Νικόλαος Λ. Μωραίτης* |
Οι συγκυρίες απαιτούν ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, η εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας για τα 12 μίλια Αιγιαλίτιδας και της ΑΟΖ είναι ένα από τα πολλά ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα. Η εθνική μας ασφάλεια απαιτεί την εφαρμογή των προνοιών του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της Θάλασσας που θα εξασφαλίσει την ακεραιότητα της Ελληνικής επικράτειας.
.Είναι γεγονός ότι, σύμφωνα με τους αρχαίους ιστορικούς, φιλοσόφους και γεωλόγους, «το ελληνικό έθνος ζούσε στο Αιγαίο από την αυγή της ιστορίας. Το Αιγαίο είναι το λίκνο του Ελληνισμού. Οι Έλληνες του Αιγαίο γεννήθηκαν από την ιστορία. Η ιστορική πραγματικότητα του Αιγαίου αναφέρεται στα πραγματικά γεγονότα και γεγονότα που συνέβησαν από τα τελευταία 3.000 χρόνια, από την προέλευση του Αιγαίου, μέχρι το παρόν.
Η ιστορία πιστοποιεί ότι ο ελληνικός πολιτισμός άρχισε στο Αιγαίο από τη νεολιθική εποχή (7.000 – 6.000 π.χ.). Εντάθηκαν κατά την εποχή του χαλκού (3.200 – 2.00 π.χ.) και κορυφώθηκαν με την ανάπτυξη του μινωικού πολιτισμού, που εξαπλώθηκε σε όλο το Αιγαίο (1.600 π. χ.)». Οι Τούρκοι εμφανίστηκαν στην περιοχή το 11ο αιώνα με τις πρώτες πειρατικές επιδρομές. Η πειρατεία συνεχίζεται και σήμερα με την μόνη διαφορά, ότι σημερινές πειρατικές παραβιάσεις και προκλήσεις έχουν στόχο κατακτητικό και επεκτατικό
Μια αξιολόγηση μιας σειράς γεγονότων αποκαλύπτει ότι η ελληνοτουρκική διαφωνία απορρέει από την επιμονή της τουρκικής κυβέρνησης να αρνηθεί ότι τα νησιά του Αιγαίου έχουν το δική τους υφαλοκρηπίδα. Αντίθετα, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα.
Πιο συγκεκριμένα, «τα νησιά Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Λήμνος, Άγιος Ευστράτιος, Ψαρά, Αντίψαρα, Σάμος, Ικαρία, νησιά Δωδεκανήσου (Πάτμος, Λέρος, Κάλυμνος, Κω, Αστυπάλαια, Νίσυρος, Τήλος, Σύμη, Χάλκη, Ρόδος, Κάρπαθος, και όλα τα άλλα), αποτελούν μέρος της επικράτειας της Ελλάδας και δικαιούνται το τμήμα της υφαλοκρηπίδας που τους ανήκει σύμφωνα με τις ισχύουσες αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Αυτά τα νησιά βρίσκονται στην υφαλοκρηπίδα που εκτείνεται κάτω από τη Θάλασσα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας σύμφωνα με τις ισχύουσες αρχές και κανόνες του διεθνούς δικαίου. Ως εκ τούτου, μόνο η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχικά και αποκλειστικά δικαιώματα στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα για σκοπούς έρευνας, εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας που ανήκει στα νησιά αυτά».
Τι διατείνονται Ελλάδα και Τουρκία και τι προβλέπει ο Διεθνής νόμος. Παρατηρήσεις επ’ αυτής καθ’ αυτής της διαφοράς. Αυτό που η Τουρκία ζητάει είναι να μοιράσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο Αιγαίο. Από τη μελέτη της σειράς τωνγεγονότων προκύπτει, ότι η διαφορά Ελλάδος-Τουρκίας, για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, οφείλεται εις την εμμονή της Τουρκίας να αρνείται να παραδεχθεί, ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου έχουν ιδική τους υφαλοκρηπίδα και ισχυρίζεται, ότι αυτά αποτελούν φυσική προέκταση της χερσονήσου της Ανατολίας.
