25.10.20

Εθνικό UAV: Δυνατότητα για ανάπτυξη οπλισμένων υπάρχει στην Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια…

 

 

Στην άμεση ανάγκη ένταξης οπλισμένων UAV σε υπηρεσία στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, έχουμε αναφερθεί επανειλημμένα στο παρελθόν. Επανερχόμαστε για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι οι εξελίξεις στο Άρτσαχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ). Ο δεύτερος έχει άμεση σχέση με τον πρώτο. Προκύπτει από αυτόν. Και δεν είναι άλλος από το ότι ο πόλεμος που ξεκίνησε το Αζερμπαϊτζάν, με τουρκική προτροπή και συνδρομή εναντίον της Αρμενίας, είναι το τρίτο κατά σειρά καμπανάκι που χτυπά για την Ελλάδα, μετά τις επιχειρήσεις οπλισμένων τουρκικών UAV σε Συρία και Λιβύη. Η οποία (Ελλάδα) εξακολουθεί να επιδεικνύει μία ανεξήγητη αδράνεια και στον τομέα αυτό.

Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη

Υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε ίσως να δικαιολογήσουμε την αδράνεια αυτή. Υπό τις παρούσες όμως όχι. Ποιες είναι αυτές “οι παρούσες” συνθήκες όμως;

1. Πρώτο και ισχυρότερο κίνητρο (συνθήκη), είναι το ότι πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αυτή η νέα μορφή τουρκικής απειλής.


2. Το κόστος δεν είναι απαγορευτικό. Είναι ασφαλώς εντός των δυνατοτήτων μας.
3. Από πλευράς τεχνογνωσίας και παραγωγικής δυνατότητας, έχουμε και το κατάλληλο έμψυχο δυναμικό και τις υποδομές. Επιλέγουμε να μην εκμεταλλευόμαστε τίποτα από τα δύο, εδώ και δεκαετίες στην κυριολεξία.
4. Ως χώρα – μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ έχουμε τη δυνατότητα πρόσβασης (ως προς την αποδέσμευση, την προμήθεια, την υποστήριξη και την εκμετάλλευση) σε κρίσιμα συστήματα και όπλα.

Η απόφαση λοιπόν πρέπει να ληφθεί (έπρεπε ήδη να έχει ληφθεί…) σε κυβερνητικό επίπεδο. Να γίνει κάτι αντίστοιχο με την περίπτωση της προμήθειας του Rafale δηλαδή. Στο πλαίσιο των επενδύσεων που έχουν εξαγγελθεί για τον επανεξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Και αυτό επιβάλλεται προκειμένου να κερδίσουμε χρόνο.

Δεδομένου ότι κάθε διαδικασία προχωρά με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, αλλά και το ότι αποδεικνύεται πολύ δύσκολη κάθε αλλαγή (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νόμος Βενιζέλου που παρά τις εξαγγελίες κατάργησης-αντικατάστασής του εδώ και χρόνια, παραμένει ενεργός!), η ανάπτυξη ενός ή και δύο εθνικών UAV με δυνατότητα μεταφοράς και αξιοποίησης όπλων είναι επιβεβλημένη και πρέπει να ανατεθεί σε επιτροπή που θα συγκροτηθεί από εμπειρογνώμονες των ΕΔ και των Σωμάτων Ασφαλείας.

Άποψή μας είναι ότι η επιτροπή αυτή θα πρέπει σε συνεργασία με δημόσιους (πανεπιστήμια και πολυτεχνικά ερευνητικά κέντρα) και ιδιωτικούς φορείς (εταιρείες) να καταλήξει στις απαιτούμενες προδιαγραφές (τεχνικές και επιχειρησιακές) και να αναθέσει ερευνητικό και αναπτυξιακό έργο. Θα πρέπει δηλαδή να μοιράσει αρμοδιότητες και σε τελική ανάλυση και κατασκευαστικό έργο, όταν ολοκληρωθούν οι δοκιμές και ληφθεί απόφαση παραγωγής.

