Του Κώστα Μαρδά
«Η αύξηση της παρουσίας των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα δίνει και μια αίσθηση ασφαλείας. Είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι μια βάση, η οποία έχει αμερικάνικη παρουσία, θα απειληθεί. Είναι πολύ καλύτερα η κατάσταση αυτή, από το να μην έχουμε τη συμφωνία». Αυτή ήταν η τοποθέτηση του πρώην υπουργού Άμυνας Ευάγγελου Αποστολάκη, καλεσμένου σε εκπομπή στον ΣΚΑΙ, την εβδομάδα που μας πέρασε.
Θυμίζω ότι επί των ημερών του ως Αρχηγού του ΓΕΕΘΑ, η κυβέρνηση Τσίπρα έδωσε τρεις βάσεις-διευκολύνσεις -στο Βόλο, στη Λάρισα και στην Αλεξανδρούπολη – πέραν της Συμφωνίας για τη Σούδα, χωρίς εξουσιοδότηση της Βουλής και δίχως εμφανή ανταλλάγματα εγγύησης των ελληνικών συνόρων στο Αιγαίο, εξαιρουμένης της γενικής διακήρυξης Πομπέο, που αντιστοιχεί περισσότερο στη δέσμευση των αρχών της Ατλαντικής Συμμαχίας και λιγότερο έναντι της απειλητικής, στο Αιγαίο, Τουρκίας.
Θυμίζω επίσης ότι ο «ολιγάρχης» Πούτιν, έχει ξεκαθαρίσει πως, εκ των πραγμάτων, για κάθε αμερικανική βάση πολέμου, υπάρχει και ένας πυρηνικός πύραυλος που την στοχεύει, καθώς διακηρυγμένος στόχος του ΝΑΤΟ είναι η Ρωσία.
Ας μου επιτρέψει ο ναύαρχος μια διδακτική αναδρομή στην ιστορία των ελληνο- αμερικανικών αμυντικών συμφωνιών:
Η εμφυλιο-πολεμική, αλλά αστικο-δημοκρατική Ελλάδα, το 1947-1949, χάρη στο Δόγμα Τρούμαν, διεσώθη από την υπαγωγή της στο σταλινικό στρατόπεδο, όμως μετεβλήθη σε απέραντη βάση των ΗΠΑ, με την ιδρυτική συμφωνία του 1953 επί Παπάγου, ενώ το 1952 είχε εισέλθει στο ΝΑΤΟ ομού μετά της απόλεμης Τουρκίας. Η συμφωνία ήταν στο πλαίσιο των αρχών του ΝΑΤΟ, αλλά με καθαρώς αμερικανική χρήση σε επιχειρήσεις ανάσχεσης της Σοβιετικής Ένωσης και στο χώρο της Μέσης Ανατολής, όπου ήταν και είναι ο παράδεισος των πετρελαίων.
Η αξιοπιστία της αμερικανικής στρατηγικής εμπόδισης του κομμουνισμού δεν άφηνε αμφιβολία ότι η Ουάσινγκτον θα πολεμούσε στην Ελλάδα, υπερασπιζόμενη το καπιταλιστικό σύστημα και την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αλλά ουδέποτε η Αμερική έδωσε διαβεβαίωση ότι θα στήριζε τα σύνορά μας προς Ανατολάς , έναντι του τουρκικού κινδύνου.
Η εγκατάσταση στρατιωτικών διευκολύνσεων σε Ελληνικό, Νέα Μάκρη, Σούδα και Ηράκλειο και αλλού , δεν οδήγησε στην αποτροπή του τουρκικού πογκρόμ κατά της ελληνικής ομογένειας στην Κωνσταντινούπολη το 1955. Ούτε και οι νεκροί Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί στον αντικομμουνιστικό πόλεμο της Κορέας το 1950-1953 εβάρυναν στο να καταγγείλει η Ουάσινγκτον το αίσχος των τουρκικών βανδαλισμών στην Πόλη.
