Του Κωνσταντίνου Θ Λαμπρόπουλου
Η στρεβλή εικόνα περί αποκλιμάκωσης στην ελληνική στρατηγική
Η παρατεταμένη ελληνοτουρκική κρίση καταδεικνύει με τον πιο σαφή τρόπο, την ουτοπική, ανορθολογική και ατροφική στρατηγική προσέγγιση της ελληνικής πλευράς κατά την ύστερη μεταπολιτευτική περίοδο έναντι της αναθεωρητικής Τουρκίας, ιδίως από το 2016 και εντεύθεν.
Ειρήσθω εν παρόδω, η ελληνική υψηλή στρατηγική έναντι της Τουρκίας δεν υφίσταται ως αποτέλεσμα μιας ενδελεχούς διαδικασίας στρατηγικού σχεδιασμού λογιζόμενου ως φιλοσοφία, μεθοδολογία και πρακτική βάσει οριοθετημένων και ιεραρχημένων εθνικών συμφερόντων, παρά ως μια αποστεωμένη δυσλειτουργική διαδικασία διαχείρισης κινδύνου στον χαμηλότερο παρονομαστή, καθώς διακατέχεται από προχειρότητα, επιφανειακή ανάγνωση του διεθνούς και περιφερειακού περιβάλλοντος, όντας ασύνδετη και επιφανειακή.
Τουτέστιν, οι ανακύπτουσες ελληνοτουρκικές κρίσεις αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένα επεισόδια (isolated incidents) και οι εξ αυτών ελληνικές πρωτοβουλίες ανάληψης αποτρεπτικής δράσης (deterrent actions) έναντι των επιθετικών -αναθεωρητικών τουρκικών ενεργειών, αναπτύσσονται σε βραχυπρόθεσμο πλαίσιο χωρίς εικόνα του επιθυμητού τελικού σταδίου (desired end state).
Αντίστοιχα, η ελληνική στρατηγική ταυτότητα (strategic identity) εμφορείται από στοιχεία ανορθολογισμού και ανεφάρμοστου ιδεαλισμού, καθώς η στρατηγική κουλτούρα που εμπεδώνεται από τους λήπτες αποφάσεων στο πολιτικό επίπεδο, είναι έμπλεη διεθνιστικών-κοσμοπολίτικων στερεοτύπων, μεταμοντέρνων δοξασιών και ουτοπικών ιδεοληψιών.
Ακολούθως, η στρατηγική δυσπραγία της χώρας, συμπυκνώνεται στα αργά ανακλαστικά σύσσωμου του ελληνικού πολιτικού συστήματος ενώπιον μιας δυνητικά κλιμακούμενης ελληνοτουρκικής κρίσης, στην εξάντληση της δυναμικής της στρατηγικής στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο, προτάσσοντας εκ των προτέρων ως απώτερο στρατηγικό στόχο της ελληνικής στρατηγικής, την Αποκλιμάκωση (de-escalation) προσδίδοντας μάλιστα ιδεολογικά στοιχεία στην έννοιά της.
Χρήζει βεβαίως σαφούς διευκρίνισης το γεγονός ότι ουδείς σώφρων θα επιθυμούσε κλιμάκωση και δυνητική σύγκρουση. Άλλωστε η Ελλάδα είναι μια χώρα που τάσσεται ανυπερθέτως υπέρ της διεθνούς νομιμότητας.
Αυτή η αδιαμφισβήτητη παραδοχή όμως, δεν πρέπει να αποπροσανατολίζει τους λήπτες αποφάσεων, οι οποίοι άκριτα, αφενός προωθούν έναν εξιδανικευμένο πασιφιστικό ρόλο για την χώρα σαν να πρόκειται για τον Καναδά ή το Βέλγιο, αφετέρου προτάσσουν την Αποκλιμάκωση πάση θυσία, απορρέουσα εξ αυτού του ρόλου, αγνοώντας τοιουτοτρόπως τις βασικές αρχές της διεθνούς πολιτικής, ήτοι την ισχύ και το συμφέρον και προπάντων αγνοώντας τις συνέπειες αυτής της επιλογής σε σχέση με τον τουρκικό αναθεωρητισμό.
Χρήζει ιδιαίτερης μνείας το γεγονός πως η Αποκλιμάκωση καταρχήν αποτελεί μια δισυπόστατη έννοια λαμβάνουσα θετικό ή αρνητικό πρόσημο αναλόγως του διακυβεύματος και σε συνάρτηση με την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος. Εναρμονίζεται συνεπώς πλήρως με τις πραγματικότητες και τις αναγκαιότητες της υψηλής στρατηγικής.
Από τα ανωτέρω συνάγεται το εξής: H ιδεολογικοποίηση και η εξ αυτής ταύτιση της Αποκλιμάκωσης, με την εξυπηρέτηση εθνικού συμφέροντος υφίσταται μόνον υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ήτοι την επιθυμητή έκβαση μιας διαμάχης κατόπιν κατίσχυσης των φίλιων διπλωματικών ή στρατιωτικών δυνάμεων επί του πεδίου.
