίο! Το ζήτημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική και την άμυνα δεν είναι αυτό.
Εντοπίζεται φυσικά στο ότι το καθεστώς Ερντογάν μέχρι στιγμής -αρχής γενομένης από το πραξικόπημα ανατροπής του στις 15 Ιουλίου του 2016- εκμεταλλεύεται αριστοτεχνικά τον “εθισμό” της Δύσης εκβιάζοντας ωμά Ουάσιγκτον και Βερολίνο. Απειλεί δε ευθέως και αξιόπιστα την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Και δώστου νέες φιλικές συστάσεις προς την Ελλάδα να υποχωρήσει αυτοεξαιρούμενη από όσα ισχύουν για όλη την υπόλοιπη υφήλιο, για κάποιο αορίστως οριζόμενο “κοινό καλό”. Το δικό τους… Για να ικανοποιηθεί ο “απροσάρμοστος” τον οποίον ο “πολιτισμένος” αποφεύγει να τον αντιμετωπίσει επικαλούμενος την “παιδεία” του, υποκρύπτοντας την απροθυμία του, η οποία ερμηνεύεται είτε ως φοβία, είτε ως κυνισμός…
Παράλληλα, στο πλαίσιο των οργανωμένων προσπαθειών που καταβάλλει εδώ και πολλά χρόνια η Τουρκία για πλήρη απεξάρτησή της από τη Δύση σε ό,τι αφορά όχι μόνο τους εξοπλισμούς αλλά και τον επιχειρησιακό προσανατολισμό των ενόπλων της δυνάμεων, το ευρύτερο επιχειρησιακό της Δόγμα δηλαδή, έχει φτάσει στο σημείο να ανταλλάσσει πυραυλική και πυρηνική τεχνολογία πλέον με το Πακιστάν.
Η συνεργασία Τουρκίας – Πακιστάν σε όλους τους τομείς, είναι διαδικασία σε ισχύ εδώ και χρόνια. Δεν λέμε κάτι νέο. Ούτε είναι είδηση το γεγονός ότι, επίσης εδώ και πολλά χρόνια, οι τουρκικοί σχεδιασμοί εκφεύγουν απολύτως πέρα από οτιδήποτε αναφέρουν οι νατοϊκές νόρμες. Για την Τουρκία, Ρωσία και Κίνα ΔΕΝ είναι αντίπαλοι. Είναι για το ΝΑΤΟ…
Παρά την πλήρη αλλαγή στον εξοπλιστικό και επιχειρησιακό τους προσανατολισμό, οι Τούρκοι δεν έχουν φυσικά κατορθώσει ακόμη να απεξαρτηθούν 100% από τη Δύση. Παράλληλα, σημαντικά προβλήματα και καθυστερήσεις έχουν σημειωθεί σε πολλά από τα προγράμματα ανάπτυξης και παραγωγής εγχώριων όπλων και συστημάτων, λόγω απαγορεύσεων εξαγωγής κρίσιμων απαρτίων και υποσυστημάτων, αλλά…
Η εξάρτηση από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη έχει μειωθεί σε σημαντικό βαθμό. Με μεγάλο κόστος σε χρήμα και χρόνο ομολογουμένως αλλά αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί τον Ρ.Τ. Ερντογάν, από τη στιγμή που εξακολουθεί να έχει την εναλλακτική χρηματοδοτική στήριξη από το εξωτερικό (Κατάρ, Αζερμπαϊτζάν…).
Οι ΗΠΑ κατά συνέπεια δεν επηρεάζουν (τελικώς δεν ελέγχουν έτσι…) την Τουρκία πλέον. Γεγονός που αποδεικνύεται και από τις αλλοπρόσαλλες “μελέτες” των think tank των ΗΠΑ. Για τη δε Ευρώπη ούτε λόγος να γίνεται… Πράγμα που σημαίνει ότι υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ΚΑΝΕΙΣ δεν εγγυάται (δεν μπορεί να εγγυηθεί…) την ασφάλεια της Ελλάδας.
Τούτων λεχθέντων, δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε την Τουρκία να αποκτήσει δυνατότητα πυρηνικής κρούσης μπας και ξυπνήσουν οι χαχόλοι στο Βερολίνο και οι της… υψηλής στρατηγικής στην Ουάσιγκτον. Είμαστε ήδη έκθετοι, επειδή έχουμε ένα αρκετά δύσκολο χώρο (ανατολικό Αιγαίο, Δωδεκάνησα, Έβρο) να προστατέψουμε.
Όσες συμφωνίες “στρατηγικού χαρακτήρα” και να υπογράψουμε, προσπαθώντας να εξασφαλίσουμε επιρροή και ανταλλάγματα, θα πρέπει να διαθέτουμε αυτόνομα τα μέσα και τα όπλα που θα καταστήσουν βαριά τα αντίποινα οποιασδήποτε τουρκικής απερισκεψίας.