Η εγκατάσταση πυρηνικών βάσεων στην Αττική το 1959 επί Καραμανλή δεν έφερε την καλύτερη συμφωνία Ελλάδας – Τουρκίας – Βρετανίας στην αιματοβαμμένη Κύπρο, αφού οι Αμερικανοί πίεσαν τον Μακάριο να δεχθεί τις Συμφωνίες της Ζυρίχης, που κατοχύρωσαν το δικαίωμα επέμβασης της Τουρκίας.
Η εγκατάσταση της αμερικανικής βάσης στη Νέα Μάκρη το 1964 δεν απέτρεψε την εκδίωξη των Ελλήνων από την Πόλη, ως αντίποινα, βέβαια, των ωμοτήτων που διέπραξαν Έλληνες εθνικιστές υπό τις ευλογίες του αρχιεπισκόπου Μακαρίου και την «πρόθυμη» συμμετοχή του στρατηγού Γρίβα, παλαιού ήρωα- ηγέτη της ΕΟΚΑ.
Η εγκατάσταση της στρατιωτικής δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 , με την απόλυτη στοίχισή της στην αμερικανική πολιτική, δεν οδήγησε την Ουάσινγκτον στο να αποτρέψει την αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο το 1967, ως αντάλλαγμα για την αναβολή της τουρκικής απόβασης εξαιτίας –πάλι– των «ηρωϊκών ανοησιών»- του στρατηγού Γρίβα κατά της τουρκοκυπριακής μειονότητας που έκανε και εκείνη τις βαρβαρότητές της κατά των ελληνοκυπρίων αμάχων.
Η παροχή λιμενικών διευκολύνσεων του 6ου Αμερικανικού Στόλου στην Ελευσίνα το 1973, με την… ευγενική προσφορά του δικτάτορα Παπαδόπουλου, όχι μόνο δεν μείωσε την «φιλοτουρκική» στάση των ΗΠΑ, αλλά, όπως αποδεικνύεται από τα αρχεία του Στέητ Ντηπάρτμεντ, ο Κίσινγκερ συντόνισε την επιχείρηση Αττίλα 1 και 2, μεθοδεύοντας παράλληλα την ελεγχόμενη μεταπολίτευση με την επιστράτευση του Καραμανλή.
Η καταρχήν συμφωνία του 1976, με τη θετική αλλά και αμφίσημη δέσμευση μέσω της επιστολής Κίσινγκερ , ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρενέβαιναν «ενεργώς και ανεπιφυλάκτως» σε περίπτωση στρατιωτικής λύσης των προβλημάτων στο Αιγαίο, δεν έφερε την Ουάσινγκτον σε θέση στήριξης της Ελλάδας στην κρίση του «Χόρα» το 1976. Τουναντίον, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναγκάστηκε να δεχθεί το Πρωτόκολλο της Βέρνης, παγώνοντας το δικαίωμα ερευνών – γεωτρήσεων στη βασίμως εικαζόμενη ελληνική υφαλοκρηπίδα, γκριζάροντάς την.
Η παπανδρεϊκή (αρκούντως… παπατζίδικη) συμφωνία του 1983, που κατά βάθος υπήρξε συμφωνία έντεχνης παραμονής, δεν απέτρεψε την ανακήρυξη του κράτους Ντεκτάς – και μάλιστα ένα μόλις δεκαπενθήμερο μετά την δημοσίευσή της συμφωνίας στο ΦΕΚ!
Η έναρξη νέων διαπραγματεύσεων το 1987, επί… «μηδενικής βάσεως», κατά παράβαση της υποτιθέμενης συμφωνίας απομάκρυνσης του 1983, δεν απέτρεψε την έξοδο του «Πίρι Ρέις» στην κρίση του Μάρτη 1987, όταν ναι μεν κινητοποιήθηκε ενθουσιωδώς Στρατός και Λαός, αλλά η βάση της Νέας Μάκρης δεν έκλεισε ούτε ένα λεπτό. Η κρίση εκτονώθηκε με ακύρωση, από τον Παπανδρέου, της γεώτρησης που είχε εξαγγείλει η καναδική εταιρεία ερευνών Ντένισον, δίνοντας βάση στα λόγια του ότι δεν αναγνώριζε την… «προδοτική» συμφωνία του Καραμανλή στην Βέρνη. Συμφωνία που τελικά αποδέχθηκε και εκείνος, με πίεση των ΗΠΑ, μέσω του μεσολαβητή γραμματέα του ΝΑΤΟ Λόδρου Κάριγκτον, προκειμένου να αποφευχθεί… διπλανή γεώτρηση, όπως απείλησε ο Οζάλ.
