Η είδηση είναι χαρακτηριστική: “Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε συμφώνησαν σήμερα ότι η κατάσταση στη Λιβύη πρέπει να επιλυθεί με ειρηνικό τρόπο, έγινε γνωστό από το Κρεμλίνο”. Έχουμε άραγε εμείς λόγο ανησυχίας ή όχι; Ο Πούτιν φαίνεται πως ξεκίνησε και επισήμως τον γύρο τηλεφωνικών επαφών με ηγέτες της περιοχής, με καταρχήν πρόθεση να τους αποσπάσει τη δέσμευση για ειρηνική διευθέτηση.
Επί της ουσίας, εμμέσως και διά των απαντήσεων των χωρών της περιοχής, η Ρωσία θα γίνει αποδεκτή ως κεντρικός άξονας της νέας διπλωματικής προσπάθειας επίλυσης της κρίσης με διπλωματικά μέσα.
Του Ζαχαρία Β. Μίχα*
Πρώτο τηλεφώνημα ήταν στον Ιταλό πρωθυπουργό, ενώ είναι γνωστό πως ήδη συζητά και με τον Ερντογάν. Ακολούθησε τηλεφώνημα στον Αιγύπτιο πρόεδρο, λίγες μόνο ώρες μετά την τηλεφωνική συνομιλία του Σίσι με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ίσως να έχει επικοινωνήσει και με άλλους ηγέτες. Για παράδειγμα, η επικοινωνία με τη γαλλική πλευρά είναι συχνή. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι πιθανόν να ζητήσει να μιλήσει και με τον Μητσοτάκη. Ή μήπως θα έπρεπε ο Έλληνας πρωθυπουργός να τον αναζητήσει πρώτος; Ας το δούμε πιο αναλυτικά.
Τα ίδια ακριβώς έκανε ο Πούτιν στη Συρία. Έχει ορισμένους άξονες δράσης η ρωσική διπλωματία και επί αυτών κινείται. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εμφανίζεται ως η μοναδική δύναμη που μπορεί να θέσει φραγμούς και όρια στη συμπεριφορά της Τουρκίας. Η αμερικανική διπλωματία επιδεικνύει -εν μέρει λόγω του ταραγμένου εσωτερικού μετώπου στις ΗΠΑ- μια πρωτοφανή παθητικότητα, ενώ οι δηλώσεις Τραμπ εμφανίζουν συνεχώς την “υπερδύναμη” ως έναν αμήχανο δρώντα, χωρίς συγκεκριμένη πολιτική για την Μεσόγειο.
Ακόμα και ο στρατάρχης Χάφταρ (επί τέσσερις σχεδόν δεκαετίες είχε “ειδικές σχέσεις” με την CIA), βλέποντας ποιοι συμπλέουν με τα συμφέροντά του δεν δίστασε να συμμαχήσει με τους Ρώσους και να αδιαφορήσει για τις αμερικανικές εκκλήσεις περί ειρηνικής επίλυσης. Επέλεξε την οδό της στρατιωτικής σύγκρουσης, συνεπικουρούμενος από μισθοφόρους της εταιρείας Wagner, που θεωρείται ότι καθοδηγείται απευθείας από το Κρεμλίνο και είναι γνωστή για την εμπλοκή της στα μέτωπα όπου διακυβεύονται ρωσικά συμφέροντα.
Ο Χάφταρ το γνωρίζει, αλλά αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να καταλάβει την Τρίπολη και να ανατρέψει την κυβέρνησης Σάρατζ εκεί. Σε τελική ανάλυση καταλαβαίνει, πως ακόμα και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, εάν ποτέ βρεθεί, όλα θα επηρεαστούν καθοριστικά από τα κέρδη στο πεδίο της μάχης, τα οποία τα απέσπασε με τη βοήθεια του ρωσικού παράγοντα.
Αναρωτιέται κανείς μήπως ο Ερντογάν “βρήκε τον μάστορά του”. Κάποιον που γνωρίζει επακριβώς τη μοναδική γλώσσα που καταλαβαίνει ο Τούρκος ηγέτης, τη γλώσσα της ισχύος, έστω και στη λιβυκή της μικρογραφία. Ο Χαφτάρ είναι αρχηγός μιας παραστρατιωτικής δύναμης, ο οποίος όμως αξιοποιεί τις συμμαχίες για να επιτύχει τον αντικειμενικό του σκοπό.
Οι Ρώσοι διακηρύσσουν την πρόθεσή τους να προωθήσουν ειρηνική επίλυση της κρίσης στη Λιβύη, με τους Αμερικανούς σχεδόν επιδεικτικά απόντες. Κι όλα αυτά στη Μεσόγειο, από την οποία ιστορικά οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν πάντα στρατηγικό στόχο να αποκλείσουν την Ρωσία. Σήμερα οι συσχετισμοί έχουν αλλάξει δραματικά. Ο Πούτιν εμφανίζεται κυρίαρχος, ή τουλάχιστον αποφασιστικός παράγοντας στο “παίγνιο”. Τόσο καθοριστικός, που οι πάγιες αναφορές της αμερικανικής διπλωματίας για κακόβουλη (ρωσική) επιρροή να ακούγονται γραφικές.