Η Αποκλιμάκωση απαγορεύεται να αποτελεί αυτοσκοπό, λειτουργούσα ως άλλοθι αστοχιών και αδυναμιών της στρατηγικής υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος.
Αποτελεί στρατηγικό παράδοξο και σαφές ανορθολογικό πρότυπο να λογίζεται ως απώτερος και καταληκτικός στρατηγικός στόχος της χώρας έναντι της Τουρκίας, καθώς εκλείπει από την εξίσωση ο παράγων του κόστους επίτευξης, που συνδέεται άρρηκτα με την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος.
Επενδύοντας σε χίμαιρες
Η βραχυπρόθεσμη διάσταση της ελληνικής στρατηγικής, η αδυναμία αναγνώρισης του βάθους της τουρκικής απειλής, το υφιστάμενο φοβικό σύνδρομο των πολιτικών ελίτ και η στρατηγική κουλτούρα του αδυνάτου (underdog culture) που καθιστά ευεπίφορο το έδαφος για μετάθεση των βαρών σε τρίτους, λειτουργούν διαβρωτικά για την αντιμετώπιση της εκτεταμένης τουρκικής απειλής τόσο σε βάθος χρόνου όσο και βραχυπρόθεσμα.
Η επίσπευση των διερευνητικών χάριν του στόχου της αποκλιμάκωσης λειτουργεί παραμορφωτικά για τα ελληνικά συμφέροντα.
Παραγνωρίζεται τόσο το πλαίσιο της παρατεταμένης ελληνοτουρκικής κρίσης όσο κυρίως το βάθος της τουρκικής στρατηγικής δημιουργίας τετελεσμένων. Επιπρόσθετα αγνοείται η οριζόντια και κάθετη αυξομείωση της έντασης και της κλιμάκωσης, απόρροια του τουρκικού υβριδικού δόγματος πολυ-επίπεδων επιχειρήσεων.
Η ελληνική πλευρά λειτουργεί με την λογική του αντικατοπτρισμού (mirror -image) των δικών της πεποιθήσεων, καλλιεργώντας ανέφικτες προσδοκίες περί προσφυγής στη Χάγη και τελικής ταχείας διευθέτησης των Ελληνοτουρκικών με αυστηρώς διπλωματικό τρόπο.
Η αμείλικτη πραγματικότητα του τουρκικού αναθεωρητισμού
Παραταύτα, τα δεδομένα που απηχούν την αμείλικτη πραγματικότητα δεν δύνανται να αγνοούνται (ισχύει στην στρατηγική ανάλυση το περίφημο facts matter) χάριν μιας ανερμάτιστης προσέγγισης που βρίθει ιδεολογικών στερεοτύπων, όπως η άποψη ορισμένων κύκλων (με μειοψηφική απήχηση στην ελληνική κοινή γνώμη αλλά δυσανάλογη απήχηση σε κέντρα λήψης αποφάσεων), περί της δυνατότητας και αναγκαιότητας ενός "έντιμου συμβιβασμού" κατά το πρότυπο της μεταπολεμικής προσέγγισης Γαλλίας -Γερμανίας.
Πρόκειται για μια αυθαίρετη ανιστόρητη και ιδεοληπτική κατασκευή ενός μοντέλου παντελώς ακατάλληλου και ανεφάρμοστου για τα ελληνοτουρκικά δεδομένα. Η Γερμανία αφενός είχε υποστεί συντριπτική στρατιωτική ήττα στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο αφετέρου και οι δύο χώρες αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στην συστημική αλλαγή του μεταπολεμικού διπολισμού και στις πραγματικότητες του Ψυχρού Πολέμου, ενώ δεν θα πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός των κοινών αξιακών και πολιτισμικών κωδίκων του ευρωπαϊκού δυτικού πολιτισμού που αποτέλεσαν βάση συνεννόησης των δύο χωρών.
Η Τουρκία του Ερντογάν αποτελεί μια αυταρχική ισλαμική χώρα με ευρύτατες αναθεωρητικές βλέψεις που απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα, και αντιλαμβάνεται τις διμερείς σχέσεις ως παίγνιο μηδενικού αθροίσματος.
Η αναθεωρητική στρατηγική προσέγγιση της γείτονος μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εμπίπτει στο παίγνιο των δύο επιπέδων του Robert Putnam που αναφέρεται στην διάδραση του εσωτερικού και του διεθνούς επιπέδου στην διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτική.
Ως εκ τούτου δεν πρέπει να παραβλέπεται αφενός ο σαφής εσωτερικός πολιτικοκοινωνικός μετασχηματισμός της γείτονος, ο οποίος βασίζεται στα προτάγματα του ισλαμικού συντηρητισμού και του εθνικισμού, στοιχεία που αποτελούν τον ενοποιητικό παράγοντα τεράστιων μαζών υπό ένα νέο εθνικιστικό ιδεώδες εδραζόμενο στην ωρίμανση της τουρκο-ισλαμιστικής σύνθεσης.
