14.11.19

Η Κίνα και τα συμφέροντα μας


Το γεγονός ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της σύντομης επίσκεψής του στην Αθήνα ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν έχασε ευκαιρία για να αναφερθεί στην επένδυση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά δεν είναι, βεβαίως, τυχαίο. Η κινέζικη αυτή επένδυση έχει καταστεί εμβληματική και ένα είδος υποδείγματος για το τι θα μπορούσε να προσφέρει ο κινέζικος «Δράκος» στην ελληνική οικονομία.

Παρά τις πιέσεις από ΗΠΑ και ΕΕ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει να ακολουθεί τα βήματα της κυβέρνησης Τσίπρα, η οποία με τη σειρά της είχε ακολουθήσει τα βήματα των προηγούμενων κυβερνήσεων. Διαμορφώνεται έτσι μία συναίνεση στο ελληνικό πολιτικό σύστημα για στρατηγικού χαρακτήρα οικονομική συνεργασία με το Πεκίνο. Το λιμάνι του Πειραιά είναι το κέντρο αυτής της συνεργασίας.
Για τους Κινέζους η Ελλάδα έχει μεγάλη γεωοικονομική αξία, λόγω της γεωγραφικής θέσης της και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είναι μέλος της ΕΕ. Η κινέζικη πλευρά θεωρεί τον Πειραιά την απόληξη του θαλάσσιου «Δρόμου του Μεταξιού» και την ιδανική πύλη για το εξαγωγικό εμπόριό της προς τις ευρωπαϊκές αγορές. Πύλη που αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία μετά τη διεύρυνση της διώρυγας του Σουέζ.
Ειδικά για τα κοντέινερ με περιεχόμενο εμπορευμάτων αξίας πάνω από 300.000 ευρώ ο Πειραιάς συμφέρει πάρα πολύ σε σύγκριση με την εκφόρτωση στα μεγάλα λιμάνια του Ρότερνταμ και του Αμβούργου. Αφενός ρίχνει σημαντικά το κόστος, αφετέρου μειώνει περίπου κατά 10 ημέρες τον χρόνο παράδοσης των εμπορευμάτων. Προϋπόθεση είναι, βεβαίως, να εκσυγχρονισθεί η σιδηροδρομική σύνδεση του Πειραιά με τη Βουδαπέστη μέσω Σκοπίων και Σερβίας.
Το «διαμάντι» της Cosco
Αλλά και έτσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα, το λιμάνι του Πειραιά αναδεικνύεται σε διαμάντι για την Cosco. Ας σημειωθεί ότι ο όμιλος αντλεί ένα σημαντικό μέρος των συνολικών του εσόδων από την εδώ δραστηριότητά του. Το ποσοστό αυτό ανεβαίνει. Στόχος του κινέζικου κολοσσού είναι να μετατρέψει τον Πειραιά και σε βάση για μεγάλες εταιρείες κρουαζιέρας.
Επίσης, σκοπεύει να πραγματοποιήσει επενδύσεις για την αναβάθμιση των υποδομών αποθήκευσης και διακίνησης κοντέινερ που θα μετατρέψουν τον Πειραιά σε κορυφαίο λιμάνι του είδους στη Μεσόγειο. Επενδύσεις θα γίνουν και στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη που βρίσκεται στον χώρο του λιμανιού, αλλά και για την επέκταση του car terminal με στόχο η χωρητικότητα να ανέλθει στα 20.000 οχήματα. Στον χώρο του λιμανιού προγραμματίζεται να κατασκευαστούν εκθεσιακό κέντρο και πολυτελές ξενοδοχείο.
Τα σχέδια αυτά, ωστόσο, προς το παρόν προσκρούουν σε εμπόδια, τα οποία δεν είναι μόνο γραφειοκρατικού χαρακτήρα. Όπως προανέφερα, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ασκούν ασφυκτικές πιέσεις στην Αθήνα να εμποδίσει την επέκταση της κινέζικης οικονομικής παρουσίας στην Ελλάδα. Αυτές οι πιέσεις αφορούν όχι μόνο σε νέες επενδύσεις, αλλά και στις προγραμματισμένες επενδύσεις στο λιμάνι του Πειραιά.
Παράγοντας της αγοράς που γνωρίζει από πρώτο χέρι τους Κινέζους μας είπε ότι «είναι σκληροί εργοδότες», ότι «τα θέλουν όλα και πως κάθε σύμβαση είναι σκαλοπάτι για να διεκδικήσουν περισσότερα». Η ιστορία της Cosco στον Πειραιά το επιβεβαιώνει. Το ίδιο και η αναφορά του Κινέζου προέδρου στον Τσίπρα για τον περιορισμό των απεργιών, όταν είχαν συναντηθεί στην Κίνα το 2016.