Διευρύνουμε λοιπόν τη συνεργασία μας με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ και καλώς πράττουμε. Δεν φτάνει όμως αυτό… Πρέπει να εκμεταλλευτούμε περαιτέρω και τη στρατηγική μας συνεργασία και σχέση με τη Γαλλία. Ακριβώς επειδή είναι μία σχέση που μας επιτρέπει να έχουμε τα κατάλληλα όπλα αποτροπής στη διάθεσή μας. Τα όπλα απαγόρευσης πρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD, Anti-Access/Area Denial), όπως διαφορετικά αποκαλούνται.
Όπλα που αρνούμαστε ή αποφεύγουμε να αποκτήσουμε με διάφορα προσχήματα. Λέμε ότι σχεδιάζουμε τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου επιτήρησης στο Αιγαίο, αλλά και αυτή η ενέργεια από μόνη της δεν είναι αποτρεπτική. Χρειαζόμαστε όπλα που να μας δίνουν τη δυνατότητα να πλήξουμε στόχους οπουδήποτε μέσα στην Τουρκία, οποτεδήποτε.
Τα όπλα αυτά επρόκειτο να είναι διαθέσιμα στις FREMM που για πρώτη φορά είχε ζητήσει το Πολεμικό Ναυτικό από την περίοδο 2006-2008, για δεύτερη το 2018 και για τρίτη, μέσω της προμήθειας των Belhara HN, το καλοκαίρι του 2020.
Δεν αναφερόμαστε μόνο στους SCALP Naval (ΜdcΝ) που μπορούν να πλήξουν στόχους στο έδαφος σε αποστάσεις της τάξης των 1000 χιλιομέτρων, με πολύ μεγάλη ακρίβεια, για τους οποίους υπάρχουν και οι περιορισμοί διεθνούς συνθήκης που δυσχεραίνει σημαντικά την πώληση βλημάτων βεληνεκούς μεγαλύτερου των 300 χιλιομέτρων (MTCR: Missile Technology Control Regime). Συνθήκη στην οποία προχώρησε η Γαλλία το 1987 και η Ελλάδα το 1992.
Αναφερόμαστε και στους (αντιαεροπορικούς/αντιπυραυλικούς) ASTER 30 που μπορούν να δημιουργήσουν ζώνες απαγόρευσης πτήσεων σε αποστάσεις 120 τουλάχιστον χιλιομέτρων από το σκάφος επιφανείας που τους φέρει.
Με άλλα λόγια, μέσω της ακτίνας έρευνας και εντοπισμού (300 χιλιόμετρα!) του ραντάρ σταθερής διάταξης Sea Fire, οι Belhara παρέχουν όχι μόνο τη δυνατότητα κάλυψης από αέρος ολόκληρου του ανατολικού Αιγαίου και των νησιών του, αλλά και των παραλίων της Μικράς Ασίας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το Πολεμικό Ναυτικό ζήτησε ΑΥΤΑ τα καράβια.
Με αυτά τα όπλα επομένως (ΜdcN), η Ελλάδα αποκτά τη δυνατότητα να ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙ στην Τουρκία να διασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία κρίσιμων για την πολεμική της μηχανή υποδομών (πυρηνικών συμπεριλαμβανομένων…). Ανεξαρτήτως ώρας, καιρικών συνθηκών και τοποθεσίας.
Με αυτά τα όπλα (MdcN) η Ελλάδα ΑΡΝΕΙΤΑΙ στην Τουρκία πρόσβαση στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (για αυτό άλλωστε ζητά και την αποστρατικοποίηση τους), στον Έβρο και στο Καστελόριζο. Γιατί θα γνωρίζει ότι όπου και να χτυπήσει, διακινδυνεύει η απάντηση να είναι άμεση, ΟΠΟΥΔΗΠΟΤΕ εντός του εδάφους της.
Με αυτά τα όπλα (Sea Fire/ASTER 30) η Ελλάδα ΑΡΝΕΙΤΑΙ στην Τουρκία ακόμη και την απογείωση μαχητικών της αεροσκαφών από βάσεις στα μικρασιατικά παράλια, από τη στιγμή που θα μπορούμε να τα εντοπίζουμε έγκαιρα και να τα στοχοποιήσουμε, εφόσον πάρουν δυτική πορεία.
Με αυτά τα όπλα (Sea Fire/ASTER 30) η Ελλάδα ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στην τουρκική Αεροπορία να παρασύρει τα ελληνικά μαχητικά εντός της ακτίνας των S-400 που θα στηθούν σχετικά κοντά στις ακτές του Αιγαίου. Για τον πολύ απλό λόγο, ότι με το που θα εισέρχονται τα μαχητικά της στο FIR Αθηνών, θα μπορούν να καταρριφθούν και από τις ελληνικές μονάδες επιφανείας…
Η επί της ουσίας ενίσχυση της συνεργασίας μας με τη Γαλλία συνεπώς, είναι μία από τις σημαντικές εναλλακτικές μας. Αυτή είναι η ουσία. Η οποία συν τοις άλλοις λέει ότι τέτοιου είδους όπλα στη Δύση, διαθέτουν (σχεδιάζουν, αναπτύσσουν και παράγουν) μόνο οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί.