Αφετέρου οφείλει να αναγνωριστεί η καταλυτική επίδραση της συστημικής μεταβολής στον 21ο αιώνα ως προς την εμπέδωση ενός νέου αυτόνομου ρόλου της Τουρκίας με σημαντικά σημεία απόκλισης από την ευρωατλαντική αρχιτεκτονική ασφαλείας.
Επιπρόσθετα, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η νεότευκτη επεκτατική στρατηγική κουλτούρα του τουρκικού στρατού ως οργανισμoύ που διαρκώς διεξάγει επιθετικές πολεμικές επιχειρήσεις πέραν των τουρκικών συνόρων (out of area), ούτε η μετατροπή της Τουρκίας από ένα αναθεωρητικό κράτος στον άμεσο περίγυρό του, σε ένα πολεμικό κράτος (warrior state) με εκπεφρασμένες επεκτατικές βλέψεις, με ανάληψη διαδοχικών επιθετικών δράσεων προληπτικού χαρακτήρα και σαφείς προθέσεις ανάληψης υπερ-περιφερειακής ηγεμονίας.
Άλλωστε ο τουρκικός αναθεωρητισμός έχει διαχρονικό και στρατηγικό βάθος. Η Άγκυρα επενδύει στην στρατηγική της ασφυκτικής πίεσης εν είδει πολιορκίας αρχικά δια της αρνήσεως ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων παράλληλα όμως στοχεύει στον πυρήνα της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας.
Η Αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης αποτελεί διαχρονική στρατηγική επιλογή των τουρκικών ελίτ. Στην παρούσα συγκυρία εμπλουτίζεται με θεωρήσεις ζωτικού χώρου και εξωφρενικές θεωρητικές κατασκευές όπως η "Γαλάζια Πατρίδα".
Θέτοντας το ζήτημα σε ρεαλιστική βάση
Κατά συνέπεια, η λογική της αποκλιμάκωσης μέσω των διερευνητικών επαφών ετέθη πρόχειρα, χωρίς επεξεργασμένο πλάνο και κυρίως χωρίς μεσο-μακροπρόθεσμη οπτική των πραγμάτων. Ως προς την βραχυπρόθεσμη ατζέντα, οι τουρκικές επιθετικές ενέργειες των προηγούμενων μηνών ουσιαστικά παραγράφονται, επιπρόσθετα δίδεται χρόνος στην Τουρκία να λάβει θετική ατζέντα στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο του Μαρτίου ενώ αποφεύγονται οι κυρώσεις.
Ο πήχης της Αποκλιμάκωσης μεσοπρόθεσμα τίθεται χαμηλά ως προηγούμενο. Καθώς το blame game πιθανότατα θα τεθεί επί τάπητος λίαν συντόμως από την τουρκική πλευρά, η ελληνική στρατηγική επιβάλλεται να αναθεωρήσει το υφιστάμενο πλαίσιο και να αποφύγει τις χίμαιρες μιας επιλογής φαινομενικής ταχείας επίλυσης στο προσεχές μέλλον που θα περιλαμβάνει σωρεία τουρκικών παράνομων διεκδικήσεων.
Η Αποκλιμάκωση ως επιλογή επιβάλλεται να τεθεί σε συνάρτηση με το επερχόμενο κόστος επί τη βάσει του εθνικού συμφέροντος stricto sensu, λαμβάνοντας υπόψη, την αλλαγή δεδομένων στο περιφερειακό και διεθνές γίγνεσθαι.
Αν υποτεθεί ότι υφίσταται στόχος κέρδους πολύτιμου χρόνου (buying time) μέσω της προσωρινής αποκλιμάκωσης, απαιτείται να αποτιμηθεί βάσει του κόστους- οφέλους και να τεθεί υπό συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα ώστε να υπάρξει απαραίτητη αναπροσαρμογή.
Αξίζει να επισημανθεί πως η λογική της Αποκλιμάκωσης χωρίς κόστος στον αντίπαλο αποτελεί μια επιλογή που απλώς μεταθέτει το πρόβλημα και το χειροτερεύει δυνητικά στο μέλλον καθώς λογίζεται ως ένδειξη αδυναμίας από την επιτιθέμενη πλευρά.
Η αποκόμιση βραχυπρόθεσμου κέρδους χρόνου μέσω μιας προσωρινής αποκλιμάκωσης, θα πρέπει να ιδωθεί υπό ένα επεξεργασμένο πλαίσιο και να συνοδεύεται αφενός από μακροπρόθεσμη ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας και αφετέρου από τον εμποτισμό του συστήματος λήψης αποφάσεων με μια στρατηγική νοοτροπία ανθεκτικότητας και επικράτησης. Εγχείρημα δύσκολο όχι όμως ακατόρθωτο λαμβάνοντας υπόψη την κρισιμότητα της συγκυρίας.
* Ο κ. Κων/νος. Θ Λαμπρόπουλος είναι Στρατηγικός Αναλυτής, Εταίρος Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης capital.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com