Όλα αυτά έπρεπε να έχουν γίνει χθες, επαναλαμβάνουμε. Ο χρόνος κυλά σε βάρος της Ελλάδας και αυτό είναι το πρώτο και σημαντικότερο κίνητρο για την ανάληψη μίας τέτοιας δράσης.

Εναλλακτικές από τις ΗΠΑ δεν υπάρχουν για την άμεση προμήθεια οπλισμένων UAV, από τη στιγμή που ακόμη και τα MQ-1 Predator που απέσυρε από την ενεργό υπηρεσία η USAF, δεν αποδεσμεύθηκαν για την Ελλάδα, παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν αρχικά.

Το μεγάλο πρόβλημά μας, πέρα από το ότι βρισκόμαστε 10 χρόνια τουλάχιστον χρόνια πίσω από την Τουρκία σε αυτό το κομμάτι, εντοπίζεται στο ότι και στην Ευρώπη δεν υπάρχουν διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις για την άμεση αγορά έστω και μικρού αριθμού οπλισμένων UAV. Βέβαια, ακόμη και αν υπήρχαν, το κόστος θα ξεπερνούσε τα 30-40 εκατομμύρια ευρώ ανά μονάδα, κάτι που ισχύει και για τα αμερικανικά MQ-9 Reaper.

Εναλλακτικές και περιορισμοί
Ενδεικτικό της περιορισμένης ενασχόλησης με τα οπλισμένα UAV στην Ευρώπη, είναι το γεγονός ότι ακόμη και η Γαλλική Αεροπορία, αξιοποιεί επιχειρησιακά αμερικανικά MQ-9 Reaper για την κάλυψη των αναγκών της.

Σε δημοσίευμά μας πολλά χρόνια πριν επισημαίναμε τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Ιταλική Αεροπορία στην διαδικασία ενσωμάτωσης όπλων επάνω στα MQ-9 Reaper που είχε παραγγείλει εσπευσμένα από τις ΗΠΑ, για την κάλυψη επιχειρησιακών αναγκών στο Αφγανιστάν…

Όπως θα διαβάσετε στο σχετικό δημοσίευμα, οι ΗΠΑ χρονοτριβώντας επί δύο περίπου χρόνια, απέφυγαν να επιτρέψουν την ενσωμάτωση όπλων επάνω στα MQ-9 των Ιταλών, γεγονός που προκάλεσε την αγανάκτησή τους και την αναζήτηση εταίρων προς ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού οπλισμένου UAV.

Μόνο οι Βρετανοί και οι Γάλλοι διαθέτουν οπλισμένα MQ-9, ενώ οι πρώτοι είχαν πιστοποιήσει στα αεροσκάφη αυτά και τον Brimstone και μάλιστα με αμερικανική χρηματοδότηση! Οι Ιταλοί στις αρχές της περασμένης δεκαετίας βρέθηκαν στο σημείο που βρισκόμαστε και εμείς σήμερα.

Επιθυμώντας να καλύψουν άμεσα το επιχειρησιακό κενό που προκαλούσε η απουσία οπλισμένων UAV από τις ένοπλες δυνάμεις τους, επέλεξαν την παραγγελία αμερικανικών MQ-1 και MQ-9 σε πρώτη φάση.

Για να ανακαλύψουν κατόπιν εορτής ότι τα χρήματα που είχαν επενδύσει για την προμήθεια αυτών των αεροσκαφών, πήγαν χαμένα, από τη στιγμή που χωρίς όπλα θα μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν μόνο ως πλατφόρμες αναγνώρισης!

Από την ίδια σχεδόν διαδικασία πέρασαν και οι Τούρκοι. Οι οποίοι εξαρχής ζήτησαν οπλισμένα UAV από τις ΗΠΑ και αφού έλαβαν αρνητική απάντηση, μπήκαν στη διαδικασία να αναπτύξουν εγχώρια δικά τους συστήματα… Με μεγάλο κόστος ομολογουμένως σε χρόνο και χρήμα.

Για την Ελλάδα το κόστος και σε χρόνο και σε χρήματα δεν θα είναι τόσο μεγάλο δεδομένου ότι, όπως προαναφέραμε η τεχνογνωσία υπάρχει, όπως υπάρχει και η πρόσβαση σε ευρωπαϊκά συστήματα και όπλα. Τουλάχιστον θεωρητικά…

Βέβαια το κόστος με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι Τούρκοι δεν περιέλαβε μόνο τα UAV αυτά καθεαυτά, αλλά και τα όπλα τους. Τους πυραύλους MAM-C βάρους εφτά μόλις κιλών και MAM-L (21,5 κιλών) της Roketsan. Το εγχείρημα δεν είναι καθόλου απλό, αλλά και στην περίπτωση τους οι εναλλακτικές ήταν εξαιρετικά περιορισμένες έως ανύπαρκτες.

Σημειώστε ότι μέχρι σήμερα στην ευρωπαϊκή αγορά δεν έχει παρουσιαστεί κάτι αντίστοιχο του αμερικανικού MQ-9 Reaper. To Falco Xplorer της ιταλικής Leonardo που πέταξε στις 15 Ιανουαρίου του 2020 και δεν περιλαμβάνει κανένα αμερικανικό απάρτιο ή σύστημα, καθαρά για λόγους αποφυγής περιορισμών στην εξαγωγή του προς τρίτες χώρες.

Έχει τη δυνατότητα να πετά για 24 ώρες σε ύψη μέχρι και τα 30.000 πόδια, μεταφέροντας φορτίο 250 κιλών. Θα πιστοποιηθεί για πτήσεις εντός ελεγχόμενων και μη εναέριων χώρων, ενώ οι Ιταλοί προς το παρόν έχουν γνωστοποιήσει ότι το νέο UAV δεν θα μεταφέρει όπλα.

Όμως το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνει απάρτια και συστήματα αμερικανικής σχεδίασης και κατασκευής υπήρξε απόλυτα συνειδητή επιλογή, προκειμένου η εξαγωγή του να μην αποτελεί αντικείμενο έγκρισης από τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της αμερικανικής νομοθεσίας ITAR (International Traffic in Arms Regulations).

Επιπλέον, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του είναι εντός των προδιαγραφών «Κατηγορίας 2» της συμφωνίας MTCR (Missile Technology Control Regime). Οι δύο αυτές συνθήκες επιτρέπουν στην Leonardo να εξάγει σε τρίτες χώρες το Falco Xplorer, χωρίς να χρειάζεται την έγκριση των ΗΠΑ.

Η νομοθεσία ITAR προβλέπει ότι εάν ένα μη-αμερικανικό σύστημα, περιλαμβάνει αμερικανικής κατασκευής υπό-συστήματα σε ποσοστό άνω του 10%, τότε η έγκριση του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών είναι υποχρεωτική.

Επισημαίνεται ότι το 2018 είχε δημιουργηθεί σχετικό θέμα με την πώληση όπλων SCALP-EG στην Αίγυπτο. Τελικά η Αίγυπτος έλαβε την αμερικανική έγκριση, αλλά πρός αποφυγή μελλοντικών προβλημάτων τέτοιου είδους, η Γαλλία ανακοίνωσε ότι ξεκινά πρόγραμμα αντικατάστασης των αμερικανικών υπό-συστημάτων του SCALP-EG με γαλλικά.

Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο επομένως ότι είναι θέμα χρόνου η πιστοποίηση και ενσωμάτωση όπλων στο Falco Xplorer της Leonardo, ενώ το ίδιο ισχύει και με το γαλλικό Patroller του γαλλικού SAFRAN Group.

Ευρωπαϊκά οπλισμένα UAV της κατηγορίας του αμερικανικού MQ-9 Reaper και των δυνατοτήτων του, δεν υπάρχουν λοιπόν. Τουλάχιστον προς το παρόν. Μόνο στην Κίνα έχει αναπτυχθεί και παράγεται κάτι αντίστοιχο.

Προς υποστήριξη των δυνάμεων του στρατάρχη Χαφτάρ στη Λιβύη, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατέφυγαν στη λύση της άμεσης προμήθειας κινέζικων CAIG CJ-2/Wing Loong II και της αποστολής τους στο δυτικό τμήμα της Λιβύης για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων.