Η θέση όμως αυτή της Τουρκίας είναι λανθασμένη για το απλούστατο λόγο, ότι αυτό αντίκειται εις τα διεθνώς κρατούντα και ιδιαιτέρως εις την Σύμβαση της Γενεύης του 1958, η οποία σαφέστατα ρυθμίζει το θέμα της υφαλοκρηπίδας.
Αναλυτικότερα, επειδή η μορφολογία του βυθού δεν ακολουθεί πάντοτε την συνήθη διαμόρφωση και η υφαλοκρηπίδα αλλού εκτείνεται σε απόσταση μέχρι 300 μιλίων, αλλού λιγότερο και αλλού δεν υπάρχει καθόλου υφαλοκρηπίδα, διότι η ακτή καταπίπτει απότομα εις τα μεγάλα βάθη, για το λόγο αυτό, η εν ισχύει σύμβαση της Γενεύης του 1958 έδωσε ευρύτερο περιεχόμενο του όρου υφαλοκρηπίδα, για να ξεδιαλύνει και στις πλέον ελάχιστες αμφιβολίες.
Η σύμβαση αυτή ορίζει τα εξής για το θέμα αυτό: Άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, και 6. Σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης της Γενεύης που ισχύουν σήμερα, προκύπτουν αναμφισβητήτως τα εξής:
(1) Τα ύδατα πάνω από την υφαλοκρηπίδα είναι ελεύθερα για κάθε χρήση (ναυσιπλοΐα, αλιεία, έρευνα, πειραματισμό, ακόμη για τοποθέτηση υποβρυχίων καλωδίων ή αγωγών υπό τον όρο όμως να μην παρεμποδίζεται εις το παράκτιο κράτος η εξερεύνηση και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας του). Οποιοδήποτε κράτος μπορεί να χρησιμοποιεί τα ύδατα αυτά. Μάλιστα δε η παράγραφος 1 του άρθρου 5 της Συμβάσεως λέει επί λέξει τα εξής: «…………..». Δηλαδή, επιβάλλει εις το παράκτιο κράτος την υποχρέωση, όταν εξερευνά ή εκμεταλλεύεται την υφαλοκρηπίδα του να μην παρενοχλεί αδικαιολογήτως την ναυσιπλοΐα, την αλιεία και την συντήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας, ούτε να παρενοχλεί τις επιστημονικές έρευνες εις τα ελεύθερα υπεράνω της υφαλοκρηπίδας ύδατα, εφ’ όσον οι έρευνες αυτές γίνονται με σκοπό δημοσιεύσεως των αποτελεσμάτων των.
(2) Η υφαλοκρηπίδα καθ’ εαυτή είναι απαραβίαστος. Το απαραβίαστο της υφαλοκρηπίδας είναι ΑΠΟΛΥΤΟ, προκειμένου περί εξερευνήσεως και εκμεταλλεύσεως της υφαλοκρηπίδας. Δηλαδή, δεν έχει κανένα δικαίωμα ένα κράτος, οποιοδήποτε, να προβεί σε εργασίες εξερευνήσεως της υφαλοκρηπίδας άλλου κράτους. ΣΧΕΤΙΚΟ, όμως, προκειμένου περί επιστημονικών ερευνών» σχετικών προς την υφαλοκρηπίδα». Προκειμένου για τέτοιες επιστημονικές έρευνες, η Σύμβαση αυτή, στην παράγραφο 8 του άρθρου 5 λέει αυτολεξεί τα εξής: «……..». Δηλαδή, επιβάλλει εις το κράτος που έχει την υφαλοκρηπίδα να παρέχει την συναίνεση του για την διενέργεια ερευνών, εφ’ όσον η σχετική αίτησις υποβάλλεται από οργανισμό, που παρέχει τις εγγυήσεις, ότι οι έρευνες θα είναι καθαρά επιστημονικής φύσεως, τα αποτελέσματα δε των ερευνών θα πρέπει να δημοσιευθούν. Εις την περίπτωση αυτή το κράτος που έχει την υφαλοκρηπίδα δικαιούται να μετάσχει ή ν’ αντιπροσωπευθεί εις τις έρευνες.