Η αβανταδόρικη, από άποψη χρονικής διάρκειας, συμφωνία του 1990–1998, υπογραφείσα επί κυβερνήσεως Κώστα Μητσοτάκη, δεν απέτρεψε την ακύρωση της εγκατάστασης των πυραύλων S 300 στην Κύπρο, καθώς η Ουάσινγκτον ήθελε να τελεί η ελεύθερη πλευρά της Μεγαλονήσου υπό τη συνεχή τουρκική απειλή, θεωρώντας ότι η γραμμή Αττίλα… «έλυσε» – κατά το Στέητ Ντηπάρτμεντ -την εθνοτική διαμάχη… που αποσταθεροποιούσε από τη δεκαετία του 1950 τα δύο κράτη της ΝΑΤΟϊκής Αδελφότητας, επ΄ ωφελεία της Μόσχας.
Το 1996, η ύπαρξη βάσεων δεν απέτρεψε την αποβίβαση τούρκων κομάντος στα Ίμια.
Οι συνεχείς ετήσιες παρατάσεις (της λήξασας το 1998 συμφωνίας) από τις κυβερνήσεις Σημίτη, Καραμανλή, Παπανδρέου, Σαμαρά και Τσίπρα, δεν οδήγησαν σε μια μετατόπιση της «φιλοτουρκικής» θέσης των ΗΠΑ.
Η παροχή των τριών νέων βάσεων επί Τσίπρα – Καμμένου, δεν απέτρεψε την επιθετική ενέργεια της τουρκικής ακταιωρού «Ουμούτ» κατά της ελληνικής ακταιωρού «Γαύδος» στα χωρικά ύδατα των Ιμίων το 2018. Γενικά, η πρωτοφανής φιλοαμερικανική πολιτική Τσίπρα , σε όλα τα διεθνή θέματα, ουδόλως οδήγησαν τις ΗΠΑ να συγκρατήσουν δραστικά την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο, όπου οι παραβιάσεις αυξήθηκαν κατά 50% στον αέρα το 2017-18 και κατά 500% στη θάλασσα και δεν εμπόδισαν τη διενέργεια τεσσάρων παράνομων γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ…
Η μόλις προσφάτως υπογραφείσα συμφωνία του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν άλλαξε ουδέ κατ΄ ελάχιστον τη στήριξη του Πλανητάρχη στον Ερντογάν, ο οποίος με τον χάρτη της τουρκικής «Γαλάζιας Πατρίδας» όρισε μια προέκταση αεροναυτικής ντε φάκτο κυριαρχίας, ενσωματώνοντας τα νησιά μας.
Κάποτε, οι νουνεχείς σχεδιαστές πολιτικής του Στέητ Ντηπάρτμεντ, οφείλουν να εννοήσουν ότι το απροκάλυπτο αμερικανικό χάιδεμα του θηρίου της Τουρκίας υπονομεύει την παρουσία τους στην Ελλάδα, με το θέριεμα του αντιαμερικανισμού που μπορεί να λάβει επικίνδυνες διαστάσεις. Ειδικά αν η Ουάσινγκτον, σταθεί ουδέτερη σε ένα –ο μη γένοιτο– Αττίλα σε νησιά μας στο Αιγαίο. Νησιά που δεν έχουν την… «τιμή» να φιλοξενούν βάσεις των ΗΠΑ, για την περαιτέρω αποσταθεροποίηση του κόσμου από το Αφγανιστάν έως τη Λιβύη, εν ονόματι δήθεν της Δύσης, αλλά ενάντια στις δυτικές αξίες ζωής.