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα έχει πολλά να κερδίσει από τη διεύρυνση της οικονομικής συνεργασίας με την Κίνα. Και μόνο η διόγκωση του κινέζικου τουριστικού ρεύματος προς την Ελλάδα θα ήταν εξαιρετικά σημαντική για την ελληνική οικονομία. Κι αυτό, όχι μόνο λόγω του μεγάλου αριθμού, αλλά και επειδή το ρεύμα μπορεί να διοχετευθεί στο νεκρό διάστημα Οκτώβριος-Απρίλιος, όταν οι ελληνικές τουριστικές υποδομές υπολειτουργούν ή κλείνουν. Αυτό είναι δυνατόν, επειδή για τους Κινέζους η Ελλάδα είναι ελκυστικός προορισμός κυρίως για την ιστορία και τα μνημεία της, όχι τόσο για τις παραλίες της.
Η γεωπολιτική διάσταση
Αν και οι Κινέζοι κάνουν ό,τι μπορούν για να δείξουν πως κινούνται αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια και πως δεν έχουν βλέψεις πολιτικής επιρροής στην Ευρώπη, αυτό δεν ισχύει. Πιστεύουν βαθιά ότι είναι η ανερχόμενη υπερδύναμη και ενδιαφέρονται πολύ να αποκτήσουν και γεωπολιτικά ερείσματα. Επειδή, όμως, είναι μακροπρόθεσμοι παίκτες, δεν βιάζονται και πολύ περισσότερο δεν κάνουν άγαρμπες κινήσεις για να μην προκαλέσουν αντιδράσεις.
Έχουν συνείδηση πως η Ευρώπη δεν είναι Αφρική, όπου έχουν βάλει πολύ γερά το πόδι τους, εξασφαλίζοντας μακροπρόθεσμες συμβάσεις και για την αγορά πρώτων υλών και για την προμήθεια αγροτικών προϊόντων που παράγονται ειδικά γι’ αυτούς. Προφανώς το Πεκίνο ενδιαφέρεται να διατηρήσει και να ενισχύσει τις κινέζικες εξαγωγές προς Ευρώπη και ΗΠΑ, αλλά έχει συνείδηση πως οι Δυτικοί έχουν ήδη αρχίσει να εγείρουν εμπόδια. Η πολιτική του προέδρου Τραμπ μπορεί να είναι κραυγαλέα, αλλά δεν αποτελεί παρένθεση.
Γι’ αυτό και η Κίνα επιδιώκει να δημιουργήσει τον δικό της ζωτικό χώρο, ο οποίος να μην εξαρτάται από τη Δύση. Αυτό το νόημα έχει ο νέος «Δρόμος του Μεταξιού». Η πρωτοφανής αυτή πρωτοβουλία, με την αλυσίδα των μεγάλης κλίμακας υποδομών, έχει σκοπό να αλλάξει τη γεωοικονομία και τη γεωπολιτική της Ευρασίας, απεξαρτητοποιώντας την από το θαλάσσιο εμπόριο, το οποίο ελέγχουν οι Δυτικές Δυνάμεις.
Νέος παίκτης στο ελληνικό γήπεδο
Στόχος του Πεκίνου είναι με τις μαζικές επενδύσεις του να εδραιώσει την παρουσία και την επιρροή του στην Ευρασία και δυτικότερα. Εξ ου και η πρωτοβουλία «17+1», στην οποία συμμετέχει η Κίνα και οι χώρες των Βαλκανίων και της ανατολικής Ευρώπης. Είναι προφανές ότι εάν το σχέδιο αυτό προχωρήσει, η Κίνα θα εξισορροπήσει εκ των πραγμάτων την οικονομική διείσδυση και κατ’ επέκταση εν μέρει και την πολιτική επιρροή που σήμερα ασκεί κυρίως η Γερμανία στην περιοχή.
Η Ελλάδα μπορεί να εξήλθε από τα Μνημόνια, αλλά σε μεγάλο βαθμό παραμένει αλυσοδεμένη, λόγω των δημοσιονομικών και άλλων δεσμεύσεων που της έχουν επιβληθεί από τους δανειστές. Ως εκ τούτου, δεν έχει λόγο να ανησυχεί από την ενίσχυση της κινεζικής οικονομικής παρουσίας. Οι δεδηλωμένες ανησυχίες της Ουάσιγκτον και της ΕΕ-Γερμανίας για κινέζικη διείσδυση και επιρροή στην Ελλάδα, αφορούν τον δικό τους ανταγωνισμό με την Κίνα για επιρροή, όχι τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ζωτική ανάγκη από άμεσες ξένες επενδύσεις, οι οποίες δεν έρχονται ούτε από την Ευρώπη, ούτε από τις ΗΠΑ. Είναι και το γεγονός πως οτιδήποτε μπορεί έστω και λίγο να εξισορροπήσει την καθηλωτική εξάρτηση της Ελλάδας τόσο από το ευρωιερατείο όσο και από την Ουάσιγκτον (κυρίως σε πολιτικό-στρατιωτικό επίπεδο) μόνο θετικό μπορεί να είναι για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Δεν τίθεται, άλλωστε, ζήτημα αλλαγής στρατηγικών συμμαχιών. Αυτό που πρακτικά τίθεται ως ερώτημα είναι εάν θέλουμε κι έναν ακόμα μεγάλο παίκτη στο «ελληνικό γήπεδο». Έναν παίκτη, μάλιστα, ο οποίος για να μπει στο γήπεδο είναι διατεθειμένος να κάνει επενδύσεις.