Από τη μελέτη της συμβάσεως αυτής προκύπτει ακόμη, ότι η υφαλοκρηπίδα αποτελεί επέκταση του βυθού της αιγιαλίτιδος ζώνης. Επομένως δικαίωμα υφαλοκρηπίδας παρέχει μόνο η ύπαρξη αιγιαλίτιδος ζώνης. Η θέση των ακτών επέκτασης των οποίων είναι η υφαλοκρηπίδα, έχει σημασία για τον καθορισμό της εκτάσεως του δικαιώματος. Τέτοιο δικαίωμα δεν παρέχει ούτε πληθυσμός, ούτε το εμβαδόν της ξηράς, ούτε κανείς άλλος παράγων, παρά μόνον οι ακτές.
Για να μην υπάρξει καμία απολύτως αμφιβολία, ή παρερμηνεία, ως προς την έννοια της λέξεως «ακτή», στην παράγραφο Β’ του άρθρου 1 τονίζεται ρητώς “To the seabed and subsoil of similarsubmarine areas adjacent to the coasts of islands”. Ότι δηλαδή και οι ακτές των νήσων περιλαμβάνονται εις τον όρο «ακτή».
Εις το άρθρο 6 παράγραφος 1 και 2 αναφέρονται ειδικές περιστάσεις «Special circumstances”, οι οποίες να δικαιολογούν διάφορο καθορισμό ορίων δεν υφίστανται για το Αιγαίο Πέλαγος, διότι απλούστατα υπάρχουν επίσημοι χάρτες της διαχωριστικής γραμμής των ορίων επί του Αιγαίου και η Ελληνική κυριαρχία επί των νήσων και της αιγιαλίτιδος ζώνης είναι αναγνωρισμένη και επικυρωμένη διεθνώς. Και πιο συγκεκριμένα, η αναγνώριση της Ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας του Ελληνικού Κράτους επί των ηπειρωτικών και νησιωτικών εδαφών του κατοχυρώθηκε με τις ακόλουθες συνθήκες, οι οποίες συνήφθησαν και ισχύουν:
1) Η Συνθήκη της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου 1923. Την Συνθήκη αυτή την υπέγραψαν τότε η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Ελλάδα, η Ρουμανία, η Σερβία και η Τουρκία.
2) Οι Ιταλοτουρκικές Συμφωνίες της 4ης Ιανουαρίου 1932 και της 28ης Δεκεμβρίου 1932, στην ‘Άγκυρα, που καθορίζουν τα θαλάσσια σύνορα της νήσου Καστελόριζου και των λοιπών νησιών της Δωδεκανήσου και των Μικρασιατικών ακτών.
3) Η Συνθήκη του Μοντραί, της 20ης Ιουλίου 1930 μεταξύ Αγγλίας, Αυστραλίας, Βουλγαρίας, Γαλλίας, Ιαπωνίας, Γιουγκοσλαβίας, Ρουμανίας, Ρωσίας και Τουρκίας.Επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβήτητη ιδιοκτησία της Ελλάδας στα εν λόγω νησιά. Αυτό αποδεικνύει ότι η Ελλάδα έχει πλήρη κυριαρχία πάνω από τα νησιά και τις ακτές του Αιγαίου.
4) Η Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947, μεταξύ Η.Π.Α., Κίνας, Γαλλίας, Μ. Βρετανίας, Ρωσίας, Αυστραλίας, Βελγίου, Βραζιλίας, Αιθιοπίας, Ελλάδος, Ινδιών, Ν. Ζηλανδίας, Κάτω χωρών, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, Νοτιοαφρικανικής Ενώσεως, Γιουγκοσλαβίας, Ουκρανίας και Ιταλίας.
Προφανώς, η άποψη της τουρκικής κυβέρνησης είναι εσφαλμένη, δεδομένου ότι έρχεται σε αντίθεση με τη διεθνή άποψη και ιδιαίτερα και με τη Συνθήκη της Γενεύης του 1958, η οποία σαφώς ρυθμίζει το μέτρο της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας. Η σύμβαση αυτή είναι κωδικοποίηση διεθνούς εθιμικού δικαίου και αρχών που ίσχυαν ήδη και ήταν διεθνώς παραδεκτές.