Η αναφορά αυτή υπάρχει και στην επιστολή επισημοποίησης της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο στις 7 Ιανουαρίου. Επί της ουσίας οι ΗΠΑ ζητούν από την Ελλάδα να μην υπάρχουν καν επαφές με τη ρωσική διπλωματία και να θεωρηθεί εξ ορισμού “κακόβουλος” κάθε ρωσικός ελιγμός στα ζητήματα ασφαλείας της περιοχής.
Ακόμα και όταν εμπλέκονται ζωτικά ελληνικά συμφέροντα. Κι αυτά, όταν στην Ουάσιγκτον αδυνατούν να μιλήσουν με μια φωνή, όταν οτιδήποτε αντιστρατεύεται τα τουρκικά συμφέροντα, ο πρόεδρος Τραμπ καταβάλλει προσπάθεια να το ακυρώσει. Το αμερικανικό κατεστημένο στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής επεμβαίνει για να διορθώσει προεδρικές δηλώσεις.
Το κομβικό ερώτημα για την Ελλάδα είναι εάν πρέπει να επιδιώξει το άνοιγμα διαύλων συνεννόησης με τη Μόσχα αποκλειστικά για το ζήτημα της Λιβύης. Πρόκειται, όμως, για ένα μέτωπο σαφέστατα συνδεδεμένο με τις εξελίξεις στην Ουκρανία και τη Συρία, εάν υπάρξει αναγωγή στο επίπεδο των ρωσοαμερικανικών σχέσεων.
Όποιος επικαλεστεί ως επιχείρημα ότι ο Χάφταρ –έστω και εξ αντιδιαστολής– στηρίζει τις ελληνικές θέσεις, καλό θα ήταν να κρατάει “μικρό καλάθι”. Εάν ο Πούτιν, επιδιώκοντας να μειώσει τη δεδομένη δυσαρέσκεια των Τούρκων, όπως και στο μέτωπο της Συρίας, έχει ως δεδομένο μια μονοδιάστατα φιλοαμερικανική και “μη φιλική” στάση της Αθήνας προς τη Ρωσία, πώς άραγε θα επηρεάσει την κυβέρνηση Χάφταρ στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών;
Τι θα είναι προτεραιότητα για τη ρωσική διπλωματία; Το ελληνικό δίκιο, ή το πως θα επιχειρήσει να “χρυσώσει το χάπι” στον Ερντογάν, δίνοντάς του αντάλλαγμα που δεν πλήττει τα ρωσικά συμφέροντα; Αλήθεια εξακολουθούμε στην Ελλάδα να πιστεύουμε ότι θα μας προστατέψει το διεθνές δίκαιο; Απόλυτος στόχος για τον Πούτιν είναι να ισορροπήσει τα συμφέροντα των εμπλεκομένων και να προκύψει κάποια λύση που θα κατοχυρώνει τα ρωσικά συμφέροντα. Τι πιο λογικό;
Ποια είναι, όμως, τα ρωσικά συμφέροντα; Πρώτον, είναι ο μη εξοβελισμός της Ρωσίας από το ενεργειακό παίγνιο της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς πλήττει τον ρωσικό ρόλο ως ενεργειακού τροφοδότη της Γηραιάς Ηπείρου. Δεύτερον, είναι η διασφάλιση της παρουσίας της Ρωσίας σε μια περιοχή ύψιστου γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος. Τρίτον, είναι η δυνατότητα εξυπηρέτησης των ρωσικών δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, κυρίως των ναυτικών.
Ας μη λησμονούμε ότι οι Ρώσοι κινδύνευσαν με απώλεια κάθε πρόσβασης στα θερμά νερά, όσο ο πόλεμος στη Συρία έδειχνε να οδηγεί το καθεστώς Άσαντ σε ανατροπή. Βασικός λόγος εμπλοκής της Ρωσίας με στρατεύματα στον συριακό εμφύλιο ήταν αυτός. Να μη χαθεί η ναυτική βάση στην πόλη Ταρτούς στις ανατολικές όχθες της Μεσογείου.
Ακολούθησε η κατάρριψη του ρωσικού Su-24 από την τουρκική Αεροπορία. Στη συνέχεια, με την επίδειξη πρωτοφανούς αυτοσυγκράτησης και στο πλαίσιο ενός ευφυούς στρατηγικού σχεδίου αποτροπής του αποκλεισμού της Ρωσίας από τη Μεσόγειο, άλλαξε τα στρατιωτικά δεδομένα στο συριακό έδαφος, ελέγχοντας τα περιθώρια κινήσεων της Τουρκίας και τον στρατηγικό χάρτη της περιοχής, καθώς ουδείς μπορεί πλέον να αγνοήσει τη Μόσχα.
