https://www.pronews.gr
Ας ξεκινήσουμε με λίγες βασικές πληροφορίες γεωγραφίας που θα μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο 66χρονος Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και η χώρα του.
Η Τουρκία αποτελεί τμήμα της νοτιοδυτικής Ασίας, με ένα μικρό κομμάτι της επικράτειάς της (το 3%) να ακουμπά στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Είναι η 37η χώρα σε έκταση στον κόσμο που συνορεύει δυτικά με την Ελλάδα, βορειοδυτικά με τη Βουλγαρία, ανατολικά με τη Γεωργία, την Αρμενία, το Ιράν και το θύλακα της αυτόνομης δημοκρατίας Ναχιτσεβάν του Αζερμπαϊτζάν και νοτιοανατολικά με το Ιράκ και τη Συρία.Συν τοις άλλοις στον νότο έχει θαλάσσια σύνορα με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Απ’ όλες αυτές τις χώρες, επί της ουσίας μονάχα με τη Βουλγαρία ο κ. Ερντογάν διατηρεί άριστες σχέσεις. Άλλωστε ο Ερντογάν γνωρίζεται καλά με τον ομόλογό του Μπόικο Μπορίσοφ από τότε που ο πρώτος ήταν δήμαρχος Κωνσταντινούπολης και ο δεύτερος δήμαρχος Σόφιας. Με όλα τα υπόλοιπα όμορα κράτη καταγράφεται κατά καιρούς ένα κλίμα εντάσεων, απειλών ακόμη και πολεμικής σύγκρουσης σε τόσο έντονο βαθμό, που πλέον δεν βγαίνει νόημα με όρους ρεαλιστικής προσέγγισης η ασκούμενη εξωτερική πολιτική του.
Ακόμη και εάν ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμεί να γίνει ένας σύγχρονος «σουλτάνος» θα έπρεπε να γνωρίζει ότι οι πραγματικοί σουλτάνοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας φρόντιζαν να περιορίζουν τις συγκρούσεις στο μεγαλύτερο τμήμα των συνόρων τους, ιδίως όταν αυτά ήταν πολύ εκτεταμένα. Κι αυτό γιατί η προστασία τους δεν ήταν πάντα εύκολη και εάν άνοιγαν ένα μέτωπο στη μια πλευρά, είχαν πάντα το φόβο μιας αναπάντεχης επίθεσης από την άλλη. Ο κ. Ερντογάν όμως δεν σκέφτεται έτσι και δείχνει να επιλέγει τις πολυμέτωπες επιθέσεις χωρίς να συνυπολογίζει το κόστος τέτοιου είδους κινήσεων. Ας δούμε τι συμβαίνει αναλυτικά στα σύνορά του.
Το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και η κατοχή της Κύπρου
Καταρχάς δυτικά, γνωρίζουμε καλά τις σχέσεις που διατηρεί με την Ελλάδα, δεν χρειάζεται να τις αναλύσουμε ιδιαίτερα. Κάθε τρεις και λίγο μας απειλεί ανοικτά με πόλεμο. Εδώ και ένα μήνα το ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis» περιφέρεται παρανόμως υπό τη συνοδεία του τουρκικού στόλου σε θαλάσσιες περιοχές μεταξύ Ρόδου και Κρήτης που ορίζονται από παράτυπες Navtex που εκδίδει η Άγκυρα, ενώ η τουρκική ηγεσία κάνει συνεχείς αναφορές στο δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», έναν όρο που χρησιμοποιείται για να καταδείξει τις θάλασσες, την υφαλοκρηπίδα αλλά και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη που οι εξ ανατολών γείτονές μας θεωρούν ότι τους ανήκουν.
Με την Κύπρο ομοίως οι σχέσεις είναι γνωστές. Η Τουρκία εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ενώ μόνιμο «αγκάθι» παραμένει η κατοχή εδώ και 46 χρόνια του βόρειο τμήματος της νήσου από τα τουρκικά στρατεύματα.