Το ίδιο έγινε και κατά τη διάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982. Η Τουρκία δεν υπόγραψε τις αποφάσεις, γιατί αυτές επικύρωναν τη Σύμβαση της Γενεύης για το θέμα της υφαλοκρηπίδας των νησιών. Οι βλέψεις της Τουρκίας δεν θεμελιώνονται με την διεθνή νομιμότητα. Υπάρχουν, όμως πάγιοι κανόνες διεθνούς συμπεριφοράς, τους οποίους καμιά χώρα δε δικαιούται να παραβιάσει με τον ισχυρισμό ότι δεν τους αποδέχεται ή δεν έχει υπογράψει τις διεθνείς συμφωνίες που τους επιβάλανε. Επειδή δε δέχεται η Τουρκία τη Συνθήκη της Γενεύης και το Δίκαιο της Θάλασσας, πιστεύει ότι αυτό της δίνει το δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι το θέμα της υφαλοκρηπίδας είναι πολιτικό και όχι νομικό. Όμως και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης χαρακτήρισε επίσης το θέμα νομικό με την παράγραφο 31 της απόφασής του της 19-12-78 για την υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο.
Τα αποκλειστικά δικαιώματα της Ελλάδας για την υφαλοκρηπίδα βασίζονται στη Σύμβαση της Γενεύης του 1958, η οποία περιγράφει ρητά μια υφαλοκρηπίδα ως τον πυθμένα και το υπέδαφος δίπλα σε μια ακτή. Αυτή η περιγραφή μιας υφαλοκρηπίδας επικυρώθηκε από πολλές χώρες. Το 1969, το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης στη Χάγη ψήφισε να ενσωματώσει αυτήν την περιγραφή σε νόμο. Ωστόσο, τα νησιά του Αιγαίου είναι ιστορικά, νόμιμα και αναμφισβήτητα ανήκουν στην Ελλάδα.
Αυτή η ιστορική πραγματικότητα διαμόρφωσε την νομική κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο Αιγαίον. Εις το Αιγαίον, τα σύνορα, δηλαδή την διαχωριστική γραμμή αποτελούν τα χωρικά ύδατα εκάστης χώρας. Ακριβώς το πλήθος και η διάταξη των Ελληνικών νησιών στο Αιγαίο κατοχυρώνουν το αδιαίρετο του Αιγαίου Πελάγους και τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα επί ολοκλήρου του Αιγαίου Πελάγους αφού τα ελληνικά χωρικά ύδατα και οι υφαλοκρηπίδες των νησιών αλληλοκαλύπτονταικαι καλύπτουν σχεδόν όλο το Αιγαίο Πέλαγος.
Δεν εξετάζουμε στη προκειμένη περίπτωση και την εκδοχή της καθιερώσεως από μέρους της Ελλάδος της επεκτάσεως της αιγιαλίτιδος ζώνης εις τα 12 ναυτικά μίλια, αντί των 6 μιλίων που ισχύει σήμερα. Είναι η νέα ζώνη, την οποία καθιέρωσε η Διάσκεψη του Δικαίου της Θαλάσσης, τα οποία δεν είναι υποχρεωτικά, αλλά παριστάνουν το όριο μέχρι του οποίου μπορούν να φθάσουν τα Κράτη. Άγνωστο γιατί η Ελλάδα αποφεύγει να το εφαρμόσει εις το Αιγαίο Πέλαγος αν και είναι κάτι το οποίο δικαιούται να το κάνει με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Και μόνον αυτό το μέτρο θα έλυνε οριστικά κάθε αμφισβήτηση για το μεγαλύτερο και το πλέον ενδιαφέρον τμήμα της Ελληνικής νησιωτικής υφαλοκρηπίδας.
Το γεγονός είναι ότι τα τρία πρώτα άρθρα της Συμβάσεως αποτελούν εθιμικό, δίκαιο, υποχρεωτικό για τα ενδιαφερόμενα μέρη και ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα. Εκ της περαιτέρω προσεκτικής μελέτης της Συμβάσεως της Γενεύης προκύπτει σαφέστατα, ότι επειδή η Ελλάδα έχει υπογράψει την Σύμβαση αυτή, που καθορίζει σαφέστατα, ως και παραπάνω αναφέραμε λεπτομερώς, ότι και τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα που είναι μάλιστα επακριβώς προσδιορισμένη, επειδή η ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα αποτελούν σχεδόν μία αδιάσπαστη ενότητα και κατ’ αυτόν τον τρόπο η νησιωτική υφαλοκρηπίδα τερματίζει την ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας και ως εκ τούτου δεν υπάρχει τουρκική υφαλοκρηπίδα Δυτικώς των ελληνικών νησιών, για την Ελλάδα δεν υπάρχει τίποτε αμφισβητήσιμο εις ό’ τι αφορά τα κυριαρχικά δικαιώματά της.
Η Ελλάδα ενεργεί σύμφωνα με έναν κανόνα, ο οποίος έχει επιβεβαιωθεί από το Διεθνές Δικαστήριο. Το status quo στο Αιγαίο δημιουργήθηκε με διεθνή συμφωνία. Οι υπογράφοντες τη Συνθήκη της Λοζάνης εγκατέστησαν για μια ακόμη φορά το εδαφικό και νησιωτικό καθεστώς της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, η Τουρκία είναι απρόθυμη να κινηθεί μέσα σε νομικά πλαίσια γιατί δεν έχει τέτοια δικαιώματα. Η τουρκική Κυβέρνηση συνεχίζει να χρησιμοποιεί το θέμα της υφαλοκρηπίδας σαν πρόσχημα για να προωθεί τις διεκδικήσεις της σε βάρος της ελληνικής επικράτειας. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η Τουρκία δεν έχει το δικαίωμα να διεξάγει δραστηριότητες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, είτε με εξερεύνηση, εκμετάλλευση, έρευνα είτε με άλλο τρόπο.
Αντίθετα, η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει νομικά προηγούμενα, χρησιμοποιώντας τις παραβιάσεις, σε συνδυασμό με απειλές, πιέσεις και ταυτοχρόνως με την δημιουργία συγχύσεως γύρω από το θέμα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος πάνω εις την νησιωτική υφαλοκρηπίδα.
Η Τουρκική Κυβέρνηση αποβλέπει στην πολιτικοποίηση του όλου θέματος με απώτερο σκοπό τον τουρκικό επεκτατισμό εις το απώτερο μέλλον.
Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι μετά από ένα τέτοιο ελληνικό παρόν και παρελθόν, έρχεται η Τουρκία σήμερα να αμφισβητήσει τη ελληνικότητα του Αιγαίου, και επιχειρεί δια διαφόρων ενεργειών και μεθόδων να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα. Θεωρήσαμε λίαν επάναγκες γράψουμε το άρθρο αυτό γιατί η κρίση του Αιγαίου έχει πολιτικά κίνητρα και αποτελεί το πρώτο δείγμα του εμφανιζόμενου τουρκικού επεκτατισμού εις την εκρηκτική αυτή περιοχή της Γης. Μετά την αιφνίδια αυτή διεκδίκηση της Τουρκίας επί του Αιγαίου γεννάται το ερώτημα: Σε ποιον ανήκει σήμερα τι Αιγαίο; Φυσικά, αν ακολουθήσουμε τους παραδεδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου κατά τους οποίους ο λαός, το έθνος αποτελούν τον κυριαρχικό παράγοντα της ιδιοκτησίας μιας περιοχής, αναμφισβητήτως διαπιστώνει κανείς και ο πλέον κοινός νους με γνώμονα πάντοτε την ιστορία, ότι τούτο ανήκει από καταβολής ιστορίας εις τους Έλληνες. Δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι η ιστορία της αποικίσεως του Αιγαίου είναι πολύ παλαιά. Μπορούμε να πούμε, ότι ενώ οι παλαιολιθικοί άνθρωποι έχουν αφήσει σπανιότατα ίχνη εις τον χώρο αυτόν, η νεολιθική του αποίκιση είναι πυκνότατη και τα ευρήματά της φθάνουν εις την Θεσσαλία μέχρι του 7.000 π.χ. Αργότερα αναφαίνονται σειρές φυλών, που οι Έλληνες τους δίδουν τα ονόματα των Πελασγών, των Λελέκων κ.τ.λ., και τα οποία θεωρούνται γενικώς ως προελληνικά, δηλαδή άσχετα με τους Έλληνες, οι οποίοι άρχισαν να εμφανίζονται συμπαγώς το 2.000 π.χ. και να κατακλύζουν, ως κυρίαρχα στοιχεία που υπέταξαν και απορρόφησαν τους προέλληνες, τόσο εις τις ανατολικές ακτές, όσο και εις τις Μικρασιατικές, καθώς και εις τα ενδιάμεσα πολυάριθμα νησιά. Το 1.500 π.χ. μπορούμε να πούμε άνετα, ότι το Αιγαίο είχε καταστεί ελληνική λίμνη, είτε οι Έλληνες από την ηπειρωτική Ελλάδα διαπεραιώθηκαν και εγκαταστάθηκαν εις την Μικρά Ασία, είτε-όπως υποστηρίζουν μερικοί ιστορικοί-αντιστρόφως, είτε, κατά τους άλλους ιστορικούς, ταυτοχρόνως, κατεβαίνοντας εις τον αιγιατικόν χώρο με δύο σκέλη.