Η Ρωσία πέτυχε μέσω της τακτικής, αλλά διαφημιζόμενης ως στρατηγικής, συμμαχίας με τους Τούρκους, τη “ρευστοποίηση” της Νοτιοανατολικής Πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Δημιούργησε αεροπορικές βάσεις που φιλοξενούν και χερσαίες δυνάμεις και όλα αυτά με συριακή πρόσκληση. Ενίσχυσε τη θέση της στη Συρία και στη Μέση Ανατολή.
Γι’ αυτόν τον λόγο, η τουρκική στρατηγική στη Λιβύη αντιγράφει πολλά στοιχεία της ρωσικής στρατηγικής στη Συρία. Προσκαλείται από τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας, παρότι αυτή ελέγχει με δυσκολία μόνο την πρωτεύουσα. Παράλληλα, επιχειρεί να ενισχύσει στρατιωτικά την πλευρά που υποστηρίζει μέσω της “τουρκικής Wagner” της εταιρίας SΑDAT. Μιας εταιρείας της οποίας τον έλεγχο έχει ο ταξίαρχος ε.α. Τανριβερντί, σύμβουλος του Ερντογάν.
Στην πορεία της εμπλοκής της Ρωσίας στη Συρία και λόγω της κραυγαλέας αμερικανικής απουσίας, η ρωσική διπλωματία αντελήφθη ότι μπορεί να αποτελέσει και τον επιδιαιτητή στη Μεσόγειο. Οι ΗΠΑ εμφανίζονται να αναζητούν στρατηγική. Προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε όλους τους δρώντες, διακινδυνεύοντας στο τέλος να τους δυσαρεστήσουν όλους.
Σε ιστορικές φάσεις ξεκαθαρίσματος των διαφορών και όχι διαχείρισής τους, τέτοια πολιτική μπορεί να αποδειχθεί καταστροφική και να οδηγήσει σε αρνητικά τετελεσμένα. Η διαφορά στην προσέγγιση Ρωσίας και ΗΠΑ είναι χαρακτηριστικές, παρότι και η Ρωσία κάνει το ίδιο, δηλαδή ποτέ δεν περιθωριοποιεί οποιαδήποτε πλευρά.
Για παράδειγμα στη Λιβύη, η Μόσχα διακηρύσσει την προτίμησή της για ειρηνική διευθέτηση. Όμως, θέση έχει πάρει. Παρότι δεν θα το αποδεχθεί επισήμως ποτέ είναι ηλίου φαεινότερο ότι παρεμβαίνει στρατιωτικά δι’ αντιπροσώπου στο πλευρό του Χάφταρ, παίζοντας ενεργό ρόλο στην προώθηση των στόχων του.
Τα κέρδη; Η ευγνωμοσύνη Αιγύπτου, Σαουδικής Αραβίας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, διότι επί της ουσίας η παρέμβαση γίνεται ευρύτερα εναντίον της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η οποία απειλεί με αποσταθεροποίηση τις παραπάνω χώρες. Πρόκειται για πλούσιες χώρες, οι οποίες έχουν αποδείξει ότι ξέρουν να δείχνουν έμπρακτα “ευγνωμοσύνη”. Αυτό είναι όμως ένα ισχυρό πλήγμα για τη στρατηγική των ΗΠΑ, όχι μόνο στη Μεσόγειο, αλλά και στον Κόλπο.
Στον Κόλπο συγκλίνει και η προσπάθεια της Κίνας να αποκτήσει ερείσματα στην ευρύτερη περιοχή. Διατηρεί σχέσεις με το Ιράν, αδιαφορώντας για τις αμερικανικές κυρώσεις, αλλά διατηρεί σχέσεις και με τη Σαουδική Αραβία που αντιλαμβάνεται πως δεν μπορεί να αγνοήσει τη σημασία και το ειδικό βάρος του ασιατικού δράκου.
Παρεμπιπτόντως, ας μη λησμονούμε ότι ήταν κινεζικής προέλευσης τα οπλισμένα αεροχήματα UCAV με τα οποία τα ΗΑΕ ενισχύουν τις δυνάμεις του στρατάρχη Χάφταρ (Wing Loong II). Για να συνδέσουμε την ευρύτερη αναφορά στις ισορροπίες του Κόλπου που επηρεάζονται από τις κινήσεις στο μέτωπο της Λιβύης.
Είναι καταφανές ότι σε εξέλιξη βρίσκεται ένα διπλωματικό παιχνίδι υψηλών απαιτήσεων. Νομιμοποιείται οποιοσδήποτε να ζητάει από την Ελλάδα να μείνει εκτός της “κακόβουλης ρωσικής επιρροής“, υπονομεύοντας ζωτικά της συμφέροντα εθνικής ασφαλείας; Ιδιαίτερα όταν αυτός που το ζητάει είναι επί της ουσίας απών, αλλά και οι θέσεις που διατυπώνει δίνουν έμφαση στη διαπραγμάτευση με την Τουρκία, της οποίας οι επιδιώξεις ισοδυναμούν με κατάργηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
*Ο Ζαχαρίας Β. Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ / ISDA)
defence-point