Για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να πούμε ότι ο Ομπάμα, καθ΄ όλον το διάστημα της κρίσης στην Ευρωζώνη, πίεσε δια του υπουργού του των Οικονομικών Γκάιτνερ τον Σόιμπλε, προκειμένου να μην καταρρεύσει η Ελλάδα, καθώς από τον Μάρτιο του 2011 έως Οκτώβριο του 2011 η βάση της Σούδας διετέθη από την κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου ως αεροδρόμιο εξόρμησης Μιράζ της Γαλλίας και του Κατάρ που πρωτοστάτησαν στον άνευ ορίων βομβαρδισμό της Λιβύης του δικτάτορα Καντάφι. Μόλις όμως ο αμερικανός Πρόεδρος έκανε τη δουλειά του, διαλύοντας ένα κράτος–ανάχωμα στους θηριώδεις τζιχαντιστές, φορτώνοντας τα νησιά μας τους κατατρεγμένους πρόσφυγες πολέμου, μας άφησε στο έλεος του Σόιμπλε.
Ναι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, παρενέβησαν στις ελληνοτουρκικές κρίσεις, 1955-1996 για λόγους γεωπολιτικού τους συμφέροντος, αλλά μετά την αποκλιμάκωση, πάντα κάτι έχανε η Ελλάδα από άποψη δικαιωμάτων, δικαιοδοσίας και κυριαρχίας. Τρανή απόδειξη ο πόλεμος ολίγων ωρών στα Ίμια. Ο Κλίντον με τηλεφωνική διπλωματία Σημίτη – Τσιλέρ ξεχώρισε τους δύο «εμπολέμους», αλλά η Ελλάδα έχασε κυριαρχία όχι μόνο στις δύο ελληνικότατες βραχονησίδες, αλλά και σε απροσδιόριστο αριθμό νησίδων κατά μήκους του Αιγαίου. Το Στέητ Ντηπάρτμεντ δεν υπολόγισε τις εν Ελλάδι βάσεις του όταν εξέδωσε μια φοβερή ανακοίνωση ότι δεν αναγνωρίζει σε κανένα κράτος κυριαρχία-ιδιοκτησία στα Ίμια, καθιερώνοντας μάλιστα, έκτοτε, διπλή, ελληνοτουρκική ονομασία («Ίμια – Καρντάκ»).
Η υποστολή της σημαίας από Τούρκους κομάντος του Λιμενικού στη νησίδα Μικρός Ανθωποφάγος Φούρνων Ικαρίας το 2018, όπου ανοήτως Έλληνες νεολαίοι ύψωσαν προχείρως, δείχνει τα όρια της αμερικανικής προστασίας απέναντι στην τουρκική αυθάδεια.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η απομάκρυνση των βάσεων τώρα αποτελεί ρεαλιστικό αίτημα. Όποιος πιστεύει στην άμεση εκδίωξή τους είναι οραματιστής χωρίς έρμα. Από την άλλη πλευρά του λόφου, όποιος βλέπει τις πολεμικές βάσεις ως… ευλογία, ως περιβόλια, ως προστασία, βαδίζει αυταπατώμενος…
Εννοείται, ότι στην κατάσταση της μετα- χρεοκοπίας που είμαστε , ακόμη και αυτή η δίκοπη προστασία, πρέπει να αξιοποιηθεί από οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, με το ρεαλισμό ότι :
Ο προστάτης θα σε προστατέψει μια, θα σε προστατέψει δύο, θα σε προστατέψει τρεις… Την τέταρτη φορά θα σε πουλήσει! Ειδικά τώρα επί Τραμπ!
Η υποστολή της αμερικανικής σημαίας στις 13 αμερικανικές βάσεις των Κούρδων της Συρίας, για να περάσει ο Αττίλας, ας μας συνετίσει, αξιότιμε κύριε Ναύαρχε, πρώην υπουργέ του ΣΥΡΙΖΑ!
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ:
Ελπίζω να μην κινδυνεύει και η Ακρόπολη, επειδή δεν φιλοξενεί αμερικανικό ραντάρ…
(Ο Κώστας Μαρδάς είναι συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των βιβλίων ΒΑΣΕΙΣ, ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ και ΠΡΟ-ΙΜΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥ)