8.12.19

Ελλάδα-Λιβύη: Η ιδεοληπτική και φοβική μας συμπεριφορά, υπονομεύει την εθνική ασφάλεια


Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υποστήριξε πριν από μερικές ώρες ότι η απόφαση της Ελλάδας να απελάσει τον πρεσβευτή της Λιβύης από την Αθήνα, “δείχνει κακή διπλωματική συμπεριφορά”. Παράλληλα ενημέρωσε ότι το Σύμφωνο απεστάλη στα Ηνωμένα Έθνη. Ένα σύμφωνο το οποίο απειλεί εμμέσως ακόμα και με χρήση -τουρκικής- στρατιωτικής βίας εναντίον όποιου δεν αποδεχθεί την τουρκική θέση, ότι τα νησιά δεν δικαιούνται θαλασσίων ζωνών. Δικαιούνται μόνο χωρικά ύδατα.
Σχολιάζει ο Μιχαήλ Βασιλείου

Αυτή την Τουρκία ανέχονται άπαντες. Εχθροί και φίλοι, αν και στις διεθνείς σχέσεις αυτοί δεν θεωρούνται δόκιμοι όροι. Οι Ρώσοι βέβαια χρησιμοποιούν την Τουρκία για να πετύχουν έναν κορυφαίο σκοπό εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας: Να διαιρέσουν το ΝΑΤΟ. Και το κάνουν καλά. Μπορεί ο  “σουλτάνος” να παριστάνει ότι ελίσσεται ανάμεσα στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον, όμως στο ρωσικό ΥΠΕΞ έχουν εντελώς διαφορετική ανάγνωση της κατάστασης.
Χωρίς να σηκώσουν υπέρμετρα τους τόνους στο θέμα της κατάρριψης του Su-24 στη Συρία, οι Ρώσοι κατάφεραν να μετατρέψουν την Τουρκία σε όργανο της πολιτικής τους. Κατάφεραν να ελέγχουν τη συμπεριφορά της σε όλα τα θέματα που άπτονται των ρωσικών ζωτικών συμφερόντων. Την ίδια στιγμή η “Δύση” δείχνει να μην αντέχει ούτε καν να σκεφτεί ένα μέλλον δίχως αυτή την Τουρκία.
Με τις κινήσεις της, η ρωσική διπλωματία κατάφερε να κρίνει τον συριακό εμφύλιο οριστικά. Εγκαταλείφθηκαν τα σχέδια ανατροπής του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ. Ματαιώθηκαν στην πράξη τα σχέδια των χωρών-υποστηρικτών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (Τουρκία-Κατάρ) την οποία προωθούσε η αμερικανική εξωτερική πολιτική επί ημερών Χίλαρι Κλίντον και Μπάρακ Ομπάμα. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ήταν εν πολλοίς αυτός καθαυτός ο συριακός εμφύλιος που έχει στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 300.000 ψυχές. Και το μέτρημα συνεχίζεται.
Έχουμε αναλογιστεί άραγε, ότι εάν δεν υπήρχαν ο Αιγύπτιος στρατάρχης Σίσι και ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν, οι εξελίξεις θα ήταν εντελώς διαφορετικές; Ο πρώτος ανέτρεψε τον στρατηγικό σύμμαχο του Ερντογάν και επίσης μέλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, Μοχάμεντ Μόρσι στην Αίγυπτο και ο δεύτερος με τη στρατιωτική εμπλοκή στο μέτωπο της Συρίας, άλλαξε τον ρουν των γεγονότων.
Μπορούμε να κατανοήσουμε στην Ελλάδα, έστω με σημαντική καθυστέρηση, ότι αν είχε παραμείνει στην Αίγυπτο ο Μόρσι, το αποτέλεσμα θα ήταν ακριβώς αυτό που διαπιστώνουμε στην πράξη σήμερα μεταξύ Τουρκίας-Λιβύης; Δηλαδή, θα είχε προηγηθεί παρόμοιο σύμφωνο αυθαίρετης οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, το οποίο θα μεταχειριζόταν την Κύπρο και το Καστελόριζο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το σύμφωνο Τουρκίας Λιβύης επιφυλάσσει για την Κρήτη.
Καταλαβαίνουμε μήπως τώρα πόσο βάναυσα πυροβολούμε τα πόδια μας όταν κριτήριο των επιλογών μας είναι η στρεβλή αντίληψή μας περί “δικαίου” και “διεθνούς νομιμότητας”; Ξεχάσαμε πόσοι έσκουζαν ότι ο Μόρσι στην Αίγυπτο ήταν “δημοκρατικά εκλεγμένος“; Έλα όμως που η Δημοκρατία συνδέεται με το Δίκαιο με το οποίο δεν είχε και πολύ σχέση -πλην του ισλαμικού- ο μακαρίτης πλέον Μόρσι;
Στην περίπτωση της Λιβύης υπάρχουν περιθώρια ανατροπής της κατάστασης καθώς οι αντισυμβαλλόμενοι της Τουρκίας του Ερντογάν φαίνεται πως εκπροσωπούν περισσότερο τα συμφέροντα τρίτων χωρών (Τουρκία-Κατάρ) με βραχίονα επιβολής την επικράτηση στη χώρα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Στην περίπτωση της Αιγύπτου πιθανότατα δεν θα υπήρχε παρόμοια εξέλιξη. Με δεδομένη την αιγυπτιακή πολιτική ιστορία του 20ου αιώνα, αργότερα ή γρηγορότερα θα έκαναν την κίνησή τους οι -κοσμικού προσανατολισμού- Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας.
Αντί όμως στην Ελλάδα να εστιάσουμε στη μεγάλη εικόνα του γεωπολιτικού “παιγνίου” της ευρύτερης περιοχής, οι περισσότεροι ως συνήθως θα ανέλυαν την κατάσταση με όρους Ελλάδας του 1974. Την “ανατροπή μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης”, όχι τα συμφέροντα του Ελληνισμού στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η δημοκρατική εκλογή όμως δεν αποτελεί εγγύηση σεβασμού της Δημοκρατίας και των αξιών της.
Ο “ΛΙΒΥΟΣ ΣΙΣΙ” ΚΑΙ Η ΦΟΒΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Η υπόθεση της Συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης βρίσκεται σε εξέλιξη. Παρότι στρέφεται εναντίον των ελληνικών νομίμων από απόψεως διεθνούς δικαίου συμφερόντων, πολλοί ακόμα δυσκολεύονται να διακρίνουν, ότι στη Λιβύη δραστηριοποιείται ένας άλλος “Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι”. Ένας άλλος στρατάρχης επίσης δεν επιθυμεί η χώρα να ακολουθήσει τον δρόμο της Τουρκίας και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Η Ελλάδα δεν έχει κινείται όσα δραστήρια θα όφειλε προς την πλευρά του, κατά τα φαινόμενα για να μην εμφανιστεί πως έρχεται σε αντίθεση με τον ΟΗΕ που έχει αναγνωρίσει το καθεστώς της Τρίπολης, το καθεστώς Σαράζ που υπέγραψε τη Συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Τουρκία, στερώντας από τα ελληνικά νησιά τις θαλάσσιες ζώνες που δικαιούνται.
Το καθεστώς δηλαδή στράφηκε εναντίον των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και συμφερόντων συντασσόμενο με την Τουρκία, σε ένα Σύμφωνο που έχει μέχρι στιγμής καταδικαστεί ως προκλητικό και αποσταθεροποιητικό από τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και πλήθος άλλων χωρών.
Μοιάζει να συγκεντρώνει και αυτό όση υποστήριξη κατάφερε να πετύχει η Τουρκία για τα Κατεχόμενα στην Κύπρο, 45 χρόνια μετά την παράνομη εισβολή του 1974… Εν ολίγοις, όσα τετελεσμένα και να προσπαθεί να επιβάλει η Τουρκία στην περιοχή, αυτά στερούνται νομιμοποίησης.
Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική εξωτερική πολιτική δυσκολεύεται να διαγνώσει ορθά τα εθνικά συμφέροντα ή απλώς διστάζει να κινηθεί ενεργητικά στην κατεύθυνση προστασίας τους. Δυσκολεύεται παρότι οι Τούρκοι έστελναν κάθε λογής οπλισμό στον Σάραζ για να μπορέσει να αποτρέψει την κατάληψη και της Τρίπολης από τις δυνάμεις του στρατάρχη Χάφταρ.
Κι όλα αυτά παρότι Τούρκοι στρατιωτικοί “σύμβουλοι” πολεμούν ανοικτά στο πλευρό των δυνάμεων της “αναγνωρισμένης κυβέρνησης”, με την Τουρκία να παρέχει από βαρύ οπλισμό μέχρι και κάθε λογής άλλες στρατιωτικές διευκολύνσεις.
Η Ελλάδα οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι η επικράτηση των δυνάμεων του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ είναι απόλυτα συμβατή με τα νόμιμα συμφέροντα της Ελλάδας. Οφείλει επίσης να συνειδητοποιήσει ότι συμπεριφερόμενη ορθολογικά από στρατηγικής απόψεως, δεν θα είναι μόνη της. Άλλοι είναι οι βασικοί υποστηρικτές των δυνάμεων του Στρατάρχη Χάφταρ και είναι πανίσχυροι, πολιτικά και οικονομικά.
Σε καταστάσεις όπως η σημερινή στη Λιβύη όπου σε εξέλιξη βρίσκεται μια μάχη για την τελική επικράτηση, η ουδετερότητα για μια χώρα σαν την Ελλάδα, της οποίας διακυβεύονται ζωτικά εθνικά συμφέροντα από την έκβαση της αναμέτρησης, δεν θα έπρεπε να αποτελεί στρατηγική επιλογή.
Εάν η Ελλάδα δεν επεδείκνυε για μια ακόμη φορά φοβική και “αμυντική” στάση σε ένα ακόμα ζήτημα εθνικής ασφαλείας, θα έπρεπε να επιδιώκει ενεργά την επικράτηση στη Λιβύη δυνάμεων που θα σέβονται στοιχειωδώς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
Δεν μπορεί αν γίνει δεκτή ως δικαιολογία η δήλωση διά του υπουργού Εξωτερικών, ότι η “αναγνωρισμένη κυβέρνηση” της Λιβύης παρείχε πρόσφατα διαβεβαιώσεις ότι στο θέμα των θαλασσίων ζωνών δεν θα κινηθεί σε βάρος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων. Δηλαδή να διακηρύσσουμε ότι εμπιστευθήκαμε, ότι μας “κοίμισε” ουσιαστικά, μια οντότητα της ισχύος της κυβέρνησης της Τρίπολης. Και μια ωραία πρωία “ξυπνήσαμε ανακαλύπτοντας” το τετελεσμένο της Συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης.
Η Ελλάδα θα έπρεπε να μην τρέφει ψευδαισθήσεις και να έχει μετατραπεί σε “κέντρο επιχειρήσεων” των υποστηρικτών των δυνάμεων που αντιστέκονται στην τουρκική επιρροή στη Λιβύη. Διότι αμφιβολίες περί των κινήτρων εμπλοκής της Τουρκίας στη Λιβύη δεν μπορούν να υπάρχουν.
Χρησιμοποιώντας δε διπλωματικά το ρίσκο που αναλάμβανε με αυτή την επιλογή, θα μπορούσε να διεκδικήσει να λύσει πολλά από τα προβλήματα που ανακαλύπτουν, όψιμα, κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, αναφορικά με την ελληνική άμυνα. Ο πραγματικός αντίπαλος είναι κοινός. Όποιος δείξει βούληση να τον αντιμετωπίσει, μπορεί να αποσπάσει πολυεπίπεδη στήριξη. Βούληση όμως υπάρχει;