Οι εναλλακτικές μας λοιπόν είναι εξαιρετικά περιορισμένες σε αυτή την κατηγορία μη επανδρωμένων αεροσκαφών, κάτι που αποδεικνύει και το γεγονός ότι μόλις 12 χώρες στον κόσμο αξιοποιούν σήμερα τέτοια συστήματα.

Η ελληνική περίπτωση και οι πραγματικές δυνατότητες
Ανατρέχοντας στα στοιχεία που παρέχει η κατασκευάστρια του ΤΒ 2 Bayraktar (Baykar), βλέπουμε ότι η οπλισμένη έκδοση του αεροσκάφους έχει μέγιστο βάρος απογείωσης 650 κιλών. Η δε μεταφορική ικανότητα ανέρχεται σε 155 κιλά.

Αν απευθυνθείτε στο αφιέρωμα στο ελληνικό Τάλως που είχαμε παρουσιάσει πριν από τρεισήμισι περίπου χρόνια, θα διαπιστώσετε ότι ακόμη και καθαρά ιδιωτικές και αυτοχρηματοδοτούμενες ελληνικές προσπάθειες, χωρίς καμία κρατική υποστήριξη και καθοδήγηση, έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν αυτά τα νούμερα.

Σε ό,τι αφορά στα όπλα, υπάρχει πάντα η δυνατότητα απλών λύσεων, όπως είναι οι βόμβες μικρού βάρους, ή ακόμη και ρουκέτες των 2,75 ιντσών, οι γνωστές Hydra, που μπορούν να αξιοποιηθούν σε καλάθους ακόμη και στην πιο ακριβή καθοδηγούμενη μέσω λέιζερ έκδοσή τους (APKWS). Ακόμη και για περισσότερο εξελιγμένα όπλα όμως, υπάρχουν εναλλακτικές. Απλά πρέπει να επενδυθεί περισσότερος χρόνος και μεγαλύτερα κονδύλια φυσικά.

Επίσης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σε περίπτωση πιστοποίησης και ενσωμάτωσης καθοδηγούμενων πυραύλων, είτε μέσω λέιζερ, είτε μέσω υπερύθρων (IR), απαιτείται και η ύπαρξη πυργίσκου ηλεκτροοπτικών όπως αυτός της Wescam που αξιοποιείται στο τουρκικό TB2, για σκοπούς αυτόνομης κατάδειξης.

Το σύνολο των απαρτίων και των υποσυστημάτων που έχει ενσωματωθεί στο τουρκικό Bayraktar, μπορεί να βρεθεί ακόμη και στο ελεύθερο εμπόριο, ή κάποια να κατασκευαστούν και εγχώρια!

Η ΕΑΒ θα μπορούσε κάλλιστα να αναλάβει τις δοκιμές και την μαζική παραγωγή ενός καθαρά ελληνικής σχεδίασης και κατασκευής οπλισμένου UAV, σε συνεργασία με εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο και πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα όπως προαναφέραμε. Αυτό που χρειάζεται για να παρακαμφθεί η γραφειοκρατία σε συνδυασμό με τις ατέρμονες και δαιδαλώδεις διαδικασίες της ελληνικής πραγματικότητας, είναι πολιτική βούληση.

Και όταν λέμε πολιτική βούληση εννοούμε την εντολή ενός πρωθυπουργού προς τον υπουργό Άμυνας (ή οποιονδήποτε άλλο υπουργό πρέπει να εμπλακεί…) να υλοποιηθεί στο μικρότερο χρονικό διάστημα ένα τέτοιο πρόγραμμα.

Εννοούμε επίσης ότι σε περίπτωση αλλαγής μία κυβέρνησης, η επόμενη θα αναλάβει να συνεχίσει το πρόγραμμα και να το περατώσει υπό τους ίδιους όρους, ή και καλύτερους, χωρίς να εγκαταλείψει. Αν κάποτε γίνουν όλα αυτά τότε θα δούμε και ελληνικά UAV σε υπηρεσία. Οπλισμένα και μη…

https://www.defence-point.gr/