Ας μην κοροϊδευόμαστε επομένως. “Φρεγάτες” MMSC με όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα δεν αποτελούν εναλλακτική. Επίσης, αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke δεν φαίνεται να υπάρχουν ώστε να τεθεί το θέμα εάν αποδεσμεύονται ή όχι για την Ελλάδα. Το δε κόστος καθενός με τα όπλα του δεν είναι μικρότερο των 2,5 δισ. δολαρίων.
Διότι γράφτηκε ότι η Ελλάδα εξετάζει και την αγορά καινούργιων Arleigh Burke. Με το καθένα από αυτά να κοστίζει όσο 4-5 MEKO A200. Θα πρέπει να είμαστε παράφρονες… Κι όταν έρθει η ώρα να εξεταστεί το αν αποδεσμεύονται για την Ελλάδα, η λογική και η εμπειρία προειδοποιεί ότι είναι σχεδόν νομοτελειακή η έγερση ζητήματος στην Ουάσιγκτον “μη διατάραξης της ισορροπίας στην Ανατολική Μεσόγειο“. Τη φρασεολογία πίσω από την οποία υποκρυπτόταν η απροθυμία να δυσαρεστήσουν ή να προκαλέσουν την Τουρκία.
Δεν χρειάζεται λοιπόν να πάμε ούτε σε αμυντικές συμφωνίες με τη Γαλλία περιέχουσες ρήτρες αμοιβαίας συνδρομής, ούτε σε τίποτα από όλα αυτά… Αυτή τουλάχιστον είναι η άποψη του γράφοντα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να διεκδικήσουμε και να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που μας δίνει. Δεν υπάρχει “πολιτική” επιλογή στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάτι στο οποίο παραπλανητικά επιμένουν πολλοί.
Αν επιθυμούμε να διατηρήσουμε τις ισορροπίες με τις ΗΠΑ υπάρχουν δεκάδες άλλα εξοπλιστικά που μπορούμε να υλοποιήσουμε και αφορούν την προμήθεια νέων συστημάτων, καθώς και τον εκσυγχρονισμό και την υποστήριξη παλαιότερων. Είναι μέγα σφάλμα το να συνδέσουμε τις νέες μονάδες επιφανείας του ΠΝ με τα όπλα και τα συστήματα που τις έχει ζητήσει, με “ανταλλάγματα” προς τις ΗΠΑ.
Δεν μπορούμε στρουθοκαμηλίζοντας να λέμε σήμερα ότι επειδή δώσαμε το πρόγραμμα των Rafale ύψους 2-2,4 δισ. ευρώ στους Γάλλους, θα πρέπει να δώσουμε το πρόγραμμα των φρεγατών στους Αμερικανούς. Δεν είναι λογική αυτό, είναι εθνική αυτοκτονία… Μήπως δεν έχουμε ήδη δώσει στις ΗΠΑ προγράμματα ύψους 2,6 τουλάχιστον δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ (P-3H, MH-60R και εκσυγχρονισμός F-16 στο επίπεδο -V / και ακολουθούν -ορθώς- τα F-16 Block 50) από το 2015 μέχρι σήμερα;
Μήπως έτσι θα συρρικνώσουμε τη μαχητική ικανότητα του Πολεμικού Ναυτικού για τα επόμενα 30 τουλάχιστον χρόνια, από τη στιγμή που θα το περιορίσουμε στα ίδια όπλα με αυτά που διαθέτει σήμερα επάνω στις κύριες μονάδες επιφανείας του, υποβαθμίζοντας μάλιστα δραματικά και την ανθυποβρυχιακή του ικανότητα (ASW);
Το έχουμε γράψει πολλές φορές και δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε. Αν η Ελλάδα επιθυμεί να εξαντλήσει τις εναλλακτικές της έναντι της Τουρκίας, δεν έχει παρά να το κάνει… Ακόμη και αν τις επιβληθούν “διερευνητικές” ή οποιαδήποτε άλλου είδους διαπραγμάτευση, θα έχει πάντα τα περιθώρια να διαφωνήσει και να αποχωρήσει. Κι όταν χρειαστεί να αντιδράσει.
Αλλά θα πρέπει αν είναι έτοιμη γι’ αυτό. Διότι καμία άλλη χώρα δεν θα βρεθεί να το πράξει για λογαριασμό της. Ας μην ξεχνάμε, ότι στη δύσκολη στιγμή και για ένα σημαντικό όσο και κρίσιμο για την έκβαση μιας σύγκρουσης διάστημα, θα είμαστε ολομόναχοι. Ή τουλάχιστον γι’ αυτό το σενάριο θα πρέπει αν ετοιμαζόμαστε.