Τα απόνερα του τουρκο-λιβυκού μνημονίου
Την ίδια ώρα ο Ταγίπ Ερντογάν έχει φροντίσει να υπογράψει από τα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου ένα μνημόνιο κατανόησης (MoU) με τον πρωθυπουργό της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας της κατακερματισμένης Λιβύης Φαγέζ αλ Σαράζ, βάσει του οποίου οι δύο χώρες συμφωνούν να συνεργαστούν στον «καθορισμό θαλάσσιων δικαιοδοσιών», παρεμβαίνοντας για μια ακόμη φορά στον εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται στη χώρα της βόρειας Αφρικής προκειμένου να μπορέσει να πραγματοποιήσει γεωτρήσεις για την άντληση υδρογονανθράκων ανοικτά των λιβυκών ακτών.
Μια τέτοια κίνηση όμως προκαλεί πλέον ανοικτά όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς επίσης και τη Γαλλία με τη Ρωσία που στηρίζουν τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ ο οποίος μάχεται με τον δικό του στρατό κατά της κυβέρνησης της Τρίπολης και των Τούρκων υποστηρικτών της. Συνυπολογίστε το γεγονός ότι μόλις στα μέσα Ιουλίου το Κοινοβούλιο της Αιγύπτου εξουσιοδότησε τον πρόεδρο της χώρας Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι να επέμβει στρατιωτικά στη Λιβύη σε περίπτωση που οι δυνάμεις του Σαράζ που υποστηρίζονται από την Άγκυρα, επιχειρήσουν να μπουν στην πόλη Σύρτη, γενέτειρα του Μουαμάρ Κανταφι ή να χτυπήσουν την αεροπορική βάση της Τζούφρα.
Ανοικτοί λογαριασμοί με την Συρία του Άσαντ
Η συνεχής εμπλοκή της Τουρκίας στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης όμως, ενδέχεται να την φέρει την πρώτη σε δυσμενή θέση καθώς ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ανοικτούς λογαριασμούς και με τη Συρία. Στις βουλευτικές εκλογές της χώρας της Μέσης Ανατολής που διεξήχθησαν στις 19 Ιουλίου 2020, στο περιθώριο του 9ετούς εμφυλίου, νικητής αναδείχθηκε για μια ακόμη φορά το Κόμμα της Αραβικής Σοσιαλιστικής Αναγέννησης του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, κάτι που μονάχα έκπληξη δεν αποτελεί. Ο Ερντογάν έσπευσε να δηλώσει πως οι εκλογές ήταν αδιάβλητες τονίζοντας με νόημα ότι «μέχρι να απελευθερωθεί ο συριακός λαός και αρχίσει να ζει ειρηνικά, εμείς θα παραμείνουμε (σ.σ. και) στη χώρα αυτή».
Μέτωπο με τους Κούρδους του βορείου Ιράκ
Παράλληλα ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ανοικτά μέτωπα με τους Κούρδους στην περιοχή του βορείου Ιράκ. Τουρκικές δυνάμεις πραγματοποιούν από τα μέσα Ιουνίου του τρέχοντος έτους νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις εντός του εδάφους της Δημοκρατίας του Ιράκ, έχοντας επισήμως ως στόχο την εξάρθρωση των βάσεων που διατηρεί εκεί το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα PKK. Ως μια άμεση πρώτη συνέπεια ήταν να κηρυχθεί ανεπιθύμητος ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ. Θυμίζουμε ότι στην ίδια την Τουρκία, οι Κούρδοι αποτελούν τη μεγαλύτερη μη τουρκική εθνότητα φθάνοντας σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις το 18% του πληθυσμού.
Ένταση και με την Αρμενία, την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία
Παράλληλα η Τουρκία έχει σπεύσει να συμπαραταχθεί με το Αζερμπαϊτζάν στην αντιπαράθεση που έχει με την Αρμενία, η οποία είναι μια από τις χώρες με τις οποίες συνορεύει. Τέλος, σε κείμενο που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας αναφέρεται ότι η χώρα στηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της Γεωργίας και δεν αναγνωρίζει τη λεγόμενη ανεξαρτησία της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας. Παρ’ όλα αυτά η Τουρκία αντί να κλείνει μέτωπα, ανοίγει συνεχώς καινούργια. Πολλοί θεωρούν ότι έπεται και συνέχεια…