Εις τον ελληνικό χώρο λοιπόν από την νεολιθική εποχή εγκαταστάθηκε ένας κλάδος της Μεσογειακής φυλής, ο οποίος κατόρθωνε να αφομοιώνει και να συγχωνεύει τα εκάστοτε φύλα που εισέβαλλαν και εγκαθίσταντο εις τον χώρο αυτόν. Μεταξύ τούτων και τους Έλληνες. Ακριβέστερα λοιπόν, οι σημερινοί Έλληνες είναι απόγονοι των αρχαιοτάτων εκείνων κατοίκων. Επομένως οι ελληνικές ρίζες δεν ανάγονται μόνον σε βάθος 3.000 μόνον χρόνων από σήμερα, αλλά σε μακρύτερο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον, ως είδαμε παραπάνω, μέχρι του 7.000 π.χ., δηλαδή μέχρι των αρχικών νεολιθικών ανθρώπων, ίχνη των οποίων ευρίσκομε συχνά.
Άρα το Αιγαίο είναι ελληνική θάλασσα από την απώτατη εκείνη εποχή. Και ο Αιγαίος πολιτισμός ο οποίος έχει αναπτυχθεί από τις πρώτες εποχές του μετάλλου, ένας περίλαμπρος κλάδος του οποίου είναι ο Μινωικός και άλλος ο Μυκηναϊκός πολιτισμός, είναι καθαρώς ελληνικός πολιτισμός. Ανεξαρτήτως, όμως, αν η θεωρία αυτή είναι ορθή ή όχι, τουλάχιστον από το 1500 π.χ. το Αιγαίον αποτελούσε το κέντρο του Ελληνισμού. Ένα πέταλο από ακτές κατοικούμενες αποκλειστικώς Έλληνες, περίβαλλε την στενή αυτή αλλά τόσο καίριας σημασίας θάλασσα. Το άνοιγμα του πετάλου το έφρασε η Κρήτη, χώρα επίσης Ελληνική. Και την θάλασσα εις το εσωτερικό του πετάλου την γέμιζαν επίσης ισχυρές ελληνικές εστίες, εγκατεστημένες εις τα αναρίθμητα νησιά της. Αυτή υπήρξε η εθνολογική σύνθεσης του Αιγαίου.
Κλείνοντας, Με την κλιμάκωση των Τουρκικών απειλών και των παράνομων αξιώσεών της, που θα συνεχίζει να αναθεωρεί, με τις σημερινές συγκυρίες και δεδομένα στην περιοχή μας, το εθνικό συμφέρον απαιτεί ότι τα κρατικά επιτελεία που σχεδιάζουν και χαράσσουν τα εναλλακτικά στρατηγικά σχέδια και αποφάσεις, να εφαρμόσουν τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Αυτό επιτάσσει το εθνικό συμφέρον που είναι η εθνική μας επιβίωση. Καμία διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Όσον για την Τουρκική Κυβέρνηση, διαπράττει μέγα σφάλμα, διότι χτυπάει της θύρα του Αιγαίου Πελάγους με καθυστέρηση 3.000 χρόνων.
Καλιφόρνια, U.S.A. Ιανουάριος 2020
Νικόλαος Λ. Μωραίτης. Ph.D.
Διεθνείς Σχέσεις-Συγκριτική πολιτική-
Εξωτερική Πολιτική των ΗΠΑ.
Member of International Hellenic Association (USA)